ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 29 Μάη 2021 - Κυριακή 30 Μάη 2021
Σελ. /40
«Για όσους ξέχασαν πως το ξεκίνημα έχει γίνει»

Το να μπορέσουμε να γίνουμε πιο ικανοί στο να δουλεύουμε μαζικά με τη στρατηγική μας, το Πρόγραμμά μας, προϋποθέτει να κατανοούμε ολόπλευρα το αντικειμενικό χαρακτηριστικό της εποχής μας, που είναι η ωρίμανση των υλικών προϋποθέσεων για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση παγκοσμίως, και στη χώρα μας. Αντικειμενικό, γιατί - όπως διδάσκει ο μαρξισμός-λενινισμός - δεν εξαρτάται ούτε από τη συνείδηση των μαζών (αν το κατανοούν δηλαδή ή όχι) ούτε από το συσχετισμό δυνάμεων στο κίνημα. Ετσι κι αλλιώς, η πραγματοποίηση της επαναστατικής ανατροπής της αστικής τάξης από το τιμόνι της εξουσίας έχει και αυτή τους «κανόνες» της, όπως ανέλυσε διεξοδικά ο Λένιν μιλώντας για την επαναστατική κατάσταση και τους όρους εμφάνισής της.

Τι σχέση μπορεί να έχουν τα παραπάνω με τη σημερινή άγρια πραγματικότητα που βιώνουν η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της παγκόσμια και στη χώρα μας, καθώς και με τη διεξαγωγή του 21ου Συνεδρίου του Κόμματός μας και τις Θέσεις του; Η απάντηση είναι: Αμεση!

Καταρχήν, γιατί μόνο υπό αυτό το πρίσμα μπορούν να κατανοηθούν οι τεράστιες αντιφάσεις της καθημερινότητας του λαού μας που, για παράδειγμα, δίνει ό,τι μπορεί από το υστέρημά του για να μορφώσει τα παιδιά του και αυτά καταλήγουν άνεργοι, υποαπασχολούμενοι, «ευέλικτοι», ακόμα και μετανάστες! `Η, άλλο παράδειγμα, θυσιάζει ό,τι έχει απομείνει από τον λεγόμενο «ελεύθερο χρόνο» (χρόνο απαραίτητο για ξεκούραση του ανθρώπινου οργανισμού αλλά και για συμμετοχή στην κοινωνική και πολιτική ζωή - εξίσου απαραίτητο στοιχείο για τις ανθρώπινες κοινωνίες) για επιπλέον χρόνο εργασίας (κάποιες φορές και με αυξημένη αμοιβή), όταν στον ίδιο χρόνο πλέον παράγει πολύ περισσότερο πλούτο (για το αφεντικό του).

Και ανάποδα: Πόσο χρήσιμοι θα ήταν όλοι αυτοί οι επιστήμονες (τα παιδιά μας) για την ίδια την κοινωνία και τις αυξημένες ανάγκες της, αν αξιοποιούνταν καθολικά στην παραγωγή, στην έρευνα και την παραπέρα ανάπτυξη αυτής, με σκοπό την κάλυψη των λαϊκών αναγκών; Πόσοι αρχιτέκτονες και μηχανικοί θα αξιοποιούνταν για να χτιστούν μαζικά σχολεία που θα πληρούν τους όρους της αντισεισμικής θωράκισης σε όλη τη χώρα; Νοσοκομεία. Κέντρα Υγείας. Και πόσοι εκπαιδευτικοί, γιατροί κ.λπ. θα χρειάζονταν για να επανδρώσουν όλα τα παραπάνω έτσι ώστε ο λαός μας να προλαμβάνει (παρά να θεραπεύει) ασθένειες. Τα παιδιά μας, να μορφώνονται και όχι να εξοντώνονται κ.ο.κ.

Πόσο χρήσιμοι για τη λειτουργία της ίδιας της κοινωνίας, τον έλεγχο της εξουσίας τους, θα ήταν οι εργαζόμενοι που αντί για 8 ώρες δουλειάς (ποιο 8ωρο; 10ωρο και απλήρωτο με τις «ανατροπές του αιώνα» που έρχονται!) θα δούλευαν 7 ή και λιγότερες ώρες, με αύξηση δικαιωμάτων, γιατί η εργασία τους, τους έχει δημιουργήσει αυτές τις συνθήκες πια;

Με άλλα λόγια, η δυσκολία της εποχής έγκειται ακριβώς στην αντίφαση από τη μια να κοινωνικοποιείται όλο και περισσότερο η εργασία και η παραγωγή, δημιουργώντας / αυξάνοντας τις δυνατότητες για καλυτέρευση των όρων ζωής για τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας και ταυτόχρονα, από την άλλη, οι όροι αυτοί διαρκώς να επιδεινώνονται γιατί ο σκοπός της παραγωγής παραμένει άθικτος - και είναι το κέρδος των καπιταλιστών. Η λύση των σημερινών αδιεξόδων ακούει στο όνομα σοσιαλισμός - κομμουνισμός!

Σε αυτήν την «εξίσωση», ένα Κομμουνιστικό Κόμμα που θέλει να είναι (και όχι απλά να λέγεται) επαναστατικό, οφείλει να κατανοεί την αντίφαση που δημιουργείται στη συνείδηση πρώτα και κύρια της εργατικής τάξης, αλλά να μην υποτάσσεται σε αυτή, παρά να παίρνει μέτρα βελτίωσης, αναβάθμισης της δουλειάς του, με τη στρατηγική του, με την πολιτική του, με το Πρόγραμμά του για τη ριζοσπαστικοποίησή της. Αυτό είναι και το ζητούμενο του 21ου Συνεδρίου. Να γίνουμε ικανότεροι ως κομμουνιστές. Να ανεβάσουμε τον πήχη των απαιτήσεών μας από τους ίδιους τους εαυτούς μας πρώτα και κύρια, γιατί έχει ανέβει ο πήχης των δυσκολιών που οι ίδιες οι συνθήκες (ιμπεριαλισμός, αντεπανάσταση) γεννούν. Αυτό δεν είναι μοιρολατρία και ηττοπάθεια. Θα ήταν, αν κλείναμε τα μάτια στην αντικειμενική πραγματικότητα. Αν ψάχναμε να εφεύρουμε άλλες αιτίες στα προβλήματα, άλλες λύσεις για τις σημερινές, επείγουσες ανάγκες της πλειοψηφίας του λαού μας.

Ο «αντίλογος» λέει να βάλουμε νερό στο κρασί μας. Το ΚΚΕ να διατηρήσει το Πρόγραμμά του για μια «άλλη ζωή» και να ενσωματωθεί σε μετωπικές συνεργασίες με προοδευτικές αστικές δυνάμεις (!), ακόμα και σε «προοδευτικά» κυβερνητικά αστικά σχήματα (!), στα πλαίσια ενός άλλου Προγράμματος (μίνιμουμ, μεταβατικό, προσωρινό, σημερινό... όπως θέλει το λέει ο καθένας) που θα συμβάλει στο ανέβασμα της συνείδησης της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, στο έδαφος εννοείται του καπιταλιστικού συστήματος!!! Ενα πρόγραμμα, δηλαδή, που θα περιγράφει για παράδειγμα (ίσως και) σωστά τις συνέπειες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης για το λαό, καλώντας τον να δώσει μάχη για την επιστροφή στην ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας, σαν να μην είναι αυτή που οδηγεί διαρκώς σε νέα κρίση (αφού είναι η ίδια η λειτουργία του καπιταλισμού που οδηγεί στις κρίσεις του και όχι μια εξωτερική παράμετρος που μπορεί να παίζει το ρόλο του επιταχυντή)! Ενα πρόγραμμα που θα αναλύει λεπτομερώς (πιθανόν) τις ανατροπές στα εργασιακά δικαιώματα και θα καλεί να διεκδικήσουμε αυτά που μας παίρνουν πίσω οι «νεοφιλελεύθερες» - «αντιδημοκρατικές» ή ό,τι άλλο κυβερνήσεις, λες και το τσάκισμα των δικαιωμάτων δεν είναι προαπαιτούμενο για τη θωράκιση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, αλλά προβληματική πολιτική μιας κυβέρνησης!

