Μετά από τόσα χρόνια αναμόχλευσης έχει γίνει πλέον σαφές ότι το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα αποτελεί το πρόσχημα άσκησης ιμπεριαλιστικών πιέσεων. Η κοροϊδία της δήθεν ανησυχίας για τις τύχες των λαών της περιοχής από το ενδεχόμενο το Ιράν ν' αποκτήσει πυρηνικό όπλο δεν μπορεί να πείσει τον οποιονδήποτε. Οι «ανησυχούντες» κατέχουν ούτως ή άλλως πυρηνικά όπλα και μάλιστα σε πολύ μεγάλες ποσότητες, ικανές να εξαφανίσουν τον πλανήτη ολόκληρο.
Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι οι ίδιοι «ανησυχούντες» δεν επιδεικνύουν ανάλογη «ευαισθησία» ως προς την κατοχή πυρηνικών όπλων τόσο από ηγεσίες που αποδεδειγμένα λειτουργούν επιθετικά και προκλητικά, όπως π.χ. οι εκάστοτε ισραηλινές ηγεσίες, ή ηγούνται χωρών που βρίσκονται σε ασταθείς περιοχές, όπως π.χ. το Πακιστάν και η Ινδία. Παρεμπιπτόντως, δε, καμία από τις τρεις αυτές ηγεσίες δεν έχει δεχτεί ελέγχους στο πυρηνικό της πρόγραμμα ανάλογους με αυτούς που απαιτούνται σήμερα από την Τεχεράνη, ενώ το Ισραήλ, μέχρι σήμερα και παρά τις αποκαλύψεις του πυρηνικού επιστήμονα Μορντεχάι Βανούνου, δεν έχει καν δηλώσει δημόσια αν έχει ή δεν έχει πυρηνικά όπλα και δεν έχει υπογράψει τη συνθήκη για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Οπλων, κάτι που επίσης έχει πράξει η Τεχεράνη.
H τελευταία «φάση» στο «σίριαλ» του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, που ξεκίνησε με τη συνάντηση της Κωνσταντινούπολης τον Απρίλη, συνεχίστηκε με αυτήν στη Βαγδάτη πριν από λίγες μέρες και έπεται η συνάντηση στη Μόσχα, αποδεικνύει ότι, την τρέχουσα περίοδο, οι διπλωματικές διεργασίες σχετικά με το ζήτημα έχουν επιταχυνθεί. Η Τεχεράνη, σύμφωνα με διαρροές από Ιρανούς διπλωμάτες, επιμένει στο καθόλα νόμιμο δικαίωμά της να παράγει πυρηνική ενέργεια για ειρηνικούς σκοπούς, αλλά ταυτόχρονα επιδιώκει αξιοποιώντας κάθε διπλωματικό μέσο να βάλει φρένο ή έστω να καθυστερήσει σημαντικά την επιβολή του νέου γύρου κυρώσεων, που αποφασίστηκαν από ΗΠΑ και κυρίως από την ΕΕ, η οποία της προκαλεί σοβαρά προβλήματα τόσο στον τραπεζικό της τομέα, όσο και στις εξαγωγές πετρελαίου στις οποίες βασίζει μεγάλο μέρος των εσόδων της.
Στο πλαίσιο αυτό, μόλις στις αρχές της περασμένης βδομάδας, φάνηκε να επιτυγχάνεται μια κάποια πρόοδος ως προς τις επιθεωρήσεις της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας, καθώς ο επικεφαλής της Γιουκίγια Αμάνο μετέβη για πρώτη φορά στην ιρανική πρωτεύουσα και αποχώρησε δηλώνοντας αισιόδοξος ότι είναι «πολύ κοντά» η επίτευξη συμφωνίας για την επανάληψή τους και με τρόπο τέτοιο που θα διασφαλίζει στους επιθεωρητές τη δυνατότητα να αποφανθούν για το χαρακτήρα, ειρηνικό ή όχι, του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Την εξέλιξη αυτή αξιοποίησε, με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες, η ιρανική διπλωματία στη συνάντηση της Βαγδάτης, ζητώντας από την ομάδα των «6» να «παγώσει» τις κυρώσεις, δηλώνοντας διατεθειμένη, εκτός από τις επιθεωρήσεις, να συζητήσει ακόμη και το ενδεχόμενο όχι μόνο να περιορίσει αλλά ακόμη και να τερματίσει τη διαδικασία εμπλουτισμού ουρανίου σε μεγάλο ποσοστό, υπό την προϋπόθεση της προμήθειας πυρηνικού καυσίμου που θα της εξασφαλίσει την απρόσκοπτη λειτουργία των πυρηνικών της αντιδραστήρων για παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος και για ιατρικούς σκοπούς, όπως λέει.
