ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 25 Δεκέμβρη 2008
Σελ. /28
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΤΥΧΕΡΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ - ΤΖΟΓΟΣ
«Πάμε στοίχημα» πως «δε θα σου κάτσει»;

Πολλά δισεκατομμύρια ευρώ ποντάρονται κάθε χρόνο. Για κάποιους είναι η «συναρπαστική» ιδέα του γρήγορου και εύκολου κέρδους, το ρίσκο, η «ελπίδα». Για κάποιους μία από τις «διασκεδάσεις» που προσφέρονται σε αυτή την κοινωνία. Για ορισμένους ανθρώπους, κάτω από ορισμένες συνθήκες, εξελίσσεται σε ένα πάθος, μια εξάρτηση που τους καταστρέφει τη ζωή. Ενας, όμως, βγαίνει πάντα κερδισμένος: Οι επιχειρήσεις που «εμπορεύονται» τα τυχερά παιχνίδια, δηλαδή το ντόπιο και πολυεθνικό κεφάλαιο, που διαχειρίζεται τους βωμούς του τζόγου και οι τράπεζες. Είναι τόσα πολλά τα κέρδη, που οι επιχειρήσεις, τα πλυντήρια ξεπλύματος μαύρου χρήματος και οι κυβερνήσεις τους, έχουν «δισεκατομμύρια» λόγους να καταστήσουν το «Κι αν σου κάτσει;» κυρίαρχη λογική στην ανθρώπινη σκέψη...

Ο «Ρ» επισκέφτηκε τη μονάδα ΑΛΦΑ του ΚΕΘΕΑ (τηλ: 210 - 9237777), που ειδικεύεται στην απεξάρτηση από το αλκοόλ και τα τυχερά παιχνίδια και συνομίλησε με τον επιστημονικό υπεύθυνο της μονάδας, Αντώνη Πάριο, καθώς και με τον Ι.Σ. ο οποίος εδώ και ένα χρόνο δίνει τη δική του μάχη απεξάρτησης από τον τζόγο.

Οπως τόνισε ο Αντ. Πάριος, ο παθολογικός τζόγος είναι πολυπαραγοντικό φαινόμενο και σχετίζεται με παράγοντες ψυχολογικούς, κοινωνικούς, επαγγελματικούς, με το οικογενειακό περιβάλλον, αλλά και με συναισθηματικούς λόγους. «Εχει να κάνει και με το δέλεαρ του χρήματος, με τα κοινωνικά πρότυπα που κυριαρχούν, του επιτυχημένου και κοινωνικά καταξιωμένου άνδρα», λέει (σ.σ. κατά 95% εξάρτηση εκδηλώνουν οι άντρες). Επισημαίνει πως αρχικά ο στόχος είναι το κέρδος, το εύκολο χρήμα, αλλά το παθολογικό παίξιμο προϋποθέτει και συναισθηματική διαταραχή. Αναπτύσσεται δε σταδιακά, γι' αυτό πολλοί αδυνατούν να προσδιορίσουν πότε ακριβώς χάνουν τον έλεγχο.

«Το "παραμύθι" ξεκίνησε απ' το χρηματιστήριο»

«Υπάρχουν και προσωπικές ευθύνες», σημειώνει ο Ι.Σ. «Αλλά όταν κάθε μέρα σε βομβαρδίζουν με "σκουπίδια", θα πας στα "σκουπίδια"». Ο Ι.Σ. μοιράστηκε την προσωπική του ιστορία: «Η πρώτη μου επαφή με τον τζόγο ήταν περίπου στην ηλικία των 10-12 χρονών, όπου έπαιζα κανένα ΠΡΟΠΟ. Σαν έφηβοι, συνηθίζαμε να παίζουμε 15 μέρες πριν και μετά τα Χριστούγεννα. Ποντάραμε αρκετά λεφτά για την ηλικία μας. Υπήρχαν, μάλιστα, τσακωμοί και παρεξηγήσεις, χρωστούσαμε ο ένας στον άλλο λεφτά. Δεν είχε τα χαρακτηριστικά συλλογικού παιχνιδιού, καθένας έπαιζε για τον εαυτό του»...

