ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 30 Αυγούστου 1998
Σελ. /40
ΚΕΝΗ
Πάλι στο Τρίκκερι

7ο ΜΕΡΟΣ

(τελευταίο)

Την 1η Αυγούστου 1950 αποβιβάστηκαν στο Τρίκκερι, στο λιμανάκι του Αϊ - Γιώργη, στα παλιά τους λημέρια.

Η διαταγή της διοίκησης όριζε να στρατοπεδεύσουν στο δυτικό ακρωτήρι, όπως παλιά. Σ' έναν τόπο, δηλαδή, που τον ρήμαζαν οι αέρηδες το χειμώνα, τον πλημμύριζαν και τον παράσερναν οι χείμαρροι.

Οι εξόριστες αναθυμούνταν πόσο είχαν δεινοπαθήσει εκεί το περασμένο φθινόπωρο - χειμώνα και αρνούνταν. Απαιτούσαν ν' ανεβούν στο Μοναστήρι. Να στεγάσουν τις βαριά άρρωστες στα κελιά του κι οι υπόλοιπες να στήσουν τις σκηνές τους ολόγυρα. Μόνο εκεί ήταν στεγνές, σίγουρος ο τόπος και χωρίς υγρασία. Για να προστατέψουν εκείνες την κακοπαθημένη υγεία τους από την πολύχρονη εξορία.

Η διοίκηση δε δεχόταν την πρότασή τους κι επέμενε στη διαταγή της. Εκείνες, όμως, αντιστέκονταν. Τότε η διοίκηση τις απείλησε ακόμη και με τα όπλα του αγήματος... Οι εξόριστες όμως δεν πτοήθηκαν ούτε και μ' αυτή την απειλή. Εστησαν τα ράντζα τους κάτω από τις ελιές κι έμειναν εκεί ένα μήνα, εκτεθειμένες στο λιοπύρι της ημέρας και στ' αγιάζι της νύχτας.

Μια ξαφνική νεροποντή στάθηκε η σωτηρία τους. Αρπαξαν τα πράγματά τους και σκαρφάλωσαν στο Μοναστήρι αγκομαχώντας. Κατέλαβαν αμέσως τα κελιά κι άρχισαν να τα καθαρίζουν. Τοποθέτησαν τις άρρωστές τους, χωρίς να τολμήσει κανείς χωροφύλακας να τις εμποδίσει. Η Διοίκηση στη συνέχεια έστησε τις μεγάλες σκηνές γύρω από το Μοναστήρι και τακτοποιήθηκαν κι οι υπόλοιπες. Καθάρισαν το μαγειρειό κι έστησαν τα καζάνια τους. Η ζωή ξανάπαιρνε το δρόμο της. Το πολιτικό κλίμα ήταν τώρα ηπιότερο κι οι συνθήκες ομαλότερες από το παρελθόν.

Οι εξόριστες οργάνωσαν τη ζωή τους. Βελτίωσαν το συσσίτιό τους βοηθώντας οι ίδιες, με τα χρήματα και τα δέματά τους, που τα κατέθεταν μισά - μισά στο κοινό ταμείο.

Εμπνευστής, οδηγός και συμπαραστάτης σ' αυτή τη φάση της στρατοπεδικής ζωής τους είναι η Ρόζα Ιμβριώτη - παιδαγωγός.

Καταρτίζονται:

α) Το μορφωτικό πρόγραμμα του στρατοπέδου.

β) Η ποιοτική ψυχαγωγία του και

γ) η ανασυγκρότηση του δεινοπαθημένου νοικοκυριού του.

Με κείνα τα λίγα βοηθήματα - βιβλία - που βρίσκονταν στις εξόριστες, η Ρόζα Ιμβριώτη κατάστρωσε το μορφωτικό πρόγραμμα του στρατοπέδου. Υστερα από συλλογική μελέτη και συνεργασία με την εκπαιδευτική ομάδα: Λίζα Κόττου φιλόλογο, Ελένη Γαρίδη φιλόλογο, Ελένη Ιατροπούλου φιλόλογο, Αννα Νικολακοπούλου μαθηματικό, και την παλαίμαχη αγωνίστρια Κατίνα Μαμέλη δασκάλα και άλλες, ετοιμάστηκαν τα εκλαϊκευμένα μαθήματα Γενικής Ιστορίας και Γεωγραφίας. Τα μαθήματα αυτά παραδίδονταν στις εξόριστες, από τις δασκάλες του στρατοπέδου με μορφή διαλέξεων. Συγκεντρώνονταν 40 εξόριστες σε μια σκηνή και παρακολουθούσαν τη δασκάλα που μετέδιδε το μάθημα - διάλεξη. Φυσικά οι τσίλιες αγρυπνούσαν, έτοιμες να ειδοποιήσουν για κάθε απρόοπτο, γιατί οι στγκεντρωσεις απαγορεύονταν με τγην απειλή στρατοδικείου.

