ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 25 Σεπτέμβρη 2021 - Κυριακή 26 Σεπτέμβρη 2021
Σελ. /40
Κώδικες δεοντολογίας ή κώδικες πειθαρχίας;

Με όχημα τις καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση, παρενόχληση και εκφοβισμό στο χώρο του θεάματος, απασχολεί εδώ και μήνες η κατάρτιση ενός κώδικα δεοντολογίας, ο οποίος, κατά το ΥΠΠΟΑ, τις διοικήσεις του ΣΕΗ, της ΠΟΘΑ και άλλες δυνάμεις, θα προστατεύει τους εργαζόμενους από φαινόμενα σαν αυτά που ήρθαν στη δημοσιότητα. Η ετοιμότητά τους ήταν πρωτοφανής, αφού περίπου μισή μέρα μετά τη δημοσιοποίηση των καταγγελιών πέρσι τον Γενάρη, ανακοινώθηκε και η πρόθεση του υπουργείου για τη δημιουργία κώδικα.

Αξίζει να εξετάσει κανείς το περιεχόμενο των κωδίκων που προτείνονται στο Εθνικό Θέατρο και στο ΚΘΒΕ, αλλά και τη σχέση τους με τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας 190.

Η ΔΣΕ 190 είναι ένας πανευρωπαϊκός κώδικας δεοντολογίας, ο οποίος, όπως αναφέρει ήδη στην πρώτη σελίδα του, θεωρεί πως «...η βία και η παρενόχληση είναι ασυμβίβαστα με την προώθηση βιώσιμων επιχειρήσεων και επηρεάζει αρνητικά την οργάνωση της εργασίας, τις εργασιακές σχέσεις, την αφοσίωση των εργαζομένων, τη φήμη των επιχειρήσεων και την παραγωγικότητα...».

Αν αυτό συνδυαστεί με δημοσιεύματα του Τύπου σχετικά με το πώς η συμπερίληψη στις επιχειρήσεις αυξάνει την κερδοφορία τους, λόγω του πιο στοχευμένου μάρκετινγκ σε συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων (γυναίκες, ΛΟΑΤΚΙ άτομα, άτομα με αναπηρία κ.ο.κ.), καταλαβαίνουμε πως ούτε η πρόθεση ούτε το αποτέλεσμα είναι η προστασία από φαινόμενα ρατσισμού, διακρίσεων, βίας, στα εργασιακά περιβάλλοντα. Αντίθετα, ξεκάθαρο είναι πως στόχος είναι η θωράκιση της κερδοφορίας, αυτής ακριβώς που γεννάει, αναπαράγει, αποτελεί το «θερμοκήπιο» για τα φαινόμενα αυτά.

Γιατί, αλήθεια, τι σημαίνει η αναγνώριση της σύμβασης στους εργαζόμενους του δικαιώματος για ένα εργασιακό περιβάλλον απαλλαγμένο από τη βία, σε έναν κόσμο που η βία, ο ανταγωνισμός, ο φόβος είναι σύμφυτα με την εργασία; Σε ένα κράτος που δεν υπάρχει καμία δομή για τα θύματα βίας; Που το νομικό πλαίσιο που τιμωρεί τέτοιου είδους συμπεριφορές αλλάζει προς το συμφέρον του θύτη; Κανείς δεν απαντά, καθώς η απάντηση είναι αυτονόητη και έρχεται από την ίδια τη ζωή των εργαζομένων. Μια σειρά τέτοιων κανόνων, χωρίς εξασφαλισμένα εργασιακά δικαιώματα, χωρίς συλλογικές συμβάσεις που να προστατεύουν τους αδύνατους, δεν σημαίνει τίποτα.

***

Παρόμοια στοιχεία περιέχονται στους κώδικες δεοντολογίας που προτείνονται στα κρατικά θέατρα της χώρας και τις δραματικές σχολές και είναι κατ' αντιστοιχία κωδίκων του εξωτερικού. Στα κείμενα παρακάμπτονται τα εργασιακά δικαιώματα, ο μισθός, η τήρηση των ωραρίων και των συμβάσεων, που βασικά η απουσία τους καλλιεργεί ανασφάλεια, ανταγωνισμό, κάνουν τους εργαζόμενους αδύναμους και ευάλωτους.

