ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 3 Ιούλη 2016
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΒΡΕΤΑΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΕ
Λαϊκή δυσαρέσκεια εγκλωβισμένη στην ενδοαστική διαπάλη

Ζητούμενο και για το βρετανικό λαό, η δίκαιη καταδίκη της ΕΕ να συνδυαστεί με την πάλη ενάντια στην εξουσία του κεφαλαίου

Τα περί «μέρας ανεξαρτησίας» που σήκωσε η φυλλάδα «Sun», σε ό,τι αφορά το λαό μονό ανεξαρτησία από την αντεργατική πολιτική δεν σημαίνουν

Copyright 2016 The Associated

Τα περί «μέρας ανεξαρτησίας» που σήκωσε η φυλλάδα «Sun», σε ό,τι αφορά το λαό μονό ανεξαρτησία από την αντεργατική πολιτική δεν σημαίνουν
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Βρετανία στις 23 Ιούνη για την αποχώρησή της από την ΕΕ (με 51,9%) δημιουργεί νέα δεδομένα στην προοπτική της ΕΕ, επιδρά σε παγκόσμιες ανακατατάξεις, καθώς επηρεάζει την παγκόσμια καπιταλιστική αγορά. Η Βρετανία είναι μια ισχυρή καπιταλιστική χώρα, με το μεγαλύτερο στρατό στην ΕΕ, πυρηνική δύναμη, που πάντοτε διατηρούσε ειδική σχέση με την ένωση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, την ΕΟΚ αρχικά και μετέπειτα την ΕΕ και στενή συμμαχία με τις ΗΠΑ.

Το ιστορικό της στάσης της Βρετανίας απέναντι στην «ευρωπαϊκή ενοποίηση»

Οι δυσκολίες και οι αντιθέσεις σχετικά με την ενσωμάτωση της Βρετανίας στην ΕΟΚ ξεκινούν από την ίδρυσή της το 1957. Τότε η ίδια η Βρετανία απέρριψε την πρόσκληση να προστεθεί στα 6 ιδρυτικά μέλη (Συνθήκη της Ρώμης). Το 1963 και το 1967, ο Γάλλος Πρόεδρος στρατηγός Ντε Γκολ μπλοκάρει με βέτο την αίτηση εισόδου της Βρετανίας, που την αποκαλούσε «Δούρειο Ιππο των ΗΠΑ εντός της Ευρώπης». Η αίτησή της τελικά εγκρίθηκε το 1971 και το Γενάρη του 1973 γίνεται το 7ο μέλος. Με την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ το 1992, ο τότε συντηρητικός πρωθυπουργός Τζον Μέιτζορ εξασφαλίζει ορισμένες εξαιρέσεις των υποχρεώσεων της Βρετανίας από τα κεφάλαια που αφορούν το κοινό νόμισμα και τις υποχρεώσεις για το λεγόμενο «κοινωνικό κράτος». Στη συνέχεια και για πολλά χρόνια, η Βρετανία αποτελεί σταθερό αντίπαλο των σχεδίων του Ζακ Ντελόρ για τη διεύρυνση και εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Βεβαίως, σε αυτά τα σχέδια εκφράζονται αντιρρήσεις και από μέρους τμήματος της αστικής τάξης της Γερμανίας. Το 1994 δημοσιεύεται το γερμανικό σχέδιο Σόιμπλε - Λαμέρς, που πρότεινε ευρωπαϊκή ομοσπονδία του σκληρού πυρήνα της ΕΕ και ένωση πολλών ομόκεντρων κύκλων και ταχυτήτων που είναι πιθανό να επιδιωχθούν μετά το Brexit.

Πάντως, το σίγουρο είναι ότι διαχρονικά ισχυρά τμήματα της αστικής τάξης της Βρετανίας εκφράζουν την αντίθεσή τους σε βασικούς άξονες της λεγόμενης «ευρωπαϊκής ενοποίησης». Ενώ η Βρετανία έχει επικυρώσει τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και τις άλλες Συνθήκες, δεν συμμετέχει στην Ευρωζώνη, δεν έχει υπογράψει τη συμφωνία Σένγκεν και κινείται στο πλαίσιο ενός ειδικού καθεστώτος, με εξαιρέσεις (opt outs), όπως η μη συμμετοχή στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Εποπτείας και Εξυγίανσης των Τραπεζών, απορρίπτοντας έτσι τον έλεγχο του τραπεζικού της συστήματος και γενικότερα του χρηματοοικονομικού κέντρου, του γνωστού ως Σίτι του Λονδίνου.

