ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 30 Απρίλη 2021 - Κυριακή 2 Μάη 2021
Σελ. /40
ΔΙΕΘΝΗ
ΗΠΑ - «ΠΡΩΤΕΣ 100 ΜΕΡΕΣ» ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΜΠΑΪΝΤΕΝ
Κλιμάκωση της επιθετικότητας και πακέτα τρισ. για τη στήριξη του κεφαλαίου

Copyright 2021 The Associated

Με αφορμή τη συμπλήρωση των 100 πρώτων ημερών της κυβέρνησης Μπάιντεν στις ΗΠΑ, μέρες πριν από τη σχετική ομιλία του Αμερικανού Προέδρου στο Κογκρέσο έδιναν και έπαιρναν οι αναλύσεις και οι απολογισμοί, με τη μεγάλη πλειοψηφία τους και στη χώρα μας να διαφημίζει τη «δυναμική επιστροφή των ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή» και τα μεγάλα κρατικά πακέτα στήριξης της οικονομίας που προωθεί η αμερικανική κυβέρνηση στο εσωτερικό.

Είναι ωστόσο τέτοια η ένταση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, τέτοια η επιτακτική απαίτηση των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων για αποφασιστική στήριξη της κερδοφορίας τους, που κάνει ήδη από τις 100 πρώτες μέρες το αφήγημα της «προοδευτικής αλλαγής πολιτικής» να μπάζει από παντού.

Με κυρίαρχο στοιχείο τη διαπάλη ΗΠΑ - Κίνας για την πρωτοκαθεδρία στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, επιβεβαιώθηκε εξαρχής ότι η... «καινούργια μέρα ελπίδας» ακονίζει μαχαίρια σε όλο τον πλανήτη, η επιθετικότητα των ΗΠΑ εντείνεται σε όλα τα μέτωπα των ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων.

Την ίδια στιγμή, στο εσωτερικό, πίσω από τις υποσχέσεις για ορισμένα μέτρα διαχείρισης της συσσωρευμένης και ακραίας φτώχειας, δεν μπορεί να κρυφτεί το νέο «πάρτι» τρισεκατομμυρίων που στήνεται για τα αμερικανικά μονοπώλια, με γνώμονα και πάλι την ενίσχυσή τους στον ανταγωνισμό απέναντι σε άλλα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Ενταση της επιθετικότητας σε όλα τα ανοιχτά μέτωπα

Πιάνοντας το νήμα από την προηγούμενη κυβέρνηση, η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν προσδιόρισε από την πρώτη στιγμή ότι η Κίνα είναι για τις ΗΠΑ «η μεγαλύτερη γεωπολιτική δοκιμασία του 21ου αιώνα». Σε αυτό το πλαίσιο, σε αυτές τις πρώτες 100 μέρες, δεν υπάρχει ούτε μια κίνηση της Ουάσιγκτον σε όλα τα ανοιχτά μέτωπα, ιδιαίτερα σε Ευρασία, Ινδικό - Ειρηνικό Ωκεανό, Μέση Ανατολή και Λατινική Αμερική, που να μην εντάσσεται στη συγκέντρωση δυνάμεων για την ένταση της ενδοϊμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης. Αυτόν τον στόχο υπηρετεί και η προωθούμενη «αναθέρμανση της ευρωατλαντικής συνεργασίας», χωρίς να λείπουν οι διαμάχες και στο εσωτερικό του μπλοκ, με χαρακτηριστική αποτύπωση σε κομβικά ζητήματα όπως είναι η περίπτωση του ρωσο-γερμανικού αγωγού φυσικού αερίου «Nord Stream 2».

Χαρακτηριστική είναι η στρατηγική σύμπλευση Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων σε αυτήν την κυρίαρχη ενδοϊμπεριαλιστική αντιπαράθεση απέναντι στην Κίνα. Το πρόσφατο νομοσχέδιο περί «Στρατηγικού Ανταγωνισμού 2021», που στηρίχθηκε σχεδόν ομόφωνα και από τις δύο πλευρές, είναι τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, με νέες «χρυσές» επενδύσεις σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς, μεγάλα πακέτα για τη σύσφιξη της συμμαχίας των ΗΠΑ με χώρες του Ινδικού και Ειρηνικού Ωκεανού απέναντι στην Κίνα, εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια για την «Πρωτοβουλία Ναυτιλιακής Ασφάλειας» έως το 2026 και την ενίσχυση της συνεργασίας με την Ταϊβάν...

