ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 25 Αυγούστου 2018 - Κυριακή 26 Αυγούστου 2018
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΕΝΤΑΣΗΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΗΠΑ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑΣ
Τμήμα γεωπολιτικού «παζλ» παζαριών και ανακατατάξεων

Από τη συνάντηση το Μάη του 2017 στην Ουάσιγκτον ανάμεσα στους Προέδρους των ΗΠΑ, Ντ. Τραμπ, και της Τουρκίας, Ρ. Τ. Ερντογάν, πριν την πρόσφατη επιδείνωση των σχέσεων των δύο χωρών

Copyright 2017 The Associated

Από τη συνάντηση το Μάη του 2017 στην Ουάσιγκτον ανάμεσα στους Προέδρους των ΗΠΑ, Ντ. Τραμπ, και της Τουρκίας, Ρ. Τ. Ερντογάν, πριν την πρόσφατη επιδείνωση των σχέσεων των δύο χωρών
Τεταμένες παραμένουν οι σχέσεις ΗΠΑ - Τουρκίας, καθώς και οι δύο πλευρές επαναξιολογούν τη διμερή τους σχέση, στο φόντο της μεγάλης ρευστότητας που γεννούν γεωπολιτικά παζάρια και ανακατατάξεις από τη Δύση έως την Ανατολή του πλανήτη, αντανακλώντας σημαντικές αλλαγές στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα.

Τη βδομάδα που πέρασε, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ διαμήνυσε ότι «δεν θα κάνουμε παραχωρήσεις», δήλωση που δεν αναφερόταν μόνο στην υπόθεση του Αμερικανού πάστορα Μπράνσον (διώκεται στην Τουρκία με τις κατηγορίες της συνωμοσίας και της κατασκοπείας κατά του τουρκικού κράτους), όπως μεταδόθηκε, αφού η Ουάσιγκτον ανησυχεί για μια σειρά από επιλογές της τουρκικής αστικής τάξης: Από τη σύσφιξη των σχέσεών της με τη Ρωσία και την αγορά αντιπυραυλικών συστημάτων από τη Μόσχα και τη συνεργασία τουρκικών ομίλων και αντίστοιχων του Ιράν, μέχρι τις κινήσεις της στη Συρία (όπου εξακολουθεί να παίρνει «αυτόνομες» στρατιωτικές πρωτοβουλίες, παρά τις αντιρρήσεις συμμάχων της) και χειρισμούς της απέναντι στους Κούρδους, σε σημαντικό τμήμα των οποίων οι ΗΠΑ «επενδύουν» σοβαρά για να αυξήσουν την επιρροή τους σε όλη τη Μέση Ανατολή.

Από την πλευρά της, η Τουρκία εξακολουθεί να αντιδρά έντονα στους δασμούς που επέβαλαν οι ΗΠΑ στις εισαγωγές τουρκικών προϊόντων στις αρχές του μήνα, με τον Πρόεδρο Ρ. Τ. Ερντογάν να κατηγορεί όσους «προσπαθούν να μας απειλήσουν μέσω της οικονομίας, μέσω των επιτοκίων, του συναλλάγματος, των επενδύσεων και του πληθωρισμού» και να υποστηρίζει ότι «η επίθεση στην οικονομία μας» δεν διαφέρει από «μια επίθεση στη σημαία μας» και ότι «ο σκοπός είναι ο ίδιος», η «αιχμαλωσία» της Τουρκίας.

Βεβαίως, η υποχώρηση των ρυθμών ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας καταγράφεται μετά από μια μακρά περίοδο καλπάζουσας κερδοφορίας για τους ντόπιους ομίλους, με «διεθνείς διακρίσεις» σε ορισμένους κλάδους, όπως οι Κατασκευές, όπου τουρκικά κεφάλαια δυνάμωσαν τόσο ώστε να κυριαρχήσουν σε μεγάλες επενδύσεις σε πολλές χώρες. Επιπλέον, η «έξοδος κεφαλαίων» από την Τουρκία συνδέεται και με τη διαμόρφωση ευνοϊκότερου επενδυτικού περιβάλλοντος σε μια σειρά άλλες περιοχές, με «καλύτερες ευκαιρίες» δηλαδή που διαμορφώνονται για ξένα αλλά και τουρκικά μονοπώλια. Επομένως, η συνεχής υποτίμηση της τουρκικής λίρας και οι δυσκολίες στην οικονομία αφορούν τις ίδιες τις νομοτέλειες του άναρχου καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπου η ανάπτυξη προετοιμάζει την περίοδο της ύφεσης και της κρίσης. Φυσικά οι «έξωθεν παρεμβάσεις», όπως των ΗΠΑ, είναι υπαρκτές στο πλαίσιο του ευρύτερου ανταγωνισμού και προφανώς έχουν επίδραση, όχι όμως στο μέγεθος που την παρουσιάζει η τουρκική ηγεσία.

