Ανάμεσα σε αυτά που και οι δύο (Ζελένσκι και Πούτιν) θα ήθελαν να λησμονήσουμε μια και καλή είναι η ύπαρξη της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ουκρανίας (ΣΣΔΟ).
Δεν θα τους κάνουμε τη χάρη!
Η Σοβιετική Ουκρανία βρισκόταν στο νοτιοδυτικό τμήμα της Σοβιετικής Ενωσης. Δυτικά συνόρευε με Πολωνία και Τσεχοσλοβακία, νοτιοδυτικά με Ουγγαρία και Ρουμανία και στα νότια βρεχόταν από τη Μαύρη και την Αζοφική Θάλασσα.
Ηταν η δεύτερη (μετά τη Σοβιετική Ρωσία) σε πληθυσμό Σοβιετική Δημοκρατία, με πληθυσμό 49 εκατομμύρια (1/1/1976) και επιφάνεια 603.700 τετρ. χλμ.
Στην απογραφή του 1970 η σύνθεση του πληθυσμού είχε ως εξής: Ουκρανοί 35,2 εκατομμύρια, Ρώσοι 9,1 εκατομμύρια, Εβραίοι 777.000, Λευκορώσοι 386.000, Πολωνοί 295.000, Μολδαβοί 266.000 κ.ά.
Οι εργαζόμενοι της Ουκρανίας πήραν μέρος στις αστικές επαναστάσεις του 1905 - '07 και του Φλεβάρη του 1917, όταν και η Ουκρανία αποσπάστηκε από την τσαρική αυτοκρατορία με την ανάδειξη αστικών δυνάμεων στη διακυβέρνηση. Η Οκτωβριανή Επανάσταση έδωσε νέα ώθηση στο επαναστατικό κίνημα της χώρας, που μπόρεσε να εγκαθιδρύσει τη σοβιετική εξουσία την περίοδο από τον Νοέμβρη του 1917 έως τον Γενάρη του 1918. Τυπικά η ΣΣΔΟ σχηματίστηκε στις 12 (28) Δεκέμβρη 1917.
Για δύο χρόνια ο λαός της Ουκρανίας έδωσε σκληρή ένοπλη πάλη, μέσα από τις γραμμές του Κόκκινου Στρατού, που συνέτριψε την αστική εξουσία (Κεντρική Ράντα), τα στρατεύματα των λευκοφρουρών, των Αυστρογερμανών, καθώς και τα στρατεύματα της αγγλογαλλικής ιμπεριαλιστικής επέμβασης.
Η ΣΣΔΟ ήταν μια από τις 4 Σοβιετικές Δημοκρατίες που συμμετείχαν στην ίδρυση της Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ), ενώ από το 1946 ήταν μέλος του ΟΗΕ.
Η Σοβιετική Ουκρανία αρχικά, το 1917, είχε λιγότερα εδάφη, αφού η δυτική Ουκρανία δεν έγινε κατορθωτό να απελευθερωθεί και εντάχθηκε σε αυτήν στις 2/8/1940.
Ακόμη, το 1954 η σοβιετική εξουσία, για λόγους καλύτερης οικονομικής διαχείρισης των πόρων της κάθε περιοχής, π.χ. του νερού, ή του ηλεκτρικού ρεύματος, της βιομηχανικής βάσης κ.ο.κ., προχωρά στην ένταξη στη Σοβιετική Ουκρανία της Κριμαίας, η οποία για όλα τα παραπάνω εξαρτιόταν για την τροφοδοσία και την ανάπτυξή της από τη Σοβιετική Ουκρανία.
Βεβαίως, όλα αυτά ήταν διοικητικές αλλαγές των εσωτερικών ορίων της ίδιας χώρας, της Σοβιετικής Ενωσης, μέχρι την ανατροπή του σοσιαλισμού και τη διάλυσή της, τον Δεκέμβρη του 1991.