Ομως ακόμη και αν κάνουμε το νοητικό άλμα - ότι η αδυναμία ενός εργαζόμενου να ζήσει από τη δουλειά του δεν είναι βία - και υποθέσουμε πως οι κώδικες δεν αφορούν στενά στα εργασιακά δικαιώματα, αλλά εξετάζουν κάποια «αναίτια» φαινόμενα βίας, εκφοβισμού, αυθαιρεσίας, κακοποίησης, πάλι θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι δεν λαμβάνουν κανένα μέτρο προστασίας.

Και οι δύο κώδικες, στο πλαίσιο της πρόληψης κακοποιητικών συμπεριφορών, αρκούνται σε ένα ευχολόγιο σχετικά με τις αρχές λειτουργίας των οργανισμών. Ενδεικτικά αναφέρουμε: «Η συμπερίληψη, η απαγόρευση διάκρισης, η ισότητα και ο σεβασμός της διαφορετικότητας και της αντίθετης γνώμης, η προστασία του ασθενέστερου, η αξιοκρατία, η αντικειμενικότητα, η αμεροληψία, η αλήθεια».

Ενώ στα κείμενα ξεκαθαρίζεται από την αρχή ότι δεν πρόκειται για κείμενα με αμιγώς νομική φύση και ότι σε περιπτώσεις μπορεί να χρειάζεται να εφαρμοστεί η νομοθεσία, να εμπλακούν δικαστήρια κ.λπ. Αρα ποια στ' αλήθεια η χρησιμότητά τους;

Η απάντηση μάλλον βρίσκεται στα μόνα παραπτώματα που σε αντίθεση με τα παραπάνω ορίζονται ρητά: Είναι «η απείθεια προς προϊστάμενο», «η άσκηση κακόβουλης δημόσιας, γραπτής ή προφορικής, κριτικής με σκόπιμη χρήση ανακριβών στοιχείων ή με χαρακτηριστικά απρεπείς εκφράσεις», «η πρόθεση βλάβης των περιουσιακών ή άλλων συμφερόντων του Οργανισμού». Ο,τι χρειάζεται δηλαδή για να ενταθεί το κλίμα φόβου και σιωπής στους εργασιακούς χώρους, συνολικά για τα δικαιώματα των εργαζομένων, αλλά και ειδικότερα για τα ζητήματα της κακοποίησης.

***

Πολλά μπορεί να πει κανείς και σχετικά με την υποτιθέμενη πρόθεση του κώδικα να φτιάξει μια διαδικασία, όπου τα θύματα θα μπορούν να καταγγέλλουν. Αρχικά να ξεκαθαρίσουμε πως στους κρατικούς αυτούς οργανισμούς υπάρχει ήδη εσωτερικός κανονισμός αλλά και πειθαρχικό συμβούλιο, που θα μπορούσαν να έχουν αυτόν τον ρόλο. Από κει και πέρα, είναι χαρακτηριστικό ότι μέλη στην επιτροπή που προτείνεται είναι ο οικονομικός και καλλιτεχνικός διευθυντής. Οι άνθρωποι δηλαδή που κατέχουν τη μεγαλύτερη εξουσία σε έναν τέτοιο οργανισμό.

Η διαδικασία που προτείνεται είναι δαιδαλώδης και τελικά αποτρέπει την καταγγελία. Ο καταγγέλλων πρέπει να προσκομίσει μια σειρά από έγγραφα, ανάμεσά τους και αποδεικτικά για το συγκεκριμένο περιστατικό που καταγγέλλει. Ωστόσο, όπως αποδεικνύουν τα στοιχεία πανευρωπαϊκά, είναι πολύ δύσκολο να αποδειχτούν τέτοιου είδους συμπεριφορές, εκτός και αν ο θύτης πιαστεί επ' αυτοφώρω ή αν υπάρχουν γραπτά κείμενα. Από την ίδια τη διαδικασία μπαίνει ο επιπλέον σκόπελος του «διαμεσολαβητή», ο οποίος μπορεί να παρέμβει και να σταματήσει τη διαδικασία, εφόσον το επιθυμούν και τα δύο μέρη.

Δεν λείπουν ακόμα και προτάσεις όπως αυτές στον κώδικα του Εθνικού Θεάτρου, όπου προτείνεται να υπάρχει γραπτή συναίνεση για τυχόν αγγίγματα στη διάρκεια των προβών. Ομως όποιος έχει περάσει από αυτήν τη δημιουργική διαδικασία, μπορεί να καταλάβει αφενός την παρενόχληση, αφετέρου ότι είναι αδύνατο να προκαθορίσεις την πορεία μιας πρόβας, που οι ηθοποιοί είναι αναγκαίο να χρησιμοποιούν κάθε ψυχικό και σωματικό τους απόθεμα. Μιας διαδικασίας που προφανώς δεν μπορεί να ξεπερνάει το όρια που θέτουν οι «συμπαίκτες», δεν μπορεί όμως να είναι αποστειρωμένη και ντυμένη με έναν καθωσπρεπισμό.

