ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 28 Νοέμβρη 2000
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ζητάει και τα ρέστα ο Γλύξμπουργκ

Αντί να ζητήσει συγνώμη για τις ασχήμιες της οικογένειάς του σε βάρος του ελληνικού λαού, τολμά να παρουσιάζεται σαν θύμα και  να απαιτεί την επιστροφή των «σπιτιών του»!!! 

Παπαγεωργίου Βασίλης

«Εκεί που μας χρωστάγανε μας πήραν και το βόδι», υποστηρίζει η σοφή λαϊκή ρήση, που αποδίδει επακριβώς το περιεχόμενο των προκλητικών για τον ελληνικό λαό και την ιστορική του μνήμη, δηλώσεων του Κ. Γλύξμπουργκ από το Λονδίνο χτες σχετικά με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τη λεγόμενη «βασιλική περιουσία».

Αντί να απολογηθεί για τα όσα ο ελληνικός λαός υπέφερε από την οικογένειά του, αντί να ζητήσει συγνώμη για τα παιδομαζώματα της μάνας του και τα χαράτσια για την προίκα της αδερφής του, αντί τουλάχιστον να σιωπά, ζητάει ανερυθρίαστα και τα ρέστα και, κάνοντας το «άσπρο - μαύρο», τολμά να παρουσιάζεται και σαν «θύμα». Ετσι, χαρακτήρισε την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ως «δικαίωση σ' αυτά που έχει υποστεί η οικογένειά του» και απόρησε υποκριτικά, με ύφος χιλίων επαρμένων και φιλάργυρων καρδιναλίων: «Ολοι σχεδόν οι Ελληνες έχουν δύο σπίτια γιατί να μην έχω κι εγώ;»!

Ο Κ. Γλύξμπουργκ δήλωσε διατεθειμένος να διαπραγματευτεί με το ελληνικό δημόσιο, επικαλούμενος, μάλιστα, και το συμφέρον του ελληνικού λαού, διακήρυξε όμως σε όλους τους τόνους ότι δεν υποχωρεί από την απαίτηση να του επιστραφούν τα «σπίτια του», δηλαδή τα ανάκτορα στην Κέρκυρα και το Τατόι. Ωστόσο, δε διευκρίνισε τι είδους διαπραγμάτευση εννοεί και αν προτείνει κάποια συμβιβαστική λύση.

Και το παραλήρημα του απογόνου μιας οικογένειας, που τόσο πόνο και δυστυχία προκάλεσε στον ελληνικό λαό, συνεχίστηκε ως εξής: «Φτάσαμε σε ένα σημείο που αισθάνθηκα ότι τα Ανθρώπινα Δικαιώματα τα δικά μου και της οικογενείας μου έχουν καταπατηθεί και έπρεπε να προσφύγω στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Νομίζω ότι τώρα πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να λύσουμε αυτό το πρόβλημα. Σέβομαι απόλυτα τη θέση που έχει ο κ. Σημίτης, είναι ο πρωθυπουργός της ελληνικής δημοκρατίας, και ελπίζω και εύχομαι ότι μπορεί να καθίσει μαζί μου ή με αντιπροσώπους του αν δε θέλει ο ίδιος να βρούμε τη λύση του προβλήματος. Εάν βγάλουμε όλα από τη μέση, το ποιος φταίει, ποιος δε φταίει, η ουσία είναι ότι εγώ και η οικογένειά μου θέλουμε το σπίτι μας»!

Σε παρατήρηση δημοσιογράφου ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν προτίθεται να αρχίσει γύρο διαπραγματεύσεων μαζί του και θα προτιμήσει τη δικαστική οδό, ο τέως απάντησε: «Ελπίζω τα πράγματα να μην είναι έτσι. Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου έχουμε έξι μήνες να βρούμε μια λύση. Εγώ πιστεύω πάρα πολύ στο διάλογο. Οποτε λείπει ο διάλογος υπάρχει πρόβλημα. Σ' αυτή την περίπτωση δε βλέπω το λόγο γιατί να μην καθίσουμε σε ένα τραπέζι και να μη λύσουμε το θέμα. Αυτό θα είναι προς όφελος του ελληνικού λαού».

Αξίζει επιπλέον να σημειωθεί ότι την ίδια στιγμή που δήλωνε πως αναγνωρίζει το πολιτειακό καθεστώς της Ελλάδας, απέφυγε επιμελώς να απαντήσει στο αν προτίθεται να αποποιηθεί τον τίτλο του «βασιλιά της Ελλάδας», που χρησιμοποιεί, και να εμφανίζεται ως ιδιώτης. Αν και του έγιναν πολλές ερωτήσεις επ' αυτού απάντησε αόριστα «είναι νωρίς ακόμα να ασχοληθώ με αυτό το θέμα».

