ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 29 Ιούνη 2014
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΕΚΔΟΣΗ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΠΡΕΧΤ
«Για τους σεισμούς που μέλλονται να 'ρθουν»

Ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει σήμερα την ομιλία της Ελένης Μηλιαρονικολάκη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνης του Τμήματος Πολιτισμού της ΚΕ στην εκδήλωση για την παρουσίαση της έκδοσης, την περασμένη Πέμπτη

Το εξώφυλλο της έκδοσης της «Σύγχρονης Εποχής»
Το εξώφυλλο της έκδοσης της «Σύγχρονης Εποχής»
Αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι,

Δε θα μπορούσε πραγματικά να υπάρξει καλύτερη σύμπτωση από το να παρουσιάζουμε σήμερα (σ.σ. η εκδήλωση έγινε στις 26 Ιούνη) μέρα κατά των ναρκωτικών, την έκδοση των πρακτικών του επιστημονικού συνεδρίου της ΚΕ του ΚΚΕ για τον Μπρεχτ. Γιατί η τέχνη του Μπρεχτ είναι το αντίστροφο της τέχνης που ναρκώνει, της κυρίαρχης τέχνης που δείχνει τον κόσμο σταθερό και αμετάβλητο και βάζει για σκοπό της να μας καταπραΰνει για να αντέχουμε αδιαμαρτύρητα και αναντίρρητα την ανελέητη επίθεση της αστικής εξουσίας.

«Για τους σεισμούς που μέλλονται να 'ρθουν», είναι ο τίτλος της έκδοσης. Το γιατί επιλέχτηκε αυτός ο τίτλος θα το εξηγήσω ευθύς αμέσως. Ο Μπρεχτ, ο κορυφαίος αυτός μαρξιστής διανοητής, δραματουργός, ποιητής και σκηνοθέτης, για πολλούς λόγους αξίζει το θαυμασμό. Μα αν ανάμεσα σ' αυτούς προσπαθούσαμε να βρούμε τον πιο σπουδαίο, δεν είναι άλλος από το ότι αφιέρωσε τις καλύτερες σκέψεις του, για να μας δείξει πως αυτός ο κόσμος όχι μόνο πρέπει, αλλά και ΜΠΟΡΕΙ να αλλάξει. «Η μοίρα του ανθρώπου είναι ο άνθρωπος», συνήθιζε να επαναλαμβάνει, εννοώντας πως η πραγματικότητα είναι μια μεταβαλλόμενη διαδικασία που παράγεται από τους ανθρώπους, και γι' αυτό από τους ίδιους μπορεί να μετασχηματιστεί.

Νομίζουμε πως δε χρειάζεται άλλη απόδειξη για την αξία που αποκτά το έργο του στη σημερινή ιστορική συγκυρία των αντεπαναστατικών ανατροπών, όπου οι επάνω ανακοινώνουν την απόφασή τους πως η υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης έκλεισε οριστικά, ενώ τα πολιτικά, φιλολογικά και καλλιτεχνικά τους φερέφωνα μοχθούν για να μας πείσουν ότι κάθε άλλη άποψη είναι ξεπερασμένη, αναχρονιστική και στην καλύτερη περίπτωση ουτοπική.

Στη σημερινή βιβλιοπαρουσίαση, όπως φαίνεται και από τη μουσική παράσταση που προηγήθηκε, δίνουμε αρκετά το λόγο στον ίδιο το Μπρεχτ. Και αυτό γιατί στόχος του συνεδρίου, επομένως και της έκδοσης, δεν ήταν να ερμηνευθεί ο Μπρεχτ, αλλά να εξηγηθεί. Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις δύο αυτές έννοιες. Ερμηνεία σημαίνει ανασκευή, υποκειμενική διόρθωση, άρνηση τελικά του έργου όπως είναι. Εξήγηση σημαίνει συνεπή εκλαΐκευση των νοημάτων, της μορφής, των πολιτικών, ιδεολογικών, αισθητικών ιδανικών και μεθόδων του δημιουργού. Αλλωστε, το έργο του Μπρεχτ δεν επιτρέπει αυθαίρετες ερμηνείες. Σε διάφορα δε κείμενά του αντικρούει κατηγορηματικά όλους εκείνους που υποστηρίζουν ότι το «ανοιχτό τέλος» στα έργα του, η παρουσίαση περισσότερο της σύγκρουσης αντί της επίλυσης των αντιφάσεων, χωρά κάθε είδους απάντηση. Τα έργα του φρόντιζε, όπως γράφει, να μην είναι μονοσήμαντα, να μην αποφεύγουν δηλαδή την ανάδειξη των αντιφάσεων, αλλά ούτε και διφορούμενα. Ο θεατής στο τέλος τους δεν έχει παρά να διαλέξει στρατόπεδο: Το συμβιβασμό με την καπιταλιστική βαρβαρότητα ή τη δράση για την ανατροπή της.