Εκτός από τα μαθήματα - διαλέξεις που τα παρακολουθούσαν με πολύ ενδιαφέρον όλες οι εξόριστες, οι εκπαιδευτικοί του στρατοπέδου, δασκάλες και καθηγήτριες παράδιδαν μαθήματα στις μαθήτριες του Δημοτικού και του Γυμνασίου, αντίστοιχα. Οι δασκάλες δίδασκαν τα μαθήματα του Δημοτικού στις νέες που είχαν εγκαταλείψει το σχολείο στις τελευταίες τάξεις του. Στις αναλφάβητες και τις αγράμματες δίδασκαν πρώτη ανάγνωση, γραφή και αριθμητική. Οι καθηγήτριες δίδασκαν στις μαθήτριες Γυμνασίου τ' αντίστοιχα μαθήματα κάθε τάξης.

Στο Τρίκκερι τώρα, τα μαθήματα γενικεύτηκαν! Ολες οι εξόριστες γίνανε μαθήτριες. Ολος ο στρατοπεδικός χώρος του Τρίκκερι μεταβλήθηκε σ' ένα απέραντο "κρυφό σχολειό".

Τα μαθήματα και τα βιβλία απαγορεύονταν πάντα με τον μπαμπούλα του στρατοδικείου. Ομως, το διδαχτικό προσωπικό αυτού του σχολείου, κάπου 52 δασκάλες και καθηγήτριες των Ελληνικών και ξένων γλωσσών δίδαξαν από πρώτη ανάγνωση και γραφή στις αναλφάβητες ως και μαθήματα για εισαγωγικές εξετάσεις σε ανώτερες σχολές και το Πανεπιστήμιο. Με αποτέλεσμα: όλες οι αναλφάβητες να μάθουν ανάγνωση και γραφή.

470(*) νέες να ολοκληρώσουν τη στοιχειώδη εκπαίδευσή τους.

80 μαθήτριες του Γυμνασίου να διδαχθούν τ' αντίστοιχα μαθήματα κάθε τάξης.

15 απόφοιτες Γυμνασίου να προετοιμαστούν για το Πανεπιστήμιο. Κι ακόμα να διδαχθούν ξένες γλώσσες και λογιστικά.

Αξέχαστες θα μείνουν οι διαλέξεις της Λίζας Κόττου, φιλολόγου, περί Αισθητικής και Ιστορίας της Τέχνης. Οι διαλέξεις αυτές κάλυπταν περίοδο από την εποχή των σχεδίων των σπηλαίων ως τη σημερινή εποχή.

Η Λίζα Κόττου αρπάχτηκε από το στρατόπεδο του Τρίκκερι τον Ιούλη του 1951 και τυλίχτηκε στην υπόθεση Μπελογιάννη, χωρίς να 'χει καμιά σχέση μ' αυτή.

Με την απροσκύνητη στάση της στο στρατοδικείο και την ηρωική απολογία της, η Λίζα Κόττου καταδικάστηκε σε θάνατο και κλείστηκε στις φυλακές Αβέρωφ. Με τα μέτρα ειρήνευσης, η ποινή της μετατράπηκε σε ισόβια. Μετά δυο χρόνια πέρασε αναθεωρητικό και αθωώθηκε παμψηφεί.

Βάση της ποιοτικής ψυχαγωγίας τους ήταν η χορωδία του στρατοπέδου. Οπως έχει αναφερθεί, τη συγκρότησε και τη δίδαξε η συνεξόριστη μουσικός Ελλη Νικολαϊδη. Προκαλώντας το ενδιαφέρον των κοριτσιών στο σοβαρό τραγούδι άρχισε τα πρώτα μαθήματά της με τις καντάδες του Ροδίου, αλλαγμένες με λόγια της στρατοπεδικής ζωής.

