ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 28 Οχτώβρη 2017 - Κυριακή 29 Οχτώβρη 2017
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«ΣΧΕΔΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ» ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 2014 - 2020
Κρατικό χρήμα για την υποστήριξη της κερδοφορίας των μονοπωλίων

Καμιά σχέση δεν έχουν τα «σχέδια βελτίωσης» με την επιβίωση των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων και τις λαϊκές ανάγκες

Eurokinissi

Καμιά σχέση δεν έχουν τα «σχέδια βελτίωσης» με την επιβίωση των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων και τις λαϊκές ανάγκες
Ολοκληρώθηκε πριν από μέρες η διαβούλευση για τα «Σχέδια Βελτίωσης», μέρους του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) 2014 - 2020, το οποίο προβλέπει χρηματοδότηση για την υλοποίηση επενδύσεων που σύμφωνα με την κυβέρνηση «συμβάλλουν στην ανταγωνιστικότητα» (ΠΑΑ δράση 4.1.1), «στη χρήση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και στη διαχείριση αποβλήτων» (ΠΑΑ δράση 4.1.3).

Πρόκειται για προγράμματα συνολικού ύψους 256 εκατομμυρίων ευρώ (μειωμένα κατά 50% σε σχέση με το προηγούμενο ΠΑΑ 2007 - 2013), για τα οποία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, ακολουθώντας την πεπατημένη των προκατόχων της, επιχειρηματολογεί ότι θα συμβάλλουν στη βιωσιμότητα πολύ μικρών εκμεταλλεύσεων, μέσω χρηματοδότησης επενδύσεων εκσυγχρονισμού των υποδομών και αύξησης της παραγωγικότητάς τους.

Είναι όμως έτσι τα πράγματα;

Καταρχήν, το βασικό κριτήριο για τη χρηματοδότηση επενδύσεων με κρατικό χρήμα, στο πλαίσιο του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και της ΚΑΠ, είναι η ικανοποίηση της στρατηγικής κατεύθυνσης του κεφαλαίου για συγκέντρωση και συγκεντροποίηση παραγωγής, εμπορίας και μεταποίησης με τη διαμόρφωση βιώσιμων καπιταλιστικών αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Μέσα από τη διαδικασία συγκέντρωσης μπορούν να ενσωματώνονται στην παραγωγή εκσυγχρονισμοί και καινοτομίες που αυξάνουν την παραγωγικότητα της εργασίας και ενισχύουν την παραγωγή ανταγωνιστικών, «εξωστρεφών», πιστοποιημένων προϊόντων, που δίνουν τη δυνατότητα διεύρυνσης της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων στο πλαίσιο του διαρκώς οξυνόμενου διεθνοποιημένου καπιταλιστικού ανταγωνισμού.

Γι' αυτό η πρόβλεψη της δράσης 4.1.1, για κατά προτεραιότητα χρηματοδότηση επενδύσεων στους τομείς της αιγοπροβατοτροφίας, της παραγωγής ζωοτροφών, των οπωροκηπευτικών, των φυτών που είναι ανθεκτικά στην κλιματική αλλαγή (αρωματικά φυτά, όσπρια κ.ά.), των βιολογικών και των προϊόντων ΠΟΠ, καμιά σχέση δεν έχει με την επιβίωση των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων και με την ανάγκη ικανοποίησης των λαϊκών αναγκών με φθηνά και ποιοτικά τρόφιμα. Αφορά τις ανάγκες των βιομηχάνων, των μεγαλεμπόρων, μεγαλοεξαγωγέων και των καθετοποιημένων καπιταλιστικών αγροκτημάτων.

Στόχος η εξασφάλιση συγκεντρωμένης και φθηνότερης πρώτης ύλης στα μονοπώλια

Αν για παράδειγμα δει κανείς την αιγοπροβατοτροφία, που υποστηρίζει κυρίως την παραγωγή της φέτας ΠΟΠ, ενός βασικού για τα μονοπώλια εξαγωγικού προϊόντος, και αν αναλογιστεί ότι πάνω από το 35% της παραγωγής τυροκομικών προϊόντων στην Ελλάδα το λυμαίνονται 8 μεταποιητικά μονοπώλια (Eurostat 2015), αντιλαμβάνεται ποιον εξυπηρετεί η ενίσχυση με κρατικό χρήμα για επενδύσεις στην αιγοπροβατοτροφία (σταβλικές εγκαταστάσεις, αρμεχτήρια, παγολεκάνες κ.λπ.) και στην παραγωγή ζωοτροφών που αποτελούν το 76% των δαπανών της κτηνοτροφίας.