Ο ρόλος της έκδοσης

Στιγμιότυπο από την εκδήλωση
Στιγμιότυπο από την εκδήλωση
Με λίγα λόγια, η έκδοση δεν αποτελεί μια ακαδημαϊκή προσέγγιση για λιγοστούς μυημένους. Ο ρόλος της είναι αυτός του οργανωτή, του προπαγανδιστή και του παραστάτη στον επαναστάτη δημιουργό. Ετσι απευθύνεται στον καθένα, προπαντός όμως απευθύνεται στους «κάτω», στην εργατική τάξη και τα άλλα καταπιεσμένα στρώματα, γιατί σ' αυτούς το έργο του Μπρεχτ είναι κάτι περισσότερο από χρήσιμο. Είναι πολύτιμο.

Αρκετοί είναι πιθανά εκείνοι που, επηρεασμένοι από τη μεταμοντέρνα φιλολογία ότι η αλήθεια είναι υποκειμενική, πιστεύουν πως οι αναλύσεις και οι μελέτες βλάπτουν το καλλιτεχνικό έργο. Ο καθένας, λένε, χρειάζεται να αφεθεί ελεύθερος να απολαύσει την τέχνη όπως εκείνος τη νιώθει και την προσλαμβάνει με τις αισθήσεις του. Μεγάλο λάθος. Η τέχνη - και όχι μόνο του Μπρεχτ - είναι προϊόν μιας σοβαρής και ιδιαίτερα επιδέξιας εργασίας. Και είναι απαραίτητο να γνωρίζει κανείς αρκετά πράγματα γι' αυτήν την εργασία, για να μπορεί να θαυμάζει και να χαίρεται το αποτέλεσμά της. «Η παρατήρηση της τέχνης μπορεί να οδηγήσει στην πραγματική απόλαυση μόνο όταν υπάρχει η τέχνη της παρατήρησης», ο ίδιος ο Μπρεχτ υπογραμμίζει. Και όπως συμπλήρωσε ένας ομιλητής του συνεδρίου, παρομοιάζοντας το έργο του Μπρεχτ με πνευματικό παιχνίδι, «πώς μπορεί να απολαύσει κανείς μια παρτίδα σκάκι, αν δεν γνωρίζει τίποτα γι' αυτό;»

Στο βήμα η Ελένη Μηλιαρονικολάκη
Στο βήμα η Ελένη Μηλιαρονικολάκη
Η έκδοση λοιπόν αυτή, που μαζί με το περιοδικό «Θέματα Παιδείας» αποτελούν τα μεγαλύτερα αφιερώματα στη χώρα μας για τον μεγαλοφυή δημιουργό, φιλοδοξεί να διευρύνει τον κύκλο εκείνων που θα μπορούν να συμμετέχουν όχι απλά με τις αισθήσεις, αλλά με ακέραιο τον ψυχισμό τους στην απόλαυση της μπρεχτικής δημιουργίας.

Δεν είναι όμως απλά η ποσότητα που κάνει το αφιέρωμά μας να διαφέρει από τα περισσότερα που έχουν πραγματοποιηθεί στη χώρα μας για τον Μπρεχτ. Το σημαντικότερο είναι ότι μέσα απ' αυτό γίνεται προσπάθεια μαρξιστικής προσέγγισης στο έργο του Μπρεχτ, χρησιμοποιείται δηλαδή η μεθοδολογία που απαιτεί το ίδιο το αντικείμενο της μελέτης. Μια προσέγγιση που τείνει να εκλείψει στις μέρες μας, με πολλούς από τους παλιότερα συνεπείς μελετητές του Μπρεχτ να αναδιπλώνονται και να αυτοαναιρούνται μέσα στο κλίμα της διεθνούς συντηρητικοποίησης, αρτηριοσκλήρωσης θα λέγαμε, που συνοδεύει την υποχώρηση του κομμουνιστικού κινήματος. Η αστική εξουσία και οι φιλολογικοί της εκπρόσωποι, μάλιστα, που εδώ και χρόνια επιδίδονται στην προσπάθεια να αποχαρακτηρίσουν και να μετατρέψουν τον Μπρεχτ σε αβλαβές εικόνισμα, έφτασαν σήμερα να τον χρησιμοποιούν ξεδιάντροπα - και μάλιστα στην ίδια την πατρίδα του τη Γερμανία - ακόμη και για τη διαφήμιση των εμπορικών και πολεμικών τους εκστρατειών. Αναμφίβολα, στον καιρό μας περισσεύουν οι Τούις, όπως ο Μπρεχτ αποκαλούσε τους διανοούμενους που δεν διανοούνται, αλλά αναμασούν παραλλαγές της κυρίαρχης ιδεολογίας, για να έχουν πρόσβαση στην ψωμιέρα της εξουσίας, κατά πως μας τους παρουσιάζει στο τελευταίο ημιτελές θεατρικό του «Τουραντότ ή το συνέδριο των ασπρορουχάδων».

