ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 29 Γενάρη 2017
Σελ. /32
«ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ»
Αναγκαιότητα η αποφασιστική στροφή στη μελέτη και την αξιοποίησή του

Στην ενότητα των Θέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ που αφορά στον «Ριζοσπάστη», ως μεγάλο πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί το επόμενο διάστημα, εντοπίζεται το ότι «παραμένει η χαμηλή κυκλοφορία της εφημερίδας, πολύ πίσω από τις πραγματικές δυνατότητες και η πτωτική τάση που συνεχίζεται».

«Στον πυρήνα αυτού του προβλήματος», επισημαίνει το κείμενο των Θέσεων, «βρίσκεται η αξιοποίηση του καθημερινού οργάνου του Κόμματος, με ευθύνη των ίδιων των καθοδηγητικών οργάνων, από την ΚΕ μέχρι τα τομεακά όργανα, η ένταξή του ως στοιχείου της καθημερινής κομματικής λειτουργίας, ως στοιχείου της καθοδηγητικής δουλειάς».

Το ζήτημα της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη» εντοπίζεται, δηλαδή, ως καθοδηγητικό πρόβλημα, το οποίο αφορά στο πώς συνειδητοποιείται η σημασία της αξιοποίησης του «Ριζοσπάστη» για την ίδια τη λειτουργία και τη δράση του Κόμματος.

Αρκετές φορές, ωστόσο, στις συζητήσεις που γίνονται στις Κομματικές Οργανώσεις γύρω από το θέμα της ανόδου της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη», αυτή η ουσιαστική διαπίστωση «χάνεται». Συζητάμε συχνά για το πολύ σημαντικό καθήκον της ανόδου της διακίνησης του «Ριζοσπάστη» στην εργατική τάξη και το λαό, «χάνοντας» ωστόσο τη βάση που αποτελεί προϋπόθεση για να καταφέρουμε κάτι τέτοιο: Την ανάγκη, δηλαδή, αποφασιστικής στροφής στη σχέση των μελών και των στελεχών του Κόμματος με την εφημερίδα.

Το να συζητάμε για την άνοδο της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη» χωρίς να ξεκινάμε από αυτήν ακριβώς την ανάγκη, μοιάζει κατ' αναλογία με το να έχουμε μια Κομματική Οργάνωση της οποίας τα μέλη δεν δίνουν τακτικά τη συνδρομή τους και εμείς να ψάχνουμε να βρούμε γιατί η Οργάνωση αυτή δεν κάνει δουλειά στον περίγυρο και πέρα από αυτόν για την οικονομική ενίσχυση του Κόμματος.

Οχι μόνο γραμμή άμυνας, μα και διαμόρφωση όρων για την αντεπίθεση

Για να κατανοηθεί, βέβαια, η αναντικατάστατη σημασία της αξιοποίησης του «Ριζοσπάστη» στην καθοδηγητική δουλειά και την καθημερινή κομματική λειτουργία και δράση, δεν αρκεί η επισήμανσή της σε μια εισήγηση. Το ζήτημα απαιτεί επίμονη καθοδηγητική δουλειά, για να φτάσουμε στο επίπεδο που όλα τα στελέχη και τα μέλη του Κόμματος θα νιώθουν αυτήν την ανάγκη.

Μια προσεκτική ματιά στα στοιχεία της διακίνησης του «Ριζοσπάστη» είναι αρκετά διαφωτιστική. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν μια αρκετά καλύτερη εικόνα το 2015, με συγκράτηση σε μεγάλο βαθμό της πτωτικής τάσης στην κυκλοφορία της εφημερίδας του Κόμματος, γεγονός που δεν είναι τυχαίο: Το 2015 είναι η χρονιά της «πρώτη φορά αριστερής» κυβέρνησης, η χρονιά με τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις και το περιβόητο δημοψήφισμα.