Βασικό κριτήριο είναι η εξασφάλιση φθηνότερης πρώτης ύλης για τα προϊόντα των βιομηχάνων. Την ίδια ώρα, οι μικρομεσαίοι κτηνοτρόφοι ξεκληρίζονται και τα λαϊκά στρώματα πληρώνουν πανάκριβα τα τυροκομικά προϊόντα, καθώς στον καπιταλισμό την αύξηση της παραγωγικότητας καρπώνονται οι καπιταλιστές.

Εμπειρία υπάρχει από τα προηγούμενα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης και από τις επιπτώσεις των αναδιαρθρώσεων στον τομέα. Την περίοδο 2005 - 2013 πετάχτηκαν από την παραγωγή 33.490 προβατοτρόφοι και 48.900 αιγοτρόφοι, δηλαδή το 33% των αιγοπροβατοτρόφων της χώρας. Η εκτόξευση του μεριδίου της παραγωγής (με βάση τον αριθμό ζώων) των πιο μεγάλων προβατοτροφικών εκμεταλλεύσεων από 6% το 2000 σε 33% το 2013 και η συνεπακόλουθη βελτίωση της παραγωγικότητας συνέβαλαν στην ανοδική πορεία των εξαγωγών φέτας στις διεθνείς αγορές και των κερδών των μονοπωλίων.

Τα παραπάνω ισχύουν και για τις υπόλοιπες προτεραιότητες του μέτρου, όπως τα οπωροκηπευτικά, όπου οι εξαγωγές το 2016 ξεπέρασαν, με βάση πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, το 1,6 δισεκατομμύρια ευρώ. Τη χρηματοδότηση για την επέκταση θερμοκηπίων και την υλοποίηση επενδύσεων (ψυγεία, πλυντήρια, συσκευαστήρια κ.λπ.) που συμβάλλουν στην αναβάθμιση των προϊόντων και σε αυτήν την περίπτωση θα την καρπωθούν μεγαλοπαραγωγοί, βιομήχανοι και μεγαλοεξαγωγείς.

Από χέρι αποκλεισμένο το 60% των αγροτοκτηνοτρόφων από τα «σχέδια βελτίωσης»

Από τη χρηματοδότηση αποκλείονται εντελώς εκμεταλλεύσεις με ακαθάριστα έσοδα (τυπική απόδοση1 - ΤΑ) μέχρι 8.000 ευρώ ετησίως, που το 2013 αποτελούσαν το 66% των αγροτοκτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων της Ελλάδας, δηλαδή 470.630 αγροτοκτηνοτρόφοι.

Συγκεκριμένα παραδείγματα αποκλεισμού, δηλαδή εκμεταλλεύσεων με ΤΑ μικρότερη των 8.000 ευρώ: Ελαιοπαραγωγοί με λιγότερα από 42 στρέμματα ελιές, παραγωγοί κηπευτικών με καλλιέργεια μικρότερη των 10 στρεμμάτων, παραγωγοί αρωματικών φυτών με καλλιέργεια μικρότερη των 53 στρεμμάτων και κτηνοτρόφοι με λιγότερες από 86 προβατίνες ή 96 γίδες. Αρα, το μέτρο μόνο από αυτόν τον αποκλεισμό θα δράσει στην κατεύθυνση περαιτέρω συγκέντρωσης της παραγωγής και ξεκληρίσματος των πιο μικρών παραγωγών, οι οποίοι αποκλείονται γιατί στον καπιταλισμό θεωρούνται μη παραγωγικοί.

Οι υπόλοιποι μικρομεσαίοι αγροτοκτηνοτρόφοι δεν έχουν να περιμένουν τίποτα από τις εξαγγελίες της κυβέρνησης ότι δίνεται προτεραιότητα στις μικρές εκμεταλλεύσεις με ακαθάριστα έσοδα (τυπική απόδοση) από 8.000 έως 25.000 ευρώ το χρόνο, οι οποίες μοριοδοτούνται καταρχήν με 3,5 - 5 βαθμούς.

