ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 25 Απρίλη 2015 - 2η έκδοση
Σελ. /24

Στο σημερινό 4σέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» θα βρούμε την εξής θεματολογία:

-- «Ενεργειακή διπλωματία»: Οι αγωγοί μεταφοράς φυσικού αερίου και τα σχέδια της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ για λογαριασμό της εγχώριας αστικής τάξης - Οι εντεινόμενοι ανταγωνισμοί ΗΠΑ - ΕΕ - Ρωσίας και η βαθύτερη εμπλοκή της Ελλάδας.

-- Τραπεζικοί όμιλοι: «Αβεβαιότητες» με φόντο τους ισχνούς ρυθμούς καπιταλιστικής ανάκαμψης - «Κόκκινα δάνεια» και συνθήκες χρηματοδότησης - Οι σχεδιασμοί της συγκυβέρνησης για την «επόμενη μέρα» και η σύνδεσή τους με το κλείσιμο της νέας αντιλαϊκής συμφωνίας.

-- Κίνα - Πακιστάν: Ο λεγόμενος «Οικονομικός Διάδρομος» των δικτύων μεταφορών, ενεργειακών υποδομών και άλλων δραστηριοτήτων, τα νέα πεδία κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων που οξύνουν τον ανταγωνισμό στην περιοχή.

-- ΕΕ - Δυτικά Βαλκάνια: Νέα δίκτυα μεταφορών για τις ανάγκες των μονοπωλίων συμφωνήθηκαν στις Βρυξέλλες σε συνάντηση αξιωματούχων της λυκοσυμμαχίας με τους ηγέτες πέντε χωρών της περιοχής και του Κοσσυφοπεδίου.


ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΙ ΟΜΙΛΟΙ
«Αβεβαιότητες» με φόντο την ισχνή καπιταλιστική ανάκαμψη

Eurokinissi

Αναπόσπαστα συνδεδεμένο με το ζήτημα της χρηματοδότησης του ελληνικού αστικού κράτους, με την ολοκλήρωση της τρέχουσας «αξιολόγησης», αλλά πρώτα και κύρια την επόμενη «μεγάλη συμφωνία», που θα την ακολουθήσει, είναι και το ζήτημα της χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στο πλαίσιο του ευρωσυστήματος. Και, βέβαια, οι τράπεζες αποτελούν το βασικό κρίκο στη διαδικασία συγκέντρωσης και μεταφοράς κεφαλαίων σε κλάδους και τομείς της οικονομίας και της παραγωγής, στη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων, που με τη σειρά τους αποτελούν το κεντρικό ζητούμενο για την «επόμενη μέρα», προκειμένου να επέλθει η καπιταλιστική ανάκαμψη.

Την ίδια ώρα, οι αναμενόμενοι, έτσι κι αλλιώς, αναιμικοί ρυθμοί της οικονομικής ανάκαμψης ολοένα ξεμακραίνουν και περιορίζονται, ισχυρή ζήτηση για νέες επενδύσεις δεν διαφαίνεται στο ορίζοντα, ενώ και οι όροι χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών μέσω του «Εκτακτου Μηχανισμού Ρευστότητας» (ELA) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αποτελούν πρόσκαιρη όσο και αναγκαστική λύση, με αυξημένο κόστος χρήματος (επιτόκια) σε σχέση με αυτό που έχουν διασφαλίσει άλλες ανταγωνιστικές καπιταλιστικές οικονομίες στην Ευρωζώνη. Σε αυτό το φόντο, η αποκατάσταση των συνθηκών ενίσχυσης των ελληνικών επιχειρηματικών ομίλων περνά μέσα από την κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής, την εφαρμογή νέων αντιλαϊκών μέτρων, προκειμένου να αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού κεφαλαίου.

«Ανέφικτος» είναι πλέον ο στόχος συνολικών χρηματοδοτήσεων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις ύψους 10 δισ. ευρώ για το 2015, όπως αρχικά είχαν εκτιμήσει οι τράπεζες, σύμφωνα με όλες τις νεότερες εκτιμήσεις που διατυπώθηκαν σε τραπεζικό συνέδριο αυτή την εβδομάδα. Βεβαίως, τα λαϊκά νοικοκυριά δεν μπορούν να δανειοδοτηθούν, αφού αδυνατούν να αποπληρώνουν δάνεια, άρα ο στόχος των τραπεζών έχει σχέση με την επιχειρηματική δράση.

