ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 28 Σεπτέμβρη 2019 - Κυριακή 29 Σεπτέμβρη 2019
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Πόσο ριζοσπαστική είναι η μεταμοντέρνα τέχνη;

Εκτενή αποσπάσματα από την ομιλία της Ελένης Μηλιαρονικολάκη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνης του Τμήματος Πολιτισμού, στην ομώνυμη εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Φεστιβάλ

Η συγκεκριμένη παρουσίαση αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια να ασχοληθούμε με το θέμα του μεταμοντέρνου στην τέχνη. Δεν φιλοδοξούμε λοιπόν να δώσουμε τελειωμένες απαντήσεις. Η επιδίωξή μας είναι να κατανοηθεί η μεταμοντέρνα λογική. Γιατί το μεταμοντέρνο δεν είναι ένα καλλιτεχνικό ύφος, μια συγκεκριμένη τεχνοτροπία, αλλά μια αντίληψη, ένας τρόπος σκέψης και προσέγγισης της πραγματικότητας, που εκτείνεται από την καλλιτεχνική και πνευματική δημιουργία και φτάνει έως τον τρόπο ζωής.

Οι ρίζες του μεταμοντερνισμού

Ο μεταμοντερνισμός εμφανίστηκε περίπου τη δεκαετία του 1960 βασισμένος σε θεωρητικές αναζητήσεις Γάλλων διανοητών, κάτω από την επιρροή της φιλοσοφίας του Νίτσε. Παρότι έχουν περάσει 60 χρόνια από τότε, εξακολουθεί να διαδραματίζει σοβαρό ρόλο στην τέχνη και γενικότερα στην κοινωνική ζωή.

Πολλές θεωρίες έχουν κατά καιρούς αναπτυχθεί από τους απολογητές του μεταμοντέρνου για να εξηγήσουν την εμφάνισή του. Μιλούν για μεταβιομηχανική κοινωνία, καταναλωτική κοινωνία, κοινωνία της πληροφόρησης, της γνώσης κ.λπ. Το κοινό χαρακτηριστικό αυτών των αφηγημάτων είναι ότι αποσυνδέουν την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων - όπως οι νέες τεχνολογίες επικοινωνίας και μετακίνησης, οι εξελίξεις στη ρομποτική και την τεχνητή νοημοσύνη, τα νέα ηλεκτρονικά μέσα παραγωγής - από τις σχέσεις ιδιοκτησίας, που παραμένουν οι ίδιες: Καπιταλιστικές και εκμεταλλευτικές (...).

Η αλήθεια είναι ότι το χάος, η αναρχία του μεταμοντέρνου αντανακλά πράγματι αλλαγές στην κοινωνική πραγματικότητα, που έχουν τη ρίζα τους στην ενίσχυση στο έπακρο της αναρχίας στην παραγωγή (...). Η γενικευμένη αίσθηση ότι δεν μπορεί πια κανείς να ρυθμίσει τη ζωή του, συνοδεύεται από ένα αίσθημα αδυναμίας να κατανοηθεί αυτός ο παραλογισμός, αυτή η αποδόμηση των πάντων, που είναι αδυναμία να εντοπιστεί το κέντρο, η δομή που τα προκαλεί, δηλαδή ο καπιταλισμός.

Μια ακόμη πιο καθοριστική αλλαγή για το περιεχόμενο του μεταμοντερνισμού την περίοδο που εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε είναι η αποδυνάμωση - μετά και το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ - του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, μαζί και της θεωρίας της επανάστασης, με γεγονότα όπως η σύγκρουση της Κίνας με την ΕΣΣΔ, η εκδήλωση της αντεπανάστασης στην Τσεχοσλοβακία, η εμφάνιση του ευρωκομμουνισμού, η αδυναμία του ΚΚΓ να προσανατολίσει ταξικά την εξέγερση του Μάη του '68, μια πορεία που κορυφώνεται με την ανατροπή του σοσιαλισμού στα τέλη της δεκαετίας του 1980 με αρχές του 1990.

