ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 30 Γενάρη 2005
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΟ ΙΡΑΚ
Κάλπες - παρωδία... δίχως αύριο

Οι κατοχικοί προσεύχονται πριν ορμήξουν στο δολοφονικό τους έργο

Associated Press

Οι κατοχικοί προσεύχονται πριν ορμήξουν στο δολοφονικό τους έργο
Μέσα στο κουρνιαχτό των αλλεπάλληλων αντικατοχικών επιθέσεων και των συνεχόμενων μαχών, ανοίγουν, σήμερα, στο Ιράκ, μετά από δεκαετίες, οι κάλπες για την ανάδειξη Κοινοβουλίου και νέας κυβέρνησης. Οι εκλογές βρίσκουν τη χώρα καθημαγμένη και βυθισμένη στο χάος και στο αίμα. Μπορεί η κατοχική διοίκηση, αρχικώς, να είχε επενδύσει πολλά σε αυτήν την ημέρα, σήμερα όμως εξαντλείται σε μια εναγώνια προσπάθεια να αποδείξει ότι ελέγχει τη χώρα, ενώ δεν μπορεί να αποκρύψει ότι μόλις λίγα 24ωρα πριν την εκλογική διαδικασία καταμέτρησε τους περισσότερους νεκρούς της σε μία μόνο ημέρα από την έναρξη της εισβολής.

Σήμερα, θεωρητικώς, 14 εκατομμύρια Ιρακινοί καλούνται να εκλέξουν νέα κυβέρνηση. Καλούνται να προσέλθουν σε περίπου 5.600 εκλογικά τμήματα, που δεν επρόκειτο να γίνουν γνωστά παρά μόνο σήμερα το πρωί «για λόγους ασφαλείας» και να επιλέξουν μεταξύ 7.000 υποψηφίων, εκ των οποίων οι περισσότεροι παρέμειναν ανώνυμοι, επίσης «για λόγους ασφαλείας». Η «πρόβα δημοκρατίας» που προσπάθησαν να στήσουν οι κατοχικές δυνάμεις στιγματίστηκε από τις εκατόμβες των νεκρών και από την εικόνα των κατοχικών στρατευμάτων να μεταφέρουν πάνοπλα και υπό την κάλυψη τεθωρακισμένων και ελικοπτέρων τις κάλπες σε «μυστικές» τοποθεσίες. Οσο για τα εκλογικά τμήματα γίνονταν αντιληπτά από τους ίδιους τους Ιρακινούς εξαιτίας της οχύρωσής τους, που θύμιζε περισσότερο στρατιωτική βάση.

Οι συμμετέχοντες...

Οι Βρετανοί είχαν και αυτοί το «μερίδιό τους» στα βασανιστήρια

Associated Press

Οι Βρετανοί είχαν και αυτοί το «μερίδιό τους» στα βασανιστήρια
Με βάση τα στοιχεία της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής του Ιράκ, στις εκλογές συμμετέχουν 83 εκλογικές λίστες. Ελλείψει άλλης δυνατότητας, όλη η χώρα θεωρείται μία εκλογική περιφέρεια και έτσι οι βουλευτές θα εκλεγούν με απλή αναλογική με τις ψήφους που θα συγκεντρώσουν σε ολόκληρη την επικράτεια. Παράλληλα, οι Ιρακινοί καλούνται να ψηφίσουν για την ανάδειξη περιφερειακών συμβουλίων, ενώ στις κουρδικές περιοχές θα αναδειχτεί και το τοπικό αυτόνομο Κοινοβούλιο.