Τo 2013, ο σημερινός και υπό παραίτηση πρωθυπουργός, Ντέιβιντ Κάμερον, ανακοινώνει ένα σχέδιο επαναδιαπραγμάτευσης της σχέσης της Βρετανίας με την ΕΕ και πιθανό ένα δημοψήφισμα για την παραμονή της ή όχι έως το 2017. Το 2015 και επίσημα, η Βρετανία ζητάει μια νέα διευθέτηση με την ΕΕ. Η ειδική συμφωνία ΕΕ - Βρετανίας, που υπογράφτηκε το Φλεβάρη του 2016 και ο Κάμερον πούλησε ως «ατού» για την παραμονή στην ΕΕ, προβλέπει για τη Βρετανία:

-- να μην υιοθετήσει το ευρώ και να διατηρήσει τη στερλίνα ως εθνικό νόμισμα, για ένα χρονικό διάστημα που θα αποτελούσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης,

-- να μη συμμετάσχει στο κεκτημένο της συνθήκης Σένγκεν, που προβλέπει την ελεύθερη κίνηση ανθρώπων,

-- να εξακολουθεί να διενεργεί συνοριακούς ελέγχους.

Στην ίδια συμφωνία τονίζεται ότι τα κράτη - μέλη που δεν συμμετέχουν στην περαιτέρω εμβάθυνση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, δεν θα δημιουργήσουν εμπόδια στην εμβάθυνση και θα απέχουν από τη λήψη μέτρων που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την πραγματοποίηση των στόχων της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Αναγνωρίζεται, επίσης, ότι για τα κράτη - μέλη που μένουν εκτός ευρώ, η εφαρμογή μέτρων εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων τους εναπόκειται στις δικές τους αρχές.

Οι γνωστές προτάσεις για ολοκλήρωση - εμβάθυνση της Οικονομικής Νομισματικής Ενωσης, της Εκθεσης των 5 προέδρων Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Γιούρογκρουπ, Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και Ευρωκοινοβουλίου (Γιούνκερ, Τουσκ, Ντάισελμπλουμ, Ντράγκι, Σουλτς) συναντούν γενικά την επιφυλακτική έως αρνητική στάση της βρετανικής αστικής τάξης (ιδιαίτερα οι θέσεις για τη Χρηματοοικονομική Ενωση, τη Δημοσιονομική Ενωση, την Πολιτική Ενωση). Βεβαίως, ισχυρές επιφυλάξεις και αντιρρήσεις διατηρεί και τμήμα του γερμανικού κεφαλαίου, που θεωρεί επικίνδυνο να αναλάβει η Γερμανία εγγυητής των υπερχρεωμένων κρατών και των προβληματικών τραπεζών της Ευρωζώνης. Τμήματα αστικών τάξεων άλλων χωρών επίσης έχουν τις επιφυλάξεις τους, καθώς υπερασπίζονται τα συμφέροντα των δικών τους κεφαλαιοκρατών.

Από την άλλη, οι ΗΠΑ ασκούν πίεση στη Γερμανία με την πρόταση Διατλαντικής Συμφωνίας Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP), επιδιώκοντας να κυριαρχήσουν αυτές στην Ευρώπη. Αντίστοιχα, σε επίπεδο ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ προωθούν με τη στήριξη της Βρετανίας, της Πολωνίας, της Σουηδίας, των Βαλτικών Χωρών αύξηση της οικονομικής και στρατιωτικής πίεσης στη Ρωσία, πίεση που όμως πλήττει τα συμφέροντα της Γερμανίας, Ιταλίας και Γαλλίας. Ολα αυτά τα στοιχεία φωτίζουν καλύτερα και το γιατί της στάσης της βρετανικής αστικής τάξης στο δημοψήφισμα.

