ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 3 Νοέμβρη 2002
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Ενότητα δράσης και συμμαχίες

Μπορεί οι εκλογές για τους δήμους και τους νομούς να πέρασαν στην ιστορία, με την έννοια ότι ήδη αποτύπωσαν, όπως αποτύπωσαν, το συσχετισμό δύναμης στην Αυτοδιοίκηση, εκλέχτηκαν διοικήσεις στους ΟΤΑ, αλλά ο κουρνιαχτός από τις διάφορες εκτιμήσεις και αναλύσεις δε λέει να σταματήσει. Ετσι αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά ότι ήταν τόσο «αυτοδιοικητικές» εκλογές, ώστε να αχνοφαίνεται από τώρα η προσπάθεια διαμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού, που ξεκινά από το ζήτημα του εκλογικού νόμου, τις πιθανές συμμαχίες σε πολιτικό επίπεδο και τη μόνιμη επωδό, περί «του μέλλοντος της Αριστεράς»... Είναι προφανές πως η προσπάθεια ερμηνείας του εκλογικού αποτελέσματος, σχετικά με τις ψήφους και τα ποσοστά που συγκέντρωσαν οι συνδυασμοί που στήριξε το ΚΚΕ, ως αποδυνάμωση της πολιτικής του λόγω της «περιχαράκωσής του», συνοδεύεται από την άποψη περί «θετικού αποτελέσματος» που έφερε η πολιτική του ΣΥΝ, λόγω του συνδυασμού του Μ. Γλέζου. Που ως σχήμα εκφράζει την «ενότητα της Αριστεράς», ή κατ' άλλους την «ενότητα δράσης της Αριστεράς»...

Ετσι επανέρχεται, λοιπόν, από τα διάφορα επιτελεία παραγωγής και αναπαραγωγής της αστικής προπαγάνδας, το ζήτημα της δημιουργίας της λεγόμενης μεγάλης Αριστεράς, η οποία κατ' άλλους θα υπονομεύσει το δικομματισμό, κατ' άλλους θα τον ανατρέψει, δίνοντας προσδοκίες και ελπίδες στις λαϊκές μάζες για καλύτερες μέρες. Αυτή η αντίληψη αναδεικνύει ένα ζήτημα στρατηγικής σημασίας, όπως είναι το ζήτημα των συμμαχιών για την εργατική τάξη συνδεδεμένο με το πολιτικό πρόβλημα διεξόδου για το λαό. Επομένως, αντικειμενικά τίθεται το ζήτημα ποιες συμμαχίες, για ποιο σκοπό, σε ποια βάση, με ποιες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, ενάντια σε ποιες. Αλλά η επιμονή στην «ενότητα της Αριστεράς» ή στην «ενότητα δράσης της Αριστεράς» δεν απαντά σ' αυτό το ζήτημα. Βρίσκεται έξω από την πραγματική βάση συγκρότησης συμμαχιών που υπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα.

Γιατί οι συμμαχίες της εργατικής τάξης και του Κόμματός της: Εχουν κοινωνική βάση (εργατική τάξη και μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού). Εχουν συγκεκριμένη κατεύθυνση, (αντίθεση στην κυρίαρχη πολιτική των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού γενικά και στα διάφορα μέτωπα πάλης). Συγκροτούνται στη βάση στόχων, που η πραγματοποίησή τους απαιτεί πολιτική διέξοδο υπέρ των λαϊκών συμφερόντων, διαφορετικά δεν μπορούν να υπάρξουν λύσεις στα λαϊκά προβλήματα (επομένως η ενότητα ή η ενότητα δράσης δε γίνεται στο πρόβλημα, αλλά στην πολιτική που το λύνει προς όφελος του λαού). Συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης και όχι της καλύτερης διαχείρισης, με δεδομένο ότι οι επιμέρους συμμαχίες στα διάφορα μέτωπα πάλης συμβάλλουν τη συσπείρωση λαϊκών δυνάμεων κατά της πολιτικής του κεφαλαίου. Και ταυτόχρονα δοκιμάζονται στη δράση, προκειμένου να στεριώνουν, να διευρύνονται, αφού δεν είναι ευκαιριακές, για μια πολιτική μάχη (π.χ. αυτοδιοικητικές εκλογές), ούτε καιροσκοπικές (π.χ. να κερδηθούν θέσεις στους θεσμούς).

