ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 27 Ιούνη 2010
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ - ΠΑΚΙΣΤΑΝ
Στο επίκεντρο το πολύμορφο κόστος του ιμπεριαλιστικού πολέμου

Η απομάκρυνση του στρατηγού ΜακΚρίσταλ δεν αλλάζει τους στόχους της κατοχής

Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ παρουσιάζει τον στρατηγό Πετρέους, νέο κατοχικό διοικητή στο Αφγανιστάν
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ παρουσιάζει τον στρατηγό Πετρέους, νέο κατοχικό διοικητή στο Αφγανιστάν
Το Αφγανιστάν και η ευρύτερη περιοχή της Νότιας Ασίας στα σύνορα με τη Μέση Ανατολή αποτελούν από τους αδιαμφισβήτητους στόχους των ιμπεριαλιστών και δη των ΗΠΑ, προκειμένου να ελέγξουν τόσο τον τεράστιο πλούτο της ίδιας της περιοχής, όσο και τους ενεργειακούς δρόμους που περνούν από αυτές τις χώρες. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στο Αφγανιστάν συμπληρώνει φέτος εννιά χρόνια αιματηρών συγκρούσεων, με τις κατοχικές αμερικανο-ΝΑΤΟικές δυνάμεις να «χάνουν έδαφος» τόσο στις συνειδήσεις του κόσμου, όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο. Η οικονομική κρίση σε συνδυασμό με το υψηλό κόστος του πολέμου σε ανθρώπινες ζωές και χρήμα, αλλά και τις αποκαλύψεις ότι η ίδια η κατοχή έχει φτάσει να χρηματοδοτεί κυριολεκτικά και άμεσα πλέον τους «Ταλιμπάν» είχαν ήδη αρχίσει εδώ και καιρό να προκαλούν ηχηρές αντιδράσεις στις ΗΠΑ για τερματισμό του πολέμου στο Αφγανιστάν, αναγκάζοντας και τον Αμερικανό Πρόεδρο Μπάρακ Ομπάμα να προσπαθήσει να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, υποσχόμενος δήθεν «αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων», από το 2011, για να αναδιατυπώσει στη συνέχεια και να διευκρινίσει ότι οι ΗΠΑ «δε θα εγκαταλείψουν το στόχο, απλά θα δώσουν περισσότερες αρμοδιότητες στην τοπική κυβέρνηση», που φυσικά θα εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους.

Παρά τις υποσχέσεις «αποχώρησης», ωστόσο, ο Αμερικανός Πρόεδρος ενέκρινε την αποστολή επιπλέον 30.000 Αμερικανών στρατιωτών στο μέτωπο, υποσχόμενος μία τελευταία και «κρίσιμη» κλιμάκωση του πολέμου, προκειμένου να ηττηθούν κατά κράτος οι «Ταλιμπάν» και να μπορέσουν να προχωρήσουν στη μετάβαση από την κατοχή στο προτεκτοράτο. Στα σχέδια των ΗΠΑ, για το Αφγανιστάν, ήταν η διοχέτευση σε εκείνο το μέτωπο, των δυνάμεων που υποτίθεται ότι θα αποσύρονταν από το Ιράκ, κάτι το οποίο, όμως, δεν προχώρησε. Φυσικά, στα επιχειρησιακά σχέδια, για μία «τελευταία» αναλαμπή του πολέμου, οι ΗΠΑ έστρεψαν τις απαιτήσεις τους και προς τους ΝΑΤΟικούς τους συμμάχους, οι οποίοι, ωστόσο, δεν εμφανίστηκαν πρόθυμοι να αυξήσουν τις δαπάνες τους για το Αφγανιστάν, ούτε σε συνθήκες κοινωνικής αναταραχής, λόγω «κρίσης», να προκαλέσουν το λαϊκό αίσθημα, αυξάνοντας τις δυνάμεις τους στο μέτωπο.