Ως ισχυρότεροι διεκδικητές της εξουσίας φέρονται δύο πολιτικοί σχηματισμοί: η Ενωμένη Ιρακινή Συμμαχία και η Ιρακινή Λίστα. Η πρώτη συγκεντρώνει περισσότερες από 20 πολιτικές και θρησκευτικές οργανώσεις, με αρκετά σημαντικές διαφορές μεταξύ τους, όπως είναι παραδείγματος χάριν ο κοσμικός ή όχι χαρακτήρας τους. Εντούτοις, όλοι οι υποψήφιοι είναι σιίτες και όπως έχει τονιστεί το συγκεκριμένο ψηφοδέλτιο έχει εξασφαλίσει την υποστήριξη του θρησκευτικού ηγέτη των σιιτών, του Μεγάλου Αγιατολάχ Αλί αλ Σιστάνι, αν και ο ίδιος δεν έχει προβεί σε καμία σχετική δήλωση. Το βέβαιο είναι ότι στο ψηφοδέλτιο συμμετέχουν οι δύο μεγαλύτερες σιιτικές οργανώσεις: το Ανώτατο Συμβούλιο για την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράκ και το ισλαμικό κόμμα Ντάουα, αλλά και το Ιρακινό Εθνικό Κογκρέσο, το κόμμα του πάλαι ποτέ «αγαπημένου παιδιού» της Ουάσιγκτον, Αχμάντ Τσαλαμπί.

Βομβιστική επίθεση μέσα στην «πράσινη ζώνη»

Associated Press

Βομβιστική επίθεση μέσα στην «πράσινη ζώνη»
Η Ιρακινή Λίστα είναι ο συνασπισμός κομμάτων και οργανώσεων του οποίου επικεφαλής έχει τεθεί ο νυν δοτός πρωθυπουργός Ιγιάντ Αλάουι και το κόμμα του Ιρακινή Εθνική Συμμαχία. Επίσης, στην πλειοψηφία τους οι οργανώσεις που συμμετέχουν σε αυτό το ψηφοδέλτιο απαρτίζονται από εκπροσώπους της σιιτικής κοινότητας, αν και σαφώς πολύ περισσότερο κοσμικούς. Τα δύο μεγάλα κουρδικά κόμματα στο Βόρειο Ιράκ, το Δημοκρατικό Κόμμα και η Πατριωτική Ενωση, ένωσαν τις δυνάμεις τους, μετά από τόσα χρόνια αιματηρής αντιπαράθεσης και κατεβαίνουν στις εκλογές με ένα ψηφοδέλτιο στο οποίο συμμετέχουν και άλλες κουρδικές πολιτικές δυνάμεις, όπως το Κουρδικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, το ΚΚ Κουρδιστάν, η Δημοκρατική Εθνική Ενωση και πολλά άλλα κόμματα που εκπροσωπούν μειονοτικούς πληθυσμούς, όπως είναι οι Ασσύριοι ή οι Χαλδαίοι. Στις τοπικές εκλογές, βέβαια, όλα αυτά τα κόμματα αγωνίζονται το καθένα χωριστά.

Τέλος, ως «σημαντικές» συμμετοχές στην εκλογική διαδικασία καταγράφονται από τα διεθνή πρακτορεία η Λαϊκή Ενωση, το ψηφοδέλτιο που στηρίζει το ΚΚ Ιράκ και στο οποίο συμμετέχουν εκπρόσωποι όλων των εθνοτήτων και δογμάτων, καθώς και το Ιρακινό Συνταγματικό Μοναρχικό Κίνημα.

...οι απόντες...

Την ίδια στιγμή, οι σημαντικότεροι πολιτικοί και θρησκευτικοί εκπρόσωποι της σουνιτικής κοινότητας, που αριθμεί το 20% του συνολικού πληθυσμού, έχουν, ήδη, ανακοινώσει ότι θα μποϊκοτάρουν τις εκλογές, καθώς εκτιμούν ότι υπό συνθήκες τόσο οξυμένης βίας και ανασφάλειας δεν μπορεί να διεξαχθεί εκλογική αναμέτρηση. Η αποχή της Ενωσης Μουσουλμάνων Κληρικών, του Ιρακινού Ισλαμικού Κόμματος, του Εθνικού Μετώπου για την Ενότητα στο Ιράκ, του Ιρακινού Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος και δεκάδων άλλων μικρότερων πολιτικών σχηματισμών υποσκάπτει την αξιοπιστία του αποτελέσματος, πριν καν ανοίξουν οι κάλπες.