Τα ζήσαμε όλα αυτά πριν από μερικά χρόνια. Οταν ακριβώς αυτές οι λογικές διαφόρων «αριστερών» δυνάμεων οδήγησαν στην ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση για να συνεχίσει με επιτυχία το έργο των προηγούμενων. Τα έχουμε βιώσει στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα - τμήμα του οποίου είμαστε και εμείς ως Κόμμα - με συμμετοχή σε αστικές κυβερνήσεις που όχι μόνο δεν συνέβαλαν στη ριζοσπαστικοποίηση των εργατικών συνειδήσεων, αλλά οδήγησαν σε μεγαλύτερη ακόμα υποχώρηση, τις συνέπειες της οποίας πληρώνουμε ακόμα και σήμερα. Τα γνωρίζουμε καλά πλέον τα αποτελέσματα αυτού του δρόμου, γιατί σε αντίθεση με κάποιους άλλους, εμείς μελετάμε την Ιστορία του Κόμματος με την περηφάνια που σε γεμίζουν ο ηρωισμός, η ανιδιοτέλεια και η αυτοθυσία των συντρόφων μας, προκειμένου να βγάλουμε τα σωστά συμπεράσματα για τη δράση μας στο σήμερα! Ετσι εξάλλου τιμάται η Ιστορία του Κόμματός μας: Οταν συνεχίζεις σε πείσμα των καιρών να μάχεσαι με όπλο τον μαρξισμό - λενινισμό και τον προλεταριακό διεθνισμό για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης και του λαού μας από τα δεσμά της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης!

Το «ξεκίνημα» έγινε με την Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία το 1917, όταν έσπασε ο πάγος και χαράχτηκε ο δρόμος! Τώρα, η μόνη ευχή που μπορεί να πιάσει τόπο είναι: Καλή συνέχεια σε αυτόν το δρόμο!


Φωτεινή Τσώλου
Μέλος του Γραφείου της Επιτροπής Περιοχής Δυτικής Ελλάδας του ΚΚΕ

Για τη λειτουργία των ΚΟΒ

Οσον αφορά προβλήματα λειτουργίας των ΚΟΒ, εξασφάλισης σταθερής καθοδηγητικής βοήθειας, σωστά λέμε: το ΤΓ, η ΤΕ πρέπει να έχουν μεγαλύτερη έγνοια, να τροφοδοτούν πιο ουσιαστικά τη συζήτηση στα Γραφεία των ΚΟΒ, στις ΚΟΒ, ώστε να αναβαθμιστεί συνολικά το περιεχόμενο και η λειτουργία τους.

Ενα θέμα είναι τι συζητάμε στις συνεδριάσεις των ΚΟΒ, ότι πολύ συχνά υπό το βάρος των άμεσων καθηκόντων, μένουμε απλά σε ένα καθηκοντολόγιο, χωρίς να γίνεται κατανοητό από όλους γιατί τα κάνουμε και πώς, με αποτέλεσμα να χωλαίνουμε στην υλοποίηση.

Π.χ. συχνά στεκόμαστε κυρίως σε πρακτικά ζητήματα, όπως «το συνδικάτο δεν ανοίγει». `Η ακόμη κι εκεί που μπορεί να ξεφεύγουμε από τέτοια, ωστόσο στο σχέδιο δράσης μένουμε στα ίδια. Αυτού του είδους η συζήτηση αντικειμενικά βάζει ταβάνι στη δράση μας. Λόγω των δυσκολιών λέμε: μέχρι εκεί μπορούμε, θα κάνουμε αυτά που κάνουμε πάντα κι αν μας προκύψει κάτι έχει καλώς.

Απαιτείται καθοδηγητική βοήθεια και έλεγχος, ώστε η ΚΟΒ συλλογικά να καταρτίζει ολοκληρωμένο σχέδιο, με καταμερισμό, δίνοντας και την απαραίτητη βοήθεια στα κομματικά μέλη για να το υλοποιήσουν. Να βρίσκουμε τρόπους να ξεπερνάμε δυσκολίες, βάζοντας στόχο κάθε φορά να κάνουμε κάτι παραπάνω απ' αυτά που νομίζουμε ότι μπορούμε, για να δούμε αν θα έχουμε κι αποτελέσματα, ξέροντας φυσικά ότι δεν παίζουμε μπάλα μόνοι μας.

Ενα θαρρετό πολιτικό άνοιγμα ωθεί και την ανάγκη για κουβέντα με κόσμο, άρα την ανάγκη για να εμπλουτίζεται ο εξοπλισμός μας με επιχειρηματολογία, για την ιδεολογική - πολιτική θωράκιση, για να αναδεικνύεται γιατί πρέπει να διαβάζουμε κ.ά.

Απαιτείται καλή γνώση του χώρου ευθύνης κάθε ΚΟΒ. Αυτό σημαίνει όχι μόνο καταγραφή χώρων δουλειάς, αλλά και πόσοι εργάζονται, τι προβλήματα αντιμετωπίζουν, τι ιδεολογήματα συναντάμε, πώς παρεμβαίνει η εργοδοσία. Ολα αυτά πρέπει να κωδικοποιούνται, να εντάσσεται έγκαιρα στο σχέδιο της ΚΟΒ το πώς απαντάμε, πώς ανοίγουμε τη δική μας διέξοδο, επικεντρώνοντας ταυτόχρονα σε ορισμένους χώρους.

Δηλαδή, καλύτερα οι ΚΟΒ, με καθοδηγητική ευθύνη, να συζητάνε τακτικά και πιο συγκεκριμένα με βάση τι έχουν στον χώρο τους (εργοτάξια, γιαπιά, τεχνικές εταιρείες), τι βήματα κάνουμε, τι κόσμο ξεχωρίζουμε, πώς τους δουλεύουμε.

Ενας τέτοιος τρόπος δουλειάς θα βοηθήσει να παρεμβαίνουμε ενιαία και ολοκληρωμένα, να είμαστε πιο προετοιμασμένοι να απαντήσουμε σε αυτά που συναντάμε. Ολα αυτά θα ζωντανέψουν την ίδια τη συζήτηση μέσα την ΚΟΒ, θα ανεβάσουν και τις απαιτήσεις.

Πολλές φορές μια ΚΟΒ δεν γνωρίζει καλά τον συνολικό σχεδιασμό του Τομέα, την πείρα που βγαίνει από την συνολική παρέμβαση, από τις μάχες που δίνουμε. Επίσης, δεν συζητιούνται καλά τα συμπεράσματα από την πάλη σε μέτωπα όπως της Υγείας, της Παιδείας, του περιβάλλοντος κ.ά. σε διάφορες περιοχές. Αυτά φυσικά θα πρέπει να εξειδικεύονται στην κάθε ΚΟΒ, όμως καμιά φορά γίνονται εμπόδιο για να μην κάνουμε κάτι πέρα από τα συνηθισμένα.

Μιλάμε για ένα ενιαίο σχέδιο παρέμβασης - οικοδόμησης στους μεγάλους κατασκευαστικούς ομίλους, που περιλαμβάνει τα μεγάλα έργα που εκτελούν, αλλά και τους εργολάβους που χρησιμοποιούν σ' αυτά τα έργα και τους συναντάμε συνεχώς μπροστά μας. Με προσπάθεια να ενοποιήσουμε - παρά τις δυσκολίες από τις διαφοροποιήσεις - την παρέμβασή μας στους εργαζόμενους όλων των ειδικοτήτων, στους ομίλους και στους εργολάβους, στα εργοτάξια και τα γραφεία τους.

Πρέπει να καταφέρουμε να φτάσουν όλες οι ΚΟΒ να δουλεύουν για αυτόν τον κοινό στόχο, η καθεμιά με το μερίδιο που της αναλογεί, αλλά με συντονισμό δυνάμεων και με κοινή παρέμβαση, που δεν είναι μόνο η κοινή εξόρμηση.

Η δουλειά στη γειτονιά μπορεί να βοηθήσει την παρέμβαση μέσα στους ομίλους. Πώς; Σχεδόν σε κάθε περιοχή, έχουμε επαφή, δεσμούς με εργαζόμενους σε όλες τις μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες. Η δουλειά με έναν τέτοιο άνθρωπο, μπορεί να μην αλλάζει την κατάσταση σε μια περιοχή, αλλά παίζει ρόλο στην οικοδόμηση μέσα στον όμιλο, εφόσον βέβαια η αντίστοιχη ΚΟΒ γνωρίζει το συνολικό σχέδιο, αλλά κι εφόσον η πείρα της κάθε ΚΟΒ γενικεύεται.