Τα παραπάνω δείχνουν κάτι βασικό: Σε γενικές γραμμές, όπως φαίνεται, οι κώδικες δεν παίρνουν καθόλου υπόψη την ανισότιμη σχέση μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου και θεωρούν ότι κακοποιητικές συμπεριφορές συμβαίνουν κυρίως μεταξύ συναδέλφων. Η πείρα όμως αποδεικνύει το ακριβώς αντίθετο.

***

Επανέρχεται λοιπόν το ερώτημα: Τελικά μπορούν να λύσουν κάτι οι προτεινόμενοι κώδικες; Μήπως το πράγμα αλλάζει με τη «συνδιαμόρφωση» από τους ίδιους τους εργαζόμενους;

Μόνο το γεγονός ότι οι κώδικες δεοντολογίας προτείνονται από την κυβέρνηση, πρέπει να μας προβληματίσει. Εγινε ξαφνικά η κυβέρνηση φιλεργατική ή μήπως ένα τέτοιο κείμενο εγκλωβίζει τον («συνυπεύθυνο» πια) εργαζόμενο, του αφαιρεί, όχι μόνο του ίδιου αλλά και του σωματείου του, το δικαίωμα να καταγγείλει; Είναι ή όχι προβληματικό το γεγονός ότι οι κώδικες θα είναι υποχρεωτικοί προκειμένου να δουλέψεις, θα αξιοποιούνται δηλαδή ως μέσο πίεσης, πειθαρχίας ουσιαστικά στις κάθε φορά «ανάγκες» της εργοδοσίας;

Το μόνο πράγμα που μπορεί να εξασφαλίσει τους εργαζόμενους είναι η πάλη τους για Συλλογικές Συμβάσεις, που να παίρνουν υπόψη τους τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες του κάθε χώρου. Κι αυτό γιατί οι Συλλογικές Συμβάσεις είναι αποτέλεσμα μιας μάχης ανάμεσα σε όλους τους εργαζόμενους κάθε κλάδου και την εργοδοσία τους, ακριβώς το αντίθετο απ' ό,τι επιδιώκουν δηλαδή όσοι με «κώδικες» θέλουν τον κάθε εργαζόμενο μόνο απέναντι στην εργοδοσία, στο όνομα μάλιστα... της ισότητας.

Το θέμα δικαιολογημένα απασχόλησε και απασχολεί τον κλάδο. Τα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας, τα όσα ακούσαμε σε Γενικές Συνελεύσεις και Διοικητικά Συμβούλια, προκαλούν φρίκη και δυστυχώς όχι εντύπωση. Οχι επειδή «αυτός ο χώρος έτσι είναι», επειδή αυτός ο κόσμος έτσι είναι. Αλλά γιατί ξέρουμε καλά πως η βία, η εκμετάλλευση, η ανασφάλεια, ο ανταγωνισμός βρίσκονται στο «DNA» του καπιταλισμού και δεν μπορούν να εξαλειφθούν στο έδαφός του. Σίγουρα δεν μπορούν να εξαλειφθούν με πρόθεση του κράτους και της εργοδοσίας, των βασικών δηλαδή φορέων της βίας.

Το ζήτημα λοιπόν παραμένει, πώς δρουν οι εργαζόμενοι απέναντι σε αυτόν τον κοινό εχθρό. Πώς παλεύουν για ζωντανές διαδικασίες, ζωντανά σωματεία, με πολύπλευρη δράση και παρουσία σε κάθε χώρο δουλειάς. Σωματεία που δεν σέρνονται πίσω από τις επιδιώξεις του χ εργοδότη και της κυβέρνησης, αλλά στέκονται στο πλευρό του κάθε εργαζόμενου για κάθε βία που υφίσταται. Για το γεγονός ότι κακοποιήθηκε, ότι κάηκε το σπίτι του, ότι πρέπει να πληρώνει το rapid test, ότι οι θέσεις στα νηπιαγωγεία δεν αρκούν, ότι θα πρέπει να τζογάρει τη σύνταξή του, ότι ακρίβυνε η ΔΕΗ, ότι δεν μπορεί σε αυτόν τον κόσμο να δημιουργήσει και να ονειρευτεί. Η ικανοποίηση αυτών των αναγκών πρέπει να αποτελούν τη βάση της δικής μας συζήτησης. Τη βάση της πάλης και της διεκδίκησής μας, κι αυτό γιατί όπως περίτρανα μας απέδειξαν τα τελευταία χρόνια, μόνο ο λαός μπορεί να σώσει τον λαό.