Εντονη ενδοαστική διαπάλη

Είναι γεγονός ότι το μεγαλύτερο τμήμα του μεγάλου κεφαλαίου στη Βρετανία τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της παραμονής της χώρας στην ΕΕ. Απο τους 100 μεγαλύτερους ομίλους του Λονδίνου, 51 υπέγραψαν την ανοιχτή επιστολή που καλούσαν σε ψήφο υπέρ της παραμονής, ενώ μεγάλες επιχειρήσεις που στήριξαν το «Οχι» μετρώνται σε μονοψήφιο αριθμό. Παρ' όλα αυτά, φαίνεται ότι η στάση που κράταγε συνολικά η βρετανική αστική τάξη απέναντι στην ΕΕ και την προοπτική εμβάθυνσής της, επέδρασε σημαντικά στο τελικό αποτέλεσμα.

Σε διεθνές επίπεδο, επίσης, υπήρξαν ενδιαφέρουσες παρεμβάσεις. Ο Αμερικανός Πρόεδρος, Μπαράκ Ομπάμα, πριν το δημοψήφισμα είχε ταχθεί υπέρ της παραμονής και μετά το δημοψήφισμα θέλησε να καθησυχάσει, γιατί υπάρχει το ΝΑΤΟ και η Διατλαντική Συμμαχία δεν έχει διαλυθεί. Ταυτόχρονα, άσκησε κριτική στη διαδικασία της λεγόμενης πολιτικής και οικονομικής εμβάθυνσης της ΕΕ. Είπε χαρακτηριστικά: «Πατήθηκε το κουμπί της παύσης, όσον αφορά το σχέδιο της πλήρους ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» και επίσης ότι «ο τρόπος με τον οποίον ψήφισαν οι Βρετανοί, εξηγείται από το γεγονός ότι πιθανότατα η ΕΕ προχωρούσε πιο γρήγορα από ό,τι έπρεπε». Δηλαδή, εξέφρασε με σαφήνεια τη διαφωνία των αμερικανικών μονοπωλίων σχετικά με τον τρόπο που προωθείται από την πλευρά της Γερμανίας η περίφημη εμβάθυνση της ΕΕ. Διαφωνίες που, βεβαίως, συναντιούνται με αντίστοιχες που εκφράζονται και στο εσωτερικό της ΕΕ για λογαριασμό των αστικών τάξεων της Γαλλίας, της Ιταλίας.

Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Β. Σόιμπλε, επίσης με αφορμή το Brexit, ζήτησε αυστηρότητα και πειθαρχία για να αποφευχθεί φαινόμενο «ντόμινο» σε άλλες χώρες και ταυτόχρονα φαίνεται να προχωράει ανάλογα και με τις εξελίξεις τα σχέδια για πιο σκληρό πυρήνα χωρών της ΕΕ, που θα προχωρήσουν στην εμβάθυνση.

Ενδιαφέρον έχουν και οι παρεμβάσεις άλλων εκπροσώπων του κεφαλαίου όπως η Χ. Κλίντον, που επισήμανε ότι «πρώτο καθήκον είναι να μην επιτρέψουμε στην αβεβαιότητα που δημιουργείται να βλάψει τους εργαζόμενους στις ΗΠΑ». Επίσης, έσπευσε να σημειώσει ότι «πρέπει να επιβεβαιωθεί η δέσμευση των ΗΠΑ για την ειδική σχέση με τη Βρετανία και τη Διατλαντική Συμμαχία με την ΕΕ». Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για το αποτέλεσμα, ενώ ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων για την προεδρία των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αφού χαιρέτισε το αποτέλεσμα, διατύπωσε τη δέσμευσή του «να ενισχύσει τους δεσμούς με μια ελεύθερη και ανεξάρτητη Βρετανία».

Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, φάνηκε να δείχνει «κατανόηση στην επιλογή του βρετανικού λαού, γιατί κανείς δεν θέλει να υποστηρίζει φτωχά κράτη και γιατί η κατάσταση στη σφαίρα της ασφάλειας έχει επιδεινωθεί λόγω των μεταναστών».

Η κινεζική κυβέρνηση, μέσω του Προέδρου της χώρας, Σι Τζινπίνγκ, στην επίσκεψή του στη Βρετανία το περασμένο φθινόπωρο, είχε τοποθετηθεί σαφέστατα υπέρ της παραμονής. Στην αγγλική έκδοση της «Λαϊκής Ημερησίας», στο κύριο άρθρο αμέσως μετά το δημοψήφισμα σημειωνόταν πως η Κίνα αν είχε ψήφο θα ψήφιζε υπέρ της παραμονής. Φαίνεται, όμως, ότι ορισμένοι κινεζικοί όμιλοι εξετάζουν τυχόν οφέλη τους από την εξέλιξη.