Επαναξιολογήσεις...

Το μέλλον και η αξία των σχέσεων ΗΠΑ - Τουρκίας απασχολούν τη συζήτηση τόσο στις ίδιες τις χώρες όσο και ευρύτερα, εδώ και πολύ καιρό. Τον τελευταίο καιρό, ακόμα περισσότερο, μια σειρά αναλύσεις, τις οποίες αξιοποιούν τα αστικά επιτελεία και στη χώρα μας, εμφανίζουν μια Τουρκία λίγο - πολύ «κλοτσοσκούφι», που βρίσκεται ένα σκαλί πριν την «αποπομπή» της από το ΝΑΤΟ, «στριμωγμένη στη γωνία» εξαιτίας «λανθασμένων επιλογών» και «υπερβολών» της «εκκεντρικής και αυταρχικής» σημερινής της ηγεσίας. Τέτοιες αναλύσεις δεν είναι απλά επιφανειακές, βιαστικές και μονόπλευρες, αλλά τις περισσότερες φορές μελετημένες ώστε να στρώνουν το έδαφος για τα σχέδια της «γεωστρατηγικής αναβάθμισης» της ελληνικής αστικής τάξης, που συνδέονται με σχεδιασμούς ισχυρών ιμπεριαλιστικών συμφερόντων. Ετσι, πολλοί εντοπίζουν νέες «ευκαιρίες» για την ενίσχυση της συνεργασίας Ελλάδας - ΗΠΑ και για την πρωταγωνιστική συμβολή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ στην υλοποίηση των στόχων του ΝΑΤΟ, καλώντας το λαό να σκύψει το κεφάλι στα νέα επικίνδυνα σχέδια που ετοιμάζονται σε βάρος του.

Ομως, σε όποια κατεύθυνση κι αν «επανακαθοριστούν» οι σχέσεις της Τουρκίας και συνολικά της Δύσης, αυτό θα είναι αποτέλεσμα ενός σκληρού παζαριού του οποίου το αποτέλεσμα μπορεί πολύ δύσκολα να προβλεφθεί, εκτός από μία πλευρά: Οι συνέπειες για το λαό, που θα είναι οδυνηρές σε κάθε περίπτωση.

Πάντως, ενδεικτικό των μεγάλων αντιθέσεων είναι ότι τμήματα της ίδιας της αστικής τάξης της Τουρκίας ταλαντεύονται για τα οφέλη που έχει η συμμετοχή της χώρας τους στο ΝΑΤΟ. Ο Ερντογάν και το ΑΚΡ εδώ και πολύ καιρό τονίζουν ότι η χώρα ιεραρχεί τις συμμαχίες της και με άλλα κέντρα, όπως η Ρωσία, η Κίνα, οι BRICS ως σχήμα κ.λπ.

Αλλά και στις ΗΠΑ αναπτύσσονται έντονοι προβληματισμοί, ως έκφραση και της ενδοαστικής διαπάλης για τις προτεραιότητες και την τακτική της εξωτερικής πολιτικής. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ακόμα και όσοι «γκρινιάζουν» για τη στάση της Τουρκίας αναγνωρίζουν ότι μια πιθανή «αποστασιοποίηση» χρειάζεται προσεκτικό σχεδιασμό και επαναπροσαρμογή με βάση τις ευρύτερες εξελίξεις.

«Η Δύση πρέπει να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα στο θέμα της Τουρκίας», επισήμαινε στις 15 Αυγούστου άρθρο στην ιστοσελίδα της «δεξαμενής σκέψης» «Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων» (Council of Foreign Affairs), αναδημοσιευμένο από το «Project Syndicate». «Γινόμαστε μάρτυρες της σταδιακής αλλά σταθερής διακοπής μιας σχέσης που ήδη αποτελεί μόνο κατ' όνομα συμμαχία...», αναφέρει ο συντάκτης και, ξεχωρίζοντας ως βασικό πρόβλημα στις σχέσεις ΗΠΑ - Τουρκίας το ότι πλέον δεν «ευθυγραμμίζονται» σε πολλά θέματα εξωτερικής πολιτικής, αναφέρει:

«Η αντισοβιετική κόλλα που κράτησε τις δύο χώρες κοντά κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου έχει χαθεί εδώ και καιρό. Αυτό που έχουμε τώρα είναι ένας γάμος χωρίς αγάπη, στον οποίο οι δύο πλευρές παραμένουν στην ίδια στέγη παρόλο που εδώ και καιρό δεν έχουν καμία πραγματική σχέση. Το πρόβλημα είναι ότι η ιδρυτική συνθήκη του ΝΑΤΟ δεν προβλέπει κανέναν μηχανισμό διαζυγίου. Η Τουρκία μπορεί να αποσυρθεί από τη Συμμαχία, αλλά δεν μπορεί να εκδιωχθεί. Με δεδομένη αυτήν την πραγματικότητα, ΗΠΑ και ΕΕ πρέπει να διατηρήσουν μια διττή προσέγγιση απέναντι στην Τουρκία...».