Η «γκρίνια» και οι δηλώσεις

Τόσο το κόστος του πολέμου, όσο και οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που συμμετέχουν σε αυτόν έφεραν ...γκρίνια. Ο μέχρι πρότινος επικεφαλής του συνόλου των αμερικανο-ΝΑΤΟικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, στρατηγός Στάνλεϊ ΜακΚρίσταλ, ήταν ο πρώτος που ξέσπασε δημόσια προκαλώντας τις πρώτες αλλαγές και ανακατατάξεις. Οι δηλώσεις του στρατηγού - που επανειλημμένα έχει ζητήσει ενίσχυση του μετώπου, με στρατό και χρήμα - στο περιοδικό «Rolling Stone», εναντίον του αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, έδειξαν ότι το Αφγανιστάν, στην πραγματικότητα, αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου. Ο Στ. ΜακΚρίσταλ επέλεξε να λοιδορήσει τον Τζ. Μπάιντεν, κατηγορώντας το σύνολο της κυβέρνησης Ομπάμα ότι ζητάνε πρόοδο χωρίς να έχουν ιδέα για το τι συμβαίνει στο μέτωπο του Αφγανιστάν. Αποτέλεσμα, η άμεση ανάκλησή του στην Ουάσιγκτον από τον Αμερικανό Πρόεδρο Μπάρακ Ομπάμα, ο οποίος χαρακτήρισε τη συγκεκριμένη συμπεριφορά ως «αμφισβήτηση της πολιτικής εξουσίας έναντι της στρατιωτικής», βαρύς χαρακτηρισμός, αφού εμμέσως πλην σαφώς δηλώνει «πραξικοπηματική διάθεση».

Με συνοπτικές διαδικασίες, ο Στ. ΜακΚρίσταλ αποτελεί πλέον παρελθόν για το Αφγανιστάν, με το ρόλο του να αναλαμβάνει ο στρατιωτικός του προϊστάμενος, στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους, που έχει άλλωστε και τη συνολική ευθύνη για τα μέτωπα του Ιράκ και του Αφγανιστάν.

Ωστόσο, κάτω από τους βαρείς χαρακτηρισμούς, τα πράγματα είναι μάλλον πιο σύνθετα, αφού σε καμία περίπτωση η κυβέρνηση Ομπάμα και ο Στ. ΜακΚρίσταλ δε διαφωνούν στην προώθηση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων της Ουάσιγκτον στην περιοχή. Η βασική τους διαφωνία ήταν τα χρήματα και το διαθέσιμο πεδίο διεξαγωγής πολιτικής.

Αποτυχίες και σκάνδαλα

Επί του παρόντος, η κατάσταση στο Αφγανιστάν δε φαίνεται να διαμορφώνεται θετική ως προς τις δυνάμεις κατοχής, αφού οι «Ταλιμπάν» φαίνεται να ανασυντάσσονται και να ενισχύουν τη δημοτικότητά τους στον αφγανικό λαό. Στις περιοχές που ήταν υπό την εποπτεία των ΝΑΤΟικών «συμμάχων», οι «Ταλιμπάν» εμφανίζονται να έχουν αναλάβει τα ηνία, παρά τις διαβεβαιώσεις ότι η κατάσταση τελεί υπό κατοχικό έλεγχο. Την ίδια στιγμή, οι δυνάμεις των «Ταλιμπάν» δείχνουν να έχουν εδραιωθεί απόλυτα στο γειτονικό Πακιστάν, που πλέον αποτελεί το φυσικό τους καταφύγιο, να συνεργάζονται άριστα με τις μυστικές του υπηρεσίες, ως παλιοί συνεργάτες - αφού με τη δική τους «πολύτιμη βοήθεια» αναπτύχθηκαν από τη δεκαετία του '80, όταν συνεργάζονταν με τις ΗΠΑ εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης και της τοπικής σοσιαλιστικής κυβέρνησης - και να τροφοδοτούν με «αντάρτες» τον πόλεμο του Αφγανιστάν, από τα εκεί στρατόπεδά τους.

Στην ενίσχυση του γοήτρου των «Ταλιμπάν» συμβάλλουν και τα χτυπήματα των κατοχικών δυνάμεων με θύματα αμάχους, που προκαλούν γενικευμένες και δικαιολογημένες αντιδράσεις, με αρκετούς Αφγανούς, που, έστω και αν στην αρχή δήλωναν υπέρ των κατοχικών πιστεύοντας το «παραμύθι της απελευθέρωσης», σήμερα συντάσσονται με τους αντάρτες, ζητώντας αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων.

Ο Τζ. Μπάιντεν, με τον οποίο υπήρξε η εμφανής ρήξη του Στ. ΜακΚρίσταλ, εισηγείται το άνοιγμα του πολεμικού μετώπου στο Πακιστάν - κάτι στο οποίο συμφωνεί ο Ντ. Πετρέους - ώστε να χτυπήσει τους αντάρτες στο μεγαλύτερό τους κρησφύγετο, έχοντας και την απόλυτη κάλυψη από την κυβέρνηση του Ισλαμαμπάντ. Παράλληλα, η πλευρά Μπάιντεν θέλει έναν σαφώς φτηνότερο πόλεμο, ώστε να καταφέρει να περιορίσει τις αντιδράσεις στο εσωτερικό και να εμφανίσει και άμεσα αποτελέσματα.