Την ίδια ώρα, όμως, τα στοιχεία δείχνουν ότι μπροστά σε μεγάλες μάχες στο εργατικό - λαϊκό κίνημα (π.χ. πανεργατικές απεργίες) ή σε κεντρικές πολιτικές παρεμβάσεις του Κόμματος, δεν υπάρχει αντίστοιχη θετική μεταβολή στη διακίνηση της εφημερίδας.

Αυτό που φαίνεται, δηλαδή, είναι ότι σε μεγάλο βαθμό ο «Ριζοσπάστης» κατανοείται από ένα σημαντικό κομμάτι του δυναμικού μας ως «κάτι που μας βοηθάει να απαντάμε», σε περιόδους έντασης της ιδεολογικής - πολιτικής πίεσης από τον αντίπαλο (όπως ήταν η περίοδος μετάβασης του ΣΥΡΙΖΑ από μικρό οπορτουνιστικό κόμμα σε βασικό κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας και ανάδειξής του στο τιμόνι της αστικής διακυβέρνησης), σε περιόδους εκλογών κ.ο.κ.

Ενα σημαντικό κομμάτι της αξιοποίησης του «Ριζοσπάστη» είναι αναμφισβήτητα η διαμόρφωση γραμμής άμυνας στα μέλη και τον περίγυρο του Κόμματος απέναντι στην ιδεολογική προπαγανδιστική επίθεση του αντιπάλου. Αυτό που επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία, ωστόσο, είναι ότι πολύ αδύναμα κατανοείται το γεγονός ότι εξίσου σημαντικό κομμάτι της αξιοποίησης της εφημερίδας του Κόμματος είναι η διαμόρφωση όρων για την ιδεολογική - πολιτική μας αντεπίθεση.

Ο «Ριζοσπάστης» είναι εργαλείο - και ως προς το περιεχόμενό του θέλουμε να γίνει πολύ περισσότερο - για την παρέμβαση του Κόμματος στα θέματα που κυριαρχούν στην επικαιρότητα, στην «ατζέντα» που αντικειμενικά διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από την κυρίαρχη τάξη. Είναι όμως και εργαλείο στην προσπάθεια που κάνει το Κόμμα να ανοίγει τη δική του «ατζέντα», να «σηκώνει» τα ζητήματα που πραγματικά πρέπει να απασχολούν την εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Πολύ περισσότερο, ο «Ριζοσπάστης» είναι η εφημερίδα που μέσα από τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις, μέσα από την προβολή της «δικής μας ατζέντας», συμβάλλει στο να φωτίζονται η πολιτική πρόταση του Κόμματος, η πραγματική διέξοδος για τους εργαζόμενους, η αναγκαιότητα και η επικαιρότητα του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.

Το απόσπασμα του Λένιν για το ρόλο της εφημερίδας του Κόμματος της εργατικής τάξης, ως «συλλογικός προπαγανδιστής και συλλογικός διαφωτιστής, μα και συλλογικός οργανωτής», το χρησιμοποιούμε συχνά όταν συζητάμε για τον «Ριζοσπάστη», μέσα στις Οργανώσεις αλλά και σε εκδηλώσεις μας.

Αξίζει όμως να σταθούμε ξανά στις επισημάνσεις του και να εξετάσουμε κατά πόσο σήμερα ανταποκρινόμαστε στους στόχους που αυτές θέτουν: «Με τη βοήθεια της εφημερίδας και σε σύνδεση με αυτή θα διαμορφώνεται από μόνη της μια μόνιμη οργάνωση που θα απασχολείται όχι μόνο με την τοπική, μα και με τη συστηματική γενική δουλειά, που θα μαθαίνει στα μέλη της να παρακολουθούν προσεχτικά τα πολιτικά γεγονότα, να εκτιμούν τη σημασία τους και την επίδρασή τους στα διάφορα στρώματα του πληθυσμού, να επεξεργάζονται τις κατάλληλες μεθόδους, με τις οποίες το επαναστατικό κόμμα θα επιδρά πάνω σ' αυτά τα γεγονότα».