Αν για τις συμμαχίες της εργατικής τάξης δεν ισχύουν τα παραπάνω, τότε δε συμβάλλουν στην ολοένα και μεγαλύτερη λαϊκή συσπείρωση, ή -ακόμη και αν το πετύχουν σ΄ ένα βαθμό- δε θα 'ναι στην προοπτική σύγκρουσης με την κυρίαρχη πολιτική.

Σχετικά με τις συμμαχίες στην Αυτοδιοίκηση, βασικό ζήτημα είναι ο ρόλος και ο χαρακτήρας του θεσμού, έτσι όπως προσδιορίζεται από το αντιδραστικό θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας και δράσης του. Πλαίσιο που τον εντάσσει ως οργανικό τμήμα του κράτους, στην υπηρεσία του κεφαλαίου, για την προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Επομένως, στις αυτοδιοικητικές εκλογές συγκρούονταν η πολιτική κατά των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων (σε συνδυασμό με την αντίθεση σε μια Αυτοδιοίκηση που τις προωθεί), με την κυρίαρχη πολιτική και στο θεσμό. Αντικειμενικά, λοιπόν, οι συμμαχίες στην Αυτοδιοίκηση σε όφελος του λαού, έπρεπε να εκφράζουν την αντίθεσή τους στην κυρίαρχη πολιτική και στο θεσμό. Μόνο έτσι μπορούσε να συνδεθεί η πολιτική αναμέτρηση για τις αυτοδιοικητικές εκλογές, με την προοπτική συγκρότησης του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού μετώπου πάλης. Αλλωστε, κάθε μάχη αν δεν είναι ενταγμένη σ' αυτή την προοπτική δεν μπορεί να υπηρετεί τη λαϊκή προοπτική. Πολύ περισσότερο δεν μπορεί άμεσα να δημιουργεί πόλο αντίστασης και στην Αυτοδιοίκηση, ενάντια στην πολιτική του κεφαλαίου.

Η παραπάνω θέση απορρέει από τη γενική πολιτική του ΚΚΕ, έτσι όπως την επεξεργάστηκε και ενέκρινε το 16ο Συνέδριό του για το Μέτωπο και την προοπτική της συγκρότησής του.

«Η διαμόρφωση επιμέρους μετώπων πάλης, με κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα, δίνει τη δυνατότητα να μη χαθεί η πολύτιμη σύμπραξη εκεί που συμφωνούμε, ώστε να δοκιμαστεί στην πράξη πόσο μπορεί να διευρύνουμε τη συμπαράταξη ως το ίδιο το Μέτωπο. Με τον τρόπο αυτό συγκεντρώνονται δυνάμεις χωρίς τον κίνδυνο να μετατραπεί η μεγάλη αυτή υπόθεση του Μετώπου σε μια συμμαχία που συγκολλάται ευκαιριακά, άρα είναι εκτεθειμένη από την αρχή στον κίνδυνο της διάσπασης και της αναποτελεσματικότητας. Επιταχύνονται οι διεργασίες προς το Μέτωπο, χωρίς να περιμένουμε παθητικά πότε θα ωριμάσουν στο σύνολό τους οι συνθήκες. Τα επιμέρους μέτωπα πάλης μπορούν να συσπειρώσουν ευρύτερες δυνάμεις, αφού σ' αυτά μπορεί να πάρουν μέρος δυνάμεις οι οποίες στο συγκεκριμένο ζήτημα θέλουν να δράσουν χωρίς κατ' ανάγκη να έχουν κατακτήσει μια συνολική στρατηγική αντίθεσης με τα μονοπώλια, τον ιμπεριαλισμό.

Τέτοια μέτωπα συσπείρωσης υπάρχουν, κτίζονται ή μπορούν να αναδειχτούν στα μεγάλα πεδία πάλης που ήδη είναι σε εξέλιξη. Για να επιταχυνθούν οι διεργασίες χρειάζεται άμεσα, να κινηθούμε σε συγκεκριμένα βασικά πεδία, από τα οποία κρίνεται η άνοδος όλων των κοινωνικών κινημάτων και η βαθύτερη πολιτικοποίηση - ριζοσπαστικοποίησή τους». (Από την απόφαση του 16ου Συνεδρίου «Για το Αντιιμπεριαλιστικό Αντιμονοπωλιακό Δημοκρατικό Μέτωπο»).