Οι κομμουνιστές της Ουκρανίας βρέθηκαν στην πρωτοπορία της πάλης για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της Σοβιετικής Δημοκρατίας, στη βάση των κατευθύνσεων που καθόρισε το Κόμμα των μπολσεβίκων με πολιτιστική επανάσταση, την εκβιομηχάνιση της παραγωγής και την κολεκτιβοποίηση της αγροτικής οικονομίας.
Η προσπάθεια της οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας στην Ουκρανία δέχτηκε σκληρό πλήγμα το 1941 - '42 όταν η Σοβιετική Ουκρανία καταλήφθηκε από τα γερμανικά φασιστικά στρατεύματα. Αμέσως ξεκίνησε το αντάρτικο στα εδάφη της κατακτημένης Σοβιετικής Ουκρανίας, που πήρε τεράστιες διαστάσεις και σε αυτό πήραν μέρος 220.000 αντάρτες. Το φθινόπωρο του 1943 τα σοβιετικά στρατεύματα απελευθέρωσαν την αριστερή όχθη του Δνείπερου και τον Οκτώβρη του 1944 ολόκληρη τη Σοβιετική Ουκρανία.
Στα χρόνια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης η Ουκρανία έγινε μια βιομηχανο-αγροτική δημοκρατία με μεγάλη ανάπτυξη. Το 1975 ο όγκος της βιομηχανικής παραγωγής ξεπέρασε το επίπεδο του 1940 κατά 12 φορές και το επίπεδο του 1913 κατά 86 φορές.
Η Σοβιετική Ουκρανία είχε σημαντικούς θερμοηλεκτρικούς, υδροηλεκτρικούς και πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής Ενέργειας. Είχε ισχυρή σιδηροβιομηχανία, μηχανουργία, χημική βιομηχανία (λιπάσματα, συνθετικές ίνες, χρώματα, ελαστικά είδη κ.ο.κ.) και βιομηχανία τροφίμων. Η συνολική παραγωγή της αγροτικής οικονομίας το 1975 αυξήθηκε, σε σύγκριση με το 1940, κατά 2 φορές.
Στα τέλη του 1975 υπήρχαν 1.763 κρατικές αγροτικές επιχειρήσεις (σοβχόζ) και 7.698 συνεταιριστικές (κολχόζ), καθώς και ειδικευμένες επιχειρήσεις βιομηχανικού τύπου για την παραγωγή κρέατος, πουλερικών και αυγών ημέρας.
Κύριο συγκοινωνιακό μέσο ήταν οι σιδηρόδρομοι. Το μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών που χρησιμοποιούνται είναι 2.227 χιλιάδες χλμ. (1975). Από τα λιμάνια της Ουκρανίας - της Οδησσού, του Νικολάγιεφ, της Χερσώνας - διεξαγόταν το κύριο μέρος του θαλάσσιου εμπορίου της ΕΣΣΔ. Το συνολικό μήκος των ποτάμιων πλωτών οδών ήταν 4,5 χιλ. χλμ. (1975). Ανεπτυγμένες ήταν και οι εναέριες συγκοινωνίες. Ταυτόχρονα αναπτύχθηκε ένα τεράστιο δίκτυο αγωγών φυσικού αερίου από την Ανατολή προς τη Δύση, που πέρναγε μέσα από την Ουκρανία.