Η ομάδα των «6», από την άλλη, στους κόλπους της οποίας τα σημεία συνεννόησης δεν είναι και τόσο ευδιάκριτα με δεδομένη στη «σκληρή» στάση των ΗΠΑ, Γαλλία, Βρετανία και τη, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, αντίθεση των Ρωσία και Κίνα να ασκηθούν ασφυκτικές πιέσεις προς το Ιράν, φέρεται να πιέζει για άμεσο τερματισμό της διαδικασίας εμπλουτισμού ουρανίου με αντάλλαγμα την προμήθεια και ιατρικών ισοτόπων αλλά και έτοιμου πυρηνικού καυσίμου. Οσο και αν μοιάζει η διαφωνία μεταξύ των δύο πλευρών να είναι «τεχνικής» φύσης, δηλαδή ποια κίνηση θα γίνει πρώτα και ποια θα ακολουθήσει, πρόκειται για διαφωνία επί της ουσίας. Οι μεν απαιτούν, ως ένα βαθμό, από την ιρανική ηγεσία να εμπιστευτεί το «κλειδί» της λειτουργίας του πυρηνικού της προγράμματος στις εισαγωγές των απαραίτητων υλικών, για να εισπράξει ως αντάλλαγμα την άρση των κυρώσεων. Είναι λογικό, από την άλλη, η ιρανική ηγεσία να επιμένει σε μια «βήμα το βήμα» προσέγγιση που δε θα την αφήσει επί ξύλου κρεμάμενη ως προς το πυρηνικό της πρόγραμμα.
Αυτό τουλάχιστον το σκηνικό διαμορφώνουν οι πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει. Πρόκειται για ένα σκηνικό εξαιρετικά εύθραυστων ισορροπιών που συνδιαμορφώνεται επίσης από τον «υπόγειο μυστικό» πόλεμο που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και πολλούς μήνες, στον οποίο περιλαμβάνονται δολοφονίες Ιρανών πυρηνικών επιστημόνων, ηλεκτρονικές επιθέσεις στο σύστημα λειτουργίας των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων και καταγγελίες για επιθέσεις ή σχεδιασμό επιθέσεων κατά κυρίως ισραηλινών συμφερόντων σε τρίτες χώρες (Αζερμπαϊτζάν, Ινδία κ.λπ.) που αποδόθηκαν στις ιρανικές μυστικές υπηρεσίες. Στο σκηνικό αυτό συμβάλλουν και οι γενικότερες εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής - συνεχιζόμενες αιματηρές συγκρούσεις στη Συρία και ένταση μεταξύ Ιράν και αραβικών χωρών είτε με αφορμή τα διαφιλονικούμενα εδάφη του νησιωτικού συμπλέγματος όπου περιλαμβάνεται και το νησί Αμπού Μούσα είτε με τα σχέδια «ένωσης» της Σ. Αραβίας με το Μπαχρέιν, όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού είναι σιίτες με σχέσεις, όπως είναι αναμενόμενο, με το Ιράν, τη μοναδική χώρα όπου ο σιιτισμός είναι κυρίαρχο δόγμα.
Οπως αυτό καθ' εαυτό το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, έτσι και όλη αυτή η εκρηκτική «κινητικότητα» στην ευρύτερη περιοχή της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, είναι προφανές ότι καλλιεργεί «πολεμικό κλίμα» σχετικά με το Ιράν πάνω στο οποίο θα μπορεί να βασιστεί μια περαιτέρω κλιμάκωση. Μια κλιμάκωση που σχετίζεται με το γεγονός ότι το Ιράν είναι μια από τις χώρες με τη μεγαλύτερη παραγωγή ενέργειας παγκοσμίως (πετρέλαιο και φυσικό αέριο) ενώ παράλληλα βρίσκεται στο σταυροδρόμι της Ασίας και της Ευρώπης, σε μια θέση από την οποία και μπορεί να εποπτεύει την ευρύτερη περιοχή του Περσικού Κόλπου αλλά και από την οποία περνούν οι κυριότεροι και πιο συμφέροντες (λόγω μικρότερης απόστασης) αγωγοί ενέργειας.
