ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 3 Φλεβάρη 2018 - Κυριακή 4 Φλεβάρη 2018
Σελ. /40
Ζητήματα διαπάλης με βάση την πείρα από τις πρόσφατες κινητοποιήσεις

Η Κομματική Οργάνωση του ΚΚΕ στη Βιομηχανία της Αττικής, όπως άλλωστε και όλο το Κόμμα σε χώρους δουλειάς και λαϊκές γειτονιές, έδωσε όλες της τις δυνάμεις ώστε να υπάρξει αφύπνιση, εγρήγορση και αντίσταση σημαντικού τμήματος βιομηχανικών εργατών στην αντιλαϊκή πολιτική, όπως αυτή εντάθηκε και ενισχύθηκε με την κατάθεση του «πολυνομοσχεδίου», που ψήφισε η κυβέρνηση στις 15 Γενάρη.

Συνολικά, η περίοδος από την προετοιμασία της απεργίας στις 14 Δεκέμβρη, αλλά και όλες οι κινητοποιήσεις μέσα στον Γενάρη, αποτέλεσαν μια σημαντική αναμέτρηση, κατά έναν τρόπο μια κορύφωση για αυτήν την περίοδο, στην ασταμάτητη σύγκρουση της ταξικής γραμμής και αντίληψης με τη λογική της ανταγωνιστικότητας της καπιταλιστικής οικονομίας, του «να βάλουμε όλοι πλάτη για την ανάπτυξη», της υποταγής και της καλλιέργειας της ηττοπάθειας μέσα στην εργατική τάξη.

Η μάχη που δόθηκε προσφέρεται για σημαντικά συμπεράσματα για τη στάθμη των διαθέσεων της εργατικής τάξης, ειδικά στους στρατηγικής σημασίας χώρους, για τις κινήσεις της εργοδοσίας και του συμβιβασμένου, εργοδοτικού συνδικαλισμού, για το πώς ξεδιπλώθηκε η προπαγάνδα της κυβέρνησης. Για τις δικές μας δυνατότητες, όπως αυτές εκφράστηκαν μέσα στην πάλη, αλλά και για τις υποκειμενικές μας αδυναμίες, που είναι ανάγκη μαχητικά να αντιπαλέψουμε.

Η συνολική κατάσταση και οι εξελίξεις έχουν διαμορφώσει ανάμεικτες και αντιφατικές διαθέσεις. Δηλαδή, από τη μια, υπάρχει οργή και αγανάκτηση από εργατικά τμήματα για την κατάσταση στους χώρους δουλειάς, τη διαρκή ανασφάλεια, τη φοροληστεία, τις «νόμιμες» κλοπές, την περιστολή των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας και, από την άλλη, κλίμα αναμονής, ακόμη όχι υψηλές αγωνιστικές διαθέσεις. Ανησυχία μεν για το μέλλον, που όμως δεν «εκδηλώνεται» μαζικά σε αγώνα και διεκδίκηση. Ευάλωτες προσεγγίσεις στη γραμμή του κεφαλαίου, στη λογική του «μικρότερου κακού». Αναμφίβολα, υπάρχουν χώροι, όπου χάρη στην ακούραστη δουλειά των κομμουνιστών, το πνεύμα και το κλίμα αντίστασης και αντεπίθεσης είναι πιο διευρυμένο, κάτι που είναι ανάγκη να το ενθαρρύνουμε και να το ενισχύσουμε κι άλλο.

Παρακαταθήκη που πρέπει να αξιοποιηθεί

Ο όγκος της δουλειάς αυτής της περιόδου, που έβγαλαν σε πέρας οι κομμουνιστές και οι κομμουνίστριες, όπως και άλλοι αγωνιστές που στρατεύονται μαζί μας, ήταν πράγματι μεγάλος και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η καθημερινή κοπιαστική όσο και αναντικατάστατη προσπάθεια να ενημερωθούν οι εργάτες όλων των κλάδων για το τι φέρνει η κυβέρνηση, η αντιπαράθεση και αποκάλυψη της γραμμής της «δίκαιης ανάπτυξης», η επιδίωξη να παρθούν αγωνιστικές αποφάσεις μέσα στους χώρους δουλειάς, να μοιραστούν χέρι με χέρι οι κομματικές, όσο και οι συνδικαλιστικές προκηρύξεις, να αξιοποιηθούν τα διαλείμματα για μια σύντομη συζήτηση, να συνεδριάζουν μάχιμα, άλλα όχι πρόχειρα, τα εκλεγμένα όργανα του κινήματος, τα ΔΣ των κλαδικών και επιχειρησιακών σωματείων, να ενεργοποιηθούν επιτροπές ή άλλες μορφές οργάνωσης, είναι δουλειά που απαιτεί και προϋποθέτει μεγάλη προσπάθεια, πείσμα, πνεύμα αυτοθυσίας και υπερνίκησης των δυσκολιών.