Στη μέχρι πρότινος εφαρμοζόμενη στρατηγική στο Αφγανιστάν, οι αμερικανικές κατοχικές δυνάμεις επιχειρούσαν να εξαγοράσουν τις δυνάμεις των «Ταλιμπάν», με σχέδια όπως η «εθνική συμφιλίωση» του Χ. Καρζάι, να καταφέρουν να προσεγγίσουν φυλάρχους και πολέμαρχους με οικονομικά ανταλλάγματα και να ελέγξουν με τον ίδιο τρόπο και την εγκάθετη κυβέρνηση Καρζάι. Η «επιτυχία» αυτής της στρατηγικής αμφισβητείται έντονα από τις πρόσφατες αποκαλύψεις για άμεση χρηματοδότηση των «Ταλιμπάν» από τα κατοχικά στρατεύματα, που τους «προσλαμβάνουν» να τους προστατεύσουν από άλλες «ομάδες ανταρτών», αιμοδοτώντας τον υποτιθέμενο «εχθρό» με τα πολεμικά κονδύλια, ο οποίος με τη σειρά του εξοπλίζεται και αντεπιτίθεται ακόμα πιο σκληρά. Αποκαλύψεις, οι οποίες, επίσης με τη σειρά τους, έχουν αντίκτυπο και στον αφγανικό λαό, που πλέον δηλώνει πεπεισμένος για τη συνεργασία «Ταλιμπάν» - κατοχής, εναντίον των αμάχων.

Τα χρήματα της εξαγοράς ήταν και ο λόγος που σύσσωμη η αφγανική ηγεσία υποστήριξε τον απερχόμενο στρατηγό, υπογραμμίζοντας το «θετικό έργο του» και χαρακτηρίζοντας «τεράστιο λάθος την αποχώρησή του».

Με τη δυσαρέσκεια να χτυπάει «κόκκινο», δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία η δημοσιοποίηση του μεταλλευτικού πλούτου και δη των τεράστιων κοιτασμάτων λιθίου, πέρα από τις άλλες ενεργειακές πηγές του Αφγανιστάν, στη δεδομένη χρονική στιγμή, προκειμένου να πειστούν οι Αμερικανοί ότι ο συγκεκριμένος πόλεμος μπορεί να αποδώσει κέρδη εάν τελικά κερδηθεί. Τα συγκεκριμένα στοιχεία, φυσικά, δεν ανακαλύφθηκαν τώρα από τις αμερικανικές υπηρεσίες, αντίθετα έχουν σαν στόχο να κινητοποιήσουν τόσο τις ΝΑΤΟικές συμμαχικές δυνάμεις, αλλά και να καλλιεργήσουν νέες λυκοφιλίες, με αναπτυσσόμενες δυνάμεις που επιθυμούν να διεκδικήσουν μέρος από την πίτα του πολέμου, όπως η Ρωσία, η Ινδία, αλλά και η Κίνα, η οποία ήδη έχει αρχίσει τις επενδύσεις σε αφγανικά ορυχεία.

Χωρίς ουσιαστικές αλλαγές

Οι αλλαγές στην ηγεσία των κατοχικών δυνάμεων δεν αναμένεται να σημάνουν αλλαγές επί της ουσίας στη στρατηγική του πολέμου, αφού ο Ντ. Πετρέους ήταν και είναι ο επικεφαλής των πολέμων Ιράκ και Αφγανιστάν. Αυτό που μένει να διαφανεί είναι πόσο σύντομα θα γενικευθεί η σύγκρουση και στο Πακιστάν, διευρύνοντας το αιματοκύλισμα και πώς θα εξελιχθούν οι επιχειρήσεις, όπως η αναμενόμενη μεγάλη σύγκρουση στην Κανταχάρ, που ήδη εμφανίζονται να «καθυστερούν», με μόνο σίγουρο ότι οι ΗΠΑ δε θα εγκαταλείψουν σε καμία περίπτωση τα ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα στην περιοχή, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά και ο επικεφαλής του αμερικανικού στρατού, Μάικ Μιούλεν, κατά την επίσκεψή του στο Αφγανιστάν, σημειώνοντας ότι «δεν αλλάζει ούτε η στρατηγική ούτε η δέσμευση».


Αλεξάνδρα ΦΩΤΑΚΗ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