Την ίδια ώρα αναβαθμίζεται η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ σε Ασία και Ειρηνικό, επισημαίνεται ανοιχτά από τον ίδιο τον Μπάιντεν ότι η σταδιακή απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν υπηρετεί την καλύτερη συγκέντρωση δυνάμεων και πόρων για την κόντρα απέναντι στην Κίνα. Ταυτόχρονα, στις εντεινόμενες επαφές με τις κυβερνήσεις συμμάχων και εταίρων των ΗΠΑ στον Ινδο-Ειρηνικό αποτυπώνεται όλο και πιο καθαρά η προσπάθεια διαμόρφωσης εδάφους για μια νέα «αντικινεζική» συμμαχία.

Σε άμεση διαπλοκή με τα παραπάνω κλιμακώνεται ταυτόχρονα και η ενδοϊμπεριαλιστική αντιπαράθεση των ΗΠΑ με τη Ρωσία, με επικίνδυνη κλιμάκωση της έντασης στην Ανατολική Ουκρανία, την Κριμαία και τη Μαύρη Θάλασσα, με μεγάλη συγκέντρωση ΝΑΤΟικών στρατιωτικών δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή.

Στη Μέση Ανατολή, η επανέναρξη «έμμεσων» συνομιλιών ΗΠΑ - Ιράν για τη συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, οι κινήσεις που γίνονται σε αυτό το φόντο για μείωση της έντασης στις σχέσεις του Ιράν με τη Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες του Κόλπου, ο «διαμεσολαβητικός» ρόλος που επιδιώκουν να αναλάβουν εκ νέου οι ΗΠΑ στο Παλαιστινιακό, εντάσσονται ως κινήσεις σε μια αμερικανική προσπάθεια για «λύση» ορισμένων «εκκρεμοτήτων» στην ευρύτερη περιοχή, για την κατοχύρωση ενισχυμένων θέσεων στον ανταγωνισμό με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, ώστε οι ΗΠΑ να ασχοληθούν πιο απερίσπαστες στην κόντρα με Κίνα και Ρωσία. Παράλληλα, η κυβέρνηση Μπάιντεν, που συντηρεί στρατεύματα και τις βάρβαρες κυρώσεις που ενισχύθηκαν από την κυβέρνηση Τραμπ σε βάρος του λαού της Συρίας, προχώρησε με το «καλημέρα» σε νέους πολύνεκρους βομβαρδισμούς.

Αντίστοιχα, διατηρείται ατόφιος και ο ενισχυμένος αμερικανικός αποκλεισμός ενάντια στην Κούβα, με την κυβέρνηση Μπάιντεν να δηλώνει απροκάλυπτα ότι μια αλλαγή σε αυτά τα βάρβαρα μέτρα «δεν είναι στις προτεραιότητές» της.

Με «πυξίδα» την ενίσχυση της αμερικανικής καπιταλιστικής οικονομίας

Στον ίδιο ακριβώς στόχο, ενίσχυσης της θέσης των ΗΠΑ στον διεθνή ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό και ιδιαίτερα απέναντι στην Κίνα, εντάσσονται και τα νέα μεγάλα πακέτα κρατικής χρηματοδότησης που προωθεί η κυβέρνηση Μπάιντεν εντός των Ηνωμένων Πολιτειών, για την ενίσχυση της αμερικανικής καπιταλιστικής οικονομίας.

Μεταξύ άλλων, ξεχωριστή θέση κατέχει το προωθούμενο γιγαντιαίο πακέτο για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών, με προτεινόμενες δαπάνες 2,3 τρισ. δολάρια σε οκτώ χρόνια, με στόχο, όπως ανέφερε ο Μπάιντεν, «να παραμείνει η Αμερική πρώτη δύναμη στον κόσμο», καθώς «το Πεκίνο δεν περιμένει για να επενδύσει στις ψηφιακές υποδομές, στην έρευνα και ανάπτυξη».

Το προωθούμενο πακέτο αφορά τον εκσυγχρονισμό των υποδομών σε ένα πολύ ευρύ πεδίο (Μεταφορές, Ενέργεια, Υδρευση, Τηλεπικοινωνίες και Νέες Τεχνολογίες, Κατασκευές κ.ά.), σε συνδυασμό με κρατικές επενδύσεις και επιδοτήσεις για τη λεγόμενη «πράσινη ανάπτυξη», για τη διασφάλιση κερδοφόρας διεξόδου για τα συσσωρευμένα κεφάλαια της αστικής τάξης.