Ηρα ΡΟΚΟΥ
Μέλος του ΔΣ του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών


«Οι κολιγάδες»

Ενα θεατρικό για τον Δημήτρη Μπαλή, τον Θεόφιλο Καΐρη και την άγνωστη επανάσταση της Ανδρου

- Διατί και ημείς κατά την παρούσαν στιγμήν να μην αποτινάξωμεν όχι μόνον τον ζυγόν των Τούρκων αλλά και των αρχόντων;

- Ομιλούν διαρκώς οι τουρκοκοτζαμπάσηδες ότι έχουν δικαίωμα επί της ιδιοκτησίας των και των εαυτών μας, τα οποία τάχα βγαίνουν από έγγραφα απαρασάλευτα. Αυτό δεν είναι σωστόν.

- Οι προπάτορες των αρχόντων μας ήλθον εις το νησί μας από άλλα μέρη ως κατακτηταί και με την βίαν εξουσίασαν το καλύτερον μέρος της γης...

-... χωρίς να έχουν προς τούτο κανένα δικαίωμα, περισσότερον από άλλους, εκτός από το δικαίωμα του ισχυρότερου. Και άλλους μεν από τους εντόπιους ιδιοκτήτας και καλλιεργητές εξόντωσαν και άλλους έκαμαν σκλάβους των.

- Οι σημερινοί λοιπόν άρχοντες, απόγονοι των κατακτητών και των σφετεριστών της γης των πατέρων μας, κανέν δικαίωμα δεν έχουν να κρατούν αυτήν διά την ιδικήν των ωφέλειαν και κατατυράννευσιν και λήστευσιν ημών.

- Ο καιρός της ελευθερίας μας ήλθεν, ας αποτινάξωμεν λοιπόν τον ζυγόν και ας καταργήσωμεν τα προνόμια των αρχόντων μας.

Πρόκειται για απόσπασμα από το θεατρικό «Οι κολιγάδες / Ο Δημήτρης Μπαλής, ο Θεόφιλος Καΐρης και η άγνωστη επανάσταση της Ανδρου» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Gutenberg / Τμήμα Θεατρικών Σπουδών».

Οι Μηνάς Βιντιάδης και Γιώργος Δάρδανος ανέλαβαν να μας αφηγηθούν μια άγνωστη - αλλά πολύ ενδιαφέρουσα - για πολλούς από εμάς ιστορία. Στο θεατρικό σε μια σειρά 32 σύντομων σκηνών περνά μπροστά από τον αναγνώστη το ιστορικό της εξέγερσης των κολιγάδων της Ανδρου στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης του 1821, η οποία οδήγησε στην κατάληψη της εξουσίας από τον απλό λαό. Οι κοτζαμπάσηδες του νησιού, με τα φεουδαρχικά προνόμια που είχαν από την εποχή της φραγκοκρατίας, στράφηκαν για βοήθεια στους Τούρκους, ύστερα στην Προσωρινή Διοίκηση του Αγώνα και συγκεκριμένα στον «αρμοστή νήσων» Κωνσταντίνο Μεταξά και το κίνημα κατέρρευσε...

«Το θεατρικό αυτό έργο ήρθε σαν μια εκδήλωση της προσωπικής και σαραντάχρονης πλέον ενασχόλησής μου με τον βίο και την πολιτεία του μεγάλου αγωνιστή και αγνώστου εν πολλοίς ακόμα στο ευρύτερο κοινό Δημήτρη Μπαλή. Στη μνήμη του υπάρχει σήμερα μια πηγή με το όνομά του στο Γαύριο της Ανδρου...», σημειώνει ο Γ. Δάρδανος, ενώ ο Μ. Βιντιάδης αναφέρει ότι «μόλις άρχισα να μελετώ τη ζωή των δύο εμβληματικών μορφών της εποχής, μαγεύτηκα από τον πληθωρικό χαρακτήρα τους και από τα γεγονότα που σημάδεψαν τα χρόνια εκείνα το νησί».



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