Επειτα, προχωρώντας μεθοδικά από τα εύκολα στα δύσκολα ζωντάνεψε το δημοτικό μας τραγούδι. Εψαχνε τις σκηνές, καλούσε κοντά στη χορωδία μια μια τις συνεξόριστες απ' όλα τα διαμερίσματα της χώρας να τραγουδήσουν λαϊκές δημιουργίες του τόπου τους. Ηταν οι μόνες κατάλληλες να μεταδώσουν σωστά το δημοτικό και λαϊκό μας τραγούδι. Γνήσιο και αμόλευτο. Οπως ξεπήδησε από τις πηγές του.

Μ' αυτό τον τρόπο διδάχθηκε η χορωδία από τον ίδιο το λαό πολλά δημοτικά και λαϊκά τραγούδια: "Ο θάνατος του κλέφτη", "Ο κρητικός αητός", η "Δημητρούλα", η "Παναγιωτούλα", "Μωρή κοντούλα λεϊμονιά", "Λελεύω σε", "Δεν ξαναψήνω μπλιο κουκιά", "Ο Ρόβας" και πολλά άλλα. Η χορωδία άκουγε προσεχτικά, διδασκόταν, τραγουδούσε. Κι η δασκάλα τους παρακολουθούσε άγρυπνη την εκτέλεση. Πρόσεχε να διατηρείται το ύφος του τραγουδιού. Περισσότερα από εκατόν πενήντα τραγούδια δικά μας και ξένα διδάχτηκε η χορωδία στο Τρίκκερι: γαλλικά, γερμανικά, ρώσικα, νορβηγικά, νέγρικα. Ακόμα κι αποσπάσματα από όπερες. Οπως την "Καβαλερία ρουστικάνα" του Μασκάνι και πολλές δημιουργίες από κλασικούς συνθέτες: Γκλουκ, Σούμπερτ, Ντβόζαρκ, Στράους και τους Ελληνες συνθέτες Καλομοίρη και Λαυράγκα με τα έργα τους: "Εξοδος των Παργίων", "Αλωση της Κωνσταντινουπόλεως" και την καντάδα του Λαυράγκα "Στης εκκλησιάς τα σκαλοπάτια".

Μια μουσική αγωγή ποιότητας διοχετεύονταν όχι μόνο στα μέλη της χορωδίας, μα σ' όλες τις εξόριστες. Ακόμα και τα παιδάκια, που μοιράζονταν μαζί με τις μανάδες τους όλα τα στρατοπεδικά δεινά, αγάπησαν πολύ τα τραγούδια της χορωδίας. Ειδικά την "περκίδα" και τα γλυκά νανουρίσματα, που τα τραγουδούσαν με τις γλυκιές φωνούλες τους.

Στις ώρες της σκληρής στρατοπεδικής δουλιάς, όπως ήταν το ξεφόρτωμα του καϊκιού από τα καυσόξυλα της κουζίνας και το εφόδιό τους, τα τραγούδια της χορωδίας δίνανε κουράγιο στα εξαντλημένα κορμιά των γυναικών, οπλίζοντάς τες με νέες δυνάμεις κι αντοχή.

Οταν τον Αύγουστο του 1950 το στρατόπεδο των γυναικών μεταφέρθηκε στο Τρίκκερι, η χορωδία συνέχισε το έργο της ανεμπόδιστη τώρα πια. Και πρόσφερε στις εξόριστες πολλές συναυλίες. Συναυλίες αξιώσεων. Κρίμα που δεν υπήρχε τρόπος μαγνητοφώνησης, για να διασώσει την αρμονία και την τελειότατά τους. Ρίγος συγκίνησης διαπερνούσε τα κορμιά των εξόριστων. Μυριάδες νήματα τις ξανάδεναν με τη ζωή και τον έξω κόσμο, αναπτερώνοντας μέσα τους την ελπίδα για την ειρήνη και το φωτεινό αύριο.

"Να 'σαι καλά Ελλη! Να 'σαι χιλιόχρονη κόρη μου!", εύχονταν στη μαέστρο τους, οι γριούλες ανταρτομάνες.

Αξέχαστη θα μείνει εκείνη η συναυλία της Πρωτομαγιάς. Τις μάγεψε όλες! Οι μαθήτριες της Ελλης γεμίσανε τις αγκαλιές τους μ' ανθισμένα σφερδούκλια και τρέχοντας φτάσανε στη σκηνή της να τ' αποθέσουνε στην αγκαλιά της, τρόπαιο θριάμβου.