Παράγοντες που οδήγησαν στο συγκεκριμένο αποτέλεσμα

Γίνεται αντιληπτό ότι η εξήγηση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος πρέπει να πάρει υπόψιν τρεις βασικούς παράγοντες.

Πρώτον, την κυρίαρχη αρνητική στάση της βρετανικής αστικής τάξης στην προοπτική της εμβάθυνσης - ενοποίησης της ΕΕ, καθώς και τη σταθερή σύμπλευση με τις ΗΠΑ στον ανταγωνισμό με τη Γερμανία. Ετσι ακόμα και ένα τμήμα του βρετανικού κεφαλαίου που επιθυμούσε την παραμονή στην ΕΕ, έβλεπε ως ισχυρό διαπραγματευτικό «χαρτί» ένα μειοψηφικό Brexit.

Δεύτερο, την ύπαρξη ενός τμήματος βρετανικού και αμερικανικού κεφαλαίου που ανοιχτά στήριζε την έξοδο.

Τρίτο, όλη αυτή η διαπάλη της αστικής τάξης εγκλώβισε και αξιοποίησε τη διευρυμένη λαϊκή δυσαρέσκεια για τη διεύρυνση της φτώχειας, τις απαράδεκτες εργασιακές σχέσεις της μερικής απασχόλησης - μερικής ζωής (αντίστοιχα με τα «μίνι τζομπς» στη Γερμανία), τις περικοπές σε Υγεία, Παιδεία, κοινωνικά επιδόματα. Το γεγονός ότι φτωχά λαϊκά στρώματα πλειοψηφικά ψήφισαν έξοδο, φαίνεται από τα υψηλά ποσοστά του «Οχι» που καταγράφηκαν σε περιοχές με υψηλή συγκέντρωση εργατικής τάξης ή περιοχές με παραδοσιακές βιομηχανικές δραστηριότητες, όπως ανθρακωρυχεία που χτυπήθηκαν από την ανεργία. Ιδια εικόνα υπάρχει σε εργατικές συνοικίες στο Ανατολικό Λονδίνο ή στα περίχωρα του Λίβερπουλ. Η λαϊκή αυτή ψήφος καταδίκης της ΕΕ, στην Αγγλία, Ουαλία, Σκοτία, Βόρεια Ιρλανδία, εγκλωβίστηκε σε μεγάλο βαθμό κάτω από τις ξένες σημαίες, αυτές του αστικού ευρωσκεπτικισμού, παρότι υπήρχαν και αγωνιστικές λαϊκές δυνάμεις που στήριζαν την έξοδο.

Ετσι, «το αποτέλεσμα», όπως εύστοχα σημειώνει η ανακοίνωση του ΚΚΕ στις 24/6, «εκθέτει τις άλλες πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, που όλα τα προηγούμενα χρόνια εκθείαζαν τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ, παρουσιάζοντάς την ως μια ανεπίστρεπτη διαδικασία ή έσπερναν αυταπάτες περί ανάγκης για "περισσότερη Ευρώπη της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης". Εκθέτει κι εκείνες τις δυνάμεις που θεωρούν το εθνικό νόμισμα πανάκεια για τη λαϊκή ευημερία. Η Βρετανία της στερλίνας έπαιρνε τα ίδια αντεργατικά - αντιλαϊκά μέτρα, όπως οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Τα ίδια μέτρα θα συνεχίσει να παίρνει και εκτός ΕΕ, αφού αυτά τα επιβάλλει η ανάγκη της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των δικών της μονοπωλίων». Και καταλήγει: «Η αναγκαία καταδίκη της λυκοσυμμαχίας του κεφαλαίου, της ΕΕ, η πάλη για την αποδέσμευση κάθε χώρας από αυτήν, για να είναι αποτελεσματικές, πρέπει να συνδεθούν με την ανάγκη ανατροπής της εξουσίας του κεφαλαίου, με την εργατική - λαϊκή εξουσία. Η κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, η ανασύνταξη και ισχυροποίηση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος είναι όρος για να ανοίξει αυτός ο ελπιδοφόρος δρόμος».


Δ. Κ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