Για να «πειστούν» οι ψηφοφόροι

Associated Press

Για να «πειστούν» οι ψηφοφόροι
Δεν είναι, όμως, μόνο οι σουνίτες ή μόνο εκείνοι που θα φοβηθούν τις αντάρτικες επιθέσεις αυτοί που δε θα προσέλθουν στις κάλπες. Οπως μεταδίδουν ορισμένοι ανταποκριτές, μεγάλη μερίδα των Ιρακινών δε δείχνει ενθουσιασμένη από τις εκλογές, δεδομένης της τραγικής καθημερινότητάς της. Προφανώς, δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός ότι τα συνθήματα που κυριαρχούν στους τοίχους, που έχουν μείνει όρθιοι, μοιάζουν περισσότεροι με το «Δε θέλουμε εκλογές, θέλουμε ηλεκτρικό», που μετέδωσε ο Αντονι Σαντίντ για την «Washington Post», παρά με οτιδήποτε άλλο. Επιπλέον, μια μερίδα της σιιτικής κοινότητας, που εκπροσωπείται από τον ακραίο νεαρό θρησκευτικό ηγέτη Μουκτάντα Σαντρ, αν και δεν ανακοίνωσε επισήμως μποϊκοτάζ των εκλογών, φρόντισε να καταστήσει σαφές ότι «εκλογές χωρίς τη συμμετοχή των σουνιτών και υπό κατοχή δεν είναι δίκαιες εκλογές».

Και μόνο το ότι οι εκλογικοί κατάλογοι συμπληρώθηκαν μέσα στα μαγαζιά διανομής δελτίων τροφίμων, «για λόγους ασφαλείας», ενώ αντίθετα στο εξωτερικό όπου ζει περισσότερο από 1 εκατομμύριο Ιρακινοί, μόλις 280.000 έσπευσαν να καταγραφούν, αν και δεν αντιμετώπιζαν κίνδυνο για τη ζωή τους, όπως οι συμπατριώτες τους εντός Ιράκ, είναι ίσως ένας ασφαλής δείκτης για να προβλέψει κανείς ότι η αποχή θα είναι πολύ μεγαλύτερη από το ποσοστό των σουνιτών. Η πρόβλεψη αυτή τείνει να γίνει βεβαιότητα τόσο για τις κατοχικές δυνάμεις, όσο και για τη δοτή κυβέρνηση, εξ ου και οι αλλεπάλληλες εκκλήσεις της τελευταίας στιγμής.

...και η αδιέξοδη επόμενη ημέρα

Το ενδεχόμενο η συμμετοχή στις εκλογές να είναι χαμηλή δεν είναι ο μοναδικός λόγος ανησυχίας για τους κατακτητές και τους συνεργάτες τους. Είναι ξεκάθαρο ότι χωρίς τη συμμετοχή των σουνιτών στη νέα 275μελή Βουλή, είναι πρακτικώς αδύνατο να προχωρήσει η πολιτική διαδικασία που έχει δρομολογηθεί με τη σύνταξη Συντάγματος. Γι' αυτό, άλλωστε, καταρτίζονται, ήδη, σχέδια επί χάρτου που θα εξασφαλίζουν τη συμμετοχή, έστω και μη εκλεγμένων, σουνιτών στα κυβερνητικά όργανα.

Αυτή η προοπτική, όμως, δε μοιάζει τόσο εύκολα εφαρμόσιμη, καθώς η ηγεσία της σιιτικής κοινότητας προσβλέπει, ακριβώς, σε αυτές τις εκλογές για να εδραιώσει τη θέση της στην εξουσία της χώρας, όπου κατέχει και την πληθυσμιακή πλειοψηφία. Κατά πάσα πιθανότητα, μια εκλεγμένη ισχυρή σιιτική πλειοψηφία δε θα αποδεχτεί εύκολα τη συμμετοχή μη εκλεγμένων σουνιτών σε κυβερνητικές θέσεις. Αν αυτή η κατάσταση μοιάζει δύσκολη, τα πράγματα μετατρέπονται σε γόρδιο δεσμό αν αναλογιστεί κανείς ότι τόσο οι σουνίτες με την αποχή τους όσο και οι σιίτες με τη συμμετοχή τους επιδιώκουν άμεση αποχώρηση των κατοχικών δυνάμεων. Οπως δήλωνε ο ηγέτης του Ανώτατου Συμβουλίου για την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράκ, Αγιατολάχ Αμπντούλ Αζίζ αλ Χακίμ, «δεν αποδεχόμαστε τη συνέχεια της παραμονής των αμερικανικών στρατευμάτων». Με βάση δημοσκοπήσεις, τα 2/3 των Ιρακινών επιθυμούν την άμεση αποχώρηση των κατακτητών.

