ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 31 Οχτώβρη 2020 - Κυριακή 1 Νοέμβρη 2020
Σελ. /36
ΔΙΕΘΝΗ
ΗΠΑ - ΕΚΛΟΓΕΣ 2020
Σε συνθήκες επιδείνωσης της ζωής του λαού

Κρίση και πανδημία ρίχνουν τη βαριά σκιά τους, με Ρεπουμπλικάνους και Δημοκρατικούς να επιχειρούν να παρουσιάσουν ως λύση παραλλαγές της φιλομονοπωλιακής πολιτικής τους

Πολλοί Αμερικανοί επιλέγουν να ψηφίσουν πρόωρα, πριν από τις 3 Νοέμβρη

Copyright 2020 Associated Pres

Πολλοί Αμερικανοί επιλέγουν να ψηφίσουν πρόωρα, πριν από τις 3 Νοέμβρη
Την ερχόμενη Τρίτη, 3 Νοέμβρη, δεκάδες εκατομμύρια Αμερικανοί καλούνται να εκλέξουν Πρόεδρο, αντιπρόεδρο, το σύνολο των 435 εδρών της Βουλής των Αντιπροσώπων, 35 από τις 100 έδρες της Γερουσίας και νέους κυβερνήτες σε 13 Πολιτείες. Επίσης συμμετέχουν σε εκατοντάδες δημοψηφίσματα με διάφορα ερωτήματα, όπως το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση κ.ά. Ενα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό σε αυτές τις εκλογές είναι ότι διεξάγονται εν μέσω της πανδημίας Covid-19, που λειτουργεί ως καταλύτης και επιταχυντής της νέας καπιταλιστικής κρίσης, που πληρώνει ο λαός. Από τη μία φαίνεται η γύμνια του συστήματος Υγείας, αποτέλεσμα των πολιτικών και των δύο κομμάτων - πυλώνων του πολιτικού συστήματος της χώρας, Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών, με 9 εκατομμύρια κρούσματα και πάνω από 234.000 νεκρούς, και από την άλλη πάνω από 25 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν χάσει τη δουλειά τους και πολλά εκατομμύρια έχουν δει το επίπεδο διαβίωσής τους να επιδεινώνεται. Ταυτόχρονα, φέτος κλιμακώθηκε η κρατική αστυνομική ρατσιστική βία, επιβεβαιώνοντας την ένταση των κοινωνικών ανισοτήτων, κάτι που έβγαλε μαζικά λαϊκές δυνάμεις στο δρόμο, στοιχείο που αξιοποιήθηκε κυρίως από τους Δημοκρατικούς προκειμένου να εμφανιστούν ως δήθεν εναλλακτική για τα λαϊκά στρώματα, που δικαιολογημένα αντιδρούν στην εφαρμοζόμενη αντιλαϊκή πολιτική.

Αντιπαράθεση για το μείγμα φιλομονοπωλιακής πολιτικής

Οι διαφορές και οι αντιθέσεις των δύο μονομάχων, του Ρεπουμπλικάνου νυν Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Δημοκρατικού πρώην αντιπροέδρου Τζο Μπάιντεν, μπορούν να γίνουν καλύτερα κατανοητές ως προς την ενδοαστική διαμάχη που εκφράζουν.

Ενα ακόμα στοιχείο των φετινών εκλογών είναι ότι πρόκειται για την πιο ακριβοπληρωμένη προεκλογική εκστρατεία στην Ιστορία των ΗΠΑ, καθώς δαπανήθηκαν πάνω από 14 δισεκατομμύρια δολάρια για τις εκστρατείες των υποψήφιων Προέδρων και αντιπροέδρων, Ντόναλντ Τραμπ και Μάικ Πενς για τους Ρεπουμπλικάνους και Τζο Μπάιντεν και Κάμαλα Χάρις για τους Δημοκρατικούς. Σύμφωνα με έκθεση του «Center For Responsive Politics», οι Δημοκρατικοί υποψήφιοι ξόδεψαν 6,9 δισ. δολάρια και οι Ρεπουμπλικάνοι περίπου 3,8 δισ.

Ενδιαφέρον ωστόσο έχει πώς «ψήφισαν» τα μονοπώλια.

