Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, η συνολική αξία των «προβληματικών» δανείων υπολογίζεται σε 77 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 42 δισ. (54,5%) αφορούν σε επιχειρηματικά δάνεια, τα 25 δισ. στεγαστικά και τα 10 δισ. σε καταναλωτικά. Σε αυτό το φόντο, διαμορφώνεται η επιχείρηση κλιμάκωσης των εκβιασμών και των απειλών απέναντι σε οικονομικά ανήμπορα λαϊκά νοικοκυριά, τα οποία τα εξαναγκάζουν να περικόψουν ακόμη περισσότερο από τις στοιχειώδεις ανάγκες της καθημερινότητας, προκειμένου να ανταποκριθούν στις αξιώσεις των τραπεζών.
Ο «Κώδικα Δεοντολογίας» των τραπεζών θεσπίζει τις «γενικές αρχές συμπεριφοράς τόσο για τις δανείστριες τράπεζες όσο και για τους δανειολήπτες, με στόχο την εξεύρεση εναλλακτικών τρόπων εξυπηρέτησης ή οριστικού διακανονισμού οφειλών σε καθυστέρηση, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε δανειολήπτη», σύμφωνα με την ΤτΕ. Στην πραγματικότητα, συμπληρώνεται το νομοθετικό οπλοστάσιο, ακόμη και με την παραχώρηση του ακινήτου στην τράπεζα και τη διαμονή σε αυτό με την πληρωμή ενοικίου! Τα παραπάνω, σε συνδυασμό και με τα χαράτσια στη λαϊκή στέγη και σε κάθε σπιθαμή γης, συνθέτουν το πεδίο για τη συγκέντρωση γης και περιουσίας σε ολοένα και λιγότερα χέρια.
Στις τραπεζικές «λύσεις διευθέτησης» για τα λαϊκά νοικοκυριά, συγκαταλέγονται και τα παρακάτω:
Σε συνδυασμό με τα παραπάνω, το υπουργείο Ανάπτυξης έχει ήδη ανακοινώσει το ύψος των «ευλόγων δαπανών διαβίωσης», το οποίο διαμορφώνεται στα όρια της επίσημης φτώχειας. Οι «εύλογες δαπάνες διαβίωσης» αποτελούν το «ενδεικτικό εισόδημα», στη βάση του οποίου οι τραπεζίτες θα ανακαθορίζουν τις δόσεις, με ρυθμίσεις επιμήκυνσης των δανείων κ.ά. Η «ενδεικτική» βάση υπολογισμού των ευλόγων δαπανών διαβίωσης για τριμελή λαϊκά νοικοκυριά καθορίστηκε μόλις στα 1.126 ευρώ το μήνα και για τα 4μελή νοικοκυριά στα 1.347 ευρώ το μήνα.
Είναι φανερό, πως το ενδεχόμενο μαζικών πλειστηριασμών από την πλευρά των τραπεζών, θα οδηγούσε σε παραπέρα κατρακύλα τις τιμές των ακινήτων, ενώ και τα προσφερόμενα ποσά θα ήταν πολύ χαμηλότερα από τις απαιτήσεις των τραπεζών με βάση το ύψος των δανείων που έχουν χορηγήσει. Σύμφωνα με στοιχεία από την ΤτΕ, η κατρακύλα των εμπορικών τιμών έχει ξεπεράσει τα τελευταία χρόνια το 35%, ενώ παράλληλα, παρά και την κατρακύλα των τιμών, απούλητα παραμένουν εκατοντάδες χιλιάδες ακίνητα. Που σημαίνει ότι και να περάσουν στην ιδιοκτησία τους πέρα από τις δυσκολίες πώλησης μεμονωμένων κατοικιών, αφού δεν αποτελούν μεγάλη ιδιοκτησία άρα και μεγάλη αξία, οι τιμές πώλησης δε συμφέρουν.
