Ο πρόεδρος της Εθνικής Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Βουλγαρίας, μίλησε στο «Ρ» για τα όσα έγιναν και γίνονται στον αγροτοκτηνοτροφικό τομέα της χώρας του
Associated Press |
«Πριν το 1989 - '90 οι αγρότες στη Βουλγαρία δεν ήταν ιδιαίτερα πλούσιοι. Ομως δεν υπήρχαν καθόλου φτωχοί», λέει ο Ατ. Γκάνεφ και συνέχισε, αναφερόμενος στα 13 χρόνια που ακολούθησαν από την ανατροπή του σοσιαλισμού. «Ξεπήδησε στη Βουλγαρία μια μεγαλοαστική τάξη, που δεν ξεπερνά το 5% του συνολικού πληθυσμού, η οποία καταλήστεψε μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα ό,τι είχαμε φτιάξει με πολύ κόπο σε μια περίοδο 40 χρόνων. Οι περιβόητες "ιδιωτικοποιήσεις", στη χώρα μας έγιναν με τον πιο χοντροκομμένο τρόπο». Τις πιο βαριές συνέπειες, είπε ο Ατ. Γκάνεφ, δέχτηκε ο αγροτικός κόσμος της Βουλγαρίας, που το μεγαλύτερο μέρος του, οδηγήθηκε στην οικονομική εξαθλίωση.
Πριν το 1990, λειτουργούσαν στη Βουλγαρία οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί που είχαν πολύ θετικά αποτελέσματα στην αγροτική οικονομία της χώρας. Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί μπήκαν αμέσως στο στόχαστρο της καπιταλιστικής άρχουσας τάξης, αφού ένα από τα πρώτα μέτρα που εφάρμοσαν ήταν η κατάργησή τους. Ο Ατ. Γκάνεφ, περιγράφει πώς έγινε αυτό: «Αμέσως, στάλθηκαν στη Βουλγάρικη ύπαιθρο τα περιβόητα "συμβούλια εξάλειψης", με αποστολή να κάνουν αυτό ακριβώς που έλεγε το όνομά τους. Εμπαιναν στα χωριά, με τη συνοδεία αστυνομικών δυνάμεων, και προχωρούσαν στην εξάλειψη των συνεταιρισμών». Και στη συνέχεια εξηγεί και το γιατί: «Ο κύριος λόγος που προχώρησαν σε αυτό το μέτρο ήταν ότι οι συνεταιρισμοί αποτελούσαν τον βασικό πυλώνα στήριξης και ανάπτυξης του σοσιαλισμού στα χωριά. Το γνώριζαν πολύ καλά αυτό και ήθελαν να ξεμπερδεύουν. Δυστυχώς τότε, ο λαός μας δεν αντιστάθηκε σε αυτήν την αρνητική εξέλιξη, τις συνέπειες της οποίας βιώνουμε όλοι σήμερα με τον πιο τραγικό τρόπο».
«Πάνω από το 60% των φρουτο-καλλιεργειών και των αμπελώνων εγκαταλείφθηκε, όπως επίσης και πάνω από το 60% της κτηνοτροφίας. Σχεδόν εξ ολοκλήρου καταστράφηκαν οι αρδευτικές σωληνώσεις, το σύστημα των καναλιών νερού, των αρδευτικών σταθμών, του εξοπλισμού τους. Ηδη δεν καλλιεργείται το 30-35% της γης, που καλλιεργούνταν στο παρελθόν. Η συνολική αγροτική παραγωγή μειώθηκε περισσότερο από 50%. Η παραγωγική δομή των συνεταιρισμών περιορίστηκε σε ορισμένες μόνο καλλιέργειες. Το ΑΕΠ του κλάδου μειώθηκε περισσότερο από 50%. Με την αποκατάσταση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας στη γη το μέσο μέγεθος της καλλιεργούμενης γης ενός νοικοκυριού έφτασε το 1,5 εκτάριο (15 στρέμματα), πολύ μικρός αγροτικός κλήρος, με μηδαμινά περιθώρια αποδοτικής καλλιέργειας».
Οπως ανέφερε στη συνέχεια, ο Ατ. Γκάνεφ, ένας ακόμη μοχλός διάλυσης της αγροτοκτηνοτροφικής οικονομίας της Βουλγαρίας, ήταν τα μέτρα που θεσπίστηκαν στη χώρα μας για την καλλιέργεια των λεγόμενων οικολογικών προϊόντων. «Αυτό ακριβώς χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα, για να κλείσουν το τελευταίο διάστημα, σχεδόν 200 γαλακτοπαραγωγικές μονάδες οι οποίες δεν ακολουθούσαν τα πρότυπα υγιεινής που θέτει η Ενωση. Κάτι ανάλογο έγινε και με τις πτηνοτροφικές μονάδες». Να σημειώσουμε, ότι την ίδια στιγμή που συμβαίνουν αυτά, η Βουλγαρία, εισάγει χιλιάδες τόνους γάλα σε σκόνη, καθώς και τεράστιες ποσότητες κατεψυγμένων πουλερικών τα οποία «ένας θεός ξέρει από πού μας τα 'φεραν».