Αντίστροφα, η δουλειά μας στους ομίλους μπορεί να δώσει ώθηση στη δουλειά μας και σε επίπεδο γειτονιάς, κατοικίας, έξω από το χώρο δουλειάς. Π.χ. βοηθάει να φέρνουμε στο κάδρο την εργοδοσία του κλάδου όταν μιλάμε με εργαζόμενους από μικρούς χώρους δουλειάς (στη συμβατική οικοδομή, σε μικρά τεχνικά γραφεία).

Εδώ πρέπει να δούμε πώς οι εξελίξεις στους κατασκευαστικούς ομίλους γίνονται γνωστές στις ΚΟΒ. Χωρίς να πνιγόμαστε μέσα σε πάρα πολλές πληροφορίες, αλλά να καταδεικνύουμε την ουσία, ότι τα συμφέροντα των μετόχων των μονοπωλίων, ακόμα κι όταν διαφωνούν ή συγκρούονται μεταξύ τους, είναι διαμετρικά αντίθετα από τα συμφέροντα των εργατών, άρα οι εργάτες δεν πρέπει να περιμένουν από κανέναν «καλό εργοδότη, μέτοχο, εταιρεία». Ισα - ίσα η πείρα δείχνει ότι τις αναδιαρθρώσεις σε διάφορες εταιρείες οι εργαζόμενοι τις πληρώνουν. Κι επίσης κι από αυτές τις εξελίξεις φαίνεται ότι λεφτά υπάρχουν αλλά όχι για τους εργάτες, τρελά λεφτά βγαλμένα από τη δουλειά των εργατών, που στον καπιταλισμό και στην τωρινή κρίση παραμένουν κεφάλαια που λιμνάζουν. Την ίδια ώρα που η εργοδοσία του κλάδου, όχι μόνο δεν «αντέχει» να υπογράψει κλαδική ΣΣΕ με αυξήσεις, αλλά ζητάει και κρατική στήριξη, δηλαδή πάλι λεφτά των εργαζομένων, για να ξεπεράσει την κρίση. Ολα αυτά βοηθάνε να ανοίγουμε καλύτερα την αντιπαράθεση και με την κυβερνητική πολιτική αναφορικά με τον κλάδο μας.

Γίνονται φανερές οι απαιτήσεις της ιδεολογικής - πολιτικής παρέμβασής μας, ώστε κατ' αρχάς να εξηγούμε γιατί πολλοί εργαζόμενοι τηρούν στάση αναμονής, δηλ. όπως λέμε: «δεν κινητοποιούνται».

Ομως, εδώ πρέπει να σκεφτούμε περισσότερο πώς εμείς δουλεύουμε με τέτοιον κόσμο, με κόσμο ευρύτερα που δεν είναι ΚΚΕ. Αν εμείς κάνουμε τη δουλειά που πρέπει, βλέποντας την προοπτική να συστρατευτούν ή ακόμα και να ενταχτούν μελλοντικά στο Κόμμα, που αυτό προϋποθέτει να ανοίγουμε ολοκληρωμένα την πολιτική μας.

Π.χ. για τις εξελίξεις στα Ελληνοτουρκικά, λένε ορισμένοι, κυρίως μετανάστες εργάτες του κλάδου για τις ΑΟΖ και τα χωρικά ύδατα: «Θα βάλουν παλούκια στη θάλασσα να τη χωρίσουν; Δε γίνεται, η θάλασσα είναι για όλους». Καταλαβαίνουν ότι οι λαοί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα μεταξύ τους κι ότι πρέπει να πάρουν την εξουσία, για να ζουν ειρηνικά και να αξιοποιούν από κοινού τις πλουτοπαραγωγικές πηγές; `Η φοβούνται - ακόμα κι αν δεν το παραδέχονται - και η σκέψη τους καταλήγει στη λογική του «να τα βρουν οι αστικές τάξεις μεταξύ τους, να γίνει συνεκμετάλλευση, διευθέτηση, ώστε να αποφευχθεί ένας πόλεμος»;

Αρα, πρέπει εμείς να δούμε βαθύτερα τέτοιες πλευρές στην παρέμβασή μας, να αναδείξουμε μια σειρά ζητήματα: την όξυνση των ανταγωνισμών, την εμπλοκή της χώρας στα σχέδια ΝΑΤΟ-ΗΠΑ-ΕΕ, την ανάπτυξη για ποιον, τη στρατηγική σύγκλιση όλων των αστικών κομμάτων, καλλιεργώντας την πραγματική διέξοδο. Κι όλα αυτά μέσα από την πάλη για καθημερινά προβλήματα.


Νίκος Μπουκουβάλας
Μέλος της Επιτροπής Περιοχής της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ, Γραμματέας της ΤΕ Κατασκευών

Ορισμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά για την επαναστατική συγκρότηση του ΔΚΚ

Οπως τονίζεται στο 1ο κείμενο των Θέσεων της ΚΕ για το 21ο Συνέδριο, το Κόμμα μας ως μέρος του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος (ΔΚΚ) διατρέχει μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της Ιστορίας του. Ενας σημαντικός παράγοντας, όπως αναφέρεται στο κείμενο είναι η μεγάλη υποχώρηση του κομμουνιστικού κινήματος όπως και η καθυστέρηση της επαναστατικής, ιδεολογικής - πολιτικής ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος σε διεθνές επίπεδο (Θέση 2).

Επίσης, στο 2ο κείμενο των Θέσεων και συγκεκριμένα στη Θέση 18, αναδεικνύονται πλευρές της αρνητικής κατάστασης και των δυσκολιών που υπάρχουν για την επαναστατική ανασυγκρότηση του ΔΚΚ, όπως είναι η μη ύπαρξη επαναστατικού προγράμματος από πολλά ΚΚ ή η ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική τους συγκρότηση να μην συνάδει με τα κομμουνιστικά χαρακτηριστικά κ.ά. Σημαντική πτυχή της δυσκολίας της επαναστατικής συγκρότησης του ΔΚΚ είναι επίσης ότι πολλά ΚΚ δεν έχουν βγάλει συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ και της στρατηγικής του ΔΚΚ, στηριγμένα σε βασικές αρχές της θεωρίας μας (θέση 19), όπως πραγματοποίησε το κόμμα μας στο 18ο Συνέδριό του το 2008.

Την ίδια στιγμή, στην αντίπερα όχθη, η αστική τάξη και τα κόμματά της, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις υπόλοιπες χώρες ανά τον κόσμο, χύνουν τόνους μελάνι ώστε να συκοφαντήσουν, διαστρεβλώσουν και επιτεθούν στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ, τη λειτουργία και δράση των ΚΚ, με το πιο πρόσφατο παράδειγμα το αίτημα του Γενικού Εισαγγελέα και υπουργού Δικαιοσύνης της Πολωνίας να απαγορευθεί το ΚΚ Πολωνίας. Η ΕΕ πρωτοστατεί στον αντικομμουνισμό, με την εξίσωση φασισμού - κομμουνισμού μέσω μιας σειράς ψηφισμάτων και δράσεων δεκαετιών, όπως το ψήφισμα που εγκρίθηκε στο Ευρωκοινοβούλιο τον Σεπτέμβριο του 2019 και παρουσιάζεται ο Β' ΠΠ ως η απαρχή «της κατοχής επί πολλές δεκαετίες χωρών της Ευρώπης».

Η εξίσωση φασισμού - κομμουνισμού, η επίθεση στα ΚΚ και στον σοσιαλισμό που οικοδομήθηκε, από την αστική τάξη, την ΕΕ και άλλους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς έχει διεθνή αντίκτυπο. Εάν μιλούσαμε, για παράδειγμα, με έναν εργαζόμενο από την Πορτογαλία, την Πολωνία ή κάποιας άλλης ευρωπαϊκής χώρας ή μη, όπου δεν γνωρίζει τα επιτεύγματα και την προσφορά του Σοσιαλισμού στο 20ό αιώνα, την καθοριστική συμβολή της ΕΣΣΔ στον Β' ΠΠ και στην Αντιφασιστική Νίκη των Λαών, το πιθανότερο θα ήταν να αντιμετωπίζαμε την ίδια επιχειρηματολογία που συναντάμε καθημερινά στους χώρους που δρούμε ακόμα και καλοπροαίρετα, περί ανελεύθερων ή δικτατορικών καθεστώτων, για την αποτυχία οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ κ.ά.