...και επιλογές

«...Πρώτον: Οσοι χαράσσουν πολιτική πρέπει να ασκούν κριτική στην πολιτική της Τουρκίας όταν δικαιολογείται. Αλλά πρέπει την ίδια στιγμή να μειώσουν την εξάρτηση και την εμπιστοσύνη τους στην πρόσβαση σε τουρκικές βάσεις όπως αυτή του Ιντσιρλίκ, να αρνηθούν στην Τουρκία πρόσβαση σε αναπτυγμένο στρατιωτικό υλικό όπως τα αεροσκάφη "F-35" και να επανεξετάσουν την πολιτική εγκατάστασης πυρηνικών όπλων στην Τουρκία...».

Χαρακτηριστικές είναι και οι επισημάνσεις για τις σχέσεις Ουάσιγκτον - Κούρδων, «τους οποίους οι ΗΠΑ δεν πρέπει να εγκαταλείψουν, δεδομένου του ανεκτίμητου ρόλου τους στην αντιμετώπιση του "Ισλαμικού Κράτους"».

Ωστόσο, η ανάλυση ξεχωρίζει πολύ προσεκτικά την ανάγκη σε καμία περίπτωση να μη διακοπούν εντελώς οι «γέφυρες» με την άρχουσα τάξη της Τουρκίας συνολικά, θυμίζοντας και την «κινητοποίηση» διαφόρων δυνάμεων για τη διασφάλιση «εναλλακτικής» στο ΑΚΡ και τον Ερντογάν (βλέπε και πρόσφατες προεδρικές εκλογές, με νέες ελπίδες που εναποτέθηκαν σε κόμματα της τουρκικής αντιπολίτευσης):

«Δεύτερον, ΗΠΑ και Ευρώπη πρέπει να περιμένουν μέχρι να τελειώσει η εποχή Ερντογάν και τότε να προσεγγίσουν τη νέα ηγεσία της Τουρκίας, με μια μεγάλη συμφωνία. Η προσφορά θα πρέπει να είναι η στήριξη της Δύσης ως αντάλλαγμα για μια φιλελεύθερη δημοκρατία στην Τουρκία και μια εξωτερική πολιτική που θα εστιάζει στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και την απόκρουση της Ρωσίας».

Οι όροι που τίθενται δηλαδή είναι σαφείς...


Α. Μ.


Και η «ευρωτουρκική προσέγγιση»

Στο φόντο της κρίσης στις σχέσεις ΗΠΑ - Τουρκίας, τις τελευταίες βδομάδες αναπτύσσονται διάφορες εκτιμήσεις για «επαναπροσέγγιση» ΕΕ - Τουρκίας. Η τουρκική αστική τάξη είναι σίγουρο ότι προσδοκά και αναζητεί τρόπους να «αντισταθμίσει» τη δύσκολη φάση που περνά η σχέση της με τις ΗΠΑ. Μετά την ανακοίνωση των αμερικανικών δασμών, η τουρκική ηγεσία επιδίωξε μια σειρά επαφών, υποστηρίζοντας ότι συνάντησε την «κατανόηση» και τη «στήριξη» ευρωπαϊκών δυνάμεων, οι οποίες επίσης προβληματίζονται για την έκταση και τις συνέπειες που έχει η επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ, προς διάφορες κατευθύνσεις.

«Χάρη στον Τραμπ, Ευρώπη και Τουρκία έρχονται πιο κοντά», σημείωνε πρόσφατα η «Χουριέτ», ενώ στη «Σαμπάχ» εμφανίζονται εκτιμήσεις ότι «με μια μεγάλη στρατηγική αναμόρφωση να βρίσκεται στο δρόμο, οι σχέσεις Τουρκίας - ΕΕ, που "έπιασαν πάτο" τα τελευταία χρόνια, μπορούν να μπουν σε μια νέα εποχή».