Σχετικά με το θέμα της αξίας της περιουσίας είπε ότι διεθνής εταιρία την εκτίμησε σε 180 δισ. δρχ. και ερωτηθείς για τους φόρους που θα πρέπει να πληρώσει είπε ότι δε γνωρίζει να χρωστάει φόρους. «Κανένα μέλος της οικογένειάς μου, ούτε εγώ δεν πήραμε χαρτί από την ελληνική εφορία που να λέει ότι τους χρωστάμε χρήματα», ανέφερε.


Ερίζουν για το αν θα διαπραγματευτούμε τα αδιαπραγμάτευτα
  • Η κυβέρνηση καυχιέται που δε θα διαπραγματευτεί και μεγάλο κομμάτι της αντιπολίτευσης της ζητά να πράξει το αντίθετο
  • Δεν υιοθετούνται δραστικά μέτρα για την οριστική λύση του ζητήματος

Την ίδια στιγμή που ο Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ περνά στην αντεπίθεση από θέση ισχύος, μετά και την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, πολιτικοί παράγοντες στη χώρα μας ερίζουν για το αν θα πρέπει ή όχι να διαπραγματευτεί το ελληνικό δημόσιο μαζί του και ανταλλάσσουν κατηγορίες περί ευθυνών. Η κυβέρνηση δηλώνει πως δε συζητά, ούτε όμως προτίθεται να διευθετήσει διά παντός το ζήτημα στα πλαίσια της αναθεώρησης του Συντάγματος, ενώ ένα θλιβερό κομμάτι της αντιπολίτευσης τάσσεται ευθέως με τον Γλύξμπουργκ και ζητά διαπραγματεύσεις.

Ο Ε. Βενιζέλος

Σε συνέντευξή του στα «Νέα» ο υπουργός Πολιτισμού, Ε. Βενιζέλος δήλωσε πως «είναι παράδοξο και θλιβερό αυτό που συμβαίνει με ορισμένους. Διαμαρτύρονται επειδή θα χρειαστεί να καταβληθεί ίσως μια "εύλογη" αποζημίωση και είναι σαν να λένε ότι θα έπρεπε εξαρχής να αναγνωριστεί η περιουσία της βασιλικής οικογένειας και να καταβληθεί "πλήρης" αποζημίωση».

«Είναι σαν να νιώθουν ενοχή κάποιοι - συνέχισε - επειδή εγκαταλείψαμε την παλιά τακτική των διαπραγματεύσεων και των συμβιβασμών και θέσαμε το ζήτημα στην ορθή ιστορική και συνταγματική του βάση». Αφού υπεραμύνθηκε του νόμου του για τη λεγόμενη «βασιλική περιουσία», κατέληξε πως αυτή «είναι πλέον δημόσια και ο τέως βασιλιάς οφείλει να δηλώσει το επίθετό του, την πίστη στο πολίτευμα και να γραφεί στα δημοτολόγια, αν θέλει να έχει την τιμητική ιδιότητα του Ελληνα πολίτη».

Και ολοκλήρωσε αφήνοντας αιχμές εναντίον του Κ. Μητσοτάκη με τη φράση: «Γιατί δεν είχαν επιλυθεί τα θέματα αυτά πριν από το 1994;».

Ο Μ. Σταθόπουλος

Στον Κ. Μητσοτάκη, άλλωστε, απέδωσε την κύρια ευθύνη για την καταδίκη της χώρας μας και ο υπουργός Δικαιοσύνης, Μ. Σταθόπουλος, σε συνέντευξή του στην «Ελευθεροτυπία», όπου δήλωσε πως η συμφωνία που έκανε το 1992 η κυβέρνηση Μητσοτάκη με τον τέως αποτέλεσε και το πιο επιβαρυντικό στοιχείο στη δίκη ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. «Επρόκειτο για μια ηθικά και πολιτικά επιλήψιμη και οικονομικά επιζήμια για το δημόσιο λύση», τόνισε ο υπουργός Δικαιοσύνης.

Ευθύνες όμως επέρριψε και στην κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης, γιατί, αν και είχε τη δυνατότητα να επιλύσει το θέμα, το παρέπεμψε στις ελληνικές καλένδες και στο νόμο του Ε. Βενιζέλου του 1994, λέγοντας πως αν εκεί προβλεπόταν κάποια αποζημίωση δε θα υπήρχε πρόβλημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Παραδέχτηκε επίσης πως πρόκειται για αντίφαση η επιβολή φόρου στον τέως για μια περιουσία που θεωρείται ότι ανήκει στο κράτος.