Το προδιαγραφόμενο αδιέξοδο είναι πλέον τόσο ορατό, που δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι οι εκλογές που με τόση επιμονή προώθησαν οι κατοχικές δυνάμεις, δεν αποκλείεται να λειτουργήσουν ως μπούμερανγκ ή στην καλύτερη περίπτωση να μην επιφέρουν καμία απολύτως αλλαγή. Δύο χρόνια μετά την εισβολή, στο Ιράκ παραμένουν περισσότερα από 150.000 κατοχικά στρατεύματα και όπως αναγνώριζαν Αμερικανοί στρατιωτικοί ο αριθμός, λόγω της κατάστασης, θα παραμείνει ο ίδιος τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2006. Αυτό, βέβαια, σημαίνει αύξηση του αριθμού των Αμερικανών στρατιωτών, καθώς από τις χώρες που μέχρι πρότινος συμμετείχαν στη «συμμαχία των προθύμων», σήμερα πολλές έχουν αποχωρήσει ή ετοιμάζονται να το πράξουν.

«Πύρρειος» ...κατοχή

Μέσα σε αυτά τα δύο χρόνια, η κατάσταση για τις κατοχικές δυνάμεις έχει γίνει χειρότερη από ό,τι ήταν μετά την εισβολή. Οι καθημερινές επιθέσεις, οι μάχες, οι εκατόμβες των νεκρών, το χάος, η ισοπέδωση ολόκληρων πόλεων, οι αυξανόμενες καταγγελίες για βασανιστήρια, η αδυναμία αποκατάστασης των στοιχειωδών υποδομών (καθημερινές είναι οι διακοπές ρεύματος ακόμη και σήμερα μέσα στη Βαγδάτη), η εμφανής ανικανότητα των κατοχικών στρατευμάτων ακόμη και να προστατευτούν, οι αλλεπάλληλες δολιοφθορές στους πετρελαϊκούς αγωγούς που έχουν αναγκάσει τους Ιρακινούς να περιμένουν ακόμη και 2 ημέρες στα πρατήρια καυσίμων για πετρέλαιο που το πληρώνουν στην ίδια τιμή με έναν Ευρωπαίο, έχουν καταστήσει τις αμερικανικές δυνάμεις και τους συμμάχους τους την πλέον «απομονωμένη, μέσα στην υπό κατοχή χώρα, κατοχική δύναμη στην ιστορία», όπως έγραφε προσφάτως το περιοδικό «New Yorker».

Και είναι ξεκάθαρο ότι αυτός ήταν ο στόχος των οργανώσεων της ιρακινής αντίστασης, όποιες και αν είναι οι ιδεολογικές και πολιτικές τους διαφορές. Οι κατοχικοί στρατιώτες δεν μπορούν ούτε να εξέλθουν από τα στρατόπεδά τους. Και σταδιακά, το ίδιο συμβαίνει και με όσους συνεργάζονται, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, μαζί τους. Προφανώς, δεν είναι τυχαίο ότι παρά τις επίπονες προσπάθειες, μέχρι σήμερα δεν έχουν εκπαιδευτεί παρά μόνο 5.000 Ιρακινοί στρατιώτες σε σύγκριση με το στόχο των 120.000. Ενώ από τους 135.000 αστυνομικούς, είναι κοινό μυστικό ότι το 1/3 δεν παρουσιάστηκε ποτέ και οι υπόλοιποι είναι παντελώς ανεκπαίδευτοι. Κοινή παραδοχή, επίσης, είναι ότι οι αντιστασιακές οργανώσεις έχουν ανθρώπους τους ακόμη και μέσα στη δοτή κυβέρνηση ή την Κεντρική Εκλογική Επιτροπή. Ετσι, η αντίσταση έμαθε πριν από τους ίδιους τους Ιρακινούς πού θα λειτουργήσουν εκλογικά τμήματα, πολλά από τα οποία έπληξε.

