ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 29 Αυγούστου 1998
Σελ. /24
ΚΕΝΗ
ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Αμετανόητες

Aπό τις 31 Γενάρη 1950 αρχίζει για τις 600 "αμετανόητες" άλλη φάση βασανισμού. Πρώτα - πρώτα κλείνονται σε ξεχωριστό "κλωβό" (ομάδα σκηνών). Από 30 σε κάθε σκηνή, τριγυρισμένες ολόγυρα από συρματοπλέγματα και σκοπιές με ένοπλους αλφαμίτες. Τα καψώνια διαδέχονται το ένα το άλλο: Τις αναγκάζουν να κουβαλούν πέτρες από τη μια μεριά στην άλλη, χωρίς κανένα λόγο. Να σκουπίζουν το χώρο του ΑΕΤΟ από χαλίκι... Ν' ασπρίζουν τις πέτρες με ασβέστη... να χαράζουν άσπρες ίσες γραμμές με ασβέστη έξω από τις σκηνές τους.

Για να δημιουργείται, λέει, ωραία εντύπωση στον ξένο επισκέπτη. Το νερό που ορίστηκε για καθεμιά, για όλη την ημέρα, είναι μια οκά για όλες τις ανάγκες. Συχνά όμως το κόβανε κι αυτό, με πρόσχημα φανταστικές παραβάσεις του κανονισμού, που, τάχα είχανε κάνει. Απόμενε, βέβαια, το θαλασσινό νερό. Να πλυθούν μ' αυτό τα πιάτα και τα ρούχα τους, με το ειδικό σαπούνι που είχαν προμηθευτεί. Ομως και για το θαλασσινό νερό υπήρχαν περιορισμοί και απαγορεύσεις.

Επιτρεπόταν να το παίρνουν μόνο από τον συρματοπλεγμένο χώρο. Μα κει χύνονταν τ' αποχωρητήρια... Ηταν βρώμικο. Ετσι, το νερό στάθηκε παντού, σ' όλο τα στρατόπεδο, ειδικά όμως στο Μακρονήσι, ο εφιάλτης των εξόριστων γυναικών. Το Μακρονήσι είναι άνυδρος τόπος, ξερόβραχος. Το νερό έφτανε με υδροφόρα από το Λαύριο.

Οι μετακινήσεις τους από τη μια σκηνή στην άλλη μ' όλα τα πράγματα και το νοικοκυριό τους, σε χρόνο ρεκόρ, ήταν συχνές και καθημερινές. Κι εκεί που αγωνίζονταν να τακτοποιηθούν βιαστικά, ακούγονταν το σφύριγμα του αλφαμίτη για συσσίτια, για άλλο καψώνι, για το μάθημα της ηθικής αγωγής. Επρεπε να τρέξουν και ν' αφήσουν τα πάντα μες στη μέση. Δεν είχαν ούτε μια στιγμή ανάπαυλας. Δεν μπορούσαν ν' ανοίξουν ένα βιβλίο.

Το εφόδιό τους ήταν το ίδιο, όπως και στα προηγούμενα στρατόπεδα: 2,70 δρχ. την ημέρα για την καθεμιά. Το συσσίτιο ήταν κι αυτό το ίδιο. Τρισάθλιο: σκουληκιασμένα όσπρια! Ο Ιωαννίδης θριαμβολογούσε: "Θα σας τρυπήσω τα στομάχια με τις σκουληκιασμένες φακές"!

Για να πάρουν το συσσίτιό τους έπρεπε να κατεβούν παραταγμένες σε τριάδες ως τα μαγειρεία, κάτω στη θάλασσα. Κι εκεί οι μάγειροι άδειαζαν την κουτάλα τους μες στο κάθε πιάτο. Στο γυρισμό, οι τρελοί αέρηδες που φυσομανάνε πάντα στο Μακρονήσι, άρπαζαν τα ζουμιά και τις περιέβρεχαν πρόσωπο και ρούχα.

Ηταν μαρτύριο. Κι αυτό επαναλαμβανόταν τρεις φορές την ημέρα. Το αίτημά τους να παίρνουν το φαγητό με τους κουβάδες από το μαγειρείο και η διανομή να γίνεται ήσυχα και ομαλά σε κάθε σκηνή, απορρίπτονταν κάθε φορά και το μαρτύριο συνεχιζόταν.