Το μεταμοντέρνο δηλαδή φύεται και αναπτύσσεται στο ιστορικό έδαφος ενός ολοένα και πιο αρνητικού για το εργατικό - κομμουνιστικό κίνημα παγκόσμιου συσχετισμού δυνάμεων, σε μια περίοδο όπου ο καπιταλισμός φαντάζει όλο και ισχυρότερος (...). Παρότι το μεταμοντέρνο εξόρμησε από τη Γαλλία, η χώρα που ευδοκίμησε είναι κύρια οι ΗΠΑ.

Μεταμοντερνισμός και τέχνη

Στην τέχνη ο μεταμοντερνισμός εμφανίστηκε ως ρήξη με τον μοντερνισμό και υπέρβασή του, στο όνομα ότι ο μοντερνισμός είχε πια παρακμάσει. Η αλήθεια είναι ότι αποτελεί άρνηση του μοντερνισμού, προς αντιδραστική όμως κατεύθυνση. Οχι υπέρβαση. Γιατί ο μοντερνισμός με τον έναν ή άλλο τρόπο, στον έναν ή άλλο βαθμό, και χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ταυτιζόμαστε σε καθετί μαζί του, σε κάθε του έκφραση, εκδήλωνε τάσεις αμφισβήτησης του καπιταλισμού. Ταυτόχρονα, ο επαναστατικός άνεμος της Οκτωβριανής Επανάστασης επέδρασε αναζωογονητικά σε αρκετά ρεύματά του, που εμφάνισαν φιλοκομμουνιστική τάση (εξπρεσιονισμός, φουτουρισμός, σουρεαλισμός, ακόμη και ο ντανταϊσμός) και έδωσαν σπουδαία εργαλεία για τη σύγχρονη επαναστατική τέχνη (...).

Ο μοντερνισμός άλλαξε ριζικά τη μορφή της έως τότε τέχνης. Αντίθετα, ο μεταμοντερνισμός ανακυκλώνει τα παλιά της υλικά, μιμείται τις προηγούμενες απ' αυτόν τεχνοτροπίες όλων των περιόδων στην Ιστορία της τέχνης.

Ο μοντερνισμός χλευάστηκε και αποκηρύχτηκε από την αστική τάξη ως κακόγουστος, ανήθικος, ανατρεπτικός, αντικοινωνικός. Αντίθετα, η μεταμοντέρνα τέχνη, παρότι κι αυτή χρησιμοποιεί την πρόκληση και παρουσιάζεται ως αντισυμβατική, προβάλλεται και εκθειάζεται από όλες τις κρατικές και ιδιωτικές δομές, τα κορυφαία μουσεία της σύγχρονης τέχνης, τα ιδρύματα, τις γκαλερί, το εκπαιδευτικό σύστημα.

Δεν θα κατανοηθεί όμως βαθύτερα η λογική του μεταμοντερνισμού στην τέχνη αν δεν επιχειρήσουμε να δώσουμε μια συνοπτική και γενική εικόνα της θεωρίας του, με τους κινδύνους βέβαια της σχηματικότητας που εμπεριέχει η απλούστευση σύνθετων, πολυποίκιλων και συχνά αντιφατικών φιλοσοφικών θεωρήσεων από τους εισηγητές του.

Αρνηση της διαλεκτικής

Οι ιδεολόγοι του μεταμοντέρνου έχουν αφετηρία τους την προσπάθεια να υπερβούν την αστική φιλοσοφία (...).

Σε αυτό το περίγραμμα εκφράζουν δυσπιστία απέναντι στη λογική, στην αιτιοκρατία και την αντικειμενικότητα, αρχές στις οποίες θεμελιώθηκε η επιστήμη. Ο μαρξισμός, έχοντας διαπιστώσει την αδυναμία αυτών των εννοιών να εκφράσουν τη διαρκή κίνηση της υλικής πραγματικότητας, πραγματοποίησε μια διαλεκτική υπέρβασή τους, που τις αντιστοίχισε στην κίνηση αυτή, χωρίς να τις καταργήσει.

