ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 26 Ιούνη 2011
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΜΕ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ
Στήνουν δόκανο για να μαντρώσουν το λαό

Οι ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις, στους μισθούς και τις συντάξεις, τα βάρβαρα δημοσιονομικά μέτρα δεν μπορεί παρά να πηγαίνουν «πακέτο» με τις αλλαγές στο αστικό πολιτικό σύστημα, που εντατικά προωθούν τα επιτελεία του κεφαλαίου και των κομμάτων του. Ο λόγος είναι διττός:

α. Σε συνθήκες βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης, η κλιμακούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια για την κυρίαρχη πολιτική, προκαλεί ισχυρούς κραδασμούς στο αστικό σύστημα και τα κόμματά του, που πρέπει να απορροφηθούν πριν ριζοσπαστικοποιηθούν. Τα κυρίαρχα για δεκαετίες αστικά κόμματα και οι παραδοσιακές δομές της αστικής εξουσίας φθείρονται στις λαϊκές συνειδήσεις, δημιουργώντας προϋποθέσεις πολιτικής αστάθειας, που αν δεν ελεγχθεί με αποτελεσματικότητα, μπορεί σε μια πορεία να αποβεί μοιραία για την ίδια την πολιτική εξουσία των αστών. Ζητούμενο για τα επιτελεία τους είναι να δημιουργηθούν εκείνες οι συνθήκες που θα θωρακίζουν την αστική εξουσία και ταυτόχρονα θα λειτουργούν σαν ανάχωμα στις θετικές διεργασίες που εξελίσσονται στις λαϊκές συνειδήσεις.

β. Το ίδιο το αστικό σύστημα, σαν φορέας διαχείρισης της πολιτικής εξουσίας του κεφαλαίου, οφείλει να προσαρμοστεί στα δεδομένα που αντικειμενικά προκύπτουν από την ολοένα και μεγαλύτερη αντιδραστικοποίηση του καπιταλισμού. Δηλαδή, σε συνθήκες κρίσης, παγκοσμιοποιημένης δράσης των μονοπωλίων και πρωτόγνωρης σε μέγεθος σύμφυσης ανάμεσα στις καπιταλιστικές οικονομίες, να γίνει το αστικό σύστημα πιο αποτελεσματικό στο πέρασμα μέτρων τα οποία ρίχνουν πιο κάτω την τιμή της εργατικής δύναμης και ανοίγουν νέα επενδυτικά πεδία για τους μονοπωλιακούς ομίλους, που κρατούν συσσωρευμένα τεράστια κεφάλαια από την περίοδο της καπιταλιστικής μεγέθυνσης.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο σήμερα και στην Ελλάδα σπάνε παραδοσιακές συμμαχίες, πάνω στις οποίες είχε επενδύσει ο αστικός κόσμος για πολλές δεκαετίες, κύρια στη μεταπολίτευση. Αν μέχρι πρόσφατα η συντήρηση ισχυρών μικροαστικών στρωμάτων και η συμμαχία μαζί τους ήταν όρος επιβίωσης για το αστικό σύστημα και τη δικομματική εναλλαγή, σήμερα, μπροστά στην ανάγκη του μεγάλου κεφαλαίου να σαρώσει τα πάντα, ανατρέπονται οι ισορροπίες και κλονίζονται οι συμμαχίες.

Οι δυο αυτές συνθήκες είναι που πυροδοτούν και στην Ελλάδα αλλαγές στο αστικό πολιτικό σύστημα, σε πιο αντιδραστική κατεύθυνση για το λαό. Μάλιστα, η γενική γραμμή πλεύσης αυτών των αλλαγών αποσπά τη συμφωνία όλων των κομμάτων, πλην του ΚΚΕ. Εξειδικεύοντας τις παρεμβάσεις που μελετάει, η κυβέρνηση κάνει λόγο για αλλαγές στον εκλογικό νόμο, στο πλαίσιο χρηματοδότησης και λειτουργίας των κομμάτων, στη Δικαιοσύνη και το Σύνταγμα. Σε ό,τι αφορά το τελευταίο, σαν ακρογωνιαίος λίθος των προωθούμενων αλλαγών προβάλλονται τα άρθρα σχετικά με την ευθύνη των υπουργών.

Ποια δημοκρατία;

Η κυβέρνηση προβάλλει την πρόθεσή της να προσφύγει σε δημοψήφισμα, για τη νομιμοποίηση αντιδραστικών για το λαό αλλαγών, ή ώριμων μεταρρυθμίσεων στο αστικό σύστημα, όπως αυτές που σχετίζονται με επιμέρους πλευρές της κοινοβουλευτικής λειτουργίας και οι οποίες θα μπορούσαν χωρίς τυμπανοκρουσίες και κινήσεις εντυπωσιασμού να επιτευχθούν μέσα από τη Βουλή.

