Ερευνα του πανεπιστημίου του Μάντσεστερ καταρρίπτει τα δήθεν οφέλη της «απελευθέρωσης»
Associated Press |
Το πόρισμα των ειδικών για την αποτίμηση της ιδιωτικοποίησης των βρετανικών σιδηροδρόμων συμπυκνώνεται ουσιαστικά στις ακόλουθες φράσεις: Η ιδιωτικοποίηση των τρένων έφερε ακριβότερα εισιτήρια, παλιότερα τρένα, μεγαλύτερο και δυσβάσταχτο κόστος για τους φορολογούμενους.
Οι ερευνητές του CRESC σημειώνουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει ένα αξιόπιστο και φθηνό για το λαό σιδηροδρομικό σύστημα δίχως την κρατική χρηματοδότηση και το δημόσιο έλεγχο, αφού κατά την περίοδο ιδιωτικοποίησης τα εταιρικά συμφέροντα που ανέλαβαν ασχολούνται σχεδόν εξολοκλήρου με την αποθησαύριση κερδών επιστρέφοντας το 90% των εσόδων στους μετόχους και διοχετεύοντας λιγότερο κι από το 10% σε επενδύσεις. Αποτέλεσμα; Ιδιαίτερα κατά τα πρώτα χρόνια ιδιωτικοποίησης των τρένων, να παρατηρούνται πολύνεκρα και συχνά δυστυχήματα, ενώ σήμερα έχουν πάρει «φωτιά», λόγω ακρίβειας, τα κάθε λογής εισιτήρια ακόμη και για τους πιο κοντινούς προορισμούς.
Αντίθετα, η κύρια σιδηροδρομική γραμμή της ανατολικής ακτής, που είναι υπό κρατικό έλεγχο, επένδυσε το μεγαλύτερο μέρος των κερδών στους σιδηροδρόμους, βελτιώνοντας τις διαδικασίες και τα χρονοδιαγράμματα συντήρησης, αγοράζοντας καλύτερο και σύγχρονο τεχνολογικό υλικό.
Με λίγα λόγια, το πόρισμα των ερευνητών του κέντρου CRESC του πανεπιστημίου Μάντσεστερ κονιορτοποιεί τα βασικά επιχειρήματα που χρησιμοποίησαν οι τότε βρετανικές αρχές («Εργατικών» και «Συντηρητικών») ότι δηλαδή η ιδιωτικοποίηση των τρένων τάχα θα στοίχιζε λιγότερα χρήματα στους φορολογούμενους και θα προσέφερε καλύτερες και φθηνότερες υπηρεσίες.
Οι ερευνητές υπογραμμίζουν ότι η εμπειρία της τελευταίας 20ετίας από την ιδιωτικοποίηση των βρετανικών σιδηροδρόμων απέδειξε στην πράξη πόσο πιο δαπανηρή είναι για τους Βρετανούς φορολογούμενους, καθώς ετησίως απαιτούνται πολλά περισσότερα δισεκατομμύρια στερλίνες από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αιχμές για «εθισμό» στις κρατικές επιχορηγήσεις υπάρχουν εναντίον των εταιρειών και των ιδιωτών - επιχειρηματιών που ανέλαβαν την εκμετάλλευση μέρους των βρετανικών σιδηροδρόμων στη Δυτική Ακτή όπως ο πολυεκατομμυριούχος Ρίτσαρντ Μπράνσον της Virgin, η εταιρεία Stagedach και ο γαλλικός πολυεθνικός όμιλος Thales, οι οποίοι έβαλαν στο χέρι από το 1997 καθαρά κέρδη άνω των 500 εκατ. στερλινών.
Με λίγα λόγια, τα μονοπωλιακά συμφέροντα βγάζουν τεράστια κέρδη, και από τα πανάκριβα εισιτήρια και από τις κρατικές επιδοτήσεις. Τα περί υποτιθέμενων κερδών από την ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας είναι, αν μη τι άλλο, κραυγαλέα ψεύδη.
Μεταξύ των συντακτών της έρευνας είναι και ο Ελληνοαυστραλός δρ Εμμανουήλ Σταματάκης, από την ιατρική σχολή Δημόσιας Υγείας του πανεπιστημίου του Σίδνεϊ, που σε δηλώσεις του στον Τύπο είχε χαρακτηρίσει ως «τουλάχιστον παράλογο» να εξαρτώνται οι ιατρικές έρευνες από τη χρηματοδότηση των φαρμακοβιομηχάνων. Ο ίδιος στηλίτευσε τη διενέργεια κλινικών δοκιμών από τις φαρμακοβιομηχανίες παρομοιάζοντάς τες με ζωγράφους από τους οποίους ζητάμε να είναι οι ίδιοι κριτές στους πίνακές τους, ενώ είναι υποψήφιοι για βραβείο. Δεν παρέλειψε να καταγγείλει τη «βιομηχανία» εκμαυλισμού γιατρών και επιστημόνων που έχουν στήσει διεθνώς οι φαρμακευτικές εταιρείες που πετυχαίνουν να προωθήσουν τα προϊόντα τους από τις αποθήκες στα ντουλάπια των ασθενών δωροδοκώντας γιατρούς και ερευνητές με πολυτελή ταξίδια, δήθεν «συνέδρια» σε εξωτικούς προορισμούς, λουκούλλεια δείπνα, γενναιόδωρες χορηγίες για τη χρηματοδότηση ερευνών κ.ά.