Κατά πολλούς, δείγμα απόγνωσης των κατοχικών δυνάμεων είναι τα σχέδια που τελευταίως κυκλοφορούν στους διαδρόμους του Πενταγώνου και διέρρευσαν, περί σύστασης ειδικών ταγμάτων θανάτου, κατά τα πρότυπα της πολιτικής που ακολουθήθηκε στη Λατινική Αμερική, εξ ου και η κωδική ονομασία «Σαλβαδόρ». Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, τα τάγματα αυτά θα αποτελούνται από Ιρακινούς, κυρίως σιίτες, με στόχο να προχωρήσουν σε σειρά πολιτικών δολοφονιών. Οπως επισημαίνει ο πρώην επιθεωρητής Σκοτ Ρίτερ, πρόκειται για μια μέθοδο που ακολουθήθηκε, ήδη, στο Ιράκ, επί Πολ Μπρέμερ, όταν οι κατοχικές δυνάμεις άφησαν ελεύθερη τη δραστηριότητα των Ταξιαρχιών Μπαντρ (του ενόπλου τμήματος του Ανώτατου Συμβουλίου για την Ισλαμική Επανάσταση), που επιδόθηκαν σε σειρά δολοφονιών στελεχών ή θεωρούμενων ως συμπαθούντων στο προηγούμενο καθεστώς. Το μοναδικό αποτέλεσμα ήταν η ενίσχυση της σουνιτικής αντίστασης, αλλά και η αντίδραση μέρους και της σιιτικής κοινότητας. Αν το σχέδιο αυτό εφαρμοστεί, πολλοί εκτιμούν ότι θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε εμφύλια σύρραξη, με τις κατοχικές δυνάμεις να είναι ο μοναδικός κοινός στόχος των αντιμαχόμενων πλευρών.

Το ενδεχόμενο ενός εμφυλίου ανησυχεί και τις γείτονες χώρες. Οπως έγραφε τις τελευταίες ημέρες ο αμερικανικός Τύπος, η τουρκική ηγεσία έχει, επισήμως, εκφράσει τις ανησυχίες της στην Ουάσιγκτον και έχει προειδοποιήσει ότι θα επέμβει στο Ιράκ σε περίπτωση «δυσάρεστων εξελίξεων για την Αγκυρα» στις κουρδικές περιοχές. Είναι ξεκάθαρο ότι αυτό θα παρέσυρε σε ανάλογες αντιδράσεις όλες τις γείτονες χώρες, με απρόβλεπτες συνέπειες για όλη την περιοχή. Οι ηγεσίες, πάντως, των ιρακινών εθνοτικών και θρησκευτικών κοινοτήτων αποκλείουν, μέχρι στιγμής, κατηγορηματικά μια τέτοια εξέλιξη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ελέγχουν απόλυτα όλες τις παραμέτρους που θα μπορούσαν να την προκαλέσουν. Από την πλευρά τους, αξιωματούχοι του ΟΗΕ δεν το απέκλειαν.

Οσο για την ηγεσία των κατοχικών δυνάμεων, προς το παρόν, μοιάζει να αρκείται στο να μεταθέτει διαρκώς «την επιτυχία» στο μέλλον και να «ανακαλύπτει ιστορικές στιγμές» για την πορεία του Ιράκ. Αρχικώς ήταν η σύλληψη του Σαντάμ, μετά η καταστολή της εξέγερσης του Σαντρ την άνοιξη του 2004, έπειτα η «μεταβίβαση» της εξουσίας τον Ιούνιο του 2004, τέλος η ισοπέδωση της Φαλούτζα το Νοέμβρη. Μέχρι πρότινος το σημείο «μηδέν» ήταν οι εκλογές. Με τον τελευταίο αυτό «μύθο» να έχει καταρριφθεί, η Ουάσιγκτον αναζητεί την επόμενη «έξοδο κινδύνου», η οποία όμως δε φαίνεται να υπάρχει στον ορίζοντα.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