Στηρίζεται καταρχάς στην ασταμάτητη παρέμβαση του ΚΚΕ, του ΠΑΜΕ, των ταξικών συνδικάτων μέσα στα εργοστάσια. Στηρίζεται επίσης στο ότι πράγματι ένα υπολογίσιμο τμήμα εργατοϋπαλλήλων εκτιμά τη στάση μας, αναγνωρίζει στους κομμουνιστές την ανιδιοτελή στάση τους, ακούει και προβληματίζεται, είναι σχετικά έμπειρο και πολιτικοποιημένο, επίσης έχει δοκιμάσει διάφορες πολιτικές επιλογές στο πρόσφατο παρελθόν και πλέον «έχει καεί η γούνα του». Είναι φανερό πως εδώ χρειάζεται να ενταθεί, να αναβαθμιστεί κυρίως η ιδεολογική - πολιτική δουλειά σε προφανή συνδυασμό με την ανάγκη διαρκούς οργάνωσης και αγωνιστικών διεργασιών, ώστε μέσα από την ίδια του την πείρα ένας εργάτης να ολοκληρώνει, να αποκρυσταλλώνει τα συμπεράσματά του.

Αυτή η παρακαταθήκη, το ότι οι δυνάμεις μας είναι αναγνωρισμένες και αποδεκτές, ότι δεν περνά εύκολα ο αντικομμουνισμός, είναι «ένα το κρατούμενο», όπως λέμε. Εδράζεται καταρχάς στην επαναστατική στρατηγική του Κόμματος, αλλά και στο «πρόσωπο» που έχουν τα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ μέσα στους χώρους δουλειάς. Εμείς όμως χρειάζεται να ψάξουμε και πιο βαθιά, να γίνουμε πιο ικανοί στην αντιμετώπιση σύνθετων ζητημάτων, πιο αυστηροί με εντοπισμένες δικές μας αδυναμίες, πιο αποτελεσματικοί συνολικά στην ιδεολογική και πολιτική διαπάλη.

Ορισμένες σημαντικές πλευρές

Ας επισημάνουμε μόνο τρεις πλευρές αυτού του θέματος:

  • Η πιο σφοδρή και εύστοχη αποκάλυψη και αντιπαράθεση με τον εργοδοτικό συνδικαλισμό. Το συγκεκριμένο δεν είναι ένα απλό ή τυπικό καθήκον. Απαιτεί καταρχάς σταθερό και αταλάντευτο μέτωπο με τη γραμμή του συμβιβασμού και της υποταγής. Με την αντίληψη ότι μπορεί η εργατική τάξη στον καπιταλισμό να ζήσει καλύτερα, άρα πως οι στόχοι και οι διεκδικήσεις της πρέπει να περιορίζονται στα όρια του εφικτού, στο ρεαλισμό των αντοχών της οικονομίας. Παράλληλα, χρειάζεται παρακολούθηση και αντιμετώπιση το γεγονός ότι, ενώ η επιδίωξη είναι ενιαία, οι μορφές που ακολουθούνται κατά περίπτωση είναι διαφορετικές.

Για παράδειγμα, ειδικά σε ορισμένους χώρους, που μάλιστα αφορούν στρατηγικής σημασίας παραγωγική δραστηριότητα, με μεγάλο αριθμό εργατών, υπάρχουν επιχειρησιακά σωματεία που συχνά σε απεργίες - κυρίως όταν καλεί και η ΓΣΕΕ - δεν τσιγκουνεύονται στο να κλείνουν τα εργοστάσια, να μιλάνε γενικώς για την ανάγκη του «αγώνα» κ.λπ. Αυτό δεν πρέπει προφανώς να ξενίζει, ούτε είναι κάτι τελείως καινούργιο. Στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία «προβλέπονται» και διαμαρτυρίες, κάποιας μορφής κινητοποιήσεις κ.λπ.

Εχουμε μεγάλη πείρα από το ότι κάποιος μπορεί να καταφέρει την τέλεια υπονόμευση ενός αγώνα, μπαίνοντας προσωρινά μέσα σε αυτόν, ευνουχίζοντας τα αιτήματα και το συνολικό περιεχόμενο, σπέρνοντας την απογοήτευση με κουβέντες του τύπου «και εμείς αγωνιζόμαστε, αλλά είδαμε τι βγαίνει», καλώντας παράλληλα σε συστράτευση πίσω από διάφορους επενδυτές και λογής - λογής «σωτήρες».

Αλλοι φυσικά είναι πιο κυνικοί, καλούν συστηματικά και ανοιχτά σε απεργοσπασία, λένε «τα κεφάλια μέσα» στους εργάτες. Ειδικά στην απεργία που καλούσαν Εργατικά Κέντρα, Ομοσπονδίες και Συνδικάτα, η μεγάλη πλειοψηφία και αυτών των σωματείων συντάχθηκε με τη ΓΣΕΕ.