Σπάνιο ντοκουμέντο

Παρ' όλα αυτά, στην εργασία του συνεδρίου συνέβαλαν καθοριστικά ορισμένοι από τους πιο εκλεκτούς και πιο έντιμους απέναντι στην τέχνη εκπροσώπους των Γραμμάτων και των Τεχνών στη χώρα μας και τη Γερμανία, πανεπιστημιακοί, θεατρικοί σκηνοθέτες, συνθέτες μουσικής, ηθοποιοί, εκπαιδευτικοί, αρκετοί με μακρόχρονη και συστηματική εμβάθυνση στο έργο του Μπρεχτ και σπουδαία λογοτεχνική, θεατρική και μουσική παραγωγή. Σπάνιο ντοκουμέντο της έκδοσης αποτελεί η περιεκτική και ιδιαίτερα διαφωτιστική - κινηματογραφημένη ειδικά για το συνέδριο - συνέντευξη με τον συνεργάτη του Μπρεχτ Μάνφρεντ Βέκφερτ, καλλιτεχνικό διευθυντή του «Μπερλίνερ Ανσάμπλ» και πρόεδρο της Ακαδημίας Τεχνών στην πρώην Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία, που περιλαμβάνεται σε dvd. Επειδή μάλιστα η εξήγηση της τέχνης - και ιδιαίτερα μιας τέχνης σαν του Μπρεχτ, θεμελιωμένης στα πιο πρωτοπόρα επιτεύγματα της επιστήμης για την κοινωνία και άρρηκτα συνδεμένης με τις ιστορικές συγκρούσεις της - απαιτεί τη συνεργασία πολλών επιστημών, όπως της πολιτικής και της οικονομίας, στην εργασία του συνεδρίου συμμετείχαν και στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Η ανάλυση της τέχνης στη βάση των ιστορικών συνθηκών μέσα στις οποίες παράγεται, παρότι η αστική κριτική συχνά τις παραλείπει, δεν αποτελεί αποκλειστικό γνώρισμα των μαρξιστών μελετητών της. Η διαφορά της μαρξιστικής προσέγγισης που επιχειρεί η έκδοση βρίσκεται στο ότι διαπνέεται από την υλιστική αντίληψη για την Ιστορία, την αντίληψη ότι δεν είναι η συνείδηση που καθορίζει τη ζωή, αλλά η ζωή, που κυριαρχείται από την ταξική πάλη, καθορίζει τη συνείδηση. Ο Μπρεχτ δεν παρουσιάζεται σαν μια φυσικά προικισμένη φυσιογνωμία με θαυματουργές δημιουργικές ικανότητες, που επηρεάστηκε από τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες και αντιθέσεις του καιρού του, αλλά σαν ζωντανό, ιστορικό, ανθρώπινο υποκείμενο, που η ίδια η διαμόρφωσή του εξηγείται ακριβώς από την ιστορική πραγματικότητα και τη δραστήρια συμμετοχή του σ' αυτήν με την πλευρά του πιο προωθημένου τμήματος της πρωτοπόρας τάξης, των κομμουνιστών. Δεν είναι άλλωστε τυχαίες ορισμένες ομοιότητες που αναδείχνει μία από τις εισηγήσεις ανάμεσα στον Μπρεχτ και τον Βάρναλη, δύο κομμουνιστές δημιουργούς που έζησαν την ίδια χρονική περίοδο. Οπως και ο ίδιος ο Μπρεχτ συχνά επαναλάμβανε, «ο άνθρωπος είναι το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων» κάτι που αποτελούσε και το βασικό κανόνα του για τη διαμόρφωση των ανθρώπινων χαρακτήρων στα θεατρικά του.