«Ομως το "παραμύθι" ξεκίνησε με το Χρηματιστήριο. Εκεί εκδηλώθηκε το πάθος μου για τον τζόγο», μας λέει χαρακτηριστικά. Πόνταρε λεφτά, διαχειριζόταν και χρήματα άλλων, παρακολουθούσε τις μετοχές και όλα πήγαιναν καλά για ένα διάστημα. «Ωσπου καταστράφηκα. Από το 2000 ξεκίνησα το καζίνο και σε μικρότερο βαθμό το "Στοίχημα"».

Σταδιακά άρχισε να μην ενδιαφέρεται για τίποτα εκτός από το «να παίξει». «Νόμιζα ότι με αυτόν τον τρόπο κάλυπτα όλα τα κενά που είχα στη ζωή μου. Ξεχνιόμουν από όλα τα προβλήματα: Οικογενειακά, οικονομικά, επαγγελματικά, συναισθηματικά, τα οποία το πάθος μου για τον τζόγο τελικά τα όξυνε. Οταν πήγαινα στο καζίνο, δεν επικοινωνούσα με κανένα. Εκεί δε με ενδιέφερε τίποτα. Εκλεινα το τηλέφωνο και καθόμουν με τις ώρες κι έπαιζα...». Ενώ αρχικά το κίνητρο ήταν το γρήγορο κέρδος, σε ένα βάθος χρόνου κι αυτό «ξέφτισε». «Επαιζα για να παίξω», λέει χαρακτηριστικά.

Καζίνο: «Παράδεισος» και «κόλαση» μαζί

Ολα στο καζίνο μοιάζουν «ειδυλλιακά». Ευχάριστο περιβάλλον, χλιδή, όλοι αντιμετωπίζονται «ισότιμα», ανεξαρτήτου κοινωνικής προέλευσης, μας εξηγεί. «Επειδή είχα καταχωρηθεί σαν "πελάτης", όλα ήταν δωρεάν: Γεύματα, ποτά, διαμονή σε πολυτελή δωμάτια, τα πάντα! Ολοι εκεί σε αντιμετωπίζουν με ευγένεια, σε κάνουν να νιώθεις άνετα και ξεχωριστή προσωπικότητα, κι ας είσαι χρεωμένος "μέχρι το λαιμό". Αρκεί να μην κάνεις φασαρίες. Μπορούσα να πάω να μείνω δωρεάν σε ένα από τα δωμάτια ένα Σαββατοκύριακο κι ας μην παίξω. Το είχα κάνει κανά δυο φορές, κρατήθηκα και δεν έπαιξα. Ομως δεν τους νοιάζει. Δε χάνουν. Ξέρουν πως εξαιτίας του πάθους σου, αργά ή γρήγορα θα πας και θα στα πάρουν...».

Μας περιγράφει ένα Σαββατοκύριακο που είχε πάει με την οικογένειά του: «Ηταν λες και ήμασταν στον παράδεισο. Χλιδάτα δωμάτια, καλό φαγητό, τα παιδιά έπαιζαν στον παιδότοπο και στην πισίνα. Ολα δωρεάν. Είχα κερδίσει, θυμάμαι, και σκεφτόμουν: Τι κάθομαι και δουλεύω...Το επόμενο Σαββατοκύριακο που πήγαμε οικογενειακώς, έζησα την κόλαση. Εχασα στα παιχνίδια, τσακώθηκα με την οικογένεια, ήμουν μες στα μαύρα χάλια». Οπως λέει, «ζεις πολύ έντονα και ακραία συναισθήματα μέσα στην εξάρτηση, αλλά όλα επίπλαστα».

Συμπληρώνει ακόμα με έμφαση: «Μετανιώνω που έπαιρνα καμιά φορά τα παιδιά μου στο πρακτορείο και τους έδινα να παίξουν κανένα "Τζόκερ". Ποτέ να μην το κάνει κανείς αυτό! Τώρα τους εξηγώ ότι όλα αυτά είναι ψεύτικα, για να σας παίρνουν τα λεφτά. Τους λέω πως από τον τζόγο κερδίζει μόνο αυτός που τον διοργανώνει»...

Ποιος κερδίζει, όπου κι αν «ποντάρει»;

Τα λόγια του Ι.Σ., για τον κερδισμένο στην υπόθεση του τζόγου επαληθεύονται από τη ζωή και τα στοιχεία.