Ο Τραμπ, που στηρίζει περισσότερο τα συμφέροντα των αμερικανικών πολυεθνικών πετρελαίου και σχιστολιθικού φυσικού αερίου, έρχεται πρώτος στις προεκλογικές δωρεές εταιρειών αυτού του είδους. Σε αυτόν δόθηκε το 85% των 87 εκατ. δολαρίων που δαπάνησαν οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου για τις προεκλογικές εκστρατείες και των δύο κομμάτων. Η εταιρεία Ενέργειας και αγωγών «Energy Transfer Equity», του δισεκατομμυριούχου Κέλσι Γουόρεν, χρηματοδότησε τον Τραμπ με 14 εκατ. δολάρια, ενώ άλλα 10 εκατ. πήρε ο Πρόεδρος από τις βιομηχανίες Ενέργειας «Koch Industries». Συνολικά χρηματοδότησαν τον Τραμπ με περίπου 26 εκατ. δολάρια 101 δισεκατομμυριούχοι. Τον ευνόησαν επίσης οι αλυσίδες των καζίνο, όπως το ζεύγος των δισεκατομμυριούχων Σέλντον και Μίριαμ Αντελσον, που έδωσαν στον Τραμπ και στους υποψήφιους Ρεπουμπλικάνους πάνω από 130 εκατ. δολάρια.

Από την άλλη, διευθύνοντες σύμβουλοι και ακριβοπληρωμένα στελέχη τεχνολογικών μονοπωλίων όπως «Google», «Facebook», «LinkedIn», «Amazon» και «Apple» προτίμησαν με διαφορά την υποψηφιότητα Μπάιντεν, χρηματοδοτώντας τον με πάνω από 5 εκατ. δολάρια, έναντι μόλις 240.000 δολαρίων με τα οποία χρηματοδότησαν τον Τραμπ.

Το οικονομικό περιοδικό «Φορμπς» αναφέρει πως τον Μπάιντεν και άλλους Δημοκρατικούς υποψήφιους χρηματοδότησαν 134 δισεκατομμυριούχοι και οι σύζυγοί τους, δίνοντας περίπου 33 εκατ. δολάρια.

Μόνο ο γνωστός καπιταλιστής - κερδοσκόπος Τζορτζ Σόρος ενίσχυσε τους Δημοκρατικούς με περίπου 9 εκατ. δολάρια.

Περίπου 1 εκατ. δολάρια πήρε και από ορισμένες εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενώ ανεβασμένος ήταν επίσης στις προτιμήσεις των κερδοσκοπικών χρηματοπιστωτικών εταιρειών - π.χ. οι δισεκατομμυριούχοι Τζιμ και Μέριλιν Σάιμονς έδωσαν στους Δημοκρατικούς πάνω από 30 εκατ. δολάρια. Ευνοημένος ήταν ο Μπάιντεν και από μιντιάρχες όπως ο Χαΐμ Σαμπάν, που χρηματοδότησε τους Δημοκρατικούς με τουλάχιστον 10 εκατ.

Πανδημία και ανεργία βασικά ζητήματα

Σε μια περίοδο που η ανεργία έχει διογκωθεί, ο Τραμπ υπόσχεται πως αν επανεκλεγεί θα ρίξει το βάρος στη δημιουργία θέσεων εργασίας, μέσω της «επιστροφής» εργοστασίων αμερικανικών εταιρειών που είχαν ανοίξει τις τελευταίες δεκαετίες στο εξωτερικό (Κίνα κ.α.). Υπόσχεται να μειώσει τους φόρους για τα χαμηλά εισοδήματα, αλλά και για τις μεγάλες εταιρείες. Λέει ότι θα μειώσει τον φόρο εισοδήματος των «μεσαίων εισοδημάτων» στο 22% από 37%, και στο 15% στους χαμηλόμισθους. Υπόσχεται επίσης ότι θα μειώσει κι άλλο τον φόρο επιχειρήσεων (20% από 21%). Επιπλέον, χρησιμοποιεί, όπως και το 2016, το ιδεολόγημα του «μη επαγγελματία - αδιάφθορου πολιτικού».

Σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της πανδημίας, ο Τραμπ έχει ξεκαθαρίσει πως είναι κατά των περιοριστικών μέτρων, προτιμώντας την έρευνα σε φάρμακα και εμβόλια. Θεωρεί ότι τα αυστηρά μέτρα καραντίνας πλήττουν βαριά την αμερικανική οικονομία. Υπόσχεται «επαναφορά στην ομαλότητα» εντός 2021.

Διατείνεται πως θα «υπερασπιστεί» τις δυνάμεις επιβολής της τάξης και του νόμου με αύξηση της ομοσπονδιακής χρηματοδότησης, ώστε να αποθαρρύνει «τη δράση «ριζοσπαστικών - ακροαριστερών - αντιφασιστών διαδηλωτών». Ευαγγελίζεται περαιτέρω σκλήρυνση της αντιμεταναστευτικής πολιτικής. Τάσσεται υπέρ της συνέχισης πολιτικών στρατιωτικοποίησης και ιδιωτικοποίησης του Διαστήματος.