Αν αναδεικνύουμε τις παραπάνω πλευρές, είναι για να γίνει αντιληπτό πως χρειάζεται εύστοχη συγκεκριμενοποίηση το θέμα. Για παράδειγμα, σε έναν χώρο που η πλειοψηφία της συνδικαλιστικής οργάνωσης που υπάρχει εκεί έχει το γνωστό ρεφορμιστικό περιεχόμενο και σε κάποια φάση καλεί σε απεργία, το να την αναφέρεις ως «απεργοσπαστικό μηχανισμό» δεν είναι εύστοχο.

Αυτό, όμως, δεν πρέπει να χαμηλώνει ή να αδυνατίζει το μέτωπο ενάντιά της, είναι ανάγκη να αναδειχτούν οι μεγάλες ευθύνες της στο περιεχόμενο που δίνει στον αγώνα, στο ότι δεν κάνει τίποτα για την οργάνωση των εργατών, για το ότι προσπαθεί να καλλιεργήσει τον συντεχνιασμό και την αποσπασματικότητα, βάζει εμπόδια στην κλαδική οργάνωση των εργατών, μιλάει μονίμως για το «δικό μας εργοστάσιο», τη «δική μας επιχείρηση», τις «ιδιαιτερότητές μας», ακόμη και σε άγαρμπη σύγκριση και ανταγωνισμό με εργοστάσια και εργάτες του ίδιου κλάδου. Καλλιεργεί δηλαδή το «ο θάνατός σου η ζωή μου», κόντρα στο «ένας για όλους και όλοι για έναν». Αρα, απεχθάνεται στην πράξη την ενότητα της τάξης, όσο και αν κατηγορεί το ΚΚΕ και το ταξικό κίνημα για «διάσπαση».

Την ίδια στιγμή, δεν πρέπει να προσπερνούμε πως αυτή η κατάσταση επιδρά στη συνείδηση πλατιών τμημάτων των εργατών. Το επιχειρησιακό πρωτοβάθμιο σωματείο είναι συχνά το «πρώτο επίπεδο» με το οποίο έρχονται σε επαφή οι εργάτες. Ακούνε τι λέει και πολλοί πειθαρχούν σε αυτό. Από εδώ προκύπτει το μεγάλο καθήκον για ακόμη πιο ενεργητική και αποφασιστική παρέμβαση του ΚΚΕ και των ταξικών δυνάμεων, ειδικά σε αυτούς τους χώρους. Φυσικά, ακόμη πιο μεγάλης σημασίας θέμα είναι οι δεκάδες χώροι όλων των κλάδων, που δεν έχουν καμία οργάνωση, η έννοια σωματείο ειδικά για τους πιο νέους είναι περίπου άγνωστη λέξη. Για εμάς όμως αυτό αποτελεί μια ουσιαστική πρόκληση για να μη μένουν οι εργάτες απροστάτευτοι, για να οργανωθούν, να αντισταθούν, να φτιαχτούν παντού αγωνιστικοί πυρήνες.

  • Η καλύτερη και πιο ουσιαστική λειτουργία και παρέμβαση των ΔΣ των ταξικών Συνδικάτων, καταρχάς των κλαδικών. Τα ΔΣ των κλαδικών Συνδικάτων δεν αποτελούν μια γενική μάζωξη εκλεγμένων συνδικαλιστών, όπου απλώς ενημερώνονται και αναλαμβάνουν ορισμένα τρέχοντα καθήκοντα. Αποτελούν τα επιτελεία μάχης ενός ολόκληρου κλάδου. Τα μέλη τους έχουν χρεωμένους χώρους δουλειάς εκτός φυσικά από το χώρο όπου εργάζονται. Παρεμβαίνουν εκεί τακτικά, φροντίζουν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες που βάζει η εργοδοσία στο να μην έρχονται σε επαφή με τους εργάτες. Εχουν ως κύριο κριτήριό τους τη βαθιά γνώση των προβλημάτων, των αναγκών και ιδιαίτερων ζητημάτων κάθε χώρου.

Τα ΔΣ παρεμβαίνουν με τακτικές ανακοινώσεις, με αφίσες, με εφημερίδες, με δελτία Τύπου, που έχουν μέλημά τους να φτάνουν στα εργοστάσια, να γίνονται αντικείμενο συζήτησης πλατιά μέσα στους εργάτες. Καταφέρνουν να συσπειρώνουν και να αξιοποιούν εργάτες από δεκάδες χώρους, όταν μπορούν να «μοιράσουν τη δουλειά», να ενθαρρύνουν εφεδρείες που έχουν κάνει ένα βήμα, αλλά είναι ακόμη κάπως μετέωρο, ανολοκλήρωτο. Τα κλαδικά συνδικάτα επίσης παρεμβαίνουν με ειδικό σχέδιο μέσα στους χώρους που υπάρχουν επιχειρησιακά σωματεία, όχι σε άγονη σύγκρουση στη μορφή οργάνωσης, αλλά με ουσιαστική και εύστοχη αντιπαράθεση στο περιεχόμενο της πάλης.