Για τις 600 "αμετανόητες" ισχύουν άλλοι αυστηροί κανονισμοί. Εκτός από τη σωματική εξάντληση και τη νευρική τους υπερένταση, υπομένανε και την ψυχολογική βία. Δύο μήνες είχαν να επικοινωνήσουν με τις οικογένειές τους. Οι άνθρωποί τους δεν ήξεραν πού βρίσκονταν και αν ζούσαν. Η αλληλογραφία ήταν απαγορευμένη από το Τρίκκερι ακόμα.

Κάθε βδομάδα περίμεναν την επιτροπή "αποχρωματισμού" του ΟΑΜ για την απόλυση των "αναμορφωμένων". Τότε κατασκευάζονταν ένα τεχνητό πανηγύρι ενθουσιασμού και παραληρήματος του πλήθους, προς τους αναμορφωτές! Εκείνη τη φορά - ήταν μετά το μεγάλο βασανισμό των γυναικών - η διοίκηση παράταξε και τις γυναίκες στο χώρο της υποδοχής. Ολες. Και τις "τακτοποιημένες" και τις"αμετανόητες". Να πάρει κάθε λόχος το "μαθηματάκι" του, σκέφτηκαν.

Χιλιάδες οι "αναμορφωμένοι" στρατιώτες και ιδιώτες είχαν συγκεντρωθεί εκεί, περιμένοντας την επιτροπή. Επικεφαλής τής επιτροπής ήταν ο Μπαϊρακτάρης. Καμαρωτός, με ύφος κυρίαρχου βάδιζε μπροστά. Το πλήθος ζητωκραύγαζε με έξαλλες φωνές και χειροκροτούσε ζωηρά. Οι γυναίκες όμως μένανε βουβές, ασάλευτες κι ανέκφραστες. Ούτε ένα "ζήτω" ούτε ένα χειροκρότημα δεν ακούστηκε. Αυτό πια ήταν ολότελα απρόσμενο. Πρωτάκουστο για το μακρονησιώτικο καθεστώς! Ο Μπαϊρακτάρης, διασχίζοντας τους δύο ανέκφραστους λόχους των γυναικών, μόλις συγκρατούσε την οργή του, για τα ανυπότακτα"χίλια γύναια". Αμέσως δόθηκε διαταγή να τις απομακρύνουν.

Οι αλφαμίτες με απειλές και βρισιές, τις οδήγησαν στις σκηνές τους. Κείνη τη νύχτα έπεσαν στα στρωσίδια τους ντυμένες. Περίμεναν το χειρότερο... Το πρωί δεν τους μοίρασαν νερό.

Από τις 31 Γενάρη 1950 μέχρι τις παραμονές των εκλογών, 5 του Μάρτη 1950 τα μαρτύρια των αμετανόητων γυναικών συνεχίζονταν όλο και με μεγαλύτερη ένταση.

Τα αποτελέσματα των εκλογών, ολότελα απρόσμενα κι ανεπάντεχα για το κολαστήριο της Μακρονήσου: Νίκησε η Δημοκρατική Παράταξη! Θρίαμβος κι ελπίδα για τους δεσμώτες.

Εκνευρισμός, κατήφεια και τρόμος για τους βασανιστές. Ανωτέρους και κατωτέρους. Δεν τολμούν να πιστέψουν. Αλλάζουν προς στιγμήν συμπεριφορά. Ιδιαίτερα στις γυναίκες.

Ομως, η αλλοίωση των αποτελεσμάτων προχωρεί. Σχηματίζεται η πρώτη μετεκλογική κυβέρνηση από τον Βενιζέλο και Κανελλόπουλο. Το καθεστώς της Μακρονήσου παίρνει ανάσα. Κι ο Βασιλόπουλος που είχε φύγει για την Αθήνα με τα πρώτα αποτελέσματα, τρομοκρατούμενος, επιστρέφει στη θέση του κυρίαρχος. να συνεχίσει το αναμορφωτικό του έργο.

Ομως, η ελπίδα έχει αναφτερώσει τώρα πια το ηθικό των βασανισμένων και ταπεινωμένων αγωνιστών - εκλογέων. Ολοι τους νιώθουν σιγουριά, δύναμη και πίστη. Πιστεύουν πως μπορούν ν' αντέξουν ό,τι κι αν συμβεί. Κι αρχίζουν οι ανακλήσεις των δηλώσεων. "Ο υπογεγραμμένος.... ανακαλώ τη δήλωση μετανοίας που υπέγραψα σε στιγμή τελείας αναισθησίας, κάτω από βασανιστήρια. Μένω πιστός στο λαό και τα δημοκρατικά ιδανικά μου. Αποκηρύσσω με όλη τη δύναμη της ψυχής μου τη Μακρόνησο και τους εμπνευστές της. Ζήτω η Δημοκρατία".