Είναι επίσης υπέρ της ανάπτυξης δικτύου τηλεπικοινωνιών τελευταίας γενιάς 5G από δυτικά μονοπώλια έναντι κινεζικών, τα οποία έχει σχεδόν «εξοστρακίσει» από τις αγορές των ΗΠΑ και άλλων «συμμαχικών» χωρών.

Επιδιώκει την κατάργηση του συστήματος της - έτσι και αλλιώς ελλιπέστατης - ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης της προηγούμενης κυβέρνησης του Μπαράκ Ομπάμα.

Σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, δίνει βάρος στην όξυνση της αντιπαράθεσης με την Κίνα και τη Ρωσία. Αναμένεται να συνεχίσει την «αναθεώρηση» των σχέσεων με παραδοσιακούς πλούσιους συμμάχους σε ΝΑΤΟ και ΕΕ. Προωθεί γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, στηρίζοντας πάνω απ' όλα το Ισραήλ και τις μοναρχίες του Κόλπου, έναντι του Ιράν. Υποστηρίζει ότι η κυβέρνησή του φέρνει «ειρήνη στη Μέση Ανατολή» και «ανάπτυξη στα Δυτικά Βαλκάνια».

Ο Μπάιντεν, από την άλλη, μιλάει εξ ονόματος επιχειρηματικών ομίλων που έχουν ενδιαφέροντα στη λεγόμενη «πράσινη ανάπτυξη». Ευαγγελίζεται καλύτερη διαχείριση στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Υπόσχεται επαναφορά των ΗΠΑ στη Διεθνή Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα. Μιλά για «μετάβαση» σταδιακά από τους υδρογονάνθρακες σε «πιο πράσινες» πηγές Ενέργειας, τάζει κίνητρα για ηλεκτροκίνηση και καινοτόμες τεχνολογίες.

Είναι κατά της «αναθεώρησης» των σχέσεων με Δυτικούς συμμάχους των ΗΠΑ και υπόσχεται αποκατάσταση και ενίσχυση των δεσμών με ΕΕ και ΝΑΤΟ. Παρ' όλα αυτά φαίνεται αποφασισμένος να αντιπαρατεθεί με την Κίνα, ιδιαίτερα σε θέματα οικονομίας, με τη διαφορά ότι δεν θα εξαπολύσει «εμπορικούς πολέμους», όπως ο Τραμπ, αλλά όπως λέει θα προσανατολιστεί στην επίλυση αντιπαραθέσεων στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Λέει επίσης πως θα εντείνει την αντιπαράθεση και τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας.

Σε ό,τι αφορά τη Μέση Ανατολή, και αυτός έχει στηρίζει την σύμπλευση συμφερόντων των ΗΠΑ με εκείνα του Ισραήλ. Επί της ουσίας δεν διαφοροποιείται σε σχέση με τον Τραμπ, αν εξαιρέσει κανείς τη «δέσμευσή» του να επιστρέψουν οι ΗΠΑ στη Διεθνή Συμφωνία του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.

Στον τομέα της φορολογίας, υπόσχεται να μην αυξήσει τους φόρους για ετήσια εισοδήματα έως 400.000 δολάρια. Επιδιώκει θέσπιση νέου φόρου σε μεσαία και υψηλά εισοδήματα, ανάλογα με τις αποδοχές των εργαζομένων. Προτείνει αύξηση του φόρου επιχειρήσεων στο 24%, από το 21% που τον μείωσε ο Τραμπ.

Σε θέματα μετανάστευσης, θα προωθήσει την αύξηση των αδειών εργασίας σε ξένους μετανάστες με υψηλά προσόντα. Στην Εκπαίδευση είναι υπέρ της στενότερης «συνεργασίας» σχολών και επιχειρήσεων στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης. Υπόσχεται επίσης αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για τη δημιουργία σχολικών εργαστηρίων υψηλής τεχνολογίας. Δεν είναι τυχαίο ότι οι υποσχέσεις του Μπάιντεν, σε σύγκριση και με τη ρητορική και πρακτική του Τραμπ, έχουν οδηγήσει ένα τμήμα των Ρεπουμπλικάνων να δηλώνουν ότι θα στηρίξουν αυτόν.

Από τα παραπάνω είναι κατανοητό ότι οι διαφορές των δύο υποψηφίων δεν αφορούν τα εργατικά - λαϊκά συμφέροντα, αλλά πλευρές της διαχείρισης προς όφελος των μονοπωλίων. Σε στρατηγικά ζητήματα υπάρχει ταύτιση, παρά τις διαφορετικές προτεραιότητες και επιλογές. Οι ενδοαστικές αντιθέσεις θα παραμείνουν και μετά τις εκλογές. Βέβαια είναι χαρακτηριστική η προσπάθεια από τμήματα που στηρίζουν τον Μπάιντεν να στρατεύσουν τη λαϊκή διαμαρτυρία απέναντι στην πολιτική Τραμπ στην υπόθεση της κυβερνητικής εναλλαγής.