Συστατικό στοιχείο της προπαγάνδας που συνοδεύει τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες και τις παρεμβάσεις των άλλων κομμάτων, είναι η «δημοκρατία», δοσμένη σκόπιμα αταξικά. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι θέλει τις αλλαγές στο πολιτικό σύστημα για να διευρύνει δήθεν τη λαϊκή συμμετοχή στην άσκηση και τον έλεγχο της εξουσίας. Η ΝΔ έχει ήδη συστήσει επιτροπή για την αναθεώρηση του Συντάγματος με παρόμοια επιχειρηματολογία, ενώ θέμα «ποιότητας της δημοκρατίας» βάζει και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, σιγοντάροντας την κυρίαρχη αποπροσανατολιστική προπαγάνδα των αστών και των κομμάτων τους.

Τις τελευταίες μέρες, έχει ανακύψει και ένας ακόμα παράγοντας που αντικειμενικά υποβοηθά τα κυβερνητικά σχέδια για αλλαγές στο πολιτικό σύστημα. Είναι το επονομαζόμενο «κίνημα των αγανακτισμένων». Οι καθοδηγητές του αναγορεύουν σε κυρίαρχο ζήτημα αυτό της δημοκρατίας, αποκομμένο από την ταξική του ουσία και συνθηματολογούν υπέρ της «άμεσης δημοκρατίας». Την ίδια ώρα βέβαια, φωνάζουν «έξω τα κόμματα και τα συνδικάτα από την πλατεία», δείχνοντας το πραγματικό περιεχόμενο της δημοκρατίας που υπερασπίζονται.

Ολοι τους καλλιεργούν την επικίνδυνη για το λαό αυταπάτη ότι το καπιταλιστικό σύστημα και οι κυβερνήσεις του μπορεί να γίνουν φιλολαϊκές, αν ο λαός έχει μεγαλύτερο λόγο στη διαμόρφωση επιμέρους πλευρών της κυρίαρχης πολιτικής, τα στρατηγικά συστατικά της οποίας καθορίζονται από το ποιος έχει την ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και γι' αυτό είναι αδιαπραγμάτευτα για το κεφάλαιο και τα κόμματά του.

Μάλιστα, ορισμένοι από εκείνους που θεοποιούν το «ακομμάτιστο» και το «ακηδεμόνευτο» της πλατείας, όπως ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, έχουν φτάσει στον παροξυσμό να τη χαρακτηρίζουν «κάτω Βουλή», σε μια προσπάθεια να της προσδώσουν δυναμική και χαρακτηριστικά που αντικειμενικά δεν έχει. Ταυτόχρονα, καλλιεργούν την αυταπάτη ότι ένα τέτοιο κίνημα και όχι βέβαια η οργανωμένη εργατική λαϊκή πάλη, μπορεί να πετύχει ριζικές αλλαγές προς όφελος του λαού.

Είναι οι ίδιοι που το Δεκέμβρη του 2008 χαρακτήριζαν «εξέγερση» το σπάσιμο της βιτρίνας. Τρία χρόνια μετά, προσαρμοζόμενοι σαν γνήσιοι οπορτουνιστές στη συγκυριακή ανάγκη του συστήματος, αποκηρύσσουν οποιονδήποτε άλλο δρόμο παρέμβασης του λαού πέρα από τη «δημοκρατική οδό», όπως ονομάζουν τον εγκλωβισμό του κινήματος και των λαϊκών διεκδικήσεων στα όρια της αστικής πολιτικής.

Η κυβέρνηση, οι σύμμαχοί της, μαζί και οι καθοδηγητές της πλατείας κρύβουν από το λαό και τους χιλιάδες που διαδηλώνουν ότι η δημοκρατία δεν είναι αταξική έννοια. Σε συνθήκες κυριαρχίας του κεφαλαίου, η δημοκρατία εκφράζει το δίκαιο της αστικής τάξης, των εκμεταλλευτών, πάνω στην εργατική τάξη και τους συμμάχους της, δηλαδή τους εκμεταλλευόμενους. Κάθε συζήτηση για «περισσότερη δημοκρατία» είναι από κολοβή έως αποπροσανατολιστική, αν δεν αγγίζει την ταξική ουσία του ζητήματος: Δημοκρατία από ποιον και για ποιον.

Το ιδεολόγημα του «ηθικού καπιταλισμού»

Ολοι αυτοί που ζητάνε μια περισσότερο λειτουργική αστική δημοκρατία, τροφοδοτούν εκούσια ή ακούσια την προπαγάνδα των αστικών επιτελείων περί «ηθικού καπιταλισμού». Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Κυβέρνηση και ΝΔ λένε πως είναι ζήτημα δημοκρατίας και διαφάνειας να αλλάξει η συνταγματική διάταξη για την ευθύνη των υπουργών και να μπει τέλος στην ατιμωρησία. Προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τη δίκαιη αγανάκτηση του λαού για τα υπαρκτά σκάνδαλα. Παλεύουν με κάθε μέσο για να διατηρήσουν αυτήν την αγανάκτηση στο επίπεδο του θυμικού, για να μη μετατραπεί σε συνειδητή πάλη ενάντια στην πραγματική και «νόμιμη» ληστεία, αυτή δηλαδή που γίνεται στη σφαίρα της παραγωγής από τα αφεντικά, με τους νόμους που ψηφίζουν τα κόμματά τους.