Η έκταση, το περιεχόμενο και οι όροι μιας πιθανής «ευρωτουρκικής προσέγγισης» μένει να αποδειχθούν. Οπως μένει να αποδειχθεί και πώς η πορεία των ευρωτουρκικών σχέσεων θα αξιοποιηθεί και στο πλαίσιο των αντιθέσεων που δυναμώνουν στο εσωτερικό του βορειοατλαντικού άξονα, όπως δείχνουν η κατάσταση στο ΝΑΤΟ, οι σχέσεις ΗΠΑ - ΕΕ, ΗΠΑ - Γερμανίας ειδικότερα κ.λπ.

Πάντως, χρήσιμο είναι να θυμηθούμε ότι ακόμα και όσες κυβερνήσεις τάσσονταν πάντα υπέρ της διακοπής των ενταξιακών διαπραγματεύσεων Τουρκίας - ΕΕ πάντα ξεχώριζαν την ανάγκη να διατηρηθεί η συνεργασία Τουρκίας - ΕΕ, ειδικά σε τομείς όπως η Ενέργεια, η Αμυνα κ.ο.κ.

Για παράδειγμα, ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, όταν του τηλεφώνησε ο Τούρκος ομόλογός του μετά την επιβολή των δασμών των ΗΠΑ, σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της γαλλικής Προεδρίας «υπογράμμισε την αφοσίωσή του σε μια σταθερή και ευήμερη Τουρκία. Υπό αυτήν την έννοια, διαβεβαίωσε τον Πρόεδρο Ερντογάν για τη στήριξη της Γαλλίας».

Γερμανικές επισημάνσεις

Ενδιαφέρουσες επισημάνσεις για τις σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας φιλοξένησε και η γερμανική «Ντόιτσε Βέλε» στα μέσα της βδομάδας που πέρασε: «Η ΕΕ και ειδικά η Γερμανία δεν πρέπει να αφήσουν την Τουρκία ούτε να απομακρυνθεί από τις δυτικές αξίες, ούτε να καταπέσει σε αστάθεια. Αυτό δεν ωφελεί κανέναν, για πολλούς λόγους. Πρώτον, η Τουρκία έχει τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ (...) Επίσης, είναι στρατηγικά σημαντική και παίζει κρίσιμο ρόλο στην αντιμετώπιση του "Ισλαμικού Κράτους" σε Συρία και Ιράκ, με την αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ.

Επιπροσθέτως, η Τουρκία αποτελεί ρυθμιστικό παράγοντα μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής, και μια ασταθής Τουρκία πιθανώς θα εξαπέλυε μια νέα μεταναστευτική ροή (...) Και, τέλος, οι οικονομικοί δεσμοί με τη Γερμανία έχουν μεγάλη σημασία. Πάνω από 7.000 γερμανικές εταιρείες επιχειρούν στην Τουρκία, συγκρατώντας εκεί τις γερμανικές επενδύσεις, προς το συμφέρον και των δύο χωρών».

Για τη συνεργασία με την Τουρκία έκανε παρέμβαση και ο πρώην ΥΠΕΞ της Γερμανίας, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ.«Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πολύ μακριά... Εμείς, όμως, στην Ευρώπη θα πληρώσουμε το τίμημα αν η Τουρκία παραπαίει», τόνισε σε συνέντευξή του και περιέγραψε απειλές από «οικονομικές αναταράξεις» αλλά και «από μια αύξηση της μεταναστευτικής και προσφυγικής πίεσης». Επίσης, χαρακτήρισε «το πιο σημαντικό» το γεγονός ότι «ο κίνδυνος αποχώρησης της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ αυξάνεται» και υπογράμμισε: «Η Γερμανία και η Ευρώπη δεν θα συμμετάσχουν στην οικονομική αποσταθεροποίηση της Τουρκίας από τον Ντόναλντ Τραμπ. Οι ΗΠΑ τώρα κάνουν κάτι που κατά τη γνώμη μου δεν επιτρέπεται να γίνεται μεταξύ μελών του ΝΑΤΟ. Εφαρμόζουν κυρώσεις και προσπαθούν να ωθήσουν μια ήδη οικονομικά πληγείσα χώρα να πέσει από το βράχο».

Για να καταλήξει: «Εμείς οι Γερμανοί έχουμε συμφέρον για μια καλή σχέση με την Τουρκία. Και η σημερινή κρίση μπορεί επίσης να αποτελέσει ευκαιρία. Οι Γερμανοί και οι Ευρωπαίοι είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν την Τουρκία, αν και η Τουρκία με τη σειρά της μετακινηθεί. Στο τέλος όλης αυτής της συζήτησης θα μπορούσε να αναγνωριστεί το εξής: Για την Τουρκία υπάρχει ουσιαστικά μόνο ένας πραγματικά αξιόπιστος εταίρος και αυτός είναι η Ευρώπη...».



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