ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 26 Σεπτέμβρη 2004
Σελ. /8
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "30 ΧΡΟΝΙΑ ΝΟΜΙΜΗΣ ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΗΣ ΤΟΥ «Ρ»"
30 ΧΡΟΝΙΑ ΝΟΜΙΜΗΣ ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΗΣ ΤΟΥ «Ρ»
Από την προϊστορία στην ιστορία

Στο τυπογραφείο του «Ρ»
Στο τυπογραφείο του «Ρ»
«...Μας χρειάζεται κατά πρώτο λόγο μια εφημερίδα. Χωρίς αυτή είναι αδύνατο να διεξάγεται συστηματική, βασισμένη σε αρχές και ολόπλευρη προπαγάνδα και ζύμωση, πράγμα που αποτελεί μόνιμο και κύριο καθήκον της σοσιαλδημοκρατίας γενικά και ένα εξαιρετικά επιτακτικό καθήκον της σημερινής στιγμής, τώρα που μέσα στα πιο πλατιά στρώματα του πληθυσμού έχει ξυπνήσει το ενδιαφέρον για την πολιτική, για τα ζητήματα του σοσιαλισμού... Ο ρόλος όμως της εφημερίδας δεν περιορίζεται μόνο στη διάδοση ιδεών, μόνο στην πολιτική διαπαιδαγώγηση και την προσέλκυση πολιτικών συμμάχων. Η εφημερίδα δεν είναι μόνο συλλογικός προπαγανδιστής και συλλογικός διαφωτιστής, μα και συλλογικός οργανωτής. Σαν συλλογικός οργανωτής, η εφημερίδα μπορεί να παραβληθεί με τις σκαλωσιές που φτιάχνονται γύρω από ένα χτίριο που χτίζεται και χαράζουν το περίγραμμα της οικοδομής, διευκολύνουν την επικοινωνία ανάμεσα στους διάφορους οικοδόμους, τους βοηθούν να κατανέμουν τη δουλιά και να έχουν την εποπτεία των κοινών αποτελεσμάτων που επιτεύχθηκαν με την οργανωμένη δουλιά...».

(Β. Ι. Λένιν, «Από πού ν' αρχίσουμε», «Απαντα», τ. 5, σελ. 9, 11)

Γράφτηκε το Μάη του 1901. Εναν και πάνω αιώνα μετά, διατηρεί αναλλοίωτη τη σημασία και την επικαιρότητά του.

Ηταν η πρωτοπόρα για την εποχή της εφημερίδα

Ο «Ριζοσπάστης» εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1908 και μάλιστα κυκλοφόρησε το πρώτο του φύλλο στις 21 Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου. Εκδότης του ο Γ. Φιλάρετος, «ο πατέρας της δημοκρατίας», όπως τον ονόμασαν στην εποχή του. Ο «Ριζοσπάστης» του Γ. Φιλάρετου, με υπότιτλο κάτω από το λογότυπο «Εφημερίς εθνική πολιτική και κοινωνική», σταμάτησε να εκδίδεται στις 18 Μάρτη 1911. Ηταν τότε εφημερίδα εβδομαδιαία. Ξανακυκλοφορούσε το 1916 στη Θεσσαλονίκη, σαν δισεβδομαδιαία εφημερίδα.

Από τον Γ. Φιλάρετο ζήτησε και πήρε τον τίτλο ο Γ. Πετσόπουλος, όταν αποφάσισε τη μεταφορά της εφημερίδας στην Αθήνα και την καθημερινή της έκδοση στα 1917. Ο Φιλάρετος έδωσε την άδεια, όντας βέβαιος, όπως έγραψε στην επιστολή του προς τον Πετσόπουλο, πως η εφημερίδα θα εξακολουθούσε να εξυπηρετεί τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα εθνικά συμφέροντα.

Παράλληλα, όμως, εξέφραζε την ευχή να γράφεται ο «Ρ» στην καθαρεύουσα. Ο «Ρ», που δημοσίευσε την επιστολή αυτή του Φιλάρετου, έθεσε τότε, με μια υποσημείωση στο τέλος της, το ερώτημα: «Ερωτώμεν τον σεβαστόν φίλον και πατέρα της εν Ελλάδι δημοκρατικής κινήσεως: Δεν είναι επίσης δημοκρατικόν, άμα αγωνίζεται κανείς διά τον λαόν, να ζητεί και την επικράτησιν της δημοτικής γλώσσης;».

Ετσι, στις 23 Ιούλη 1917, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά ο «Ρ», «καθημερινός, πρωινός, τετρασέλιδος και πεντάλεπτος», όπως είχε προαναγγείλει από τις άλλες αθηναϊκές εφημερίδες, λίγες μέρες νωρίτερα, με διευθυντή τον Γ. Πετσόπουλο και αρχισυντάκτη τον Ν. Γιαννιό. Ανάμεσα στους πρώτους συνεργάτες του, γνωστοί δημοκράτες αγωνιστές της εποχής: Αριστοτέλης Σίδερης, Ν. Καστρινός, Κ. Σπανούδης, Μάρκος Αυγέρης, Ν. Ποριώτης, Γερ. Σπαταλάς, κ.ά.

Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του «Ρ» εκείνης της εποχής και αυτό που τον ξεχωρίζει από τις άλλες εφημερίδες είναι ότι από την αρχή της έκδοσής του καθιερώνει ειδικές στήλες για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων της εργατικής τάξης, της ζωής της και δημοσιεύει καθημερινά εργατικές ειδήσεις. Αυτό το γεγονός αποτέλεσε και το πρώτο βήμα προσέγγισης του «Ρ» στην εργατική τάξη και το κίνημά της.

Η έκδοση του «Ριζοσπάστη», στα 1917, συμπίπτει με τις κοσμοϊστορικές και θυελλώδεις εξελίξεις στη Ρωσία, μετά την αστική επανάσταση του Φλεβάρη του 1917. Εξελίξεις, που προετοιμάσανε τη μεγάλη Οχτωβριανή Επανάσταση και τελικά τις «δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο». Αυτές, ακριβώς, οι εξελίξεις σημαδεύουν και τα πρώτα βήματα της εφημερίδας. Ο «Ρ» παρακολουθεί με συμπάθεια τα επαναστατικά αυτά γεγονότα και δημοσιεύει συχνά άρθρα, αφιερωμένα στις εξελίξεις που ξεδιπλώνονται στη Ρωσία, κατατοπίζοντας τους αναγνώστες του. Απ' αυτά ξεχωρίζουν τα άρθρα του Ν. Καστρινού και του Αρ. Σίδερη, που βλέπουν στην Οχτωβριανή Επανάσταση τον πυρσό, που θα φωτίσει με τη λάμψη του ολόκληρο τον κόσμο. Ταυτόχρονα, παρακολουθεί και τη σοσιαλιστική κίνηση στην Ελλάδα, τις προσπάθειες συνένωσης των σωματείων και εργατικών κέντρων σε Συνομοσπονδία, αλλά και τις προσπάθειες ίδρυσης Σοσιαλιστικού Κόμματος. Αλλωστε, ένα χρόνο μετά την έκδοσή του, το Νοέμβρη του 1918, ιδρύεται η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας και δέκα μέρες αργότερα το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας, το ΣΕΚΕ, μετέπειτα ΚΚΕ.

Μέχρι τότε, δεν είχε υιοθετήσει την ιδεολογία του επιστημονικού σοσιαλισμού, ήταν, όμως, η μόνη καθημερινή ελληνική εφημερίδα, που παρακολούθησε από κοντά τις εργασίες του Συνεδρίου για την ίδρυση του ΣΕΚΕ και, μάλιστα, δημοσίευσε όλα τα υλικά του. Υστερα από την ίδρυση του κόμματος του ελληνικού προλεταριάτου, υπερασπιζόταν με μεγαλύτερη συνέπεια τις ιδέες του επιστημονικού σοσιαλισμού.

Στις 23 Σεπτέμβρη του 1918, ο «Ριζοσπάστης» διακόπτει την έκδοσή του λόγω αποχώρησης του αρχισυντάκτη του Ν. Γιαννιού, ο οποίος διαφωνούσε με τη γραμμή της εφημερίδας και κυρίως με την προβολή των επαναστατικών γεγονότων στη Σοβιετική Ρωσία, την Οχτωβριανή Επανάσταση και την υπεράσπιση του πρώτου στον κόσμο εργατικού κράτους. Ξαναεκδίδεται λίγο αργότερα τον ίδιο χρόνο και συνεχίζει στην ίδια ρότα όπως πριν. Με συμπάθεια στο πρώτο στον κόσμο εργατικό κράτος και προβάλλοντας τη δραστήρια σοσιαλιστική κίνηση στην Ελλάδα και το εργατικό κίνημα.

Είναι δε χαρακτηριστικό το γεγονός πως όταν οι ιμπεριαλιστές παρασύρουν και την Ελλάδα στην αντισοβιετική πολεμική εκστρατεία στην Ουκρανία (αρχές 1919), ο «Ρ» τάχθηκε ενάντια σ' αυτήν, υπερασπιζόμενος με την αρθρογραφία του την ακεραιότητα και το απαραβίαστο του νεαρού τότε σοβιετικού κράτους των εργατών και των αγροτών.

Ετσι, από την πρώτη στιγμή της ίδρυσης του ΣΕΚΕ (ΚΚΕ), οι τύχες του «Ριζοσπάστη» δένονται με τις τύχες του Κόμματος της εργατικής τάξης. Και ξεκινά μια αδιάλειπτη ιστορική διαδρομή, αυτή του εργατικο-επαναστατικού κινήματος στην Ελλάδα, κρατά έως τις μέρες μας και συνεχίζει με αισιοδοξία στο μέλλον του λαού μας.