Ο μεταμοντερνισμός, αντίθετα, μαζί με τα νερά της μεταφυσικής πετά και τα μέσα για να γνωρίσουμε τον κόσμο. Από τη διαλεκτική κρατάει μόνο την ιδέα της διαρκούς κίνησης και μεταβολής. Κατά τ' άλλα δεν δέχεται κανένα νόμο που να διέπει αυτή την κίνηση. Αρνείται την πολλαπλότητα των αλληλοσυνδέσεων και τη συνάφεια των φαινομένων της πραγματικότητας μέσα από τους αιτιώδεις συνδέσμους τους, τη σύνδεση της σχετικής με την απόλυτη αλήθεια, την τάση δηλαδή της επιστήμης να συγκλίνει ολοένα και περισσότερο προς την απόλυτη αλήθεια, τη σχέση του τυχαίου με το αναγκαίο και γενικότερα τη δυνατότητα του ανθρώπου να εισχωρήσει στις ιδιότητες των πραγμάτων και των καταστάσεων, να ανακαλύψει τις σχέσεις και τους νόμους που τις διέπουν.

Γι' αυτό καταλήγει σε αυτό που ειπώθηκε στην αρχή: Πως η κίνηση του κόσμου είναι χαοτική, τυχαία, συμπτωματική, αβέβαιη, απροσδιόριστη (...). Από τη στιγμή που η θεωρία του μεταμοντέρνου αρνείται την ύπαρξη αλήθειας, καταλήγει στον απόλυτο σχετικισμό, στο ότι όλες οι απόψεις έχουν την ίδια ισχύ. Αλήθεια είναι η αλήθεια του καθενός και όλες οι αλήθειες είναι δεκτές (...).

Στην αναζήτηση του θεαματικού, του σοκαριστικού

Ενα μεγάλο μέρος της μεταμοντέρνας τέχνης, με το επιχείρημα ότι η τέχνη πρέπει να αγκαλιάσει πλατιά το λαό, ενσωματώνεται πλήρως στην καπιταλιστική αγορά.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το πρώτο ρεύμα της μεταμοντέρνας τέχνης στα εικαστικά ήταν η ποπ αρτ. Ενα ρεύμα που δανείζεται τα θέματά του κυρίως από καταναλωτικά αγαθά, περιοδικά, διαφημιστικά, τηλεόραση, ταινίες, κινούμενα σχέδια και κόμικς, για να κάνει την τέχνη «λαϊκή», να τη φέρει κοντά στο λαό. Οχι συμβάλλοντας στην άνοδο της πολιτιστικής στάθμης του λαού, αλλά κατεβάζοντας το επίπεδο της τέχνης στην αναπαραγωγή μιας επιφανειακής εικόνας για την καπιταλιστική πραγματικότητα, π.χ. ως κοινωνία πολλαπλών επιλογών κατανάλωσης.

Γυρεύοντας το θεαματικό, το εντυπωσιακό, το σοκαριστικό, πολλοί καλλιτέχνες του μεταμοντερνισμού επινοούν ακραίες καταστάσεις, όπου κυριαρχεί καθετί το παράταιρο με την κοινωνία: Το περιθωριακό, το εξεζητημένο, το αποκλίνον, το άνομο, το διεστραμμένο, τα οποία συνήθως αναπαριστούν με τα νέα είδη τέχνης που πρώτοι εισήγαγαν, και αυτό είναι προς τιμήν τους, όπως είναι οι performances, τα χάπενινγκς, οι εγκαταστάσεις (installations), αλλά και τα ζωγραφισμένα σώματα, τα νεκρά ζώα κ.λπ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η performance «Rhythm 0» (1974) που καθιέρωσε την Αμπράμοβιτς. Η καλλιτέχνης στεκόταν ακίνητη και το κοινό καλούνταν να «συνδημιουργήσει» χρησιμοποιώντας κατά βούληση κάποια από τα 72 εργαλεία που υπήρχαν σε ένα τραπέζι. Ανάμεσα σ' αυτά ήταν ένα τριαντάφυλλο με αγκάθια, ένα φτερό, άρωμα, μέλι, κρασί, ψαλίδι, μαχαίρι, καρφιά, ένας βαρύς λοστός, ένα γεμάτο πιστόλι. Φυσικά, το μόνο που δεν έκανε το κοινό ήταν να τη σκοτώσει. Ολα τα άλλα αποτροπιαστικά, όπως να της σκίσουν τα ρούχα, να την κόψουν με ξυράφι, να επιτεθούν σεξουαλικά στο σώμα της, να κολλήσουν πάνω της φωτογραφίες κ.λπ., έγιναν. Το πιθανότερο νόημα της παράστασης είναι η απελευθέρωση του ανθρώπου από τους κανόνες, τις συμβάσεις, τα στερεότυπα της κοινωνίας, που αντικειμενικά καταλήγει στο ότι όλα είναι επιτρεπτά (...). Η αποθέωση του σώματος ως άψυχου, κενού αντικειμένου και με ηδονοβλεπτική διάθεση είναι ένα από τα χαρακτηριστικά του μεταμοντέρνου.