Χρόνο με το χρόνο τα ποσά που «ποντάρονται» στην Ελλάδα σε νόμιμο και παράνομο τζόγο αυξάνουν.

Ο τζίρος παράνομου και νόμιμου τζόγου ανήλθε το 2005 στα 6,5 δισ. ευρώ, το 2006 στα 9 δισ. ευρώ και το 2007 ξεπέρασε τα 15 δισ. ευρώ.

Πέρα από το παθιασμένο «παίξιμο», τον παθολογικό τζόγο, η ιδέα του εύκολου και γρήγορου κέρδους φαίνεται να καλλιεργείται επιμελώς από κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς και να κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος.

Στην Ελλάδα, το 2007, περίπου 5 δισ. ευρώ «παίχτηκαν» στα κρατικά τυχερά παιχνίδια («Στοίχημα», «ΠΡΟΠΟ», «ΛΟΤΤΟ», «ΚΙΝΟ», λαχεία κλπ). Αλλα 3 δισ. ευρώ «παίχτηκαν» στα καζίνο, δηλαδή συνολικά 8 δισ. ευρώ. Τα ποσά που «παίχτηκαν» στον παράνομο τζόγο υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τα 7 δισ. ευρώ. Ο παράνομος τζόγος αναπτύσσεται μέσω διαδικτύου, μέσω ηλεκτρονικών καζίνο και μέσω παράνομων εταιρειών στοιχημάτων.

Ο ΟΠΑΠ, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της MECN για την παγκόσμια αγορά τυχερών παιχνιδιών, είναι η τρίτη μεγαλύτερη λοταρία στον κόσμο και η πρώτη στην Ευρώπη, σύμφωνα με τις κατά κεφαλήν πωλήσεις. Αναλογικά, το 2006, κάθε Ελληνας δαπάνησε περίπου 180 ευρώ στο ΚΙΝΟ και περίπου 230 ευρώ στο «Πάμε Στοίχημα».

Κερδισμένες βγαίνουν και οι τράπεζες, από το δανεισμό κάποιων «φανατικών» παιχτών. «Χρωστάω 250.000 ευρώ», λέει ο Ι.Σ. και χαρακτηρίζει τις τράπεζες «νόμιμο τοκογλύφο», που κάνουν αισθητή την παρουσία τους και στα καζίνο. «Εχω ευθύνες, αλλά οργίζομαι με το όλο "σύστημα". Σε πνίγει, μετά σου αφήνει λίγο αέρα και σε ξανασφίγγει πάλι μέχρι που πνίγεσαι τελείως... Κάποιοι άνθρωποι είμαστε πιο επιρρεπείς στον τζόγο. Ποιος μας προστατεύει; Κανείς. Γιατί δεν τους συμφέρει», σημειώνει.


Ελένη ΜΑΪΛΗ

Οι αριθμοί του ΚΕΘΕΑ

Σύμφωνα με στοιχεία του ΚΕΘΕΑ ΑΛΦΑ, από όσους έχουν απευθυνθεί για βοήθεια οι περισσότεροι δηλώνουν πως παίζουν στοίχημα σε αθλήματα το 50%, στο καζίνο το 48% και παιχνίδια με αριθμούς το 30,8%.

«Επικρατέστερες» ηλικίες που ξεκίνησε η εξάρτηση στον τζόγο, είναι 26 - 35 ετών (30,8%) και 19 - 25 ετών (26,9%).

Στην ερώτηση ποιο είναι το μεγαλύτερο ποσό που έχασαν σε μία φορά, οι περισσότεροι (34,6%) απαντούν 3.000 - 10.000 ευρώ και ακολουθούν τα 1.000 - 3.000 ευρώ (26,9%).

Τέλος, ρωτήθηκαν ποια παιχνίδια έπαιζαν μέχρι τα 18 τους χρόνια, και κατά σειρά προτίμησης είναι: Χαρτιά με λεφτά, ποδοσφαιράκι, χαρτιά χωρίς λεφτά, φλιπεράκι, πάκμαν, παιχνίδια στον υπολογιστή, λότο - τζόκερ, κ.ά.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