Αναδεικνύεται ότι η αστική τάξη διεθνώς έχει επεξεργασμένη στρατηγική με την οποία χτυπάει το ΔΚΚ, τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό, συσκοτίζοντας και διαστρεβλώνοντας τις κατακτήσεις στην ΕΣΣΔ και τις πραγματικές αιτίες των αντεπαναστατικών ανατροπών την περίοδο 1989 - 1991. Απέναντι στην επίθεση του καπιταλισμού, το ΔΚΚ αδυνατεί, μέχρι στιγμής, να αντιπαραθέσει μια επαναστατική στρατηγική ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος, να αναπτύξει το επαναστατικό κίνημα της εργατικής τάξης με την πρωτοπόρα δράση των ΚΚ, με έναν ενιαίο συντονισμό και οργάνωση όπως υπήρξε η Κομμουνιστική Διεθνής (ΚΔ) στον 20ό αιώνα με τις όποιες αδυναμίες, μέσα από τη συγκρότηση ενός διακριτού πόλου.

Η αλήθεια είναι ότι και στις αρχές του 20ού αιώνα - την περίοδο ίδρυσης της ΚΔ - υπήρχε η επίθεση των αστικών τάξεων στη δράση και λειτουργία των ΚΚ, η υπονομευτική στάση και δράση του οπορτουνισμού ακόμα και η αδύναμη χάραξη επαναστατικής στρατηγικής πολλών «νεαρών» τότε ΚΚ. Παρ' όλα αυτά υπήρχαν κάποια ποιοτικά χαρακτηριστικά τα οποία αποτέλεσαν καθοριστικά για την επαναστατική συγκρότηση του ΔΚΚ.

Πρώτο και μεγαλύτερης σημασίας ποιοτικό χαρακτηριστικό αποτέλεσε η Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία το 1917, η οποία απέδειξε ότι η εργατική τάξη, σε συμμαχία με τη φτωχή αγροτιά, είναι η πρωτοπόρα τάξη που μπορεί να καταργήσει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και να οικοδομήσει τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό. Η Σοσιαλιστική Επανάσταση άλλαξε τη διεθνή κατάσταση και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την ίδρυση της ΚΔ.

Η καθοδήγηση της επαναστατημένης εργατικής τάξης από το ΚΚ Μπολσεβίκων ανέδειξε άλλο ένα εξίσου σημαντικό ποιοτικό χαρακτηριστικό, την αναγκαιότητα ενός επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης «Κόμματος Νέου Τύπου», με επεξεργασμένη επαναστατική στρατηγική. Η διεθνής απήχηση της σοσιαλιστικής επανάστασης υπό την καθοδήγηση του ΚΚ Μπολσεβίκων έδωσε ώθηση σε πολλά ΚΚ να επεξεργαστούν τη στρατηγική τους και να διεξάγουν σκληρή ιδεολογικοπολιτική διαπάλη με τις σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις μέσα στα τότε ΚΚ ακόμα και εάν ΚΚ δεν κατάφεραν πλήρως να επικρατήσουν ή αποκοπούν από τις σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις.

Η συγκρότηση και χάραξη επαναστατικής στρατηγικής, ακόμα και με αδυναμίες, από τα ΚΚ αποτέλεσε αποφασιστικής σημασίας για τη δραστήρια παρέμβαση των κομμουνιστών στην εργατική τάξη και την αλλαγή του συσχετισμού δύναμης υπέρ των ταξικών δυνάμεων μέσα στα Σοβιέτ και τις οργανώσεις της εργατικής τάξης.

Αλλο ένα ποιοτικό στοιχείο για τη συγκρότηση της ΚΔ αποτέλεσε η άνοδος του επαναστατικού κινήματος της εργατικής τάξης και σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα στην Φινλανδία, στη Γερμανία και την Ουγγαρία, με τα ΚΚ να ηγούνται αυτής της επαναστατικής ανόδου. Επίσης, στα τέλη της δεύτερης δεκαετίας του 20ού αιώνα είχαν ξεσπάσει μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις και απεργίες σε πολλές χώρες της Ευρώπης, όπου η εργατική τάξη κατάφερε να αποσπάσει σημαντικές κατακτήσεις.

Τα παραπάνω αποτελούν κάποια ποιοτικά χαρακτηριστικά, τα οποία ήταν καθοριστικής σημασίας για τη συγκρότηση της ΚΔ, η μελέτη για την οποία χρειάζεται να συνεχιστεί και να βαθύνει. Μας δίνουν όμως επίγνωση και συναίσθηση για ποιους λόγους η επαναστατική συγκρότηση του ΔΚΚ σήμερα «περπατάει» με αργό βηματισμό και της αρνητικής κατάστασης που υπάρχει, όπως αναδεικνύονται και περιγράφονται από τις θέσεις του 21ου Συνεδρίου.

Για την επαναστατική συγκρότηση του ΔΚΚ απαιτείται όμως κάθε ΚΚ να διεξάγει τον αγώνα πρώτα και κύρια στο εσωτερικό της κάθε χώρας. Με βάση αυτό, ο αγώνας μας στην Ελλάδα για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, τη διαμόρφωση προϋποθέσεων για τη ριζική ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, την αποδέσμευση από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και η πάλη για τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό, θα αποτελεί το πιο τρανό παράδειγμα του διεθνιστικού μας χαρακτήρα.

Καλή συνέχεια και επιτυχία στις εργασίες του 21ου Συνεδρίου!


Λάμπρος Τασιόπουλος
Γραμματέας της ΚΟΒ Ερευνητικών Κέντρων Αττικής του ΚΚΕ

Σκέψεις για την αναβάθμιση της δράσης μας

Τα βήματα στη στρατηγική του κόμματος κατά το 19ο Συνέδριο, οι επεξεργασίες μας (Δοκίμια, εκδόσεις, διακηρύξεις της ΚΕ) και η επαλήθευσή τους από την ίδια τη ζωή, ιδίως μετά το 2015, επιτρέπουν την επικέντρωση στην αναβάθμιση του Κόμματος, στον θαρρετό εντοπισμό αδυναμιών και στη γενίκευση των θετικών παραδειγμάτων. Υπό την προϋπόθεση πάντα της επαγρύπνησης και της φροντίδας για την ιδεολογική ενότητα του Κόμματος, όπως παρουσιάζεται στη Θέση 23.

Τα τρία κείμενα της ΚΕ εύστοχα καταπιάνονται με μια σειρά ζητήματα. Θα σταθώ σε μερικά. Χρειάζεται να βλέπουμε στο έδαφος ή στον κλάδο ποια γεγονότα και ποια προβλήματα επιβεβαιώνουν τις θέσεις μας, να βλέπουμε τι σημαίνει σε κάθε περίπτωση «αντιλαϊκή πολιτική», να υπολογίζουμε τι θα μπει σε μια κομματική ανακοίνωση και τι θα προταθεί ως ανακοίνωση ενός σωματείου, και να σχεδιάζονται στη συνέχεια κατάλληλες πρωτοβουλίες. Αυτό δεν μπορεί να το κάνει μια Επιτροπή Περιοχής μόνη της, αντικειμενικά δεν μπορεί μόνη της να έχει εικόνα από παντού. Χρονικά προηγείται το έργο κάθε μέλους, κάθε ΚΟΒ και κάθε Τομεακής, και ακολουθεί ασφαλώς η απόφαση για όποια πρωτοβουλία από τα παραπάνω συλλογικά όργανα.

Εξίσου, χρειάζεται να εντοπίζει το κάθε μέλος ή στέλεχος οτιδήποτε αφορά το Κόμμα από γόνιμους προβληματισμούς και απορίες ως την πίεση και τη συκοφαντία, για να δίνονται συλλογικά διευκρινίσεις ή να απαντώνται επιθέσεις. Αν δεν βλέπουμε την πίεση προς το κόμμα σημαίνει αδυναμία μας να εντοπίσουμε τον τρόπο με τον οποίο κάθε φορά αυτή η πίεση εκδηλώνεται, όχι ότι δεν υπάρχει. Οσο υπάρχει αστικό σύστημα θα υπάρχει και πίεση. Για παράδειγμα, η διατύπωση «ατομική ελευθερία» ουδέποτε χρησιμοποιείτο από το κομμουνιστικό ακόμη και από το ΕΑΜικό κίνημα. Οι κομμουνιστές χρησιμοποιούσαν τη διατύπωση «λαϊκές ελευθερίες». «Ατομική ελευθερία» σημαίνει διαφορετική ελευθερία για κάθε άτομο, άρα όχι συλλογικές συμβάσεις στο διά ταύτα. Επίσης, η διατύπωση «να πέσει η κυβέρνηση» ως μόνο αίτημα με όση κριτική και αν συνοδευτεί στον ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει «στήριξη στον ΣΥΡΙΖΑ» ως αναγκαίο μέσο για να πέσει η κυβέρνηση. Χρειάζεται επίσης κατά τη διαπάλη με άλλες δυνάμεις να εντοπίζουμε σε κινήσεις, τακτικές, ακόμη και σε μεμονωμένες φράσεις, τις λογικές του οπορτουνισμού ή της σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης, να ασκούμε κριτική επί του συγκεκριμένου και έπειτα να γενικεύουμε, τότε γινόμαστε και πιο κατανοητοί. Αν μένουμε μόνο στη γενική καταγγελία δεν πείθουμε.