Στην αρχιτεκτονική η τάση του εντυπωσιασμού οδηγεί σε καθαρό φορμαλισμό. Η φόρμα του έργου συνθλίβει το περιεχόμενό του. Επιβλητικά - χάριν της λαϊκότητας, δηλαδή της εμπορικότητας - κτίρια δεν πληρούν στοιχειώδεις κανόνες υγιεινής και άνετης διαβίωσης, δεν σέβονται ούτε στοιχειωδώς τη λειτουργικότητα (...).

Το τέλος της Ιστορίας

Ξεκινώντας από την καλή πρόθεση να εξαλείψουν τη μεταφυσική αντίληψη του Διαφωτισμού πως η Ιστορία είναι μια συνεχής και σταθερή πορεία προς την πρόοδο, οι θεωρητικοί του μεταμοντερνισμού εξαλείφουν και την επιστημονική προσέγγιση της Ιστορίας, τη θεωρία του ιστορικού υλισμού, που αποδεικνύει ότι τα εκμεταλλευτικά συστήματα, όπως ο καπιταλισμός, δεν είναι αιώνια, αλλά η δραστηριότητα των ανθρώπων, αξιοποιώντας τις αντιφάσεις τους, τα καταργεί και τα αντικαθιστά με ανώτερα κάθε φορά συστήματα. Στην ουσία απορρίπτουν την προοπτική του πραγματικού τέλους της Ιστορίας όπως τη γνωρίσαμε και την απαρχή μιας Ιστορίας πραγματικής απελευθέρωσης του ανθρώπου, που μπορεί να φέρει η συνειδητή και οργανωμένη πάλη της εργατικής τάξης με την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.

Ετσι έρχονται να αναπληρώσουν το κενό που αφήνουν καταργώντας την Ιστορία, με τις μικρές, βιωματικές ιστορίες.

Ενα παράδειγμα θα αντληθεί από το βιβλίο «Ορθοκωστά» (1994) του Θανάση Βαλτινού. Το έργο αποτελεί παράθεση βιωματικών αφηγήσεων από κατοίκους μερικών χωριών της Κυνουρίας την περίοδο 1943-'45 για τις τραυματικές εμπειρίες τους από την αγριότητα και το δολοφονικό μένος του ΕΛΑΣ, οι οποίοι αντιδρούν προσχωρώντας στους ταγματασφαλίτες (...). Το έργο, με την επίκληση της γνησιότητας που έχει η καταγραφή μικρών και απείθαρχων τάχα σε μια συνολική ερμηνεία ιστοριών, επιτελεί στην ουσία μια μεγάλη, συνολική, αλλά και αντιεπιστημονική ιστορική αφήγηση (...).

Γενικότερα, όποτε το μεταμοντέρνο καταπιάνεται με την Ιστορία, επιδεικνύει μια ιδιαίτερη προτίμηση σε δευτερεύοντα, επουσιώδη και τυχαία γεγονότα, με τα οποία και ερμηνεύει τις ιστορικές εξελίξεις. Ενδεικτική είναι η τελευταία ταινία του Λάνθιμου «Η ευνοούμενη», που παρουσιάζει μια αμφισβητούμενη από τους περισσότερους ιστορικούς ομοφυλοφιλική διάσταση στην προσωπικότητα της βασίλισσας Αννας της Αγγλίας, τελευταίας από τη δυναστεία των Στιούαρτ, αποδίδοντας όλα τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου στην ομοφυλοφιλία της βασίλισσας (...).