Ανέφερε ως χαρακτηριστική περίπτωση τη διάθεση του φαρμάκου Rosiglitazone της «GlaxoSmithKline» για διαβητικούς που ενώ έχει αποσυρθεί από τις αγορές της Ευρώπης και της Νέας Ζηλανδίας έπειτα από χιλιάδες μηνύσεις, διότι έχει ενοχοποιηθεί για την εκδήλωση σοβαρής καρδιοπάθειας (ακόμη και καρδιακής προσβολής), εξακολουθεί να διατίθεται στην Αυστραλία. Οπως σημείωσε ο δρ Σταματάκης μιλώντας σε αυστραλιανές και ομογενειακές εφημερίδες, «αντί του συγκεκριμένου φαρμάκου θα ήταν πιο αποτελεσματικό και ακίνδυνο να ζητηθεί από τον ασθενή να κάνει ελαφρές γυμναστικές ασκήσεις»...
Οι ερευνητές που συμμετείχαν στην έρευνα, αξιολογώντας τα δεδομένα από 600 κλινικές δοκιμές, διαπίστωσαν ότι οι φαρμακοβιομηχανίες χρηματοδοτούν, σχεδιάζουν και ελέγχουν τη μερίδα του λέοντος των πιο σημαντικών ιατρικών μελετών. Βρήκαν έτσι πως νέα φαρμακευτικά σκευάσματα που υποβάλλονται σε κλινικές δοκιμές οι οποίες χρηματοδοτούνται από τις φαρμακοβιομηχανίες έχουν τετραπλάσιες πιθανότητες να πάρουν άδεια και να βγουν στην αγορά, σε αντίθεση με τις κλινικές δοκιμές που έχουν χορηγούς μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς. Οι ερευνητές πρότειναν έτσι τη συγκρότηση μίας διεθνούς «τράπεζας» για τη χρηματοδότηση όλων των κλινικών δοκιμών, ώστε να μην υπάρχουν συγκρουόμενα συμφέροντα ανάμεσα στις φαρμακοβιομηχανίες τα οποία να επηρεάζουν δυσμενώς την αξιοπιστία της διενέργειας κλινικών δοκιμών. Βέβαια τέτοιου είδους προτάσεις για να έχουν ελπίδες να υλοποιηθούν χρειάζεται να ανατραπεί η εξουσία του κεφαλαίου. Χωρίς να έχουν οι εργαζόμενοι, οι λαοί τα κλειδιά της οικονομίας στα δικά τους χέρια, το φάρμακο, η έρευνα που σχετίζεται με αυτό δεν μπορεί να είναι κοινωνικό αγαθό. Στον καπιταλισμό, το κοινωνικοοικονομικό σύστημα που έχει κριτήριο την κερδοφορία των κεφαλαιοκρατών, δεν μπορούν να ικανοποιηθούν ούτε οι στοιχειώδεις λαϊκές ανάγκες και το δικαίωμα σε ποιοτική και δωρεάν περίθαλψη και υγεία.
KΑΪΡΟ.--
Σύμφωνα με πηγές του κινητού ιατρείου των «Αδελφών Μουσουλμάνων», που επικαλείται το «Ρόιτερς», ο πρώτος απολογισμός ήταν 70 νεκροί. Το BBC ανέβαζε τον αριθμό των πρώτων νεκρών σε 100 και των τραυματιών σε 1.000 και το «αλ Τζαζίρα» (που κατηγορείται για μεροληψία υπέρ του Μούρσι) σε 120 και 4.500. Το «Ασοσιέιτεντ Πρες» ανέφερε 38 νεκρούς. Επίσημη ανακοίνωση από το στρατό δεν υπήρχε αρχικώς. Το επίσημο πρακτορείο ΜΕΝΑ μετέδιδε ότι σημειώνονται συγκρούσεις αλλά χρησιμοποιούνται μόνο δακρυγόνα και όχι αληθινά πυρά, όπως κατήγγειλαν οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι». Δεν ήταν σαφές αν πρόκειται για επιχείρηση «τερματισμού» της καθιστικής διαμαρτυρίας, όπως είχε προαναγγείλει ο στρατός.