Σε ό,τι δε αφορά την πολιτιστική ανάπτυξη, να σημειώσουμε πως στην απογραφή του 1897, επί τσαρικής αυτοκρατορίας, ήξεραν ανάγνωση και γραφή μόνο το 27,9%, ενώ δεν υπήρχε ούτε ένα κρατικό σχολείο όπου να διδάσκεται η εθνική γλώσσα. Μετά την εγκαθίδρυση της σοβιετικής εξουσίας δημιουργήθηκαν εθνικά σχολεία, όπου διδάσκονταν η ουκρανική και η ρωσική γλώσσα. Το 1939 οι εγγράμματοι αποτελούσαν το 88,2% του πληθυσμού, ενώ κατά την απογραφή του 1970 το 99,2%. Το 1975 σε 1.000 εργαζόμενους οι 776 είχαν ανώτατη και μέση μόρφωση, ενώ το 1938 το αντίστοιχο νούμερο ήταν μόλις 139. Υπήρχαν 77 θέατρα, 27.800 κινηματογράφοι και διάφορες λέσχες, 27.000 δημόσιες βιβλιοθήκες με 320,4 εκατομμύρια βιβλία και περιοδικά. Τα βιβλία, τα περιοδικά και οι εφημερίδες εκδίδονταν κατά τα 2/3 του συνολικού τιράζ στην ουκρανική γλώσσα.
Στη Σοβιετική Ουκρανία το 1975 υπήρχαν 4.122 νοσοκομεία με 578.300 κλίνες (το 1940 υπήρχαν 2.498 νοσοκομεία με 157.600 κλίνες). Επίσης υπήρχαν δεκάδες παραθεριστικά και θεραπευτικά κέντρα στη Νότια Κριμαία, στην Οδησσό και αλλού.
Στόχος της είναι η καταστροφή της μνήμης του σοβιετικού παρελθόντος και της κοινής ταξικής πάλης των λαών της πρώην Σοβιετικής Ενωσης ενάντια στην τσαρική απολυταρχία, στην εκμετάλλευση, στον καπιταλισμό, στο φασιστικό τέρας που αυτός γέννησε, για την οικοδόμηση μιας νέας, δίκαιης, σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας.
Το αντιδραστικό καθεστώς του Ζελένσκι στην Ουκρανία, που έχει ρίξει τόνους λάσπης στον σοσιαλισμό και διά νόμου έχει απαγορεύσει τη διαφορετική προσέγγιση της Ιστορίας, ισχυρίζεται κοντά στα άλλα ότι ο σοσιαλισμός «εισήχθη», «επιβλήθηκε» στην Ουκρανία από τους μπολσεβίκους.
Ανάλογα, τα αστικά αντιδραστικά επιτελεία στη Ρωσία, κινούμενα στη γραμμή αμφισβήτησης της ύπαρξης ουκρανικού έθνους, που ψευδώς το χαρακτηρίζουν «κατασκεύασμα» του Λένιν και των μπολσεβίκων, καλλιεργούν στον λαό της Ρωσίας πως «όσοι θεωρούν τον εαυτό τους Ουκρανό είναι εθνικιστές, είναι φασίστες! Πάντα έτσι ήταν!».
Και οι δύο αντιδραστικές προσεγγίσεις, των αστικών - εθνικιστικών κύκλων της μίας ή της άλλης πλευράς, πρέπει να αποκρουστούν.
Γι' αυτόν τον λόγο, σήμερα δημοσιεύουμε παραδειγματικά 12 σύντομες βιογραφίες επιφανών προσωπικοτήτων της Σοβιετικής Ουκρανίας, για να δείξουμε πως ο σοσιαλισμός σε αυτήν τη χώρα δεν «εισήχθη», ούτε «επιβλήθηκε» «απέξω», αλλά ήταν οργανικό αποτέλεσμα της κοινωνικοϊστορικής εξέλιξης, για το οποίο κόπιασαν χιλιάδες άνθρωποι, εργάτες, αγρότες, διανοούμενοι, προσπαθώντας να οικοδομήσουν τη νέα, τη σοσιαλιστική - κομμουνιστική κοινωνία.