Σοσιαλιστική εφημερίς

Στις 15 Σεπτέμβρη 1919, η προμετωπίδα του «Ριζοσπάστη» έπαψε να γράφει «Εφημερίδα δημοκρατικών αρχών» κι έγραψε «Σοσιαλιστική εφημερίς». Δικαιολογώντας τη μεταβολή αυτή, ο «Ρ» εξηγούσε, μ' ένα μεγάλο ερμηνευτικό σχόλιο, ότι ο αγώνας για την προεδρευομένη δημοκρατία είχε πια ξεπεραστεί και οι ραγδαίες, νέες εξελίξεις, επιβάλλανε νέους προσανατολισμούς.

Η αλλαγή, βέβαια, δεν ήταν καθόλου τυχαία. Το Εθνικό Συμβούλιο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΕΚΕ), που είχε συνέλθει το Μάη του 1919, εκτιμώντας θετικά τους αγώνες και τις διαθέσεις του «Ρ» υπέρ του σοσιαλιστικού κινήματος, είχε αποφασίσει να θέσει την εφημερίδα κάτω από τον πολιτικό και οικονομικό έλεγχο του ΣΕΚΕ.

Ας δούμε την απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου:

«Το Α` Εθνικόν Συμβούλιον λαβόν υπ' όψιν:

1. Τους αγώνας και τας διαθέσεις του "Ριζοσπάστη", οι οποίοι ωφέλησαν το σοσιαλιστικόν κίνημα.

2. Οτι το παρελθόν του διευθυντού αυτού, όσον αντίθετον του σοσιαλισμού και αν ήτο, ουδέποτε όμως ήτο τοιούτον εκ κακής πίστεως.

3. Οτι η μεθοδική εξέλιξις των αντιλήψεων του διευθυντού του "Ριζοσπάστη" είναι μία ένδειξις της εντιμότητος των διαθέσεών του υπέρ του σοσιαλισμού.

4. Λαβόν προσέτι υπ' όψιν τη δήλωσίν του ότι δέχεται τον πολιτικόν και οικονομικόν έλεγχον του κόμματος.

Αποφαίνεται

α. Εντέλλεται το τμήμα Αθηνών να φροντίσει διά την εγγραφήν του Γ. Πετσόπουλου ως μέλους του κόμματος.

β. Οσον αφορά την εφημερίδα "Ριζοσπάστης" θα είναι υποχρεωμένη να συμμορφούται προς τα άρθρα 45 και 46 του καταστατικού του κόμματος, καθώς επίσης και με τους όρους του ειδικού επί του προκειμένου ψηφίσματος του συμβουλίου, μέχρις ότου το συνέδριον καθορίση τελεσιδίκως τη θέσιν του "Ριζοσπάστη" ως προς το κόμμα».

Στις 2 Ιούνη 1920, πραγματοποιείται ένα ακόμα βήμα του «Ρ», προς την ταύτισή του με το ΣΕΚΕ. Με απόφαση του 2ου Συνεδρίου του ΣΕΚΕ (5 - 12 Απρίλη 1920), η ΚΕ αναλαμβάνει επίσημα τον έλεγχο της πολιτικής της εφημερίδας. Ετσι, κάτω από τον τίτλο του, προστίθεται τώρα και η φράση: «Υπό τον πολιτικό έλεγχο της ΚΕ του ΣΕΚΕ». Αντιπρόσωπος του Κόμματος στο «Ρ» ορίστηκε ο Γιάννης Κορδάτος, δικηγόρος και μέλος της ΚΕ.

Ενα χρόνο αργότερα, τον Ιούλη του 1921, ο «Ρ» τοποθετεί και από τις δύο πλευρές του τίτλου του το σφυροδρέπανο, πλαισιωμένο από δυο στάχια. Από την 1η Αυγούστου γίνεται «το επίσημο όργανο του Σοσιαλιστικού Εργατικού (Κομμουνιστικού) Κόμματος της Ελλάδας και της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας». Ολοκληρώνεται έτσι η πορεία της μετατροπής του «Ρ» σε όργανο του Κόμματος της ελληνικής εργατικής τάξης. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Γιάννης Πετσόπουλος, μέχρι τότε εκδότης και ιδιοκτήτης του «Ρ», στην επιστολή εκχώρησης της εφημερίδας στο Κόμμα, έγραφε: «Δεν επετρέπετο ν' αποτελεί η εφημερίς ιδιωτική επιχείρηση».

Από τη στιγμή αυτή αρχίζει ένα νέο, αποφασιστικής σημασίας στάδιο στην εξέλιξη του «Ρ». Η διαρκής ακατάλυτη σχέση του με το ΚΚΕ, αποκτώντας το χαρακτήρα που έχει μια εφημερίδα όργανο της ΚΕ του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης και αναλαμβάνοντας το ρόλο που απορρέει από το χαρακτήρα της, προκειμένου να εκπληρώνει την αποστολή της: Γιατί η εφημερίδα του Κομμουνιστικού Κόμματος «δεν είναι μόνο συλλογικός προπαγανδιστής και συλλογικός διαφωτιστής, μα και συλλογικός οργανωτής». Γι' αυτό και αξεχώριστος από τη δράση των κομμουνιστών.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