Οσους νόμους περί ευθύνης υπουργών κι αν φτιάξουν, αυτή η «νόμιμη» ληστεία δεν πρόκειται να αλλάξει, αντίθετα θα ενταθεί. Δεν πρόκειται όμως να καταπολεμηθεί ούτε η διαπλοκή του κεφαλαίου με τα κόμματά του, η οποία αποτελεί συστατικό στοιχείο στο σάπιο και ιστορικά ξεπερασμένο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Αυτό που θα γίνει στην πραγματικότητα, είναι το σύστημα να αποβάλλει από καιρό σε καιρό ορισμένους από το πολιτικό προσωπικό του, για να εκτονώνει τη λαϊκή δυσαρέσκεια.

Να γιατί το ΚΚΕ λέει ότι το δημοψήφισμα που στήνει η κυβέρνηση είναι δόκανο που δεν πρέπει να πατήσει ο λαός. Τα αστικά επιτελεία θα προσπαθήσουν μέσα από ψευτοδιλήμματα να νομιμοποιήσουν λιγότερο ή περισσότερο επικίνδυνες αλλαγές στο αστικό πολιτικό σύστημα, τις οποίες, αργά ή γρήγορα, ο λαός θα τις νιώσει στο πετσί του. Ενα παράδειγμα: Η κυβέρνηση λέει ότι θα θέσει σε δημοψήφισμα τον αριθμό των βουλευτών, με στόχο τη μείωσή τους, στο όνομα του να μειωθεί - όπως λέει - το κόστος της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

Σε μια περίοδο που μ' ένα στόμα η κυρίαρχη προπαγάνδα ζυμώνει συνθήματα όπως «κλέφτες» και «να καεί να καεί η Βουλή», είναι βέβαιο ότι ένα δημοψήφισμα, με ένα τέτοιο περιεχόμενο μπορεί να δράσει πυροσβεστικά στη λαϊκή αγανάκτηση που εκφράζεται ακόμα ανώριμα, αλλά κάτω από προϋποθέσεις μπορεί να ριζοσπαστικοποιηθεί επικίνδυνα.

Ετσι, το αστικό σύστημα θα καλλιεργεί την αυταπάτη ότι ο λαός συμμετέχει σε αποφάσεις καθοριστικές δήθεν για τη λειτουργία της δημοκρατίας, και την ίδια ώρα, το κοινοβούλιο θα συνεχίσει να νομοθετεί αντιλαϊκά, όσο οι συσχετισμοί θα παραμένουν αρνητικοί για το λαό, ανεξάρτητα από τον αριθμό των βουλευτών στον οποίο θα εκφράζεται κάθε φορά αυτός ο αρνητικός συσχετισμός. Με άλλα λόγια, κανένα όφελος δεν έχει ο λαός από μια Βουλή των 200 ή 100 βουλευτών, αν το 90% και πλέον από αυτούς συνεχίσουν να εκλέγονται με τα κόμματα του κεφαλαίου και τις παραφυάδες τους.

Μια ακόμα πλευρά. Το σκόπιμο τσουβάλιασμα όλων των κομμάτων, στο οποίο συμμετέχει και η πλατεία, η απαράδεκτη εξίσωση του ΚΚΕ με τα άλλα κόμματα που προωθούν ή στηρίζουν την κυρίαρχη πολιτική, έχει στόχο να διευκολύνει αντιδραστικές αποφάσεις όπως αυτή για τη λειτουργία και τα οικονομικά των κομμάτων, που θα στρέφονται επί της ουσίας ενάντια στο ΚΚΕ και την πολιτική του επαφή με το λαό. Δεν είναι καθόλου απίθανο η κυβέρνηση να επιχειρήσει να νομιμοποιήσει με δημοψήφισμα τους νόμους για τα οικονομικά των κομμάτων, ή άλλες ρυθμίσεις σχετικές με τη λειτουργία τους.

Ο λαός να μην πέσει στην παγίδα του δημοψηφίσματος. Να το ακυρώσει με την πάλη του. Αν η κυβέρνηση έχει έγνοια για τη γνώμη του λαού, να προχωρήσει τώρα σε εκλογές. Η προσπάθεια να γίνει ο λαός συνένοχος σε μεταρρυθμίσεις που υπονομεύουν παραπέρα τους αγώνες του πρέπει να πέσει στο κενό. Προϋπόθεση γι' αυτό είναι η ισχυροποίηση του ΚΚΕ, η πλατιά συμπόρευση μαζί του στους δρόμους και την κάλπη, όποτε κι αν στηθεί.


Π.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