Οι τραπεζίτες λοιπόν προχωρούν σε αναπροσαρμογές των επιχειρηματικών πλάνων τους, υπολογίζοντας τις συνολικές χορηγήσεις για το 2015 στο μισό των αρχικών (στα 5 αντί 10 δισ. ευρώ) και μάλιστα με όρο και προϋπόθεση το κλείσιμο της νέας αντιλαϊκής συμφωνίας. Nα υπενθυμίσουμε ότι μέχρι και τα μέσα της περασμένης δεκαετίας οι ρυθμοί της πιστωτικής επέκτασης (νέα δάνεια) στην Ελλάδα έτρεχαν με ρυθμούς αρκετά πάνω από 1 δισ. ευρώ το μήνα! Η «απελευθέρωση» του τραπεζικού δανεισμού, στις τότε συνθήκες, οδήγησε σε απογείωση των επιχειρηματικών κερδών, στην έκρηξη της κερδοφορίας του τραπεζικού κεφαλαίου, στη μείωση των κρατικών επιτοκίων. Οδήγησε επίσης στην απογείωση του κρατικού χρέους, που με τη σειρά του πήγε για κερδοφόρες επενδύσεις και για άλλα προνόμια στις μερίδες του κεφαλαίου. Ταυτόχρονα οδήγησε και στον υπερδανεισμό των λαϊκών νοικοκυριών, κυρίως με τα στεγαστικά δάνεια ή επειδή το εισόδημα δεν έφτανε για κάλυψη των αναγκών τους. Ετσι έγιναν όμηροι στις διαθέσεις των τραπεζών. Σήμερα, πλέον, ανοιχτά προβάλλει το ζήτημα των πλειστηριασμών για την πρώτη κατοικία...

«Τρόποι» διαχείρισης σε όφελος του κεφαλαίου

Μιλώντας στο ίδιο τραπεζικό συνέδριο, ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκης, αναφέρθηκε στη ρύθμιση των «μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων», εστιάζοντας στη δημιουργία μιας «κακής τράπεζας» (bad bank), η οποία θα αξιοποιεί τα δεσμευμένα για τις ελληνικές τράπεζες κεφάλαια που βρίσκονται στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (EFSF), ώστε να επιλυθεί το πρόβλημα. Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ έχει καταθέσει στους «θεσμούς» της τρόικας το αίτημα της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών μέσω της «κακής τράπεζας», στην οποία θα περάσουν τα «κόκκινα» δάνεια, τα οποία αποτελούν βαρίδια τόσο για τις ίδιες τις τράπεζες όσο και για τη χρηματοδότηση ισχυρών και ανταγωνιστικών επιχειρηματικών ομίλων.

Με βάση άλλες πηγές, τόσο η ΕΚΤ όσο και η Κομισιόν εμφανίζονται αντίθετες με τον συγκεκριμένο τρόπο ενίσχυσής τους που προτείνεται από τη συγκυβέρνηση. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ευρωζώνη τάσσεται υπέρ του «παραδοσιακού τρόπου» ανακεφαλαιοποίησης, μέσω αύξησης μετοχικού κεφαλαίου. Αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη επενδυτικού ενδιαφέροντος από ιδιωτικά κεφάλαια, από ισχυρούς «παίχτες», σε μια εξέλιξη που θα επέλθει μόνο με την αποκατάσταση της «ομαλότητας», που συμφέρει το κεφάλαιο, με το κλείσιμο της «μεγάλης αντιλαϊκής συμφωνίας» και με την εφαρμογή των αντιλαϊκών μέτρων που ήδη έχουν δρομολογηθεί.

Αναφορικά με τα προβληματικά δάνεια, τα τραπεζικά στελέχη επισημαίνουν ότι στο πρώτο τρίμηνο του 2015 παρατηρήθηκε διόγκωση, μετά από μια 18μηνη περίοδο αποκλιμάκωσης του ρυθμού αύξησής τους. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια προσεγγίζουν τα 77 δισ. ευρώ και αποτελούν το 35% του χαρτοφυλακίου των τραπεζών, όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 5%, ενώ σύμφωνα με άλλους υπολογισμούς έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τα 85 δισ ευρώ. Απ' αυτά η μεγάλη πλειοψηφία είναι επιχειρηματικά δάνεια.

Σύμφωνα με έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας, κεντρικό ζήτημα αποτελεί η διαχείριση των «προβληματικών στοιχείων» («κόκκινα» δάνεια κ.ά.) καθώς και η συμβολή του τραπεζικού συστήματος στην «κλαδική αναδιάρθρωση της οικονομίας». Εμφαση δίνεται στην ενθάρρυνση των «επιχειρηματικών συμπράξεων», ώστε να ενισχυθούν η ανταγωνιστικότητα και η εξωστρέφεια των ντόπιων επιχειρηματικών ομίλων στις διεθνείς αγορές. Επίσης, στην υποστήριξη «γενναίων κλαδικών αναδιαρθρώσεων».