Ο «θάνατος» του συγγραφέα

Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που αξίζει να προσεχτεί. Είναι η - πολύ της μόδας τα τελευταία χρόνια - αντικατάσταση της γραφής του συγγραφέα με βιωματικές αφηγήσεις και άλλα δανεισμένα έτοιμα κείμενα. Δεν πρόκειται για μια αθώα τεχνοτροπία. Περικλείει μια ολόκληρη άποψη, που εμφανίζεται ως αντίδραση στον ελιτίστικο μοντερνισμό, ο οποίος ανάγει τον δημιουργό σε αυθεντία και συμπυκνώνεται σε μια ακόμη μεταμοντέρνα ενόραση: Τον «θάνατο» του συγγραφέα, κάθε καλλιτέχνη δημιουργού γενικότερα. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, το έργο δεν είναι δημιούργημα του συγγραφέα ή του καλλιτέχνη, αλλά της γλώσσας - με την ευρύτερη έννοια οποιουδήποτε μέσου έκφρασης, είτε είναι κείμενο, είτε μουσική γλώσσα, είτε γλώσσα των εικόνων κ.ο.κ. Και η γλώσσα του έργου δεν είναι προϊόν της προσωπικότητας και του ξεχωριστού ύφους του καλλιτέχνη, αλλά του πολιτισμού. Ετσι ο συγγραφέας ή ο καλλιτέχνης αποσύρεται και αφήνει την πολιτισμικά διαμορφωμένη γλώσσα να μιλήσει μόνη της. Με βάση αυτήν τη λογική οι συγγραφείς περιορίζονται στην καταγραφή μαρτυριών και αφηγήσεων, σε έτοιμα κείμενα όπως εκφωνήσεις ραδιοφώνου, αποσπάσματα από έργα άλλου συγγραφέα κ.λπ. Η τάση αυτή, που στην ουσία καταργεί την έννοια της λογοτεχνίας, μεταφερόμενη στην Εκπαίδευση οδηγεί στην εξίσωσή της με κάθε είδους γραπτό κείμενο και στην εκμάθηση της γλώσσας μέσα από συνταγές μαγειρικής, προσκλήσεις σε πάρτι, ανακοινώσεις κ.λπ.

Ο «θάνατος» του συγγραφέα αποτελεί όμως πλευρά μιας γενικότερης μεταμοντέρνας ιδέας, που είναι ο θάνατος του υποκειμένου - του ανθρώπου ως προσωπικότητας με συνείδηση και βούληση - της προσωπικής ταυτότητας του καθενός. Υποστηρίζεται δηλαδή ότι το υποκείμενο οριοθετείται κοινωνικά - πολιτισμικά από την κυρίαρχη ιδεολογία, καθορίζεται από τους κανόνες και τις συμβάσεις που θέτουν οι διάφοροι πολυποίκιλοι ιδεολογικοί μηχανισμοί της εξουσίας. Και είναι τόσοι οι μηχανισμοί αυτοί, ώστε να δημιουργούν ένα θρυμματισμένο, κινητικό, σχιζοφρενικό ανθρώπινο υποκείμενο, που αλλάζει διαρκώς ταυτότητες ανάλογα με τις περιστάσεις και τα συστήματα που το διαμορφώνουν. Επομένως, υποκείμενο ικανό να ορίζει τη σκέψη και τα συναισθήματά του δεν μπορεί να υπάρξει. Κατά προέκταση ούτε η εργατική τάξη ως επαναστατικό υποκείμενο της Ιστορίας είναι κάτι εφικτό (...).