Ο Μ. Σταθόπουλος απέκλεισε το ενδεχόμενο να υπάρξουν διαπραγματεύσεις μεταξύ κυβέρνησης και Γλύξμπουργκ. Συμφώνησε όμως πως κατά το Σύνταγμα της χώρας μας απαιτείται πλήρης αποζημίωση, επιβεβαιώνοντας το ΚΚΕ, που από την πρώτη στιγμή τόνισε ότι αν υπήρχε η πολιτική βούληση θα μπορούσε το θέμα αυτό να διευθετηθεί μια και καλή στα πλαίσια της αναθεώρησης του Συντάγματος.

Ο Δ. Ρέππας

«Η κυβέρνηση δεν πρόκειται να συζητήσει το σχετικό θέμα με οποιονδήποτε», δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απαντώντας στα όσα είπε ο Κ. Γλύξμπουργκ.

«Η Ελλάδα δε διαπραγματεύεται με δυνάμεις ή παράγοντες που στρέφονται εναντίον των συμφερόντων της χώρας. Πιστεύουμε ότι η εξέλιξη αυτής της διαμάχης θα οδηγήσει στο να αντιληφθούν όλοι πόσο απαράδεκτη, από πολιτική, ηθική και ιστορική άποψη, είναι η απαίτηση του Κωνσταντίνου Γλύξμπουργκ. Με αυτή την έννοια, η ελληνική κυβέρνηση θα υπερασπιστεί σθεναρά τα συμφέροντα της χώρας και θα παραμείνει μέχρι τέλους σε αυτή την κατεύθυνση, προσπαθώντας να διασφαλίσει το δημόσιο συμφέρον», συμπλήρωσε ολοκληρώνοντας την απάντησή του ο Δ. Ρέππας, χωρίς ωστόσο να αναφερθεί στα μέσα με τα οποία η κυβέρνηση θα διασφαλίσει το δημόσιο συμφέρον.

Ο Κ. Μητσοτάκης

Ο εξαρχής υπέρμαχος ενός συμβιβασμού (τι είδους άραγε;) μεταξύ των δύο πλευρών, επίτιμος πρόεδρος της ΝΔ, απάντησε στον υπουργό Δικαιοσύνης και στις δηλώσεις του ως εξής: «Ο κ. Σταθόπουλος, ο οποίος χειρίστηκε νομικά το θέμα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αντί να "κλαίγεται" και να αναζητεί παντού αλλού υπευθύνους για το φιάσκο, καλά θα κάνει έστω και τώρα να προσγειωθεί στην πραγματικότητα για να προστατεύσει αποτελεσματικά στην επόμενη φάση τα συμφέροντα του ελληνικού δημοσίου».

Ο Ν. Κωνσταντόπουλος

«Πρόκληση προς τη δημοκρατία, πρόκληση προς την ιστορία», χαρακτήρισε τις δηλώσεις Γλύξμπουργκ ο πρόεδρος του ΣΥΝ, κατηγορώντας τις κυβερνήσεις και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ για χοντροκομμένα λάθη, τα οποία του επέτρεψαν να θορυβεί, να προκαλεί και να αντιδικεί με το λαό μας και τη χώρα μας, όπως πράττει σήμερα.

Ο Στ. Μάνος

Υπέρμαχος των διαπραγματεύσεων με τον τέως εμφανίστηκε και ο πρόεδρος των «Φιλελευθέρων», αναφέροντας πως κάνει λάθος η κυβέρνηση που και αυτό το ζήτημα το χρησιμοποιεί ως εργαλείο επίλυσης εσωκομματικών της προβλημάτων.

Ο Δ. Αβραμόπουλος

«Νομικό» βρίσκει πως είναι το ζήτημα που ενέσκηψε με τη «βασιλική περιουσία» ο δήμαρχος Αθηναίων, ο οποίος σε δηλώσεις του από την Πάτρα ανέφερε πως «κακώς προσεγγίζεται πολιτικά, διότι πολιτικά μάς γυρνάει πίσω».

«Το ζήτημα μπορεί τεχνικά και νομικά να αντιμετωπιστεί και να τελειώνουμε», κατέληξε, χωρίς βεβαίως να διευκρινίσει και τον τρόπο αντιμετώπισής του.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