Ετσι, η υψηλότερη, σε σύγκριση με άλλους κορυφαίους κομμουνιστές δημιουργούς, μαρξιστική θεωρητική, πολιτική και αισθητική συγκρότηση του Μπρεχτ, πολλά οφείλει στην πλεονεκτική του θέση. Γιατί ο Μπρεχτ, εκτός από το να διαθέτει, σαν γόνος αστικής οικογένειας, ένα ευρύ μορφωτικό υπόβαθρο, είχε την εξαιρετική τύχη να ζήσει στην πιο «θεωρητική» χώρα, όπως αποκαλούσε ο Μαρξ τη Γερμανία. Το σπουδαιότερο είναι ότι είχε την ευκαιρία να βρεθεί σε ένα από τα επίκεντρα της ταραχώδους γέννησης της νέας εποχής, της εποχής μας, που σηματοδοτείται από την είσοδο του καπιταλισμού στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο και τη νίκη στη συνέχεια της Οκτωβριανής Επανάστασης. Δύο κορυφαία γεγονότα που πυροδότησαν έντονη και εντατική ιδεολογική διαπάλη στους κόλπους της Κομμουνιστικής Διεθνούς όπως κι ανάμεσα σε επιφανείς διανοητές στον περίγυρο του Μπρεχτ, εκρηκτική επιστημονική - τεχνολογική πρόοδο και αστείρευτη επινοητικότητα και δυναμική στην τέχνη. Ο Μπρεχτ, δηλαδή, εκτός από το αδιαμφισβήτητο ταλέντο, την ευφυία, το χιούμορ και το συναίσθημα, βρισκόταν μπροστά στην πρόκληση να εξηγήσει και να επεξεργαστεί από τη σκοπιά του «νέου», στην πάλη του με το «παλιό», ένα εξαιρετικά πλούσιο σε κοινωνικές συγκρούσεις υλικό από δύο παγκόσμιους πολέμους, την ανάπτυξη και την ήττα του επαναστατικού κινήματος στη χώρα του, την προδοσία της σοσιαλδημοκρατίας, την καπιταλιστική κρίση, την άνοδο του φασισμού και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, διαθέτοντας ισχυρότατα κίνητρα για να μελετά, να εμβαθύνει, να ακονίζει και να αναπτύσσει το μαρξισμό μαζί με μια πρωτοφανή αφθονία σε μέσα και τεχνικές καλλιτεχνικής έκφρασης.

«Σε σκοτεινούς καιρούς και η τέχνη χρειάζεται να αποφασίσει»

Για όλα αυτά, μπορεί να πληροφορηθεί κανείς κυρίως στην πρώτη θεματική ενότητα της έκδοσης με τον τίτλο «Σε σκοτεινούς καιρούς και η τέχνη χρειάζεται να αποφασίσει», που αναφέρεται στην επικαιρότητα - διαχρονικότητα του έργου του Μπρεχτ και στο ιστορικό - κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εξελίσσεται διαλεκτικά η προσωπικότητα και η σκέψη του. Σ' αυτή την ενότητα παρουσιάζονται η πορεία της περιβόητης δημοκρατίας της Βαϊμάρης και ο ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας στην κατάπνιξη του επαναστατικού προλεταριακού κινήματος στη Γερμανία έως την παράδοση της κυβέρνησης στον Χίτλερ, σε συνάρτηση με τα πρώιμα έργα του Μπρεχτ που τον καταξίωσαν σαν θεατρικό συγγραφέα και την εξέλιξή του σε μαρξιστή, καθώς και οι επιρροές που δέχτηκε η τέχνη του από το λαϊκό θέατρο και συγκεκριμένα καλλιτεχνικά ρεύματα, πρωτοποριακά και όχι μόνο. Αξίζει να σταθεί κανείς στις αναφορές της έκδοσης πάνω στις εξαιρετικά επίκαιρες και διεισδυτικές θέσεις του Μπρεχτ για το φασισμό, τον πόλεμο και την καπιταλιστική κρίση, που αποσπάσματά τους ακούστηκαν στο πρώτο μέρος της σημερινής εκδήλωσης, αλλά και στη στάση του απέναντι στη Σοβιετική Ενωση. Μια στάση ουσιαστικής και όχι τυπικής υπεράσπισης, χωρίς ίχνος εξιδανίκευσης, αλλά και μακριά από τις «ουμανιστικές» και «φιλελεύθερες» μεμψιμοιρίες πολλών διανοουμένων και επιστημόνων που προσέγγισαν την ΕΣΣΔ την περίοδο των μεγάλων κατακτήσεων στις αρχές της δεκαετίας του '30, για να την εγκαταλείψουν όταν οξύνθηκε η εσωτερική της διαπάλη.