Ας σκεφτούμε: Πόσο καταφέρνουμε σήμερα να «διαβάζουμε» με τέτοιο τρόπο τις πολιτικές - οικονομικές εξελίξεις και να επεξεργαζόμαστε αντίστοιχα τη δουλειά μας; Πόσο πιο επιτακτικό είναι να μετρήσουμε βήματα σε αυτήν την κατεύθυνση σήμερα, με τη συνθετότητα των εξελίξεων της περιόδου, τη μεγάλη όξυνση των αντιθέσεων του καπιταλισμού και των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, τις ανακατατάξεις στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα;

Η κατανόηση της αναγκαιότητας «κλειδί» για την αντιμετώπιση υπαρκτών εμποδίων

Υπ' αυτό το πρίσμα και μόνο, της επίμονης δουλειάς για να ανεβαίνει η κατανόηση της αναγκαιότητας για αξιοποίηση του «Ριζοσπάστη», μπορούμε να δούμε και να αντιμετωπίσουμε και υπαρκτές δυσκολίες, αντικειμενικούς παράγοντες που επιδρούν.

Συχνά, για παράδειγμα, στη σχετική συζήτηση αναδεικνύεται το ζήτημα του οικονομικού κόστους που έχει η καθημερινή αγορά της εφημερίδας, ζήτημα που έχει υπαρκτή βάση, σε συνθήκες μάλιστα κλιμάκωσης της επίθεσης του κεφαλαίου στο εισόδημα των εργαζομένων και του λαού.

Αστικά επιτελεία, μελετώντας τη ραγδαία πτώση στις κυκλοφορίες του αστικού Τύπου (που δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο), συμπεραίνουν ότι σε συνθήκες κρίσης, ανεργίας, μειώσεων μισθών κ.ο.κ., ένα από τα πρώτα έξοδα που κόβει ένα νοικοκυριό είναι η εφημερίδα, καθώς νιώθει ότι είναι κάτι που «δε θα του λείψει».

Το ερώτημα βέβαια είναι, με βάση όλα όσα σημειώνονται και παραπάνω, αυτό το «δε θα μας λείψει» μπορεί να ισχύει για τους κομμουνιστές και τον «Ριζοσπάστη»; 'Η η εφημερίδα του Κόμματος είναι για τον κομμουνιστή ένα από αυτά τα πράγματα που... δεν κόβονται. Η πείρα δείχνει ότι όταν η ανάγκη αυτή συνειδητοποιείται, πόσο μάλλον όταν γίνεται υπόθεση της κάθε Οργάνωσης και όχι μόνο ξεχωριστά κάθε μέλους του Κόμματος, λύσεις βρίσκονται, με διάφορους τρόπους.

Αντίστοιχα μπορούμε να δούμε και την άλλη υπαρκτή δυσκολία, το ζήτημα του χρόνου για τη μελέτη του «Ριζοσπάστη», ένα θέμα που δε θέλει καμιά υποτίμηση: Οι εργασιακές σχέσεις - λάστιχο, η εντατικοποίηση, οι αυξημένες υποχρεώσεις που φορτώνονται στις οικογένειες κ.ο.κ., ζητήματα που αντιμετωπίζει σημαντικό κομμάτι των μελών του Κόμματος και της ΚΝΕ επιδρούν, δυσκολεύουν μια σταθερή οργάνωση του χρόνου και τη διασφάλιση ώρας στο ξεκίνημα κάθε μέρας για το διάβασμα της εφημερίδας.