Το 1891 συμμετείχε στη δημιουργία μαρξιστικού ομίλου φοιτητών. Το 1893 και το 1895 συνελήφθη. Τον Φλεβάρη του 1900 γνώρισε τον Λένιν και έγινε ανταποκριτής της εφημερίδας «Ισκρα». Το 1902 συνελήφθη και το 1903 εξορίστηκε για 3 χρόνια. Από τον Νοέμβριο του 1904 συμμετείχε στη δημιουργία ενός παράνομου μπολσεβίκικου τυπογραφείου. Ηταν από τους διοργανωτές του απεργιακού κινήματος στα Ουράλια. Τον Νοέμβριο του 1917, μετά από πρόταση του Λένιν, διορίστηκε Αναπληρωτής Λαϊκός Επίτροπος και από τον Φεβρουάριο του 1918 Λαϊκός Επίτροπος Τροφίμων. Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου ήταν υπεύθυνος για την προμήθεια του Κόκκινου Στρατού. Το 1923 - 1925 πρόεδρος της Επιτροπής Κρατικού Σχεδιασμού της ΕΣΣΔ, από το 1925 Λαϊκός Επίτροπος Εξωτερικού και Εσωτερικού Εμπορίου της ΕΣΣΔ. Από το 1923 μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος.
Εργάτης στο εργοστάσιο ατμομηχανών του Λουγκάνσκ, συμμετείχε ενεργά στο επαναστατικό κίνημα. Συνελήφθη επανειλημμένα. Το 1916 ήταν ένας από τους ηγέτες της πολιτικής απεργίας στο εργοστάσιο φυσιγγίων του Λουγκάνσκ, για την οποία επιστρατεύτηκε. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του Φεβρουαρίου του 1917, με ένα απόσπασμα επαναστατών στρατιωτών αφόπλισε αστυνομικό τμήμα στη Μόσχα. Μετά την επιστροφή του στο Λουγκάνσκ, οργάνωσε αποσπάσματα της Κόκκινης Φρουράς, συμμετείχε στην εγκαθίδρυση της σοβιετικής εξουσίας στο Ντονμπάς, ανέλαβε ειδικός εκπρόσωπος του αρχηγείου της 5ης Ουκρανικής Στρατιάς και το 1920 ήταν επικεφαλής της 14ης Μεραρχίας Ιππικού. Σκοτώθηκε την ίδια χρονιά, σε μάχες με τους αναρχικούς του Μαχνό.
Σοβιετικός στρατιωτικός ηγέτης, Στρατάρχης της Σοβιετικής Ενωσης (5/7/1940), δύο φορές Ηρωας της Σοβιετικής Ενωσης. Μέλος του ΚΚΣΕ από το 1919. Γεννήθηκε σε αγροτική οικογένεια. Το 1915 κλήθηκε στον στρατό και συμμετείχε στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο (1914 - 1918) ως πολυβολητής. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, συμμετείχε στον εμφύλιο και πολέμησε στο μέτωπο της Μαύρης Θάλασσας κατά των Γερμανών εισβολέων και των λευκοφρουρών στην Κριμαία και στο Κουμπάν. Από τον Αύγουστο του 1918 ήταν διοικητής του 1ου Επαναστατικού Συντάγματος της Κριμαίας και αργότερα της 6ης Μεραρχίας Ιππικού, που διακρίθηκε σε σκληρές μάχες με τους αντεπαναστάτες. Τον Σεπτέμβριο του 1939 διοικούσε τα στρατεύματα του Ουκρανικού Μετώπου, που συμμετείχαν στην απελευθέρωση της Δυτικής Ουκρανίας. Κατά τη διάρκεια του σοβιετικού - φινλανδικού πολέμου του 1939 - 1940, από τον Ιανουάριο του 1940 διοικούσε το Βορειοδυτικό Μέτωπο. Από τον Μάιο του 1940 έως τον Ιούλιο του 1941 Λαϊκός Επίτροπος Αμυνας της ΕΣΣΔ. Κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου 1941 - 1945 ήταν αρχικά πρόεδρος του Αρχηγείου της Ανώτατης Διοίκησης και στη συνέχεια μέλος του Αρχηγείου της Ανώτατης Διοίκησης, αναπληρωτής Λαϊκός Επίτροπος Αμυνας, διοικώντας διάφορα μέτωπα του πολέμου.