Οι αγωνιστές των ανακλήσεων είναι τόσοι πολλοί που δημιουργείται ένα κανούριο σύρμα για να τους μαντρώσουν: Το σύρμα των ανακλήσεων, όπως λέγεται. Παρά κι ενάντια στους ξυλοδαρμούς, τα κουρέματα και τα καψώνια, οι ανακλήσεις πληθαίνουν.

Το κλίμα τώρα πια έχει αλλάξει. Το φράγμα του εφτασφράγιστου μακρονησιώτικου εγκλήματος έχει σπάσει. Ξένοι δημοσιογράφοι επισκέπτονται τη Μακρόνησο και πληροφορούν για το καθεστώς της, τη δημοκρατική κοινή γνώμη.

Τα κομμουνιστικά κόμματα σ' όλο τον κόσμο δημιουργούν επιτροπές για την υπεράσπιση της δημοκρατίας στην Ελλάδα και τη σωτηρία των πολιτικών κρατουμένων.

Στις 13 Μάρτη 1950 φτάνει στο Μακρονήσι ομάδα Γάλλων, Γερμανών δημοσιογράφων με αυτοκίνητο του Ερυθρού Σταυρού. Ανάμεσά τους είναι ηδημοσιογράφος Ντομινίκ Οκλέρ της Γαλλικής "Φιγκαρό".

Οι Μακρονησιώτες βασανιστές αναμοχλεύονται, δραστηριοποιούνται. Μεγάλοι μπελάδες τούς στενοχωρούν. Η βιτρίνα της Μακρονήσου, βέβαια, λάμπει με τα "ειρηνικά" της έργα, τις εύθυμες μουσικές που ξεχύνουν τα μεγάφωνά της, το μπάσκετ μπολ που παίζουν "τρισευτυχισμένοι" οι "αναμορφωμένοι" της. Ομως υπάρχουν και άλλοι. Οι παράλυτοι, οι ανάπηροι, οι τρελοί, οι τυφλοί. Πρέπει να τους καταχωνιάσουν σ' απάτητες σπηλιές και χαράδρες. Κι οι κλούβες δουλεύουν με ένταση για τη μεταφορά τους. Επειτα είναι κι οι "αμετανόητες". Τι να τις κάνουν; Να τις κρύψουν; Μα δεν είδες σε τι μπελάδες τους βάλανε την περασμένη φορά με τα σούρτα - φέρτα τους στους καμπινέδες; Καλύτερα, λοιπόν να τις αφήσουν έξω από τα σύρματα. Και τις παράταξαν έξω από τον καταυλισμό, σε αρκετή απόσταση από τις γυναίκες του άλλου λόχου.

Φτάνουν, οι ξένοι δημοσιογράφοι. Ο Καρσιλαμάς και το επιτελείο του τις οδηγεί στο λόχο με τις "αναμορφωμένες" γυναίκες. Ωραία ατμόσφαιρα, νοικοκυρεμένα τ' αντίσκηνα, καθαρά, πολιτισμένα. Οι γυναίκες μιλούν μαζί τους για τα προβλήματά τους. Ολα είναι ήρεμα.

Οσο για τις "αμετανόητες" που στέκουν αντίκρυ, ο Καρσιλαμάς είναι έτοιμος να διαβεβαιώσει την επιτροπή πως κι αυτές είναι το ίδιο με τούτες τις γυναίκες. Μα δεν πρόλαβε να χαρεί.

Τη στιγμή που η ξένη αντιπροσωπεία ετοιμαζόταν να επιβιβαστεί στ' αυτοκίνητο και να φύγει, οι 600 "αμετανόητες" σπάνε τη σειρά των αλφαμιτών που τις επιτηρούσαν και χύνονται σα χείμαρρος προς το αυτοκίνητο των δημοσιογράφων. Πρώτη πετάγεται μπροστά η εξόριστη Νίτσα Καβοίβα,γαλλομαθής, και φωνάζει προς την Οκλέρ που είναι έτοιμη ν' ανέβει στ' αυτοκίνητο:"Κυρία μη φεύγετε. Ελάτε και σε μας. Σας λένε ψέματα! Μας βασανίζουνε. Εχουμε δω βασανισμένες κατάκοιτες, τρελές, από τα βασανιστήρια...".