Γιατί και όσοι από τους παραπάνω μικρομεσαίους αγρότες επιλέξουν να ενταχθούν σε «σχέδιο βελτίωσης» της δράσης 4.1.1, θα πρέπει:

-- Να είναι επαγγελματίες αγρότες, δηλαδή το εξωαγροτικό τους εισόδημα να μην ξεπερνά το αγροτικό και να είναι ασφαλισμένοι στον ΟΓΑ.

-- Να χρηματοδοτήσουν την επένδυση μέχρι 60% του συνολικού προϋπολογισμού τη στιγμή που είναι καταχρεωμένοι. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι για να ενταχθεί ένας κτηνοτρόφος σε «σχέδιο βελτίωσης», π.χ. για την κατασκευή ενός αρμεχτηρίου συνολικής δαπάνης 50.000 ευρώ, θα πρέπει να εξασφαλίσει ίδια κεφάλαια που προσεγγίζουν τα 30.000 ευρώ, γεγονός που οδηγεί την πλειοψηφία των περιπτώσεων σε τραπεζικό δανεισμό.

Και εδώ υπάρχει αρνητική εμπειρία για μεγάλο αριθμό μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων, οι όποιοι μπήκαν σε τέτοια προγράμματα κατά το παρελθόν, χρεώθηκαν για να εξασφαλίσουν το δικό τους μερίδιο στην «επένδυση» και τώρα κινδυνεύουν με πλειστηριασμούς από το τραπεζικό κεφάλαιο.

Αποκαλύπτεται το ανυπόστατο των κυβερνητικών ισχυρισμών

Ακόμη, το γεγονός ότι για την κατάταξη των επενδύσεων της δράσης 4.1.1 μοριοδοτούνται επιπλέον, εκτός από την κατηγορία ΤΑ 8.000 - 25.000 ευρώ ετησίως, και αγρότες που:

-- Αποδεδειγμένα με βάση τις τραπεζικές τους καταθέσεις μπορούν να καλύψουν τουλάχιστο το 20% της επένδυσης (4,2 βαθμοί),

-- Διαθέτουν φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα (2,6 βαθμοί), τη στιγμή που 1 στους 2 αγρότες χρωστάνε ασφαλιστικές εισφορές,

-- Παρουσιάζουν κερδοφορία κατά τις τελευταίες 3 διαχειριστικές χρήσεις (2,6 βαθμοί),

-- Επιθυμούν να επενδύσουν στην «καινοτομία» και συγκεκριμένα σε δράσεις όπως η αξιοποίηση της ρομποτικής, των συστημάτων πλοήγησης και διαφόρων αυτοματισμών (έως 5 βαθμούς),

-- Διαθέτουν εκμετάλλευση με ΤΑ μεγαλύτερη των 15.000 και το ύψος της επένδυσής τους δεν ξεπερνά το τετραπλάσιο της παραγωγικής τους δυνατότητας (15 βαθμοί),

φανερώνει το ανυπόστατο των κυβερνητικών ισχυρισμών ότι δήθεν από το μέτρο θα ευνοηθούν γενικώς οι μικρομεσαίοι αγροτοκτηνοτρόφοι, καθώς οι 3,5 - 5 βαθμοί που αυτοί συγκεντρώνουν είναι μηδαμινοί μπροστά στη συνολική βαθμολογία που θα κρίνει την κατάταξη και στην οποία, σύμφωνα με τα παραπάνω, έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα οι πιο εύρωστοι παραγωγοί.

Σε ό,τι αφορά δε στη δράση 4.1.3, το τοπίο δεν μπορεί να θολώσει από τα διάφορα κυβερνητικά κόλπα, καθώς από το δημοσιευμένο προσχέδιο γίνεται σαφές ότι η χρηματοδότηση έχει ως βασικό κριτήριο βαθμολόγησης το «μέγεθος των αναγκών» των εκμεταλλεύσεων. Ενισχύονται δηλαδή μεγάλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις, που μπορούν να γίνουν πιο ανταγωνιστικές με επενδύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (φωτοβολταϊκά, καυστήρες βιομάζας κ.λπ.) και στη διαχείριση των αποβλήτων τους (συστήματα κομποστοποίησης, δεξαμενές λημμάτων κ.λπ.).