Ως «κοινωνικό» σκέλος αυτού του τεράστιου πακέτου, παρουσιάζεται από την κυβέρνηση Μπάιντεν το λεγόμενο «Σχέδιο για τις Αμερικανικές Οικογένειες» («American Families Plan»). Με προϋπολογισμό 1,8 τρισ. σε βάθος 15 χρόνων, το σχέδιο περιλαμβάνει μια σειρά παροχές για τις «ανθρώπινες υποδομές», μεταξύ άλλων με προγράμματα δωρεάν Προσχολικής Αγωγής, κρατική επιδότηση για τη φύλαξη των μικρών παιδιών, για τα κοινοτικά κολέγια και την κατάρτιση ενόψει «ψηφιακής μετάβασης» κ.ά.

Πέρα από το γεγονός ότι αρκετά από αυτά τα προγράμματα θα προσφέρουν «ζεστό» χρήμα σε επιχειρηματικούς ομίλους που δραστηριοποιούνται σε αυτούς τους τομείς, και αυτό το νέο πακέτο έχει πολυεπίπεδες στοχεύσεις: Μεταξύ άλλων, στοχεύει στην αποτελεσματικότερη προσαρμογή της κατάρτισης στις τρέχουσες ανάγκες της αστικής τάξης των ΗΠΑ, στην ενίσχυση του εργατικού δυναμικού από οικογένειες που έχουν μικρά παιδιά (αντίστοιχες ιεραρχήσεις κάνει και η ΕΕ, π.χ. τα vouchers του ΕΣΠΑ για τους παιδικούς σταθμούς), τη διαχείριση της όλο και μεγαλύτερης ακραίας φτώχειας, με την ίδια την κυβέρνηση να ομολογεί ότι εκατομμύρια παιδιά στις ΗΠΑ δεν έχουν διασφαλισμένο ούτε ένα πιάτο φαΐ στο σπίτι τους, κ.ά.

Αντίστοιχη βαρύτητα δίνεται από την κυβέρνηση Μπάιντεν στην «ενθάρρυνση» της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων, μιλώντας βέβαια για τη χειρότερη μορφή του εργοδοτικού και κρατικού συνδικαλισμού, ο αντεργατικός ρόλος του οποίου όλες τις προηγούμενες δεκαετίες τον έχει φέρει σε τέτοια επίπεδα ανυποληψίας, που δυσκολεύεται σήμερα να ανταποκριθεί στο ρόλο της καλύτερης ενσωμάτωσης των εργαζομένων στους στόχους της αστικής τάξης.

Την ίδια ώρα, ακόμα και η προεκλογική υπόσχεση Μπάιντεν για σταδιακή αύξηση του κατώτατου ωρομίσθιου στα 15 δολάρια - που και πάλι δεν φτάνει ούτε για τις πιο στοιχειώδεις ανάγκες - «κάηκε» με το «καλημέρα». Η πρόσφατη ανακοίνωση ότι από το 2022 θα δοθούν 15 δολάρια βασικό ωρομίσθιο στους εργαζόμενους στις ομοσπονδιακές κρατικές εργολαβίες, αποκλείει εκατομμύρια χαμηλόμισθους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα.

Κι ενώ εκατομμύρια εργαζόμενοι παλεύουν να επιβιώσουν με ψίχουλα και υποσχέσεις, ως στοιχείο «φιλολαϊκού» προφίλ της κυβέρνησης Μπάιντεν αναδεικνύονται διάφορα σχέδια «φορολόγησης του πλούτου». Με διάφορες εξαγγελίες σχεδίων για μια ορισμένη αύξηση του εταιρικού φόρου (διατηρώντας και πάλι το μεγαλύτερο μέρος από την τεράστια μείωση των προηγούμενων χρόνων), ή για κάποια αύξηση της φορολογίας σε πάμπλουτες οικογένειες εκατομμυριούχων που... ούτε που θα το καταλάβουν, επιχειρείται να συσκοτιστεί το γεγονός ότι τα αμερικανικά μονοπώλια είναι αυτά που θα ωφεληθούν πολλαπλά από τα τεράστια πακέτα κρατικής χρηματοδότησης στις υποδομές, στην «πράσινη ανάπτυξη» κ.ο.κ., ενώ ο λαός, στον οποίο τάζουν «πολλές και καλοπληρωμένες δουλειές», θα μείνει να περιμένει ορισμένα ψίχουλα από το χορό των τρισ., που θα τα πληρώσει με πολλούς και διάφορους τρόπους, για την αποπληρωμή του αυξημένου κρατικού χρέους, την περικοπή άλλων δαπανών, τις πιο ακριβές «εκσυγχρονισμένες» υπηρεσίες κ.ο.κ.


Δ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