Ο πρωταρχικός λόγος που οι καταπιεζόμενοι δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν την ταξική διαίρεση ως πηγή για τα καθημερινά βάσανά τους, δεν οφείλεται πρωταρχικά στην πλύση εγκεφάλου που δέχονται, αλλά στο ότι αυτή η πλύση εγκεφάλου πατάει στον στρεβλό τρόπο με τον οποίο εμφανίζεται η αντικειμενική πραγματικότητα στη συνείδησή τους (...). Επομένως, για να μπορέσει ο άνθρωπος να γίνει υποκείμενο με σκέψη, συναίσθημα και βούληση, ικανό να ορίζει ο ίδιος τη μοίρα του, πρέπει να κατανοήσει τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα των σχέσεων παραγωγής και τον τρόπο με τον οποίο θα απαλλαγεί από αυτές (...).

Μεταμοντέρνο και διαφορετικότητα

Παρά την αντίθεσή του στην έννοια του υποκειμένου ο μεταμοντερνισμός έχει τα δικά του υποκείμενα. Είναι οι κάθε είδους αποσυνάγωγοι, οι περιθωριοποιημένοι, οι απαξιωμένοι από τον κυρίαρχο κοινωνικό κανόνα (άνδρας, λευκός, ετεροφυλόφιλος, από χώρες της Δύσης κ.λπ.) όπως οι μειονότητες, οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, οι γυναίκες, οι ομοφυλόφιλοι. Εκεί καμιά φορά παρεισφρέει και η εργατική τάξη, σαν μια ακόμη καταπιεζόμενη κατηγορία μέσα στις τόσες άλλες. Η ύπαρξη κοινωνικά αδύναμων κατηγοριών εμφανίζεται δηλαδή ως αποτέλεσμα κοινωνικών προκαταλήψεων, ως πολιτισμικό πρόβλημα, και όχι ως πρόβλημα της ταξικής καταπίεσης στον καπιταλισμό (...).

Ως απάντηση στην ομογενοποίηση, ο μεταμοντερνισμός αποθεώνει τη διαφορετικότητα. Το να είσαι διαφορετικός, το να υποτιμάς και να αποστρέφεσαι την τεράστια μάζα των αδικημένων στην ταξική κοινωνία ως έρμαια των κοινωνικών κανόνων και στερεοτύπων, αυτό είναι - σύμφωνα με τη λογική του - ο ριζοσπαστισμός. Πόσο ωραία, αλήθεια, συντονίζεται ο μεταμοντερνισμός με τον ατομικισμό της σάπιας αστικής ηθικής και τον ελιτισμό που υποτίθεται πως αντιμάχεται. Μα πάνω απ' όλα, πόσο επιδέξια σερβίρει με επαναστατικό περιτύλιγμα τον αντιδραστικό ρόλο του, την τεράστια υπηρεσία που προσφέρει στην αστική τάξη εμποδίζοντας την εργατική τάξη να συνειδητοποιήσει τα κοινά που την ενώνουν και να διεκδικήσει οργανωμένα την απελευθέρωση από τα δεσμά της (...).

Ετσι δεν θα πρέπει να παρασυρθεί κανείς από την έννοια της εξουσίας που χρησιμοποιεί ο μεταμοντερνισμός. Σε καμία περίπτωση δεν εννοεί την αστική εξουσία. Η μεταμοντέρνα εξουσία είναι αταξική. Αφορά την καταστολή, την καταπίεση, τη βίαιη επιβολή κανόνων, και εκπορεύεται όχι από ένα κέντρο, αλλά από πολλά διαφορετικά συστήματα, από τα οποία δεν εξαιρείται βέβαια και το Κομμουνιστικό Κόμμα (...).

Ο απόλυτος σχετικισμός, όλα είναι αποδεκτά

Οπως ήδη φάνηκε, η πολιτική πρόταση του μεταμοντερνισμού, η κατάληξη όλων των φιλοσοφικών προσεγγίσεών του είναι ο περιορισμός της όποιας προσπάθειας για βελτίωση της ζωής μας σε μερικές πλευρές της. Εχοντας απορρίψει τις μεγάλες αφηγήσεις και ενοράσεις, τη δυνατότητα να κατανοήσουμε ως ενιαίο σύστημα τον καπιταλισμό και να δημιουργήσουμε τους όρους για μια ριζικά διαφορετική κοινωνία, θεωρεί ως μόνη εφικτή τη μικροπολιτική των επιμέρους ομάδων και κινημάτων.

