ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 25 Δεκέμβρη 2014
Σελ. /24
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Μια συνταγή του ΟΟΣΑ που θολώνει τη λαϊκή προοπτική

«"Οι εισοδηματικές ανισότητες έχουν στατιστικά ένα σημαντικά αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική ανάπτυξη", σύμφωνα με έρευνα του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και την Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ). Οι ειδικοί του διεθνούς Οργανισμού υπολόγισαν ότι την εικοσαετία 1990 - 2010 η Βρετανία έχασε λόγω της διεύρυνσης των εισοδηματικών ανισοτήτων σχεδόν 9% του ΑΕΠ της, ενώ οι ΗΠΑ έχασαν περίπου 7%. Αντίθετα: "Η έρευνα καθιστά προφανές ότι ο περιορισμός της μεγάλης και αυξανόμενης ανισότητας σε ό,τι αφορά τα εισοδήματα των πολιτών μιας χώρας αποτελεί κρίσιμη επιλογή για την εξασφάλιση σ' αυτήν ισχυρής και βιώσιμης ανάπτυξης και η επιλογή αυτή πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής συζήτησης", δήλωσε ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού, Ανχελ Γκουρία. Ο ΟΟΣΑ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ανισότητα μεταξύ των 34 κρατών - μελών του βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών. Σήμερα στις χώρες του ΟΟΣΑ το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού κερδίζει κατά μέσον όρο 9,5 φορές περισσότερα χρήματα από το φτωχότερο. Τη δεκαετία του 1980 το χάσμα ήταν πολύ μικρότερο, με τους πλουσίους να κερδίζουν 7 φορές περισσότερα από τους φτωχούς.

Πώς όμως περιορίζει η οικονομική ανισότητα την ανάπτυξη; "Οι λιγότερες ευκαιρίες εκπαίδευσης ενός λαού έχουν ως αποτέλεσμα τη μικρότερη κοινωνική κινητικότητα και τη μειωμένη ανάπτυξη των δεξιοτήτων των ανθρώπων", σύμφωνα με την έκθεση και εμποδίζει τους ανθρώπους να αναπτύξουν δεξιότητες και ταλέντα που θα τους βοηθήσουν να αυξήσουν το εισόδημα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Μάλιστα, το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στο φτωχότερο 10% του πληθυσμού, όπως πιστευόταν έως σήμερα, αλλά στο φτωχότερο 40%. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα εισοδήματα των κατώτερων εισοδηματικά μεσαίων στρωμάτων έχουν μειωθεί πολύ τα τελευταία χρόνια. Ενδιαφέρον είναι ότι μετά το ΔΝΤ τώρα και ο ΟΟΣΑ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πολιτική αναδιανομής εισοδήματος δεν πλήττει την ανάπτυξη». Το συγκεκριμένο ρεπορτάζ είναι από την «Καθημερινή» 10/12/2014, αλλά υπήρχε σχεδόν σε όλο τον αστικό Τύπο. Το ηλεκτρονικό «Βήμα», για παράδειγμα, έγραφε για το ίδιο ζήτημα: «Οι στρατηγικές καταπολέμησης της φτώχειας και των εισοδηματικών ανισοτήτων πρέπει να εστιάζονται σε προγράμματα εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης που ανταποκρίνονται στην κάλυψη θέσεων στην αγορά εργασίας και επίσης στη βελτίωση των επαγγελματικών δεξιοτήτων των ατόμων καθ' όλη τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου».

Παρέμβαση σε αντιφάσεις


Δε μας ξενίζουν πλέον τέτοια ρεπορτάζ, τα οποία έχουν ως πηγές τους μελέτες από τους διεθνείς διακρατικούς καπιταλιστικούς οργανισμούς, όπως ο ΟΟΣΑ και το ΔΝΤ. Αυτό που πρέπει να έχουν καθαρό η εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, είναι ότι οι εν λόγω οργανισμοί εργάζονται με παρεμβάσεις τους για τη σωτηρία, τη διαιώνιση και αναπαραγωγή του συστήματος διεθνώς. Μια προσπάθεια που έρχεται αντιμέτωπη με την ύπαρξη των οξύτατων ενδομονοπωλιακών ανταγωνισμών ανάμεσα σε κράτη ή συμμαχίες κρατών και τις αξεπέραστες εσωτερικές αντιφάσεις του καπιταλισμού.

Η αύξηση των εισοδηματικών ανισοτήτων είναι νομοτέλεια στην εξέλιξη του καπιταλισμού. Το δείχνει ανάγλυφα το αριθμητικό παράδειγμα του ΟΟΣΑ για την αύξηση των ανισοτήτων από τη δεκαετία του '80 μέχρι σήμερα, δηλαδή ότι σήμερα το πλουσιότερο 10% κερδίζει 2,5 φορές περισσότερο απ' ό,τι στη δεκαετία του '80, αλλά και τη διεύρυνση της κοινωνικής βάσης της φτώχειας από το 10% στο 40%, που μάλλον είναι πολύ μεγαλύτερο.