Εξαλλοι αξιωματικοί και αλφαμίτες με τα πιστόλια στο χέρι ορμάνε κατά πάνω στις γυναίκες. Ξαφνιασμένοι, βρίζουν, σπρώχνουν, απειλούν: Παλιοπ... θα πεθάνετε απόψε!

Ομως οι "αμετανόητες" έχουν νικήσει. Οι δημοσιογράφοι και πρώτη η Οκλέρ βαδίζει προς τις σκηνές τους, αφού ζήτησε την άδεια του Καρσιλαμά.

Μια καθηγήτρια των γαλλικών βαδίζει τώρα δίπλα στην κυρία Οκλέρ και την κατατοπίζει. Είναι το αναρρωτήριο με τις βαριάρρωστες, τις ανάπηρες και τις"τρελές". Η Βαγγελίτσα Σκευοφύλακα, όπως πάντα, είναι και τώρα σε κρίση: "Βαράτε φασίστες, βαράτε σκυλιά, δεν αποκηρύσσω το αίμα του αδελφού μου", κραυγάζει. Η Στέλλα Παπαδούκα φώναζε: "Γκλάβα, γκλάβα, γκλάβα μου". Η καθηγήτρια εξηγεί, κατατοπίζει: "Τη χτύπησαν με σανίδα κατακέφαλα στο Α2, για να υπογράψει. Μα κείνη πέταξε την πένα"!

Περίτρομος ένας αξιωματικός διαψεύδει. Μα όσο κι αν προσπαθεί ν' ανατρέψει την πραγματικότητα, δεν τα καταφέρνει, οι ξένοι βλέπουν, ακούνε, παρατηρούν τα τρομαγμένα ματάκια των παιδιών, τις μαυροφορεμένες γερόντισσες. Η καθηγήτρια ενημερώνει την ξένη αντιπροσωπεία για το σύρμα της χαράδρας. Το αυτοκίνητό τους ανηφορίζει κιόλας για κει, τη χαράδρα με τους τρελούς και σακατεμένους...

Ανακούφιση στις καρδιές των γυναικών. Επραξαν το καθήκον τους. Ας γίνει ό,τι θέλει...

Απόψε θα πεθάνετε! ωρύονται οι αλφαμίτες. Μα δεν πέθανε καμιά. Είχανε νικήσει!

Σε λίγο την κυβέρνηση αναλαμβάνει ο Πλαστήρας και διακηρύσσει "προοδευτική αμνηστία" λήθη κλπ. Ο γενικός διευθυντής Μακρονήσου αντικαθίσταται με το στρατηγό Παπαγιαννόπουλο. Ο Βασιλόπουλος του ΑΕΤΟ με τον Ταγματάρχη Δημητρόπουλο.

Οι ελπίδες των γυναικών αναπτερώνονται. Πιστεύουν πως η απόλυσή τους είναι πολύ κοντά. Μα η επίσκεψη ενός Πλαστηρικού βουλευτή στο στρατόπεδο, τις αποκαρδιώνει. Την απόλυσή τους του ζητούν οι εξόριστες, σύμφωνα με τις διακηρύξεις του πρωθυπουργού. Κι ο βουλευτής που συνοδεύεται από αξιωματικούς του Α2 απαντά! "Να υπογράψετε μια μικρή δήλωση και θα γυρίσετε στα σπίτια σας... ".

Οι πληροφορίες που φτάνουν στο Μακρονήσι είναι πολλές και διάφορες. Αλλοτε λένε ότι απολύονται οι γυναίκες. Αλλοτε ότι διαλύεται το Μακρονήσι και οι πολιτικοί εξόριστοι, άνδρες και γυναίκες, μεταφέρονται σε άλλο νησί. Και άλλα πολλά.

Σ' αυτό το διάστημα οι γυναίκες αγωνίζονται να καλυτερεύσουν τους όρους της διαβίωσής τους. Και πέτυχαν: Να πάρουν πίσω τα ράντζα τους, να τους μοιράζεται περισσότερο νερό, να παίρνουν το φαγητό τους σε κουβά, κατά σκηνή. Να βελτιωθεί λίγο το συσσίτιο των αρρώστων. Να τους παραχωρηθούν λίγες σκηνές ακόμα για κάποια ευρυχωρία.