Πρόωρη ψηφοφορία

Με αφορμή το φόβο της πανδημίας και τις προσπάθειες για αποφυγή του συνωστισμού, υπολογίζεται ότι πάνω από 75 εκατομμύρια Αμερικανοί ψηφοφόροι θα ψηφίσουν νωρίτερα, είτε διά ζώσης είτε με επιστολική ψήφο. Σύμφωνα με υπολογισμούς, ο αριθμός των Αμερικανών που θα ασκήσουν το δικαίωμα της ψήφου θα είναι αυξημένος και θα φτάσει έως και τα 150 εκατομμύρια (το 2016 ψήφισαν 136 εκατ.).

Η επιστολική ψήφος, την οποία προτιμούν ξεκάθαρα οι οπαδοί των Δημοκρατικών, αναμένεται να παίξει καθοριστικό ρόλο. Πολλοί αναλυτές προβλέπουν πολυήμερες καθυστερήσεις, που μπορεί να ανατρέψουν την αρχική εντύπωση από το αποτέλεσμα της άμεσης ψηφοφορίας. Απρόβλεπτες εξελίξεις αναμένονται σε περίπτωση που αρχική νίκη του Τραμπ ανατραπεί από τις επιστολικές ψήφους, που θα καταμετρηθούν αρκετές μέρες μετά την ημερομηνία των εκλογών - στη Βόρεια Καρολίνα, π.χ., οι επιστολικές ψήφοι θα γίνονται δεκτές μέχρι 12 Νοέμβρη! Ο Ρεπουμπλικάνος Πρόεδρος αποδοκιμάζει τη μέθοδο της επιστολικής ψήφου, υποστηρίζοντας ότι αυτή μπορεί να ευνοήσει φαινόμενα νοθείας και «εκλογικής ανωμαλίας». Εχει δε αρνηθεί να πει κατηγορηματικά αν θα αποδεχτεί το αποτέλεσμα σε περίπτωση ήττας...


Δ. ΟΡΦ.

Πρόεδρο βγάζουν οι εκλέκτορες

Οι ΗΠΑ είναι μία αστική ομοσπονδιακή δημοκρατία, με Σύνταγμα και κανόνες που στηρίζουν τη διάκριση της εκτελεστικής, νομοθετικής και δικαστικής εξουσίας. Ωστόσο, ο Πρόεδρος της χώρας (που πρέπει να είναι τουλάχιστον 35 ετών, να έχει γεννηθεί στις ΗΠΑ, με δικαίωμα επανεκλογής μόνο μία φορά) δεν αναδεικνύεται από τη λαϊκή ψήφο, αλλά από την ψήφο των 538 εκλεκτόρων.

Πρόεδρος εκλέγεται συνεπώς κάποιος που έχει εξασφαλίσει τουλάχιστον 270 εκλεκτορικές ψήφους και όχι αυτός που έρχεται πρώτος στη λαϊκή ψήφο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι εκλογές του 2016, όπου η Χίλαρι Κλίντον είχε έρθει πρώτη με διαφορά αρκετών εκατομμυρίων ψήφων, αλλά νίκησε ο Ντ. Τραμπ επειδή πήρε περισσότερους εκλέκτορες.

Κάθε Πολιτεία έχει συγκεκριμένο αριθμό εκλεκτόρων ανάλογα με τον πληθυσμό της. Ισχύει το πλειοψηφικό σύστημα για την εκλογή των εκλεκτόρων, εκτός από τις πολιτείες Νεμπράσκα και Μέιν, όπου οι εκλέκτορες αναδεικνύονται αναλογικά. Στο σύνολο των 50 αμερικανικών πολιτειών υπάρχουν ορισμένες «αμφίρροπες» (swing states) που δεν ψηφίζουν «παραδοσιακά» ένα από τα δύο κόμματα, όπως το Οχάιο, το Κολοράντο, η Αϊόβα, η Νεβάδα, το Νιου Χάμσαϊρ, η Βιρτζίνια και η Φλόριντα.

Ασυνήθιστο είναι πάντως το ενδεχόμενο ένας υποψήφιος Πρόεδρος να μη συγκεντρώσει τους 270 εκλέκτορες. Αυτό είχε συμβεί μόνο στις εκλογές του 1800 και του 1824.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