Από τα περί της «εθνικοποίησης» των τραπεζών και τις «καταγγελίες» για τα κρατικά πακέτα ενίσχυσης και από τις θέσεις για τη «σεισάχθεια» στα «κόκκινα» δάνεια, μέσα από μια διαδικασία αλλεπάλληλων αναπροσαρμογών και αναδιπλώσεων, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ περνά σε άλλης μορφής αστική αντιμετώπιση της «προστασίας των τραπεζών» και της διευκόλυνσης των επιχειρηματικών ομίλων με τραπεζική ρευστότητα. Αυτό, με τη σειρά του, συνδέεται με τα γενικότερα ζητήματα του κεφαλαίου, με τις ανάγκες χρηματοδότησης των επιχειρηματικών ομίλων, για την οποία ο ΣΕΒ έχει επισημάνει πως «απαιτείται συντονισμένη δράση, ώστε η αύξηση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών να οδηγήσει κεφάλαια στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας και να υπάρξει αποτελεσματική διαχείριση των προβληματικών δανείων»...

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι σήμερα δεν υπάρχει απολύτως καμιά κατοχύρωση για την απαγόρευση των πλειστηριασμών στην πρώτη κατοικία των λαϊκών νοικοκυριών, καθώς η προηγούμενη ρύθμιση έληξε στο τέλος 2014. Σε κάθε περίπτωση, οι ρυθμίσεις που προτείνονται για τα «κόκκινα» χρέη έχουν ως κριτήριο πώς θα γίνουν βιώσιμα, δηλαδή πώς θα μπορούν να αποπληρωθούν, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι τράπεζες θα πάρουν τα χρήματά τους. Θυμίζουμε ότι οι ίδιοι οι τραπεζίτες εξέφραζαν επιφυλάξεις σχετικά με το ενδεχόμενο απελευθέρωσης των πλειστηριασμών, γιατί το κύριο ζήτημα για τις τράπεζες είναι πώς θα εξασφαλιστεί η αποπληρωμή των χρεών και όχι η συγκέντρωση τίτλων ιδιοκτησίας, σε συνθήκες μάλιστα που η αγορά ακινήτων ασθμαίνει.

«Αντικειμενικές τιμές» στα μέτρα των τραπεζών

Για μείωση των «αντικειμενικών τιμών», από το β' εξάμηνο του 2015, στην ακίνητη περιουσία και τη λαϊκή κατοικία κάνει λόγο η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών. Υπόσχονται μάλιστα ότι μέσω των μειωμένων αντικειμενικών τιμών θα επέλθουν «μειώσεις» στα χαράτσια που εφαρμόζονται στη λαϊκή στέγη και τη μικρή περιουσία. Ενα από τα βασικά συστατικά των νέων τιμών ζώνης που αναμένεται να οριστικοποιηθούν στο επόμενο διάστημα θα είναι οι εμπορικές τιμές που έχει επεξεργαστεί η Τράπεζα της Ελλάδας.

Την ίδια ώρα, οι τραπεζίτες διαμηνύουν πως η δραστική μείωση στις αντικειμενικές τιμές θα τους δημιουργούσε και ένα επιπρόσθετο πρόβλημα. Και αυτό γιατί οι υποθήκες που έχουν εγγράψει για τα στεγαστικά δάνεια, βασίζονται στις πολύ υψηλές αντικειμενικές τιμές της δεκαετίας του 2000, οι οποίες πλέον είναι πολύ υψηλότερες από τις σημερινές εμπορικές τιμές. Σε αυτό το πλαίσιο, η ριζική, προς τα κάτω, αναθεώρησή τους θα μείωνε και την αξία των υποθηκών, εξέλιξη που θα οδηγούσε σε πρόσθετες ανάγκες για την ανακεφαλαιοποίησή τους, άρα για νέες ενισχύσεις, ενδεχομένως μέσω κρατικού χρήματος και άλλων αντιλαϊκών παρεμβάσεων. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, η συγκυβέρνηση έχει πάρει υπόψη το αίτημα και «προσαρμόζεται» αναλόγως. Μάλιστα, η μείωση θα αφορά κατά κύριο λόγο στις ακριβές περιοχές, ενώ σε περιοχές με τιμή ζώνης κάτω από τα 600 ή 700 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο δεν πρόκειται να γίνουν μειώσεις. Σε κάθε περίπτωση, τα χαράτσια πάνω στη λαϊκή κατοικία και τη μικρή περιουσία θα παραμείνουν σε ισχύ και στο ύψος τους, ανεξάρτητα από τις όποιες «εσωτερικές αναπροσαρμογές» και την ονομασία που θα επιλεγεί για το χαράτσι.


Α. Σ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