Κάθε ολοποιητική προσπάθεια, κάθε φιλοσοφικό σύστημα που επιδιώκει να εντάξει τις διαφορετικές πλευρές της πραγματικότητας σε μια ενιαία θεώρηση και ερμηνεία του κόσμου, κάθε πολιτικό πρόγραμμα που επιδιώκει να συνδέσει τα επιμέρους κινήματα σε έναν συνολικό πολιτικό αγώνα, καταδικάζεται από τη μεταμοντερνιστική σκέψη ότι οδηγεί σε μια ολότητα που την ταυτίζει με τον αποκαλούμενο «ολοκληρωτισμό». Κάτω από αυτό το πρίσμα εξισώνει τον φασισμό με τον κομμουνισμό. Από το οπτικό πεδίο του απουσιάζει εντελώς η καπιταλιστική ολότητα στη βάση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, η δικτατορία του κεφαλαίου.

Αλλωστε, μια θεωρία που κυριαρχείται από τον απόλυτο σχετικισμό τού ότι όλα είναι αποδεκτά, δεν μπορεί παρά να καταργεί οποιοδήποτε όριο. Στον μεταμοντέρνο χυλό εξαφανίζονται τα όρια όχι μόνο μεταξύ φασισμού και κομμουνισμού, αλλά και ανάμεσα στο καλό και το κακό - χαρακτηριστική θέση του Νίτσε - την αλήθεια και το ψέμα, τον μύθο και την πραγματικότητα, την εμπορική «τέχνη» και την αληθινά καλλιτεχνική δημιουργία, την τέχνη και την απουσία κάθε τέχνης.

Πράγματι η κακομεταχείριση της τέχνης από τον μεταμοντερνισμό φτάνει ορισμένες φορές να ξεπερνά κάθε μέτρο, με αποφθέγματα του τύπου «τέχνη είναι το καθετί» και «καλλιτέχνης είναι ο καθένας». Μπορείς να είσαι ποιητής κι ας μην έχεις ιδέα από μετρική, μπορείς να είσαι ζωγράφος κι ας μην έχεις καμία γνώση και εκπαίδευση στους νόμους της ζωγραφικής κ.ο.κ. Ο πιο διάσημος μεταμοντέρνος εικαστικός, ο Γιόζεφ Μπόις, που 30 και περισσότερα χρόνια μετά το θάνατό του πρωταγωνιστεί ακόμα στις σημαντικότερες διεθνείς εκθέσεις και οι τιμές των έργων του είναι ασύλληπτες, έκανε τέχνη περιφέροντας έναν νεκρό λαγό και καλώντας το κοινό με τις αντιδράσεις του να «συνδημιουργήσει».

Ο μεταμοντερνισμός είναι η τέχνη των κυρίαρχων

Δεν είναι σίγουρο ότι ο μεταμοντερνισμός είναι κυρίαρχη τέχνη. Σίγουρο όμως είναι πως είναι η τέχνη των κυρίαρχων. Αναθεωρώντας και τελικά αποδομώντας τη μόνη επιστημονική κοσμοθεωρία, τη θεμελιωμένη στον μαρξιστικό διαλεκτικό και ιστορικό υλισμό, διαλύει τη σκέψη και παραλύει τη βούλησή μας. Ετσι καταλήγει να αποτελεί το δεξί χέρι της αστικής κυριαρχίας, που 60 χρόνια τώρα τον ενισχύει, τον επιβραβεύει και τον αναπαράγει, για τις υπηρεσίες του να διαμορφώνει μια κατακερματισμένη συνείδηση, αδύναμη να συλλάβει το όλον της πραγματικότητας και γι' αυτό απόλυτα προσαρμοσμένη και υποταγμένη όχι στα πολλαπλά συστήματα εξουσίας του μεταμοντερνισμού, αλλά σε ένα και μοναδικό, το καπιταλιστικό (...).