Επιπλέον, χρειάζεται σε κάθε ΤΟ οι ομιλίες, τα δελτία Τύπου, οι ανακοινώσεις, τα άρθρα, οι φωτογραφίες κ.ά. να ενσωματώνουν προφανώς τη γραμμή μας, χρειάζεται όμως να εμπλουτίζονται επιπρόσθετα με βάση το χώρο δράσης, τη χρονική φάση και τις διαθέσεις, χρειάζεται ακόμη να υπάρχει μεράκι και ετοιμότητα. Χρειάζεται εν γένει να γεννά το μυαλό μας όσα βοηθούν για να ακουστεί μια παρέμβασή μας, για να διαβαστεί ένα κείμενό μας, για να πηγαίνει η γραμμή μας σε περισσότερους. Τα σημεία στα οποία βελτιωθήκαμε το προηγούμενο διάστημα (εκδηλώσεις για τα 100χρονα, Φεστιβάλ, παραγωγές της Κ.Ε., podcast, αντανακλαστικά του Γραφείου Τύπου, ομιλίες στη Βουλή) δείχνουν πόσα μπορούμε να κάνουμε σε όλη την κλίμακα του Κόμματος.

Μια προϋπόθεση για να προχωρούν όλα τα παραπάνω είναι η ιδεολογική μας συγκρότηση (προγραμματικές επεξεργασίες, βιβλία από τη «Σύγχρονη Εποχή», «Ριζοσπάστης»). Οσο αφομοιώνουμε την πολιτική μας αντίληψη και ειδικότερα την αντίληψή μας για την Ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, τόσο θα ξεχωρίζουμε ποια βοηθούν την αντίληψή μας και ποια την πολεμούν, θα ξεχωρίζουμε το ταξικά κρίσιμο από τις σύνθετες εξελίξεις των ημερών μας, θα «μετράμε» τις διαθέσεις. Οσο παρακολουθούμε τα Μέσα του Κόμματος και τον καθημερινό «Ριζοσπάστη» τόσο θα βρίσκουμε επιχειρήματα, γεγονότα, πρωτοβουλίες Οργανώσεων, οι οποίες απέδωσαν ή δυσκολίες και τρόπους για το ξεπέρασμά τους.

Δύο ακόμη παραδείγματα είναι χρήσιμα από την Κεφαλονιά όπου εργαζόμουν τα τελευταία χρόνια. Το φθινόπωρο πραγματοποιήθηκαν πετυχημένες κινητοποιήσεις στη Σάμη Κεφαλονιάς ενάντια στην εγκατάσταση ανεμογεννητριών στις οποίες συμμετείχαν και άλλες δυνάμεις και ευρύτερος κόσμος. Η εγρήγορση της εδαφικής ΚΟΒ να δει το πλησίασμα του καραβιού, το οποίο μετέφερε τις ανεμογεννήτριες, και να στήσει το πρώτο «μπλόκο», και η προηγηθείσα ενημέρωση από τον εκλεγμένο με τη «Λαϊκή Συσπείρωση» στο λιμενικό ταμείο για τον επικείμενο ελλιμενισμό του καραβιού μέτρησαν σημαντικά. Πιο συγκεκριμένα, μας βοήθησαν να πρωταγωνιστήσουμε και στις επόμενες φάσεις των κινητοποιήσεων (ματαίωση του καθ' υπόδειξιν της εταιρείας Δημοτικού Συμβουλίου, απομάκρυνση του καραβιού), αφόπλισαν όσους θα ήθελαν ενδεχομένως να μας επιτεθούν πολιτικά, μας έδωσαν τη δυνατότητα να μιλήσουμε και για την ανάγκη κοινωνικής ιδιοκτησίας του φυσικού πλούτου, πέρα από την εξαιτίας των ανεμογεννητριών οικολογική καταστροφή.

Η τοπική ΕΛΜΕ επίσης στην Κεφαλονιά εκλέγει εδώ και χρόνια στη διοίκησή της, με αυτοδυναμία, το ψηφοδέλτιο το οποίο στηρίζει το ΠΑΜΕ, παρεμβαίνει για όλα τα θέματα των εκπαιδευτικών (ακόμη και σε θέματα όπως η σίτιση ή η μετακίνηση), πραγματοποιεί εκδηλώσεις, στηρίζει άλλα σωματεία, είναι εν γένει πανταχού παρούσα. Βοήθησε σε αυτά η λειτουργία από την περίοδο του 20ού Συνεδρίου και πρωτύτερα της αντίστοιχης κομματικής οργάνωσης (τακτικές συνεδριάσεις, ιδεολογικά μαθήματα, σταθερή - συγκινητική παρουσία στελεχών, διαπαιδαγώγηση νεότερων μελών).

Γράφουν οι Θέσεις ότι το Κόμμα δρα στη πιο δύσκολη περίοδο της Ιστορίας του. Μια πτυχή αυτής της δυσκολίας είναι και ο αντικομμουνισμός. Η ευκολία για παράδειγμα με την οποία εκτοξεύονται συκοφαντίες σε βάρος μας, παρότι επανειλημμένα η πραγματικότητα τις διαψεύδει, οφείλεται στην κυριαρχία της αστικής αντίληψης και στην αναπαραγωγή της από πολυάριθμες διαδικασίες και μηχανισμούς. Εδώ και χρόνια όμως «ορθώσαμε ανάστημα» απέναντι στον αντικομμουνισμό. Χάρη και σε αυτό εμφανίζονται σήμερα κάποιες αντιστάσεις και σε έναν κόσμο πέρα από εμάς σε θέματα όπως η «εξίσωση φασισμού - κομμουνισμού», ο «αντικομμουνισμός της ΕΕ», τα κάθε λογής «ευτυχώς ηττηθήκαμε». Χρειάζεται σήμερα η δουλεία όλων των Τμημάτων της ΚΕ, να διευρυνθεί και η ίδια (π.χ. με την Ιστορία του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος για το Τμήμα Ιστορίας) και να απλωθεί κατά το δυνατόν σε κάθε ΕΠ και ΤΕ για να προωθείται η αντίληψή μας, για να μπολιάζεται με αυτήν η καθημερινή μας δράση, για να θωρακιζόμαστε, για να ενισχύεται η ιδεολογική μας αυτοπεποίθηση και να αντιμετωπίζεται ο αντικομμουνισμός, όπου εμφανίζεται. Να ψάξουμε γύρω μας οι οργανώσεις ερευνητές και ανθρώπους με ικανότητα να βοηθήσουν, υπάρχουν.

Το Κόμμα μας βρίσκεται συνεχώς σε μια αναμέτρηση, όσα κατακτά τα κατακτά με αγώνα και κόπο. Με την ίδια ένταση θα γίνουν βήματα στον στόχο για Κόμμα «νους - καρδιά και οργανωτής της εργατικής - λαϊκής πάλης για τον σοσιαλισμό».