«Στα μέτωπα αυτά μπορούν να εκφραστούν οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις και κινήματα, ομάδες συσπείρωσης, πρωτοβουλίας που συμφωνούν στο συγκεκριμένο ζήτημα αντιπαράθεσης με την πολιτική των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού, χωρίς κατ' ανάγκη να έχουν υιοθετήσει γενικευμένη γραμμή αντιπαράθεσης και ρήξης». (Από την απόφαση του 16ου Συνεδρίου «Για τα καθήκοντα του Κόμματος ως το 17ο Συνέδριο»).

Και στην ίδια απόφαση, αναφέρεται ότι ένα από τα μέτωπα είναι «Για την περιφερειακή ανάπτυξη και την Τοπική Αυτοδιοίκηση (ΤΑ). Πάλη κατά των αντιλαϊκών επιλογών που εφαρμόζουν φορείς της ΤΑ».

Με βάση τις αποφάσεις του Συνεδρίου, η ΚΕ του ΚΚΕ, καθόρισε την ταχτική στις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις συμμαχίες που υπηρετούν την πολιτική στην Αυτοδιοίκηση σε συνδυασμό με την προοπτική του Μετώπου. Η απόφαση της ΚΕ του Κόμματος τον Ιούνη του 2001 έβαζε την εξής κατεύθυνση:

«Οι εκλογές να αξιοποιηθούν ώστε:

-- Να βοηθήσουν στην αγωνιστική συμπαράταξη όσων αντιστέκονται στην πολιτική της ΕΕ, στους "εκσυγχρονισμούς" και αναδιαρθρώσεις που πλήττουν την πλειοψηφία του λαού, ιδιαίτερα την εργατική τάξη, τη νεολαία, τα φτωχά λαϊκά στρώματα.

-- Να δώσουν ώθηση στη συσπείρωση λαϊκών ριζοσπαστικών δυνάμεων που θέλουν να παλέψουν την πολιτική που επιδεινώνει το βιοτικό τους επίπεδο και περιορίζει δραστικά τα δημοκρατικά δικαιώματά τους.

-- Να εκφραστεί η λαϊκή δυσαρέσκεια στις επιλογές της ΕΕ, στις εργασιακές σχέσεις, στην κοινωνική πολιτική, στις ιδιωτικοποιήσεις, στα σχέδια της νέας τάξης...

-- Να αξιοποιηθούν οι συσπειρώσεις που έχουν επιτευχθεί και να διευρυνθούν παραπέρα σε όλα τα μέτωπα για όλα τα προβλήματα. Να εκφραστούν και μέσα από τα ψηφοδέλτια που θα στηρίξουμε».

Ετσι λοιπόν επιτεύχθηκε συμπαράταξη δυνάμεων που συναντήθηκαν στα διάφορα μέτωπα πάλης, από τα οποία οι δυνάμεις της «ενότητας», ή της «ενότητας δράσης της Αριστεράς» είτε απουσίαζαν είτε τα υπονόμευαν. Αλλά και στην Αυτοδιοίκηση, οι συνεργαζόμενες αυτές δυνάμεις στο συνδυασμό του Μ. Γλέζου, στο προηγούμενο χρονικό διάστημα, αφ' ενός δεν αντιτάχθηκαν στις αναδιαρθρώσεις, αφ' ετέρου έπαιρναν ομόφωνα αποφάσεις με τις δυνάμεις του δικομματισμού στα όργανα της Αυτοδιοίκησης, για την υλοποίηση της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων, της επιχειρηματικότητας της Αυτοδιοίκησης, της εμπορευματοποίησης των κοινωνικών υπηρεσιών μέσω του θεσμού, γενικότερα υπέρ του εναγκαλισμού του με το κεφάλαιο.

Επομένως η «ενότητα δράσης» στο κίνημα και στην Αυτοδιοίκηση, μ' αυτές τις δυνάμεις, ήταν αδύνατο να επιτευχθεί, λόγω διαφορετικών, αντίθετων πολιτικών επιλογών.

Η γενικευμένη επαναφορά του συγκεκριμένου ζητήματος, επαναφέρει το ζήτημα των συμμαχιών, στο πολιτικό επίπεδο, όχι πάνω στις πραγματικές διαχωριστικές γραμμές με βάση τα ταξικά συμφέροντα στην κοινωνία, αλλά με βάση την επιδίωξη για μια πολιτική διαχείρισης του συστήματος. Μόνο που κάθε τέτοια εκδοχή, με όποιο «αριστερό περίβλημα», υποτάσσει το λαό στο κεφάλαιο.


Σ.Λ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