Τα παραπάνω απαιτούν ουσιαστική ενασχόληση, διαρκή μέριμνα και παρακολούθηση, όχι βιαστικές, επιπόλαιες ή εμπειρικές κινήσεις. Σε αυτά έχουμε κάνει βήματα, όμως μπορούμε να γίνουμε ακόμη πιο ικανοί, πιο διεισδυτικοί και εύστοχοι. Αυτό θα αποτελέσει και την καλύτερη εκπαίδευση «εν κινήσει», για μια σειρά από νέους σε φυσική ηλικία συνδικαλιστές, που πήραν «το βάπτισμα του πυρός» αυτήν την περίοδο και έχουν όλα τα χαρακτηριστικά για να προοδέψουν, να εξελιχθούν κι άλλο.

  • Αυτό το διάστημα είδαμε την τακτική της κυβέρνησης που θέλησε να υποβαθμίσει την αλλαγή τρόπου λήψης απόφασης για την απεργία στα πρωτοβάθμια σωματεία ως κάτι «όχι σημαντικό», ότι «δεν αλλάζει τίποτα». Οτι «οι αντιδράσεις του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ είναι για επικοινωνιακούς λόγους». Ορισμένοι έφτασαν να πουν πως το μέτρο «ενισχύει την αντιπροσωπευτικότητα και τη συμμετοχή των εργαζομένων», άρα είναι καλό! Επιτέθηκαν στο Κόμμα και το ΠΑΜΕ για τις μορφές κινητοποίησης. Στην ουσία, δηλαδή, απείλησαν και σε σχέση με τα «όρια» που μπορεί να έχει ένας αγώνας μέσα στην αστική δημοκρατία.

Εμείς, μένοντας σταθεροί και αμετακίνητοι στις αποφάσεις μας ότι αυτό που θα κάνει τελικά τους αστούς να τρέμουν είναι το ανασυνταγμένο, το ταξικά ισχυροποιημένο εργατικό κίνημα, το ισχυρό ΚΚΕ μέσα στα εργοστάσια και τους άλλους στρατηγικής σημασίας χώρους, γνωρίζουμε πως μπορούν και πρέπει να αξιοποιούνται διάφορες μορφές πάλης από το κίνημα για να γνωστοποιούν ένα λαϊκό πρόβλημα, να οξύνουν την αντιπαράθεση, να συμβάλλουν στη συνολική μάχη που δίνουμε.

Σε τελευταία ανάλυση, δεν θα δώσουμε λογαριασμό στην κυβέρνηση για το ποια μορφή πάλης θα ακολουθήσουμε. Και το δικαίωμα στην απεργία, είναι προφανώς πολύ γελασμένοι αν νομίζουν πως μπορούν να το καταργήσουν, ακόμη και στα πρωτοβάθμια σωματεία. Απεργίες, αρκεί να το αποφασίσουν οι εργάτες, γίνονταν και θα γίνονται. Δεν είναι τυχαίο προφανώς πως και στις πιο οξυμένες, από άποψη καταστολής, εποχές, με εξορίες, βασανιστήρια και φυλακές οι απεργίες αλλά και άλλες πολύμορφες και συχνά πρωτότυπες μορφές αγώνα και πάλης δεν σταμάτησαν όσο και αν ήθελαν οι αστοί «σιγή νεκροταφείου».

Μπροστά μας είναι η ακόμη πιο απαιτητική συνέχεια σε όλα τα επίπεδα. Εχουμε ακατανίκητα όπλα για να αντιμετωπίσουμε το κεφάλαιο, τα κόμματά του, τον ύπουλο οπορτουνισμό. Την Ιστορία 100 χρόνων ζωής και δράσης του ηρωικού ΚΚΕ με τα πλούσια συμπεράσματα που έχουμε βγάλει από αυτήν. Το Πρόγραμμα του ΚΚΕ που χαράσσει την επαναστατική στρατηγική μας. Τις αρχές λειτουργίας μας που εξασφαλίζουν συλλογικότητα, πνεύμα πρωτοβουλίας, διαρκούς βελτίωσης και αυταπάρνησης. Μπορούμε, και θα τα καταφέρουμε.


Του
Πέτρου ΑΛΕΠΗ*
*Ο Πέτρος Αλέπης είναι μέλος της ΚΕ και του Γραφείου Περιοχής της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