Βασίλης Μόσχος
Συνεργάτης του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ

Σκέψεις για τη δουλειά στο έδαφος

1.Ο τρόπος που το ιδεολογικό στοιχείο γίνεται κεντρικό στη δουλειά μας προϋποθέτει ασφαλώς περισσότερα απ' το να το επικαλούμαστε κάθε μέρα ως καθήκον που οφείλει να τηρείται, όπως αντίστοιχα είναι πολύ πιο απαιτητική δουλειά η απόδειξη του αντιλαϊκού χαρακτήρα της κυρίαρχης πολιτικής και κάθε μερικότερης έκφρασής της και δεν τελειώνει στο να τις χαρακτηρίζεις «αντιλαϊκές»: Επίμονα η πείρα βεβαιώνει ότι δεν συναντιούνται συχνά σήμερα τα ιδεολογικά αντανακλαστικά που σπρώχνουν άμεσα, με μια καλή «ατάκα» που λένε, έναν εργαζόμενο σε δράση, ακόμα και για τα πιο απλά πράγματα. Τουλάχιστον το ίδιο δύσκολα φαίνεται ότι μπορούμε, αξιοποιώντας αυτά που νομίζουμε πως είναι η «εύκολη συνταγή», να εμπνεύσουμε στον εργαζόμενο (που ίσως συχνότερα από προηγούμενες περιόδους τον συναντάμε να είναι εξαιρετικά μορφωμένος και με ευρύτερα ενδιαφέροντα) ακόμα και ανθρώπους με οικογενειακούς/ ιστορικούς δεσμούς με το κίνημα, την ανάγκη να δρα μαζί μας συνειδητά και με διάρκεια, υιοθετώντας μια γενική γραμμή για την ανατροπή, κι όχι απλά να συμφωνεί λογικά ή «ηθικά» μαζί μας, να μας ψηφίζει στη μία ή την άλλη κάλπη. Δύσκολα θα διαφωνήσει κανείς με τα παραπάνω, συχνά το ίδιο δύσκολα στεκόμαστε αυτοκριτικά στα ζητήματα αυτά.

2. Νομίζω συνεπώς ότι βοηθά ιδιαίτερα ο αυτοκριτικός χαρακτήρας του πρώτου κειμένου των «Θ». Μαχητικά και αυτοκριτικά, καθώς προσανατολίζει στο να αναμετρηθούμε με ό,τι συνιστά βάρος στην καθημερινή δουλειά - και βάρος ταυτόχρονα, εξίσου και περισσότερο, και για την πιο μακροπρόθεσμη προοπτική της υπόθεσής μας. Το ζήτημα είναι να «χτυπηθούμε» με ό,τι μας εμποδίζει να γίνουμε πιο διεισδυτικοί στις μάζες: Να βελτιώσουμε την αντίληψή μας για τη στρατηγική μας σαν καθοδήγηση για δράση μέσα στο λαό και μαζί με το λαό, να μάθουμε να βλέπουμε και να αναδεικνύουμε τη βασική αντίθεση μέσα στην εκδήλωσή της, μέσα δηλαδή στα καθημερινά λαϊκά προβλήματα. Με ιδιαίτερη προσοχή στο πώς αυτά εμφανίζονται στη συνείδηση και φανερώνονται στη δράση - και όχι σπάνια, την αδράνεια... - των εργαζόμενων. Το παραπάνω πρόβλημα, λογικά, συνοδεύει το κομμουνιστικό κίνημα από τα γεννοφάσκια του, όμως ο σημερινός δυσμενής ταξικός συσχετισμός καθιστά αναγκαίο όρο το καθήκον για την υπέρβασή του, για την επιβίωση του ΚΚ και τη νικηφόρα πορεία του στην αναμέτρησή του με το κεφάλαιο. Η κυριαρχία του οπορτουνισμού και η αυτοχειρία της πρωτοπορίας είναι συνήθως το πικρό τελικό αποτέλεσμα της λάθος απάντησης σ' αυτή την πρόκληση.

3. Το «κλειδί» - ή πάντως ένας αποφασιστικός πιστεύω παράγοντας - για τη στροφή σ' αυτή τη δουλειά βρίσκεται στη γνώση της συγκεκριμένης πραγματικότητας, του χώρου και του κόσμου που ζει στην περιοχή ευθύνης κάθε Οργάνωσης - «της πραγματικότητας τέτοιας όπως είναι, όχι όπως μας αρέσει, μα μέσα στις συνθήκες που υπάρχουν άμεσα». Είναι λογικό και αναμενόμενο να δυσκολεύεται να ξεδιπλωθεί μέσα στις μάζες η στρατηγική και να 'ναι φτωχά τα αποτελέσματα αν ουσιαστικά αγνοούμε το «έδαφος» στο οποίο δρούμε, τις μάζες που απευθυνόμαστε όπως έχουν και, κυρίως, όπως μπορούν να καταλαβαίνουν τις κάθε φορά εξελίξεις. Τα κενά εδώ οδηγούν σε λάθη που ίσως δεν τα πιάνουμε κι εύκολα, όπως να ταυτίζονται στη σκέψη μας οι πραγματικές διαθέσεις με την πρώτη εντύπωση που αποκομίζουμε, να παραγνωρίζεται η δυναμική που ενυπάρχει σε κάθε κατάσταση και τελικά, στην πράξη, να αφήνουμε «τη δουλειά στη μέση». Παράγοντες λοιπόν στους οποίους μπορούμε να βελτιωθούμε σ' αυτό το πνεύμα εν προκειμένω, βρίσκονται ειδικότερα κατά τη γνώμη μου στα ακόλουθα:

Να συνεχίσουμε με μεγαλύτερη απαιτητικότητα τη δουλειά κατανόησης και αποτύπωσης του γενικού σχεδιασμού της α.τ., και της συγκεκριμένης του εξέλιξης - αξιολογώντας και τα στοιχεία του που συνιστούν τους αναγκαίους γι' αυτήν ελιγμούς. Παράλληλα να ρίξουμε βάρος στην παρακολούθηση του πώς αυτή όντως εξελίσσεται (ή βαλτώνει...) στον συγκεκριμένο κάθε φορά χώρο και χρόνο, χωρίς να μένουμε στη διαπίστωση της καταρχήν γενικής επιδίωξης: Οι γρήγορες ή αργές εξελίξεις είναι παράγοντες που με τον όρο της δικής μας δουλειάς ρηγματώνουν στη συνείδηση των εργαζομένων τη στρατηγική αντίληψη που έχει και επικοινωνεί ο αντίπαλος.

Ενιαία και επίσης παράλληλα με το παραπάνω να αναπτύσσεται εργασία για να ξεκαθαρίζεται η εικόνα για τον τρόπο που συναρθρώνονται, στον ίδιο χώρο και χρόνο, οι λαϊκές ανάγκες. Κάποια παραδείγματα: η ανάπλαση ενός ρέματος ή μια πεζοδρόμηση μπορεί σε μια γειτονιά να δημιουργεί αναγκαίο ελεύθερο χώρο, σε μια άλλη όμως να εξυπηρετεί κυρίως επιχειρηματικούς σχεδιασμούς. Με διαφορετικό τρόπο θα γίνει κατανοητός στους εργαζόμενους ο αστικός σχεδιασμός στη μια και την άλλη περίπτωση. Ομοίως το ζήτημα της σχολικής στέγης σε μια γειτονιά με νεανικό πληθυσμό και σε μια με γερασμένο. Είναι κρίσιμο να διακρίνουμε την αιχμή κάθε φορά.

Είναι κομβικός ο ρόλος τόσο των βοηθητικών επιτροπών όσο και των κομματικών ομάδων στην ΤΔ - για τις οποίες ειδικά, και τους χρεωμένους στην ΤΔ ειδικότερα, κριτήριο οφείλει να είναι πώς βοηθάνε τελικά με την όλη δράση τους την οργάνωση να σχεδιάζει επί του συγκεκριμένου πρωτοβουλίες: η αποκάλυψη του σχεδιασμού, η αποτύπωση των υφιστάμενων - και των αναγκαίων - υποδομών κ.α. βοηθούν ουσιαστικά στο σχηματισμό της συνολικής εικόνας για τους όρους που ζει συγκεκριμένα η ε.τ.

Πιστεύω ότι όσο επιμένουμε στα παραπάνω, διαμορφώνουμε όρους για να καταχτάμε έναν τρόπο δουλειάς γειωμένο στο πώς αναπτύσσεται, συγκεκριμένα και σε κάθε κρίκο της, η βασική αντίθεση, και από εκεί καταχτάμε τη δυνατότητα να επιχειρηματολογούμε πειστικά, να δείχνουμε δηλαδή σήμερα στο λαό πώς «χαντακώνεται» το επίπεδο ζωής του. Να διαμορφώνεται και κριτήριο στην κάθε οργάνωση και κάθε σ. για το πώς να λειτουργεί «ηγετικά» μέσα στις μάζες και παράλληλα να δουλεύει εύστοχα για να ενισχύει το κριτήριο του λαού και την άνοδο των απαιτήσεών του: Νομίζω ότι συχνά η πείρα δείχνει πως όταν δεν βλέπει κανείς τη γενική θέση να συγκεκριμενοποιείται σε στόχο εφικτό (και μάλιστα υπό την προϋπόθεση της δικής του συμμετοχής και δράσης), εύκολα την κατανοεί σαν υπεκφυγή.