Στις ΗΠΑ, η ολοκλήρωση των διώξεων του μακαρθισμού ενάντια στους προοδευτικούς δημιουργούς συνέπεσε με θεαματική στήριξη και προβολή των μεταμοντέρνων ιδεών και καλλιτεχνών. Υπάρχει μάλιστα ένα σχετικά πρόσφατα αποχαρακτηρισμένο (2011) έγγραφο της CIA του 1985, με τίτλο «Γαλλία: Η αποστασία των αριστερόφρονων διανοούμενων», που, όπως λέει και στην εισαγωγή του, προσπαθεί να εξετάσει την πιθανή επίδραση που μπορεί να ασκήσει στην πολιτική ζωή η διαφοροποιημένη στάση αυτών των διανοούμενων. Ενδεικτικά αναφέρει τους - Λακάν, Φουκώ - μεταδομιστές, πρόδρομους του μεταμοντερνισμού. Σύμφωνα με το έγγραφο, η αμφισβήτηση της αντικειμενικότητας του κόσμου από τη θεωρία τους αποτελεί ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο, για να υπονομευτεί το μαρξιστικό δόγμα για το ιστορικά αναπόφευκτο. Και παρακάτω ότι η μεταμοντέρνα σκέψη θα προσφέρει μέγιστη υπηρεσία στην κατεδάφιση της μαρξιστικής επιρροής στις κοινωνικές επιστήμες.

Για μια Τέχνη που θα ανοίγει το δρόμο σε έναν ανώτερο πολιτισμό

Πιστεύουμε πως όλα όσα ειπώθηκαν έως εδώ αποτελούν σπουδαίους λόγους για να αποδομήσει κανείς την αποδόμηση και την καλλιτεχνική έκφρασή της, τη σταθερή φροντίδα της με τον έναν ή άλλο τρόπο να ενισχύσει τις αντοχές μας στην παρακμή και τη σήψη της καπιταλιστικής πραγματικότητας, να πλάσει έναν άνθρωπο κατ' εικόνα και ομοίωσή της. Αυτό που ολοένα και περισσότερο χρειάζεται σήμερα ο κόσμος μας είναι ακριβώς το αντίθετο. Μια τέχνη που θα εξανθρωπίζει τον άνθρωπο, που θα βοηθά τον άνθρωπο να αποκτήσει συνείδηση της ανθρωπιάς του, της ικανότητάς του να κατανοεί την πραγματικότητα και να παλεύει για να την μεταμορφώσει σύμφωνα με τις πραγματικές ανθρώπινες ανάγκες και τις δυνατότητες που έχει δημιουργήσει η ανάπτυξη της τεχνολογίας και της επιστήμης. Μια τέχνη που θα ανοίγει το δρόμο σε έναν ανώτερο πολιτισμό, τον πολιτισμό της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας. Κι αυτή σας καλούμε να υπηρετήσετε.

  • Ολόκληρη η ομιλία της Ελ. Μηλιαρονικολάκη είναι αναρτημένη σε βίντεο στο πόρταλ «902.gr», όπου μπορεί κανείς να δει και σε εικόνες ενδεικτικά έργα του μοντερνισμού, όπως προβλήθηκαν στην εκδήλωση.

Κλείνοντας την ομιλία της η Ελ. Μηλιαρονικολάκη ανέφερε ότι είναι δύσκολο να αναγνωριστεί το μεταμοντέρνο έργο από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του. «Για να κατατάξουμε ένα έργο στον μεταμοντερνισμό θα πρέπει να επικεντρώσουμε κύρια στο περιεχόμενό του, στην αντίληψη που το διέπει, στο μήνυμα που θέλει να στείλει, σε συνδυασμό πάντα και με τη μορφή. Ακόμη θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν είναι όλα τα έργα των μεταμοντερνιστών καλλιτεχνών αντιδραστικά. Οπως είναι γνωστό, ορισμένες φορές το έργο τέχνης ξεπερνά τον δημιουργό του, τις ιδεολογικές ή τις πολιτικές αντιλήψεις του».



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