Προκύπτει από το γεγονός ότι μειώνεται όλο και περισσότερο η τιμή της εργατικής δύναμης σε σχέση με την καπιταλιστική κερδοφορία. Υπάρχει ακόμη η αντικειμενική τάση, λόγω αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας, να πέφτει σχετικά η αξία, άρα και η τιμή της εργατικής δύναμης. Πώς λοιπόν οι καπιταλιστές, που παράγουν με μοναδικό κίνητρο την απόκτηση ολοένα και μεγαλύτερων κερδών, θα αυξήσουν ταυτόχρονα τα εισοδήματα των εργαζομένων τους; Ολοι οι καπιταλιστές θα ήθελαν να αυξηθούν τα εισοδήματα όλων των εργαζομένων εκτός αυτών της δικιάς τους επιχείρησης ή κλάδου.

Θα ρωτήσει κάποιος: Μα τόσο άσχετοι είναι οι ερευνητές του ΟΟΣΑ περί της καπιταλιστικής οικονομίας και της εξέλιξής της; Καθόλου άσχετοι. Πρέπει να βλέπει κανείς τέτοιες μελέτες στη συγκυρία που γίνονται, σε συνδυασμό με παράγοντες όπως η επίδραση της μιας ή της άλλης πολιτικής διαχείρισης μιας καπιταλιστικής οικονομίας στο πλαίσιο της αλληλεξάρτησης των καπιταλιστικών οικονομιών διεθνώς κ.λπ.

Νέα σύννεφα στην καπιταλιστική οικονομία

Η συγκυρία για την παγκόσμια οικονομία, που ο ΟΟΣΑ δίνει στη δημοσιότητα αυτή του την εκτίμηση, είναι τα σημάδια ύφεσης ή επιβράδυνσης της οικονομίας πολλών ισχυρών καπιταλιστικών κρατών (Ιαπωνία, Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Ευρωζώνη δηλαδή, Ρωσία, Βραζιλία, Νότια Αφρική κ.ά.), οι προβλέψεις επιβράδυνσης της οικονομίας της Κίνας, που προκαλούν νέους φόβους για την καπιταλιστική οικονομία.

Το πρώτο συμπέρασμα επομένως που μπορεί να βγει απ' αυτή την τοποθέτηση του ΟΟΣΑ είναι ότι προτείνει πολιτική τόνωσης της ζήτησης ως διέξοδο από την κρίση, ανιχνεύοντας ένα μείγμα πολιτικής που αφενός θα μειώνει ελάχιστα τα κέρδη αναδιανέμοντας φόρους μέσω των οποίων θα αυξάνονται ελάχιστα επίσης τα εργατικά, λαϊκά εισοδήματα. Το ίδιο πασχίζουν και με τα επιδόματα.

Βεβαίως, ο ΟΟΣΑ πασχίζει να πείσει ότι συμφέρει όλα τα καπιταλιστικά κράτη η πρότασή του. Μόνο που στη λειτουργία του καπιταλιστικού ανταγωνισμού παίζει μεγάλο ρόλο το ποσοστό κέρδους. Και επειδή οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις δρουν ανταγωνιστικά η μία ενάντια στην άλλη, ακόμη και όταν κάνουν μεταξύ τους συμφωνίες ή συμβιβασμούς, το ίδιο και τα κράτη, η τάση είναι να μειώνουν τα εργατικά εισοδήματα, άρα φαίνεται δύσκολη η πραγματοποίηση της πρότασης του ΟΟΣΑ, αν και θεωρητικά σε κάποια συγκυρία δεν μπορεί να αποκλειστεί.

Το δεύτερο ζήτημα που προκύπτει από τη μελέτη του ΟΟΣΑ είναι η διέξοδος που προτείνεται. Τι λένε στην έκθεση, όπως αναφέρει το ρεπορτάζ από το «Βήμα»: «Οι στρατηγικές καταπολέμησης της φτώχειας και των εισοδηματικών ανισοτήτων πρέπει να εστιάζονται σε προγράμματα εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης που ανταποκρίνονται στην κάλυψη θέσεων στην αγορά εργασίας και επίσης στη βελτίωση των επαγγελματικών δεξιοτήτων των ατόμων καθ' όλη τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου».