Νομίζω πως όσα περισσότερα βήματα κάνουμε εν προκειμένω θα μπορούμε να σχεδιάζουμε πρωτοβουλίες που να μπορούν να αγγίζουν στην πραγματική του κλίμακα κάθε λαϊκό πρόβλημα, με αιτήματα που θα συγκρούονται με την αστική πολιτική, θα μπορούν να τα υιοθετούν ευρύτερες μάζες απογοητευμένες ή άμαθες από κίνημα, έτσι ώστε υπό προϋποθέσεις να αποσπώνται μικρές ή μεγαλύτερες νίκες, να μπαίνει «άμμος στο γρανάζι» των επιδιώξεων του κεφαλαίου και να ανοίγει ο δρόμος για ευρύτερη ριζοσπαστικοποίηση.


Μιχάλης Κωνσταντινίδης
Κομματική Οργάνωση Α' Διαμερίσματος Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ

Για τις Θέσεις

Υπερψηφίζω τα κείμενα των Θέσεων για το 21ο Συνέδριο. Αποτελούν, κατά τη γνώμη μου, μερική διόρθωση της γραμμής, κάτι απόλυτα αναγκαίο. Κι ας λείπει η εξίσου αναγκαία κριτική αποτίμηση προηγούμενων επεξεργασιών και θέσεων.

Θα εξηγήσω αυτήν την εκτίμηση με μια σύντομη και αναγκαστικά επιλεκτική αναφορά σε προηγούμενα Συνέδρια και επεξεργασίες του Κόμματος:

Στο 14ο κατοχυρώθηκε ο χαρακτήρας του Κόμματος ως κομμουνιστικού μέσα σε αντίξοες συνθήκες, με νωπές τις συνέπειες της αντεπανάστασης και της εσωκομματικής κρίσης.

Ελειπε, βέβαια, ένα Πρόγραμμα του Κόμματος μέσα στις νέες συνθήκες. Αυτό το έλυσε το 15ο με βασική επεξεργασία το αντιιμπεριαλιστικό - αντιμονοπωλιακό - δημοκρατικό μέτωπο. Παρότι υιοθετήθηκε με συντριπτική πλειοψηφία, ήδη στο επόμενο Συνέδριο τροποποιήθηκε η πολιτική μας γραμμή στο βασικό ζήτημα της συγκέντρωσης δυνάμεων. Ενώ το Μέτωπο το βλέπαμε ως «τακτικό στόχο στρατηγικού χαρακτήρα», στο 16ο υιοθετήσαμε τη «λαϊκή εξουσία - λαϊκή οικονομία» που ταυτιζόταν με τη δικτατορία του προλεταριάτου (και η διαπάλη με τα σύμμαχα στρώματα θα γινόταν για το χαρακτήρα της λαϊκής εξουσίας, γιατί δεν θα την κατανοούσαν ως δικτατορία του προλεταριάτου, όπως εμείς).

Στη συνέχεια, σταδιακά άλλαξαν βασικές θέσεις μας κυρίως με μοχλό την αποτίμηση της ιστορικής δράσης του Κόμματος και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Με το Β΄ και, στη συνέχεια, με το νέο Α΄ τόμο της Ιστορίας του Κόμματος και επίκεντρο αφενός τα ζητήματα του χαρακτήρα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και των πολέμων στην περίοδο του ιμπεριαλισμού γενικά και αφετέρου τα Λαϊκά Μέτωπα. Με κύρια στόχευση όχι το χθες, αλλά το σήμερα και τη δικαίωση της νέας γραμμής.

Αποκορύφωμα αυτής της εξελικτικής πορείας αποτέλεσε αναμφισβήτητα το 19ο Συνέδριο, με την υιοθέτηση του νέου Προγράμματος και Καταστατικού.

Πώς φτάσαμε εκεί; Γιατί οι επεξεργασίες του προηγούμενου προγραμματικού Συνεδρίου, του 15ου, ήταν τόσο βραχύβιες; Καταρχήν, παρότι υιοθετήθηκαν τότε με συντριπτική πλειοψηφία, εξακολουθούσαν να υπάρχουν διαφωνίες στις γραμμές μας και από «δεξιά» και από «αριστερά». Χτυπάγαμε τις δεξιές αποκλίσεις, χωρίς ταυτόχρονα να χτυπάμε και τις αριστερές, με αποτέλεσμα να ευνοηθούν οι τελευταίες. Αυτό όμως δεν αρκούσε για να αλλάξει η γραμμή. Καθοριστικό ήταν ότι μια μερίδα στελεχών διατηρώντας τις διαφωνίες της και έχοντας διαμορφώσει ολοκληρωμένη αντίληψη για τα ζητήματα του Κόμματος, πάλεψε την άποψή της τμηματικά παίρνοντας υπόψη τι μπορούσε να υιοθετηθεί, με κριτήριο τον εσωκομματικό συσχετισμό. (Είναι χαρακτηριστικό, από αυτήν την άποψη, ότι ήδη στη διακήρυξη της ΚΕ για τα 60χρονα της Αντιφασιστικής Νίκης έλειπε οποιαδήποτε αναφορά στο 7ο Συνέδριο της ΚΔ και τη θετική, όπως την εκτιμούσαμε τότε, σημασία του. Ομως, η αρνητική κριτική στις επεξεργασίες του 7ου Συνεδρίου για τα μέτωπα, οι νέες εκτιμήσεις, υιοθετήθηκαν αρκετά αργότερα, στα κείμενα της Ιστορίας).

Το 19ο Συνέδριο αποτέλεσε σημείο - ζενίθ αυτής της εξέλιξης. Ηδη, στο 20ό βελτιώθηκε η επεξεργασία μας στο βασικό για τότε ζήτημα του πολέμου και της στάσης του Κόμματος. Και με τις Θέσεις για το 21ο Συνέδριο αναστρέφεται - διορθώνεται, σε σημαντικό βαθμό, αυτή η πορεία. Είναι πιο κοντά σε αυτό που τόσα χρόνια ξέρουμε ως ΚΚΕ. Και δεν μπορεί παρά να αποτιμηθεί θετικά.

Υπάρχει, όμως, το εξής ψεγάδι: Η διόρθωση της γραμμής είναι «μπρεζνιεφικού τύπου», δεν συνοδεύεται ταυτόχρονα με ανοιχτή διαπάλη και ξεκάθαρη κριτική σε προηγούμενες θέσεις.


Ανδρέας Βασιλείου
ΚΟΒ Ναυπλίου

Η δουλειά με το επιστημονικό αντικείμενο να μπορεί να πείθει περισσότερους για το σοσιαλισμό

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ για το 21ο Συνέδριο του ΚΚΕ. Το δεύτερο κείμενο αποτυπώνει την προσπάθεια που καθοδηγητικά έχουμε να κάνουμε, ώστε να κατανοηθεί η μεθοδολογία μελέτης των εξελίξεων, το έδαφος στο οποίο δρούμε, τα συμπεράσματα που προκύπτουν.

Θα αναφερθώ στη διαπάλη με την αστική ιδεολογία στην Ιατρική Σχολή.

Η Ιατρική Εκπαίδευση στον καπιταλισμό προσαρμόζεται στην πολιτική εμπορευματοποίησης της Υγείας. Εχει στόχο να βγάζει γιατρούς προσαρμοσμένους σε αυτή. Στον σκοπό η υγεία να περιορίζεται στη διατήρηση της εργατικής δύναμης για τη συνέχεια της παραγωγής.

Από τη μία, από πλευράς γνώσεων και αντικειμένου, το σύστημα Υγείας στον καπιταλισμό προσανατολίζεται στη θεραπεία και όχι στην πρόληψη, εφόσον αυτή κοστίζει λιγότερο και αποφέρει περισσότερο για το κεφάλαιο, σήμερα. Ετσι, δεν χρειάζεται γιατρούς που θα βλέπουν ολόπλευρα τον άνθρωπο, ως ον - κομμάτι της κοινωνικής πραγματικότητας, που θα ασκούν την επιστήμη τους λαμβάνοντας υπόψη τους κοινωνικούς παράγοντες που διαμορφώνουν τη σωματική και ψυχική υγεία, με σκοπό να επιδράσουν πρώτα και κύρια σε αυτούς. Αντίθετα, χρειάζεται γιατρούς που θα βλέπουν τον ασθενή ως νόσο - ως σύνολο συμπτωμάτων που χρειάζονται θεραπεία.