Να σημειωθεί, επίσης, πως το τραπεζικό κεφάλαιο έχει ειδικό ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στον κλάδο της οικοδομής, εξαιτίας της χρηματοδότησης στεγαστικών δανείων προς τα νοικοκυριά, του ύψους των υποθηκών που έχουν εγγραφεί, τυχόν κινδύνων που θα αντιμετωπίσει το ίδιο από την αδυναμία αποπληρωμής των δανείων, αλλά και από το ενδεχόμενο απότομης πτώσης των αγοραίων τιμών σε επίπεδα κάτω από το ύψος της υποθήκης. Σε σχετικά πρόσφατες δηλώσεις του, ο επικεφαλής της Τράπεζας Πειραιώς Μ. Σάλλας σημείωσε ότι οι τράπεζες είναι έτοιμες και σε τεχνικό επίπεδο να αρχίσουν την εφαρμογή του νόμου για τα «κόκκινα» δάνεια, ενώ ταυτόχρονα δήλωσε τη συμφωνία και των τραπεζών στην κυβερνητική ρύθμιση. Εμφανίστηκε αντίθετος στους πλειστηριασμούς κατοικιών, σημειώνοντας: «Οι τράπεζες σε καμία περίπτωση δεν θα θέλανε να φορτωθούν χαρτοφυλάκιο των 100, των 50, των 70 χιλιάδων και κατά συνέπεια νομίζω ότι δεν υπάρχει τέτοιο θέμα, ούτε αντιμετωπίζεται από τη δική μας πλευρά, θέμα πλειστηριασμών, σε αυτή τη φάση (...) χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εκπροσωπώ όλους (τους τραπεζίτες)».
Σύμφωνα με πρόταση νόμου του ΣΥΡΙΖΑ, δε χαρίζεται ούτε 1 ευρώ από τις «οφειλές» των λαϊκών νοικοκυριών σε Εφορίες, τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία. Οπως, μάλιστα, ανέφερε χαρακτηριστικά στις 30/10 ο υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, Γ. Μηλιός, διαγραφή χρεών εισηγούνται μόνο για τις περιπτώσεις που τα δάνεια είναι από χέρι χαμένα για τις τράπεζες: «...για ανθρώπους πάρα πολύ μεγάλης ηλικίας, χωρίς κανένα εισόδημα, ασθενείς κ.λπ.»!
Το μόνο που προβλέπεται στις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι η «παροχή» επιπλέον δόσεων (όπως κάνει, δηλαδή, και η κυβέρνηση), με στόχο να εισπραχθούν όσα γίνεται περισσότερα από εργατικά - λαϊκά νοικοκυριά που αδυνατούν να αποπληρώσουν τις «οφειλές» τους. Ορίζουν ως ελάχιστη «ταρίφα» του ύψους των δόσεων το 20% του εισοδήματος του εργατικού - λαϊκού νοικοκυριού, ενώ σε ό,τι αφορά αυτοαπασχολούμενους που έχουν ταυτόχρονα και ασφαλιστικές οφειλές η ελάχιστη καταβολή προβλέπεται στο 30% του εισοδήματος! Με αυτόν τον τρόπο, όπως σημειώνουν, «παρέχεται η δυνατότητα να εξυπηρετηθούν τα ληξιπρόθεσμα και τα τρέχοντα χρέη, να λειτουργήσουν οι επιχειρήσεις και να συντηρηθεί στα απολύτως αναγκαία επίπεδα ο επαγγελματίας και η οικογένειά του»...
Αμεσα μέτρα ανακούφισης των λαϊκών οικογενειών για τα τραπεζικά χρέη προς τις τράπεζες διεκδικεί το ΚΚΕ. Πρόσφατα (7/11/2014) κατέθεσε στη Βουλή και νέα ολοκληρωμένη πρόταση νόμου για την ουσιαστική ελάφρυνση των χρεών των λαϊκών οικογενειών από δάνεια στεγαστικά, καταναλωτικά, οφειλές των ΕΒΕ και των φτωχών αγροτοκτηνοτρόφων προς τα πιστωτικά ιδρύματα, με διαγραφή των τόκων και μέρους των χρεών τους, την απαγόρευση πλειστηριασμών και γενικότερα πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης.
Η πρόταση του ΚΚΕ έρχεται σε αντίθεση και ρήξη με τα συμφέροντα του τραπεζικού κεφαλαίου, προβλέποντας «κούρεμα» (50% για τα λαϊκά νοικοκυριά), διαγραφή τόκων και ανατοκισμού, την επιβολή πλαφόν στα επιτόκια (1,5%) στα στεγαστικά δάνεια για μια πενταετία, πάγωμα των δανειακών υποχρεώσεων για τους ανέργους και χωρίς τόκους για όσο διάστημα παραμένουν στην ανεργία. (Αναλυτικά, βλέπε «Ριζοσπάστης» 8/11/2014).