Εμείς δε θα πούμε ποτέ ότι δε χρειάζεται η εργατική τάξη, ο λαός να είναι μορφωμένοι, ίσα ίσα το έχουμε ως αίτημα πρώτης γραμμής. Ομως, δεν είναι αυτό που εννοεί η έκθεση του ΟΟΣΑ. Εδώ πρόκειται για επαναφορά των γνωστών από παλιά κατευθύνσεων για ενίσχυση της διά βίου εκπαίδευσης, της κατάρτισης και επανακατάρτισης με στόχο τη γρήγορη προσαρμογή των εργαζομένων στις κάθε φορά ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής. Η κινητικότητα από ειδικότητα σε ειδικότητα, η ικανότητα προσαρμογής που πάει χέρι χέρι με την εργασιακή περιπλάνηση σε ένα καθεστώς δουλειάς χωρίς δικαιώματα, που αποτελεί τον μοναδικό τρόπο στατιστικής συγκάλυψης της ανεργίας, το μοίρασμα θέσεων εργασίας.

Καλλιέργεια αυταπατών

Ταυτόχρονα βεβαίως γίνεται και προσπάθεια να πειστούν οι εργαζόμενοι ότι τα εκπαιδευτικά εφόδια αποτελούν το αποκλειστικό εργαλείο για κοινωνική ανέλιξη. Η έκθεση του ΟΟΣΑ αναφέρει ότι «η απουσία εκπαίδευσης περιορίζει την κοινωνική κινητικότητα και εμποδίζει τους ανθρώπους να αναπτύξουν δεξιότητες και ταλέντα που θα τους βοηθήσουν να αυξήσουν το εισόδημα». Πώς μπορεί κανείς να το εξηγήσει; «Κοινωνική κινητικότητα» σημαίνει το πέρασμα από μια κοινωνική τάξη ή στρώμα σε άλλη. Δηλαδή, το πέρασμα νέων ανθρώπων από εργατικές οικογένειες στα μεσαία και προς τα πάνω, προς την αστική τάξη στρώματα, ή στην ίδια την αστική τάξη, πιο σπάνιο βεβαίως αλλά και το αντίθετο, προλεταριοποίηση μεσαίων στρωμάτων. Ο ΟΟΣΑ φαίνεται ότι εννοεί το πρώτο εννοώντας πως οι σπουδές μπορούν να συμβάλουν ώστε να γίνουν οι νέοι επιχειρηματίες ή ανώτερα και όχι μόνο στελέχη επιχειρήσεων. Είναι έτσι; Για κάποιους λίγους μπορεί να είναι. Αυτό που πασχίζουν οι καπιταλιστές είναι να αξιοποιήσουν πράγματι ερευνητές, επιστήμονες, «καινοτόμους», όπως λένε, και τις ιδέες τους όταν αυτές βρίσκουν κερδοφόρες εφαρμογές στην παραγωγή. Δεν μπορεί όμως να γίνει για όλους. Η ολοένα αυξανόμενη παραγωγή πρέπει να βρει και καταναλωτές, τόσο στην αγορά μέσων παραγωγής, προπαντός σ' αυτό, όσο και στην αγορά αντικειμένων κατανάλωσης. Για παράδειγμα, πόσοι απόφοιτοι ΑΕΙ - ΤΕΙ, μεταπτυχιακοί ή ακόμη και έχοντες διδακτορικό δεν είναι άνεργοι;

Η παραγωγή με σκοπό την καπιταλιστική κερδοφορία, η αναρχία που κυριαρχεί στην καπιταλιστική παραγωγή, το πέταμα εργαζομένων εκτός παραγωγής εξαιτίας της εισαγωγής νέων τεχνολογιών και επιστημονικών εφαρμογών αφορούν και το ειδικευμένο επιστημονικό δυναμικό και όχι μόνο τους ανειδίκευτους ή χαμηλά ειδικευμένους εργαζόμενους.

Η διέξοδος

Οι εργαζόμενοι πρέπει να ξεπεράσουν τις θεωρίες που αναπαράγονται από διάφορα αστικά επιτελεία ότι η αντιμετώπιση της ανεργίας είναι θέμα ατομικής βελτίωσης, δεξιοτήτων και ευλυγισίας στην παραγωγή. Να αντιμετωπίσουν τις αυταπάτες ότι η καπιταλιστική ανάπτυξη πάει χέρι χέρι με την άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, όπως προπαγανδίζουν σοσιαλδημοκρατικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις.

Ο αγώνας σήμερα για ολόπλευρη, ουσιαστική μόρφωση για όλους, για σταθερή δουλειά με δικαιώματα με βάση τις σύγχρονες εργατικές - λαϊκές ανάγκες πρέπει να μπει στο προσκήνιο. Να συνδεθεί με την πάλη σε αντιμονοπωλιακή - αντικαπιταλιστική κατεύθυνση που έρχεται σε αντιπαράθεση με την εξουσία του κεφαλαίου, την πάλη για μια οικονομία χωρίς καπιταλιστές που θα λειτουργεί με πανεθνικό σχεδιασμό με κριτήριο τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες, μια κοινωνικοποιημένη οικονομία με την εργατική τάξη στην εξουσία.


Ι.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