Γενικότερα ο Μπρεχτ δεν ταλαντευόταν στα δύσκολα. Οπου οι άλλοι δείλιαζαν και οπισθοδρομούσαν, εκείνος τραβούσε μπροστά, κάτι που ο ίδιος φαίνεται να το αποδίδει στη διαλεκτική λογική του. «Ο Φιλίπ είναι ένας νέος όχι ιδιαίτερα θαρραλέος, γιατί δεν έμαθε να σκέφτεται», γράφει στο θεατρικό του για την κομμούνα του Παρισιού «Οι Μέρες της Κομμούνας».

Σ' αυτήν την υλιστική διαλεκτική σκέψη του Μπρεχτ είναι αφιερωμένη η δεύτερη ενότητα της έκδοσης με τίτλο «Η σημαία της λογικής έχει χρώμα κόκκινο», που αναφέρεται στις φιλοσοφικές, αισθητικές, διαπαιδαγωγικές αντιλήψεις του Μπρεχτ. Με συγκεκριμένα παραδείγματα από το έργο του καταδείχνεται ότι ουσιαστικά συγκροτεί την ποιητική έκφραση της θεωρίας του μαρξισμού, μια δημιουργική καλλιτεχνική εφαρμογή της σε όλη την Ιστορία του 20ού αιώνα εκτός από το τελευταίο δραματικό πισωγύρισμα. Οχι μόνον του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού, αλλά και της θεωρίας της επανάστασης, όπως την επεξεργάστηκε ο Λένιν. Παρότι οι κάθε είδους μπρεχτολόγοι προσπαθούν να αποδώσουν τη διαλεκτική του Μπρεχτ στην ιδεαλιστική διαλεκτική του Χέγκελ και το μαρξισμό του στον αναθεωρημένο μαρξισμό του φίλου του Καρλ Κορς, διαγραμμένου από το 1926 στελέχους του ΚΚΓ, ο Λένιν αποδείχνεται πως ήταν ο βασικότερος φιλοσοφικός και πολιτικός καθοδηγητής του Μπρεχτ, ειδικά στην επεξεργασία της μεθόδου του για το θέατρο της επιστημονικής επαναστατικής δράσης. Γιατί ο σκοπός του θεάτρου του - όπως εύστοχα παρατηρείται σε αρκετές εισηγήσεις - είναι να χειραφετήσει τον υποκειμενικό παράγοντα, να εξωθήσει σε κοινωνική κίνηση το κοινό του, εκπαιδεύοντάς το πρώτα απ' όλα στο να σκέφτεται διαλεκτικά. Για τον Μπρεχτ η σημαία της λογικής έχει χρώμα κόκκινο, γιατί «από κάθε διαλεχτικοποιημένο πεδίο σκέψης φτάνει κανείς - αρκεί μόνο να βγάλει τα πολιτικά συμπεράσματα - στην επανάσταση».

Ετσι, αν ως σοσιαλιστικό ρεαλισμό ορίσουμε την τέχνη που μας μαθαίνει την τέχνη της ζωής, δηλαδή την τέχνη που διαμορφώνει μια ανθρώπινη προσωπικότητα ικανή να αλλάζει και να εξανθρωπίζει την κοινωνική πραγματικότητα, την τέχνη που διαπλάθει τον άνθρωπο δημιουργό της μοίρας του, τότε η τέχνη του Μπρεχτ είναι ο ορισμός του σοσιαλιστικού ρεαλισμού.