Σημαντική και πολύτιμη η συμβολή της Ελλης στο στρατόπεδο.

Πιστές στα αδικαίωτα ιδανικά

Γιορτές ετοιμάζονταν για την ψυχαγωγία των γυναικών, τη χαρά και τη διδαχή τους. Με θεατρικές παραστάσεις στις εθνικές επετείους. Με χορούς και τις αντίστοιχες παραδοσιακές φορεσιές τους και αποκριάτικο καρνάβαλο αποτόλμησαν να παρουσιάσουν. Η καλλιτεχνική επιτροπή τον πλούτισε με 27 παραστάσεις. Ολο το ελληνικό και κοσμοπολίτικο παραδοσιακό χρώμα τον συνόδευε. Ψυχή του η ζωγράφος Κατερίνα Χαριάτη και το βοηθητικό επιτελείο της δουλεύουν ασταμάτητα. Για να σκορπίσουν κέφι και χαρά στις αποκομμένες, από τον έξω κόσμο, εξόριστες.

Μέσα από τις γνήσιες λαϊκές πηγές τους διδάχτηκαν κι οι παραδοσιακοί χοροί. Με σεβασμό μη γίνει κανένα λάθος και μολευτεί ο λαϊκός θησαυρός μας. Μ' αυτή την ευαισθησία δίδαξε ο λαός, μεταδίδοντας την κληρονομιά των προγόνων του. Το χορευτικό συγκρότημα των εξόριστων γυναικών στις δόξες του, με τις δασκάλες - αυθεντίες - άψογη εκτέλεση. Ολο αρμονία και χάρη. "Μπράβο"! χειροκροτούσαν οι γυναίκες.

Οι μοδίστρες του συνεργείου καμαρώνανε τα δημιουργήματά τους. Χάρμα οι λαϊκές παραδοσιακές φορεσιές τους: καραγκούνικες, κρητικές, ηπειρώτικες - μωραϊτικες, ποντιακές. Πιστές, εντυπωσιακές, τέλειες. Σα να αναδύθηκαν από το σεντούκι της γιαγιάς! Λες και τις δημιούργησαν οι καλύτεροι ενδυματολόγοι. Ντυμένες μ' αυτές προβάλανε πιασμένες χέρι - χέρι οι κοπέλες τους και λουλούδισε από την ομορφιά τους το μεγάλο αλώνι, μπροστά στο Μοναστήρι. Οταν άνοιξαν αεράτες το χορό, μάγεψαν τις συνεξόριστες με τη χάρη και το ρυθμό τους. Καμιά γυναίκα δεν πίστευε στα μάτια της: Πούθε ξεφύτρωσαν αυτές οι τέλειες χορεύτριες; αναρωτιόνταν μαγεμένες.

Εκείνοι οι γνήσιοι παραδοσιακοί χοροί, φυτρωμένοι μέσ' απ' την καρδιά του δημιουργού λαού ενθουσίασαν και τους λιγοστούς ξένους θεατές - χωριάτες από το πέρα Τρίκκερι, τους χωροφύλακες, τον ίδιο τον Διοικητή Πατριαρχέα και τη δασκάλα σύζυγό του.

Για την ανασυγκρότηση του νοικοκυριού τους εργάστηκαν με όλες τους τις δυνάμεις τα συνεργεία τους, της ανάγκης: Μοδιστράδικο, τσαγκαράδικο, παπλωματάδικο, μαραγκούδικο, φαναριτζίδικο.