Τα διάφορα «συλλογικά σχήματα», δηλαδή αγροτοκτηνοτροφικοί συνεταιρισμοί και ομάδες παραγωγών, χρηματοδοτούνται με μεγαλύτερο ποσοστό κάλυψης (ιδιωτική συμμετοχή μέχρι 40%). Πρόκειται για οργανώσεις που βρίσκονται στην προμετωπίδα της ΚΑΠ και αποτελούν καταλύτη για την ενίσχυση της καπιταλιστικοποίησης της αγροτικής παραγωγής. Η νομοτελειακή εξέλιξη τέτοιων επιχειρήσεων είναι είτε η μετατροπή τους σε επιχειρήσεις τύπου ΑΕ, είτε η μετατροπή της συλλογικής ιδιοκτησίας σε μετοχική, με συγκέντρωση της ιδιοκτησίας σε ορισμένους μεγαλομετόχους (χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της γαλακτοβιομηχανίας «ΔΩΔΩΝΗ»), είτε η πτώχευση και διάλυσή τους.

Ολα όσα αναφέρθηκαν τεκμηριώνουν γιατί τα «σχέδια βελτίωσης» της κυβέρνησης όχι μόνο δεν αποτελούν λύση για τη μικρομεσαία αγροτιά, αλλά θα επιταχύνουν το ξεκλήρισμα, μεγαλώνοντας την υστέρησή της από τους μεγαλοαγρότες καπιταλιστές στους κλάδους της πρωτογενούς παραγωγής.

Υπάρχει πείρα, όχι άλλες αυταπάτες

Οι κυβερνητικές διακηρύξεις περί «δίκαιης ανάπτυξης», «στήριξης του αγροτοδιατροφικού τομέα και της εξωστρέφειας» αφορούν τα μονοπώλια και την κερδοφορία τους.

Το ζήτημα είναι, όσο πιο γρήγορα γίνεται, οι μικρομεσαίοι αγροτοκτηνοτρόφοι να απεμπλακούν από τις οποίες αυταπάτες που καλλιεργεί η κυβέρνηση και τα υπόλοιπα κόμματα του κεφαλαίου και να συμπορευτούν με την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα, διεκδικώντας την επιβίωσή τους με τα δικά τους αιτήματα, στοχεύοντας τον πραγματικό τους αντίπαλο, τους μονοπωλιακούς ομίλους, τους μεγαλοαγρότες - καπιταλιστές, την ΚΑΠ και το πολιτικό προσωπικό που τους υπηρετεί. Να ανοίξει ο δρόμος για την αλλαγή των συσχετισμών σε βάρος των αντιπάλων τους, στην κατεύθυνση δημιουργίας της κοινωνικής συμμαχίας για την εργατική εξουσία.

Η λύση, τόσο για τους μικρομεσαίους αγροτοκτηνοτρόφους, όσο και για τα λαϊκά στρώματα που έχουν ανάγκη από φθηνά και ποιοτικά τρόφιμα, βρίσκεται στη μεγάλη παραγωγή και στην καθετοποίηση, αλλά με διαφορετικές σχέσεις παραγωγής, με επίκεντρο τη μεγάλη κοινωνικοποιημένη μονάδα με κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο, έξω από τα δεσμά της καπιταλιστικής ΕΕ και κάθε άλλης ιμπεριαλιστικής διακρατικής καπιταλιστικής ένωσης.

Στο πλαίσιο αυτό, οι μικροί παραγωγοί θα μπορούν να αξιοποιούν τους παραγωγικούς συνεταιρισμούς που θα διαφέρουν ριζικά από τους σημερινούς, να εντάσσονται σε αυτούς εθελοντικά για να διασφαλίζουν σημαντική βελτίωση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσής τους (μείωση κόστους παραγωγής, προστασία παραγωγής, επιστημονική - τεχνική υποστήριξη κ.ά.). Μέσα από αυτήν τη διαδικασία θα μπουν οι βάσεις για την οριστική λύση του διατροφικού προβλήματος του λαού και την εξασφάλιση ικανοποιητικού εισοδήματος για τους παραγωγούς.

Σημείωση:

1. Ως τυπική απόδοση ορίζεται ως η ακαθάριστη αξία της παραγωγής και εκφράζεται σε ευρώ. Προκύπτει πολλαπλασιάζοντας τους συντελεστές τυπικής απόδοσης ανά μονάδα για κάθε κλάδο παραγωγής (ευρώ/μονάδα) με τον αντίστοιχο αριθμό των μονάδων (εκτάρια, αριθμός ζώων, κυψέλες) που προκύπτουν από το ΟΣΔΕ.


Ο. Δ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