Οι πρωτοποριακές μορφές της τέχνης έχουν γι' αυτόν μεγάλη αξία, καθώς ενσωματώνουν ικανότητες πρόσφατα αποκτημένες από τους σύγχρονους ανθρώπους, όπως την ταυτόχρονη καταγραφή και το γρήγορο συνδυασμό των εμπειριών και γι' αυτό αξιοποίησε σε μεγάλο βαθμό τις τεχνικές τους, για παράδειγμα την τεχνική του μοντάζ. Ομως αυτό κάθε άλλο παρά σημαίνει ότι απομακρύνεται από το σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Αντίθετα τον αποκαθιστά και τον απελευθερώνει, απαλλάσσοντάς τον από τις φορμαλιστικές και νατουραλιστικές παραμορφώσεις που του επιβλήθηκαν από τον περιορισμένο - τουλάχιστον σε θέματα αισθητικής - μαρξισμό των Κομμουνιστικών Κομμάτων της Σοβιετικής Ενωσης και της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας και τις στενές αισθητικές αντιλήψεις του βασικού θεωρητικού τους για την τέχνη Γκέοργκ Λούκατς.

Ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός δεν είναι θέμα μορφής

Οπως υπογραμμίζεται σε σχετική εισήγηση, για τον Μπρεχτ ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός δεν είναι θέμα μορφής. Ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός είναι η τέχνη που ξεσκεπάζοντας το ιδεολογικό περιτύλιγμα της πραγματικότητας αποκαλύπτει τους κοινωνικούς νόμους, την κοινωνική αιτιότητα των καταστάσεων και των ανθρώπινων συμπεριφορών, που την εξουσιάζει η ταξική πάλη. Απαντώντας στον Λούκατς, που απέρριπτε ως παρακμιακά τα σύγχρονά του ρεύματα της τέχνης - εξπρεσιονισμό, μοντερνισμό, ρώσικη πρωτοπορία - και πρότεινε τη μίμηση των μεθόδων που χρησιμοποιούσαν οι ρεαλιστές του 19ού αιώνα, ο Μπρεχτ υπογράμμιζε πως «μια τεχνική που υπηρετούσε τη συγκάλυψη της κοινωνικής αιτιολογίας, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αποκάλυψή της». Μπροστά στο στόχο που πρέπει να έχει η τέχνη στη σύγχρονη, επιστημονική εποχή να αναπαρασταίνει την πραγματικότητα με μορφή που να την καθιστά εξουσιάσιμη από τους ανθρώπους, ο Μπρεχτ πολύ σωστά τόνιζε ότι ο δημιουργός θα πρέπει να είναι ελεύθερος να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα, παλιά και νέα, δοκιμασμένα και μη, είτε αυτά προέρχονται από την τέχνη, είτε έξω απ' αυτήν. Για όλους αυτούς τους λόγους ανεπιφύλακτα θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι μετά από τους Μαρξ και Ενγκελς, ο Μπρεχτ είναι ο σπουδαιότερος συνδιαμορφωτής της μαρξιστικής αισθητικής.

Οπως όμως φαίνεται από τα παραπάνω, η «στράτευση» είναι κάτι περισσότερο από ένα ζήτημα παρουσίασης σωστών πολιτικών απόψεων μέσα στο καλλιτεχνικό έργο. Πράγματι, ο λόγος για τον οποίο ο Μπρεχτ αποτελεί σταθμό - τον τελευταίο και αξεπέραστο ακόμη μέχρι τις μέρες μας - στην ιστορία της τέχνης και όχι μόνο της θεατρικής, δεν είναι μόνο η επιστημονική ακρίβεια με την οποία προσέλαβε και απέδωσε καλλιτεχνικά το μαρξισμό. Ο Μπρεχτ δεν μεταβάλλει επαναστατικά μόνο το πολιτικό περιεχόμενο της θεατρικής τέχνης, αλλά και τη μορφή της και πάνω απ' όλα τις λειτουργικές σχέσεις ανάμεσα στη σκηνή και το κοινό μετατρέποντάς το από παθητικό καταναλωτή ενός έτοιμου και τελειωμένου έργου τέχνης, σε συνεργάτη και συμπαραγωγό του. Τα έργα του Μπρεχτ, μοντέλα της ζωής, δεν είναι συμμετρικά τελειωμένα από μόνα τους, ακριβώς για να υποχρεώνουν το θεατή να κρίνει τα διαδραματιζόμενα και τους χαρακτήρες και να πάρει θέση απέναντί τους μέσα στο θέατρο και έξω απ' αυτό, στην αληθινή ζωή, στην ταξική πάλη. Ο Μπρεχτ, με άλλα λόγια, δε μας δείχνει απλά τη δυσάρεστη καπιταλιστική πραγματικότητα, αλλά αναπτύσσει και την ικανότητά μας για την αλλαγή της.