Δημιουργός δεκάδων ντοκιμαντέρ και ταινιών για τη σοβιετική Ουκρανία, την πάλη του λαού για την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Το όνομά του δόθηκε στο κινηματογραφικό στούντιο ταινιών μεγάλου μήκους του Κιέβου. Του απονεμήθηκαν το παράσημο Λένιν, το παράσημο της Κόκκινης Σημαίας κ.ά.
Ουκρανός Σοβιετικός ποιητής, ακαδημαϊκός της Ακαδημίας Επιστημών της Ουκρανικής ΣΣΔ, Ηρωας της Σοσιαλιστικής Εργασίας. Το 1943 - 1948 υπουργός Παιδείας της Ουκρανικής ΣΣΔ. Για τα ποιήματά του χαρακτηρίστηκε «τραγουδιστής της σοσιαλιστικής επανάστασης». Μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ουκρανίας (1952 - 1959), βουλευτής του Ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ, αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Εθνοτήτων του Ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ στα 1954 - 1962. Του απονεμήθηκαν 5 παράσημα Λένιν, 2 άλλα παράσημα και μετάλλια.
Σοβιετικός παιδαγωγός και συγγραφέας. Το 1917 αποφοίτησε από το Ινστιτούτο Δασκάλων της Πολτάβα. Τις δεκαετίες του 1920 και του 1930 ηγήθηκε μιας εργατικής «αποικίας» για ανήλικους παραβάτες κοντά στην Πολτάβα (βλ. «αποικία Μ. Γκόρκι») και στην εργασιακή Φέλιξ Τζερζίνσκι, στα προάστια του Χαρκόβου. Η παιδαγωγική εμπειρία του εστίασε στη μαζική επανεκπαίδευση και ένταξη στην κοινωνία παιδιών που είχαν παραβατική συμπεριφορά. Συνέβαλε στη θεωρία και στην πράξη της κομμουνιστικής εκπαίδευσης, έδειξε τις τεράστιες δυνατότητες της πολυτεχνικής εκπαίδευσης, του εκπαιδευτικού, της οικογένειας, του εκπαιδευτικού ιδρύματος στη διαμόρφωση του κάθε παιδιού. Στα βιβλία του («Παιδαγωγικό ποίημα», «Σημαίες στους πύργους» κ.ά.) περιέγραψε τις παιδαγωγικές απόψεις και πρακτικές του. Τιμήθηκε με το παράσημο της Κόκκινης Σημαίας της Εργασίας, ενώ από το 1958 στη Σοβιετική Ουκρανία καθιερώθηκε το μετάλλιο Μακάρενκο, το οποίο απονεμόταν σε εκπαιδευτικούς.
Επαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του σοβιετικού σιδηροδρόμου και των δικτύων μεταφοράς και ήταν ένας από τους εμπνευστές του σταχανοφικού κινήματος. Ηρωας της Σοσιαλιστικής Εργασίας. Μέλος του ΚΚ από το 1929. Το 1935 εργάστηκε ως μηχανοδηγός και μπόρεσε να βρει τρόπο ώστε να αυξήσει την ώθηση του λέβητα ατμομηχανής, διπλασιάζοντας την ταχύτητά της.
Σοβιετικός εκπαιδευτικός, δάσκαλος, μέλος της Ακαδημίας Παιδαγωγικών Επιστημών της ΕΣΣΔ, Ηρωας της Σοσιαλιστικής Εργασίας, με αγροτική καταγωγή, αποφοίτησε από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο της Πολτάβα. Πολέμησε στον Κόκκινο Στρατό κατά τη διάρκεια του Β' ΠΠ. Ανέπτυξε τη θεωρία και τη μεθοδολογία της κομμουνιστικής εκπαίδευσης σε σχολικές ομάδες και στην οικογένεια. Βραβεύτηκε για το βιβλίο «Δίνω την καρδιά μου στα παιδιά» (1969). Του απονεμήθηκαν 2 παράσημα Λένιν.