Βελόνια, ψαλίδια, σφυριά, τσαγκαροσούβλια, πένσες, ψαλίδες δούλευαν μ' έναν παλμό και στόχο: Να επιβιώσει με αξιοπρέπεια η αποκομμένη από τον άλλο κόσμο κοινότητά τους. Να επουλώσει τις πληγές της και να νικήσει τους διώκτες της, επιβάλλοντας τη δική της ποιότητα. Οπως τη δίδαξε ο οδηγητής τους, το ΚΚΕ, και η μάνα τους η Εθνική Αντίσταση. Και πέτυχαν: Το μοδιστράδικο να ετοιμάσει για όλες τις συνεξόριστές τους ένα ζεστό, καλοπεριποιημένο κι ανθρώπινο ρούχο. Το τσαγκαράδικο να διορθώσει, να σολιάσει τα ξεχαρβαλωμένα παπούτσια τους. Ακόμη, να τους ετοιμάσει και καινούρια πέδιλα... Το παπλωματάδικο με το υπαίθριο συνεργείο του στο αλώνι, μπροστά στο Μοναστήρι ν' ανανεώσει και να φρεσκάρει τα παπλώματα και τα στρώματά τους. Το φαναριτζίδικο να ξεκαινουριώσει τις τρύπιες, χτυπημένες κατσαρόλες και μπρίκια τους. Το μαραγκούδικο να σκαρώσει κρεβατάκια των παιδιών, σκάφες, σκαμνιά κι ό,τι άλλο ήταν χρειαζούμενο.

Οι εξόριστες αντιπαλεύοντας τα δεινά τους με αγωνιστικό φρόνημα λαχταρούσαν τη λευτεριά τους, τη ζωή και την ειρήνη. Διαμαρτύρονταν στις διεθνείς οργανώσεις για την παράνομη κράτησή τους. Με υπομνήματά τους στην Επιτροπή για την Παγκόσμια Ειρήνη και την Παγκόσμια Δημοκρατική Ομοσπονδία Γυναικών δήλωναν: "... κι εμείς οι πολιτικές εξόριστες του Τρίκκερι βάζουμε τις υπογραφές μας κάτω από την έκκληση για τη σύναψη συμφώνου ειρήνης ανάμεσα στους πέντε μεγάλους...".

Παίρνουν μέρος στις γενικότερες διαμαρτυρίες των στρατοπέδων όλης της χώρας με απεργίες πείνας για το θάνατο του Γαβριηλίδη και την εκτέλεση του Μπελογιάννη.

Οι πολιτικές εξόριστες, πιστές στ' αδικαίωτα ιδανικά του ΚΚΕ και της Εθνικής Αντίστασης συνέχιζαν κι από τα ξερονήσια της εξορίας το φλογερό "παρών" τους στο προσκλητήριο της Πατρίδας και του σοσιαλισμού. Μέσ' από το σκοτάδι του φασισμού κτυπούσαν τη γροθιά τους ν' ανοίξουν κάποια χαραμάδα προς το φως.

Αποκομμένες από τον άλλο κόσμο, σακατεμένες, προγραμμένες από τους διώκτες τους, μα πάντα ορθές, λαχταρούσαν τη ζωή και την ειρήνη. Το φωτεινό αύριο του λαού!

Προγραμματίζοντας σωστά τη μάθηση και την ποιοτική ψυχαγωγία τους, μεταβάλανε το ερημόνησο του Τρίκκερι σε ένα απέραντο "κρυφό σχολειό". Σε πηγή πολιτισμού. Αποδείχνοντας πως το βιβλίο και το γέλιο γίνονται όπλα αντίστασης για κάθε εξόριστο και φυλακισμένο αγωνιστή.

Δίδαξαν και διδάχτηκαν την περηφάνια, το σεβασμό και την αγάπη στην πολιτιστική κληρονομιά μας. Κι είναι αξιοπρόσεχτο πως δέθηκαν σφιχτά με τις ρίζες του λαϊκού θησαυρού μας, κάνοντας τα ξερονήσια να λουλουδίσουν!

Από τον Αύγουστο του 1950 ως το Μάρτη 1953, απολύονται οι περισσότερες εξόριστες του Τρίκκερι. Στις 2 Μάρτη 1953 αναχωρεί και η τελευταία αποστολή. Μένουν 19 γυναίκες. Αυτές μαζί με μερικές επανεκτοπισμένες που φτάνουν στο Τρίκκερι, μεταφέρονται στο στρατόπεδο των ανδρών, του Αϊ - Στράτη. Το στρατόπεδο του Αϊ - Στράτη διαλύεται το 1962 με απόφαση του Αρείου Πάγου για την αντισυνταγματικότητα του Νόμου Εκτόπισης, μετά από λαϊκή και παγκόσμια κατακραυγή.

* Τα στοιχεία από το βιβλίο: "Στρατόπεδα Γυναικών".

Επιμέλεια Β. Θεοδώρου.

ΛΕΖΑΝΤΑ

Θεσσαλές με στολή καραγκούνας. Στρατόπεδο Τρίκκερι, 1951



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