Και εδώ, ωστόσο, το πραγματικό ζήτημα βρίσκεται στο πώς ιεραρχεί ο κομμουνιστής τη μελέτη του «Ριζοσπάστη». Για παράδειγμα, δεν είναι λίγες φορές που μέλη και στελέχη του Κόμματος αναφέρουν ότι παρότι παίρνουν την εφημερίδα κάθε μέρα, αφιερώνουν χρόνο για το διάβασμά της μόνο τις Κυριακές. Τις καθημερινές σπάνια διαβάζουν μετά την πρώτη σελίδα... Αραγε, αυτοί οι σύντροφοι δεν αφιερώνουν άλλο χρόνο τις καθημερινές στην κομματική δουλειά; Προφανώς και αφιερώνουν, αλλά στον χρόνο αυτό δεν ιεραρχείται η μελέτη του «Ριζοσπάστη». Με άλλα λόγια, σπάνια λέμε στην πράξη «πρέπει να ξεκινήσουμε από το διάβασμα του "Ριζοσπάστη" για να είναι πιο αποτελεσματική η δουλειά μας σε όλα τα άλλα».

Ας σκεφτούμε όμως: Σε αυτές ακριβώς τις συνθήκες, των ωραρίων - λάστιχο κ.ο.κ., που συχνά μια ΚΟΒ «φτύνει αίμα» για να βρει μια κατάλληλη ώρα συνεδρίασης, πόση απώλεια χρόνου και πολύ περισσότερο αποτελεσματικότητας στη δράση μας έχουμε όταν οι περισσότερες ερωτήσεις στη συζήτηση αφορούν ζητήματα που έχουν απαντηθεί τις προηγούμενες μέρες μέσα από ειδήσεις, άρθρα και σχόλια του «Ριζοσπάστη»; Πώς θα γίνεται κάθε μέλος του Κόμματος καθοδηγητής στο χώρο που δρα, πώς θα διασφαλίζεται «το πιο γρήγορο πέρασμα της γραμμής χωρίς πολλές χρονοβόρες διαδικασίες», όπως σημειώνουν οι Θέσεις, χωρίς την καθημερινή αξιοποίηση του κομματικού Τύπου;

Και εδώ, στο βαθμό που συνειδητοποιείται η ανάγκη, υπάρχουν μέτρα και πείρα για το πώς μπορούν να αντιμετωπίζονται τα χρονικά εμπόδια: Με έγκαιρη προμήθεια της εφημερίδας νωρίς το πρωί, με σχεδιασμένη μελέτη που δεν «χάνεται» σε όλο το φύλλο, αλλά ξεκινά από το πρώτο θέμα της εφημερίδας, τα δύο κύρια άρθρα («Η άποψή μας» και «Αποκαλυπτικά»), τις ανακοινώσεις και τα σχόλια του Γραφείου Τύπου της ΚΕ κ.ο.κ.

Με υπομονή αλλά και αποφασιστικότητα να μετρήσουμε βήματα

Με αντίστοιχο πνεύμα, όσο καταλαβαίνουμε και καταπιανόμαστε με τη ρίζα του προβλήματος, μπορούμε να αντιμετωπίζουμε και άλλα υπαρκτά και σημαντικά ζητήματα, όπως π.χ. η ελάχιστη έως ανύπαρκτη εξοικείωση της νεολαίας με το διάβασμα εφημερίδων, που όπως είναι φυσικό ακουμπά και στις γραμμές μας και πρέπει να μας απασχολεί ήδη από την προετοιμασία ενός νέου ανθρώπου για να ενταχθεί στην ΚΝΕ.

Στο βαθμό που κατανοείται η αναγκαιότητα για πραγματική στροφή στη μελέτη, στην αξιοποίηση και τη διάδοση του «Ριζοσπάστη», μπορούμε να μετρήσουμε βήματα σε αυτήν την κατεύθυνση: Με υπομονή, καθώς δεν είναι κάτι που λύνεται από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά και με αποφασιστικότητα και επιμονή, καθώς είναι αναγκαίο να το λύσουμε!


Του Γιώργου ΕΛΤΑΧΗΡ*
*Ο Γιώργος Ελταχήρ είναι μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του «Ριζοσπάστη»



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