Γι' αυτό και στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών:

Οπως και πανελλαδικά, δεν υπάρχει ενιαίο πρόγραμμα σπουδών για όλες τις Ιατρικές Σχολές.

Δεν υπάρχουν στο Πρόγραμμα Σπουδών μαθήματα όπως Προληπτική Ιατρική, Ιατρική της Εργασίας ή Ψυχολογία, Κοινωνιολογία.

Σύμφωνα με τις απαρχαιωμένες μεθόδους διδασκαλίας, μέσα σε 2 εβδομάδες αποστηθίζουμε - για να εξεταστούμε - μία ολόκληρη ειδικότητα με δεκάδες νόσους, που συχνά καταλήγει σε ατελείωτες «λίστες» από παράγοντες κινδύνου, συμπτώματα, θεραπείες.

Από την άλλη, μέσω του περιεχομένου μαθημάτων, της δράσης πολιτικών δυνάμεων, καθηγητών, ΜΚΟ, διαμορφώνεται και ιδεολογικά ο γιατρός. Ο φοιτητής Ιατρικής ακούει από την πρώτη μέρα στο αμφιθέατρο πως ανήκει στην «αφρόκρεμα», όχι γιατί ανήκει σε μια τάξη, αλλά γιατί ξεχώρισε με την ατομική του προσπάθεια. Βλέπει τους καθηγητές του ως αυθεντία, ως πρότυπο του επιτυχημένου επιστήμονα (ακόμα και αν σήμερα του λένε πως δεν πειράζει που χάνει εργαστήρια). Ακούει πως ο καλός γιατρός είναι αυτός που επενδύει μόνο στο πολύ ατομικό διάβασμα. Θεωρεί λογικό να μην του δίνεται στηθοσκόπιο, να πληθαίνουν τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά με αντικείμενο τη γονιδιακή θεραπεία, την εξατομικευμένη θεραπεία. Μαθαίνει θεραπείες με βάση τα «βιώσιμα συστήματα Υγείας» που είναι και η στρατηγική της ΕΕ. Μαθαίνει να αντιλαμβάνεται ξεκομμένα τη σχέση φοιτητών Ιατρικής και συστήματος Υγείας - αφού είναι «άλλο το Πανεπιστήμιο και άλλο η Πολιτεία». Μαθαίνει ως φυσική τη συνύπαρξη Δημόσιου - Ιδιωτικού Τομέα και λέει πως ο καλός επιχειρηματίας κόπιασε και πέτυχε, άρα η επίταξη «ίσως να είναι άδικη».

Ως φοιτητής ή γιατρός συμμετέχει σε ΜΚΟ, π.χ. HelMSIC, Γιατροί χωρίς Σύνορα κ.ά., μαθαίνοντας την παροχή Ιατρικής σε «ακραίες» συνθήκες με τα ελάχιστα μέσα, για παράδειγμα μία ακραία οικονομική κρίση, ένας πόλεμος, μία πανδημία... βλέποντάς τα ως «φυσικά» και παντοτινά φαινόμενα.

Μελλοντικά, λοιπόν, αδιαφορεί αν ο ασθενής του - που θα του έχει δώσει τη σωστή θεραπεία - θα μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτή. Αφού η υγεία είναι ατομική ευθύνη. Αντίστοιχα, αποδέχεται τις ελλείψεις στο σύστημα Υγείας, πείθεται ότι πάντα θα υπάρχουν, πάντα θα υπάρχουν ανισότητες, γιατί «είναι και στη φύση του ανθρώπου».

Εντέλει, η αστική ιδεολογία θα έχει κάνει τη δουλειά της. Θα έχει βγάλει γιατρούς που δεν θα θίγουν την οικονομία και την εξουσία του κεφαλαίου, από όποια θέση και αν βρεθούν στην παραγωγή και θα τους φαίνεται ακόμα πιο ουτοπικός ο σοσιαλισμός.

Βάσει των παραπάνω, η παρέμβαση με βάση το επιστημονικό αντικείμενο πρέπει να έχει αφετηρία την πρότασή μας, να πείθει συνεχώς και περισσότερους. Είναι βασικό ώστε να μην περιμένουμε αλλαγές/εξελίξεις για να παρέμβουμε, αλλά αυτές να δρουν ενισχυτικά στο πώς σταθερά θα μπορεί να απαντιέται σε κάθε νέο το γιατί και το πώς θα είναι καλύτερα στο σοσιαλισμό.

Σε αυτό συμβάλλει, για παράδειγμα, η επεξεργασία που κάναμε για την Ιατρική Εκπαίδευση στο σοσιαλισμό. Μία επεξεργασία που φωτίζει τις αντικειμενικές δυνατότητες της εποχής και βοήθησε στη διαμόρφωση διεκδικητικού πλαισίου στο σήμερα, που σταθερά δουλεύεται, στην κατεύθυνση συσπείρωσης γύρω από το αίτημα ουσιαστικής αναβάθμισης των σπουδών. Βοηθώντας να ανοίγει η συζήτηση πιο εύκολα και με το σύνολο των εξελίξεων, μέσα από την καθημερινή οργάνωση της παρέμβασης με τον «Ριζοσπάστη». Μία προσπάθεια που χρειάστηκε μελέτη και εξειδίκευση των αστικών κατευθύνσεων, όπως το «ΥΓΕΙΑ 2020» της ΕΕ, το «Παιδεία 2020» της ΔΑΠ - ΝΔΦΚ.

Είναι βασικό να μπορεί να συνδέεται η κάθε διεκδίκηση με την ανάγκη, η πάλη για να γίνουμε ολοκληρωμένοι γιατροί να συμβαδίζει με την πάλη για ένα σύστημα Υγείας στο ύψος των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών, όπως αυτό για το οποίο παλεύει το ΚΚΕ. Μία τέτοια δουλειά, που γίνεται χρόνια, άνθρωπο τον άνθρωπο, αποτυπώνεται. Αποτυπώνεται το τελευταίο διάστημα, με τον αγώνα που έδωσαν οι πεμπτοετείς φοιτητές Ιατρικής, καθώς επίσης και στο ότι μπορούμε να δρούμε με όρους πλειοψηφίας και να ζορίζουμε τον αντίπαλο στην αντιπαράθεση, ακόμα και αν αυτός φαίνεται πολύ ισχυρός, π.χ. η αυτοδύναμη ΔΑΠ - ΝΔΦΚ στο Φοιτητικό Σύλλογο Ιατρικής. Την ίδια στιγμή «σπάει» στην πράξη το «έξω τα κόμματα», που σημαίνει «έξω η ΚΝΕ και το ΚΚΕ».

Ως επιπλέον στοιχείο αυτής της παρέμβασης, αποκαλύπτεται η συμβολή της δράσης των κομμουνιστών, ώστε το ίδιο το Κόμμα να εξελίσσει, να ολοκληρώνει τις θέσεις του - στο οποίο και πρέπει να συμβάλουμε.

Συνδέοντας τα παραπάνω με τα συμπεράσματα των Θέσεων της ΚΕ από τα τρία κείμενα, θεωρώ πως έχουμε στέρεες βάσεις για να αποτυπωθούν οι δυνατότητες. Για το ανέβασμα της προσπάθειας προετοιμασίας της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, με περισσότερους κομμουνιστές υγειονομικούς. Με την πρόταση του Κόμματος και τη δουλειά με αυτή, μέσα από την καθημερινή πρωτοπόρα παρέμβαση της ΟΒ, που δίνει την προοπτική, αναδεικνύει την επικαιρότητα και αναγκαιότητα της πρότασής μας, γεμίζοντας γνώση και αντοχή δυνάμεις μας αλλά και οπαδούς, φίλους της ΚΝΕ και του ΚΚΕ. Αντοχή και γνώση για την απαραίτητη για την εποχή ιδεολογικοπολιτική αντεπίθεση.


Νικολέτα Κολιού
Μέλος του Περιφερειακού Γραφείου Πανεπιστημίου Πατρών της ΚΝΕ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