Η δική μας τέχνη δεν αρκείται στην αναγνώριση της πραγματικότητας

Αυτό το θέμα απασχολεί κατά κύριο λόγο την τρίτη θεματική ενότητα της έκδοσης, με τον τίτλο «Η δική μας τέχνη δεν αρκείται στην αναγνώριση της πραγματικότητας». Μια ενότητα που παρουσιάζει τα άλλα είδη και γένη της τέχνης που υπηρέτησε ο Μπρεχτ, την ποίηση, την παιδική και εφηβική λογοτεχνία, τα διδακτικά έργα και τη θεατρική διασκευή, δίνοντας όμως ένα ιδιαίτερο βάρος στη θεωρία του για το θέατρο και αποσαφηνίζοντας τη μέθοδο και τα εργαλεία που εισάγει για να επιτύχει τη ριζοσπαστική τομή του, όπως η έννοια της αποστασιοποίησης και ο ρόλος της μουσικής και του χορού.

Ο αναγνώστης του βιβλίου εύκολα θα καταλήξει σε ένα από τα βασικά συμπεράσματα του συνεδρίου, ότι η κοινωνική χρησιμότητα και επενέργεια της θεατρικής τέχνης του Μπρεχτ ξεπερνούν κατά πολύ αυτήν του παραδοσιακού θεάτρου, ακόμη κι αν το τελευταίο είναι στρατευμένο και σωστό πολιτικά. Κι αυτό γιατί η παραδοσιακή τέχνη του θεάτρου προσφέρει απλά πρότυπα προς μίμηση, μέσα από τη συναισθηματική ταύτιση. Η τέχνη του Μπρεχτ δε διεγείρει απλά τις αισθήσεις, δεν εμπνέει μόνο συναισθήματα και παρορμήσεις. Τα συναισθήματα ή η έτοιμη γνώση δεν αρκούν για να μείνει κανείς σταθερός σε μια υπόθεση. Το ζήτημα είναι να την ακολουθεί συνειδητά. Κι αυτή η συνειδητοποίηση έρχεται μόνο όταν προσπαθήσει να ανακαλύψει μόνος του την αλήθεια για την πραγματικότητα, να την κατακτήσει μέσα από το δικό του αγώνα. Στα έργα του Μπρεχτ ο θεατής σκέπτεται αισθανόμενος και αισθάνεται σκεπτόμενος.

Επειδή, όμως, ο στόχος της σημερινής παρουσίασης δεν είναι να αναπαραχθεί συνοπτικά όλο το περιεχόμενο του βιβλίου, αλλά να προκληθεί η διάθεση για να διαβαστεί, επιτρέψτε μου να προσθέσω μόνο κάτι τελευταίο. Η έκδοση αυτή είναι προϊόν μιας εργασίας, που κράτησε αρκετά χρόνια και προϋπέθετε μια ογκώδη μεταφραστική και μελετητική δουλειά από μια μεγάλη ομάδα φίλων και συντρόφων. Τελειώνοντας αισθανθήκαμε όλοι ότι άξιζε τον κόπο. Γιατί αυτό το ποιητικό λιοντάρι που «οι κακοί δεν έπαψαν να φοβούνται το πέλμα του και οι καλοί να χαίρονται το μεγαλείο του», μας έκανε πολύ πιο ικανούς να αγωνιστούμε για μια καλύτερη τέχνη και για μια καλύτερη τέχνη της ζωής, την τέχνη της «μεγάλης των τάξεων πάλης».


ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Η φωτογραφία και η προσβολή

1. Είδα κι εγώ τις νέες φωτογραφίες που έκαναν το γύρο των εφημερίδων με τους γνωστούς χρυσαυγίτες αγκαλιά με τη σβάστικα. Απ' όλες, αυτή που με έκανε να τα χάσω ήταν εκείνη στην οποία απεικονίζεται το νούμερο δύο της Χρυσής Αυγής Χρήστος Παππάς. Ποζάρει με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο του γνωστού νεκροταφείου των πεσόντων Γερμανών κατακτητών κατά τη διάρκεια της κατοχής της πατρίδας μας. Ο Παππάς χαιρετάει ναζιστικά και τους αποδίδει τιμές. Οταν έχεις γεννηθεί και μεγαλώσει στην Καισαριανή, είτε το θέλεις είτε όχι, κάθε μέρα πέφτεις πάνω στον τοίχο που εκτελέστηκαν οι διακόσιοι. Αυτό και μόνο κάνει τη φωτογραφία του Παππά ανατριχιαστική. Πώς επιτρέψαμε τέτοιου είδους αχρειότητα; Τι έχει συμβεί; Καταντήσαμε ασταθείς ψυχές; Δημοκράτες που όλα μπορούμε να τα κατανοούμε, υποκριτές που το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι οι διακοπές μας;