Συνέπεια όλων των παραπάνω ήταν, να φτάσει το ακαλλιέργητο τμήμα γης στο 30-35% και συνεχώς αυτό το ποσοστό να αυξάνεται. Η εξάρτηση της Βουλγαρίας σε γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα διαρκώς μεγαλώνει, αφού για παράδειγμα η παραγωγή σιτηρών έπεσε κατά 40%, περίπου στο μισό σε σχέση με πριν το 1990 παραγωγή, ενώ σχεδόν 60% έφτασε η μείωση στην παραγωγή καπνού. Οσο για τα γεωργικά μηχανήματα, αυτά πέρασαν στην κυριότητα των επιτήδειων με αποτέλεσμα «το μεγαλύτερο μέρος των αγροτών να καλλιεργούν τη γη τους με πρωτόγονα μέσα και το μόνο που καταφέρνουν είναι να παράγουν λίγα προϊόντα τα οποία φτάνουν για να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες. Οι αγρότες της Βουλγαρίας ξαναγύρισαν στο άλογο, στο μουλάρι και το γαϊδούρι και όλη εκείνη η σύγχρονη υλικοτεχνική υποδομή που διέθεταν οι συνεταιρισμοί καταληστεύτηκε».
Ο Ατ. Γκάνεφ μίλησε και για την ενδεχόμενη ένταξη της Βουλγαρίας στην ΕΕ, η οποία παρουσιάζεται από τη βουλγάρικη άρχουσα τάξη ως η λύση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που η ίδια δημιούργησε. Οπως μας είπε, δε χωράει αμφιβολία ότι η επικείμενη ένταξη της Βουλγαρίας στην ΕΕ θα επιδεινώσει ακόμα περισσότερο την κατάσταση για το μεγαλύτερο τμήμα του αγροτικού κόσμου, όπως και των υπόλοιπων λαϊκών στρωμάτων. Σημαντικό είναι και το στοιχείο, ότι ελάχιστες πληροφορίες δίνονται στην κοινή γνώμη γύρω από τις διαπραγματεύσεις της βουλγάρικης κυβέρνησης με την ΕΕ. «Αυτό που ξέρουμε σίγουρα, λέει, από την εμπειρία των άλλων χωρών που θα ενταχθούν το αμέσως επόμενο διάστημα, είναι ότι η χώρα μας θα καταθέσει την εισφορά της στο ευρωπαϊκό ταμείο στο 100% αμέσως, αφού ενταχθεί σε αυτήν. Αντίθετα όμως, η κοινοτική επιδότηση για τις χώρες που εντάχθηκαν είναι τον πρώτο χρόνο 25%, τον δεύτερο 30% και μέχρι το 2012 θα δοθεί το 90% του ποσού που αντιστοιχεί. Μέχρι τότε όμως, δε θα έχει μείνει τίποτα στη Βουλγαρία». Η φιλοευρωπαϊκή προπαγάνδα στη Βουλγαρία είναι λίγο - πολύ αναμενόμενη: «Μας λένε ότι οι χώρες της ΕΕ, είναι πολύ πλούσιες και έχουν ένα σύστημα το οποίο είναι χρόνια δοκιμασμένο. Αν λοιπόν ακολουθήσουμε και εμείς το σύστημά τους θα τρώμε με χρυσά κουτάλια».
Με βάση τις παραπάνω αρνητικές συνθήκες οι Βούλγαροι αγρότες αναγκάστηκαν εκ των πραγμάτων να δημιουργήσουν εκ νέου τους αγροτικούς παραγωγικούς συνεταιρισμούς τους. Σήμερα στη χώρα υπάρχουν 3.000 συνεταιρισμοί στους οποίους ενώνονται 1,5 εκατομμύριο ιδιοκτήτες γης, οι οποίοι καλλιεργούν το 50% της γης και παράγουν το 70-80% των βασικών αγροτικών προϊόντων. Οι συνεταιριστές, εισπράττουν χρηματικό αντίτιμο για την παραχώρηση της γης τους, ενώ για το κεφάλαιο που διαθέτουν παίρνουν ποσοστά. Η καλλιέργεια της γης γίνεται από κοινού. «Δυστυχώς το κράτος όχι μόνο δε βοηθάει τους συνεταιριστές, υπογραμμίζει ο Ατ. Γκάνεφ, αλλά και ακολουθεί μια συγκεκριμένη πολιτική διακρίσεων σε βάρος μας».
Λίγο πριν το τέλος της κουβέντας μας ο Ατ. Γκάνεφ αναφέρθηκε στην οργάνωση που εκπροσωπεί, λέγοντας πως η Εθνική Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Βουλγαρίας ιδρύθηκε το 1990 για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των συνεταιρισμών και να βοηθήσει στην ανάπτυξή τους και λειτουργεί σε εθελοντική βάση, καταφέροντας να ενώσει το 50% των αγροτικών συνεταιρισμών. Βασικός της στόχος είναι η επιβίωση των μικρών αγροτών και η ενημέρωσή τους για τις αρνητικές εξελίξεις, που ολοένα και θα πολλαπλασιάζονται. Για να επιτευχθεί αυτό, είπε καταλήγοντας, οι Βούλγαροι συνεταιριστές γνωρίζουν ότι πρέπει να συνενώσουν ακόμη περισσότερους αγρότες στις γραμμές τους, αλλά και να αντιστέκονται δυναμικά με πολύμορφες κινητοποιήσεις στην πολιτική της βουλγάρικης κυβέρνησης και των έξωθεν συμμάχων της.