Κατά τα μέσα Ιούνη φτάνει στο νησί η επιτροπή "αποχρωματισμού". Επικεφαλής της είναι ο Ρακιτζής κι ο Σωτόπουλος. Αυτοί δηλώνουν στις γυναίκες πως: "Ούτε η κυβέρνηση Πλαστήρα, ούτε καμιά άλλη κυβέρνηση δεν πρόκειται να σας απολύσει". Και συμπεραίνουν πως, αν δε μετανιώσουν, θα πεθάνουν!

Σε λίγες μέρες ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου δηλώνει: "Η δε γυναίκες θα μεταφερθούνε σε άλλη κατωκοιμένη νήσον, όπου θα ζήσουν υπό καθεστώς απλής εξορίας και υπό ανθρωπιστικάς συνθήκας διαβίωσης".

Ακόμα μια φορά το "δημοκρατικό Κέντρο", από τις πολλές στη νεότερη ιστορία της χώρας μας, και δεύτερη μετά την ηρωική αντίσταση του λαού το Δεκέμβρη, δέχεται να γίνει γέφυρα για το ξαναπέρασμα της Δεξιάς στην εξουσία. Μένει δέσμιο στους ξένους και στους ντόπιους στρατοκράτορες και καπιταλιστές, χωρίς ποτέ να θελήσει να κάνει μια ανοιχτή παλικαρίσια καταγγελία στο λαό για τις επεμβάσεις των ξένων και τα εγκλήματά τους.

Ετσι, η κυβέρνηση Πλαστήρα δεν ολοκληρώνει τις προεκλογικές διακηρύξεις της για αμνηστία, ειρήνευση και ανοικοδόμηση. Ελάχιστοι από τις χιλιάδες κρατούμενους και εξόριστους απολύονται. Τα μέτρα ειρηνεύσεως, νόμος 2058 ισχύουν μόνο για ελάχιστους κρατούμενους. Για τους εξόριστους ισχύει η διακοπή της εκτόπισης, η οποία κάθε στιγμή μπορεί ν' ανακληθεί.

Ελάχιστες είναι οι γυναίκες που απολύονται. Στο τέλος του Ιούνη απολύονται 15 "αμετανόητες" ανταρτομάνες γριούλες. Τα παιδιά τους, μαχητές του ΔΣΕ, σκοτώθηκαν στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις και πια δεν τις χρειάζονται στην εξορία.

Σε 9 βαριάρρωστες δίνουν κατ' οίκον νοσηλεία.

Η χορωδία ξεπροβοδίζει τις απολυμένες με τα τραγούδια.

Για ένα μήνα ακόμα βασανίζονταν οι εξόριστες στον αιματοποτισμένο ξερόβραχο. Η πειθαρχημένη διαβίωσή τους γινόταν αβάσταχτη! Μα κείνες που δεινοπαθούσαν περισσότερο και κινδύνευαν ήταν οι φυματικές. Το λιοπύρι ανελέητο διαπερνούσε τ' αντίσκηνά τους και τους έκοβε την ανάσα. Γι' αυτές ενέτειναν τις αγωνιστικές τους προσπάθειες οι συνεξόριστες. Ν' απολυθούν τουλάχιστον αυτές. Από τις 50 βαριάρρωστες, απολύθηκαν οι 14.

Στα μέσα Ιούλη 1950 οι πρώτοι πολιτικοί εξόριστοι μετατάγονται στον Αη - Στράτη.

Στις 31 Ιούλη το βράδυ οι εξόριστες φορτώνονται σ' ένα απληταγωγό να μεταφερθούν πάλι στο Τρίκκερι. Εκεί, μέσα στο πλοίο έγινε και η παράδοσή τους στη χωροφυλακή. Σήκωσε άγκυρα το καράβι, ξεκίνησαν.

Οι γυναίκες αποχαιρέτησαν με θλίψη την αγαπημένη συνεξόριστή τους Αγλαϊα Βενέτη, που κείτονταν στο νεκροταφείο του Λαυρίου. Είχε χειρουργηθεί βαριάρρωστη στο Μακρονήσι κάτω από τις πρωτόγονες συνθήκες του μακρονησιώτικου χειρουργείου κι έχασε τη μάχη με τη ζωή.

Αύριο το 7ο

και τελευταίο μέρος

"Παράρτημα" Αποθήκες: Τα κλινοσκεπάσματα αερίζονται απλωμένα στα

"Παράρτημα" Αποθήκες: Τα κλινοσκεπάσματα αερίζονται απλωμένα στα συρματοπλέγματα

Κάτω: Αλλη μια φωτογραφία, από τις ελάχιστες που διασώθηκαν από τη Μακρόνησο



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