Οποιος ελέγξει τους δρόμους και τις πηγές ενέργειας, ιδιαίτερα στην ευρύτερη περιοχή του Περσικού Κόλπου, θα μπορέσει να διατηρήσει την ισχύ του και να αποτρέψει την περαιτέρω ενίσχυση αναδυόμενων δυνάμεων, όπως, π.χ., η Κίνα ή η Ινδία, ή να περιορίσει την επέκταση της επιρροής άλλων, όπως η Ρωσία. Εξ ου και οι έντονες ρωσο-κινεζικές αντιδράσεις, προς στιγμήν, απέναντι στην οποιαδήποτε περαιτέρω πίεση είτε προς Ιράν είτε προς Συρία και όχι φυσικά από πόνο για τους λαούς των συγκεκριμένων χωρών και της ευρύτερης περιοχής.
Μέχρι στιγμής, οι ΗΠΑ, τόσο διά στόματος Ομπάμα όσο και του υπουργού Αμυνας Λίον Πανέτα, επιμένουν ότι η διπλωματική λύση είναι η καλύτερη δυνατή εκτιμώντας ότι το Ιράν «δεν θα πυροδοτήσει από μόνο του μια σύγκρουση» και αποβλέποντας, τουλάχιστον εκ πρώτης όψης, σε μια «συμφέρουσα» για όλες τις πλευρές συμφωνία που θα εξισορροπήσει τους ενδο-ιμπεριαλιστικούς διαγκωνισμούς στην περιοχή της Ευρασίας, χωρίς να θίγει την πρωτοκαθεδρία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Κάτι τέτοιο, βέβαια, σημαίνει ότι θα πρέπει στοιχειωδώς να διασώζεται και ο ρόλος της περιφερειακής δύναμης που διεκδικεί επιτυχώς η Τεχεράνη τα τελευταία χρόνια. Μια τέτοια προοπτική, σίγουρα δεν ικανοποιεί τους, μέχρι σήμερα, συμμάχους του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στην περιοχή (Σ. Αραβία, Ισραήλ) που δεν βλέπουν με καθόλου καλό μάτι την επίτευξη μιας τέτοιας ισορροπίας, έστω και τρόμου, στην οποία περιορίζεται, ως ένα βαθμό, η δική τους ισχύς.
Ταυτόχρονα πίσω όμως από τις επίσημες διαβεβαιώσεις, πληθαίνουν οι διαρροές που θέλουν το Πεντάγωνο να έχει, ήδη, ετοιμάσει σχέδιο στρατιωτικής επέμβασης στο Ιράν «σε περίπτωση που κάτι καταστήσει μια τέτοια εξέλιξη αναγκαία». Η Ουάσιγκτον, με αλλεπάλληλες δηλώσεις επιδιώκει να θέσει όρια στο μέχρι πού θα φτάσουν οι κλιμακούμενες ισραηλινές απειλές προς το Ιράν, εκτιμώντας ως «απίθανο το ενδεχόμενο μιας μονομερούς ισραηλινής επίθεσης κατά της Τεχεράνης». Εντούτοις, μετά και το σχηματισμό κυβέρνησης «ευρείας συνεργασίας» στο Ισραήλ, η οποία διαθέτει συντριπτική κοινοβουλευτική πλειοψηφία, πολλοί είναι εκείνοι, με πρώτο το ΚΚ Ισραήλ, που εκτιμούν ότι πρόκειται για κίνηση που αποβλέπει σε κλιμάκωση της ισραηλινής επιθετικότητας κατά του Ιράν, πιθανώς ακόμη και σε μονομερές πλήγμα.
Μέσα σε όλο αυτό το «κουβάρι» αντιθέσεων, ανταγωνισμού και εναλλαγής συμμαχιών και συμμάχων, το βέβαιο είναι ότι καλλιεργούνται, ταυτόχρονα με τη διπλωματική εγρήγορση, πολλές αφορμές για την πρόκληση μιας γενικευμένης στρατιωτικής έκρηξης στην περιοχή με ανείπωτες συνέπειες για τους λαούς της ευρύτερης περιοχής.