2. Δυστυχώς, έχει κερδίσει η άποψη ότι όλοι οι ηγέτες του Τρίτου Ράιχ ήταν χρόνιοι ψυχικά ασθενείς και έτσι δικαιολογείται η καταστροφική μανία και η τεραστίων διαστάσεων επιθετικότητά τους εναντίον όλων. Δεν θ' αργήσουμε κι εμείς να επιτηρούμε και να ελέγχουμε τους χρυσαυγίτες με ψυχοτεχνικές μεθόδους, δίνοντάς τους στο τέλος συγχωροχάρτια με μορφή τρελόχαρτου. Η τρέλα είναι μεγάλη οδύνη, και όποιος προσβάλλεται από αυτήν δεν μπορεί όχι τάγματα εφόδου να οργανώσει, με δολοφονίες και ξυλοδαρμούς, αλλά ούτε μια συγκροτημένη σκέψη να διατυπώσει. Οσοι καλλιεργούν ιδέες περί τρέλας των χρυσαυγιτών είναι επικίνδυνοι. Ο Παππάς είναι αμετανόητος, δεν περνά καμία τραγική κρίση κι ας βρίσκεται κλεισμένος στον Κορυδαλλό. Κακώς η γερασμένη Δημοκρατία μας έψαξε για επιβαρυντικά στοιχεία για να «δέσει» τους χρυσαυγίτες. Με την πρώτη δυναμική εμφάνιση των ταγμάτων εφόδου, έπρεπε να ασκήσει την ίδια δυναμική και να τους διαλύσει.

3. Ας παραδεχτούμε επιτέλους ότι ο πυρήνας του κράτους μας είναι φασιστικός. Οποιος θέλει να το διαπιστώσει δεν έχει παρά να κάνει μια επίσκεψη στη σχολή της αστυνομίας, η οποία είναι γνωστή για τον ειρωνικό και επιδεικτικό τρόπο, με τον οποίο συζητούνται και αντιμετωπίζονται ζητήματα δημοκρατίας... Με μεγάλη φροντίδα και επιδεξιότητα, το κράτος αποφεύγει να εκθέσει τον πυρήνα του στη βιτρίνα.

4. Ο εκφασισμός του κράτους ουδεμία σχέση έχει με τη γέρικη Δημοκρατία. Για το κόλπο αυτό, ας είναι περήφανοι οι τεχνικοί της εξουσίας. Η Δημοκρατία απλά δεν έχει λόγο ύπαρξης και σαπίζει. Αργά ή γρήγορα θα καταργούνταν από μόνη της. Εξάλλου, είχε όλα τα συμπτώματα. Οκνηρή, γεμάτη συμβιβασμούς, μεγαλωμένη σε στενότατο κύκλο χωρίς ίχνος επιρροής στην πολιτική σκηνή, απάλλαξε μόνη της τον εαυτό της από την ενεργό θητεία. Προς το παρόν, απλώς υφίσταται, σε λίγο μόλις θα διαφαίνεται, και έτσι αθόρυβα θα εξαφανιστεί.

5. Χωρίς την ανάγκη προσχημάτων, δεν περνάει ούτε μία μέρα χωρίς να δεχτούμε μια προσβολή από το κράτος ως προς τα θεμελιώδη δικαιώματά μας. Αυτό καθίσταται εφικτό, αφού το κράτος γνωρίζει πως ο πολίτης είναι καθηλωμένος και κοιτάζει μόνο τον εαυτό του. Αν δεν τελειώσει αυτή η αυτοπαρατήρηση και η αδράνεια, οι δυνάμεις του κράτους θα μαίνονται σε βάρος του και οι γνωστοί περιφερόμενοι ηλίθιοι θα τον επηρεάζουν με τις πολιτικές παραστάσεις τους, οδηγώντας την υπόθεσή του σε τεράστια πλάνη. Ο πολίτης πρέπει να επιμείνει πεισματικά ψυχρός και ακριβής ενάντια στη νέα μορφή θρησκείας που αναδύεται μέσα από την τραπεζική σκέψη.


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