Η αγροτιά ήταν μια από τις βασικές τάξεις στη φεουδαρχία. Με την αποσύνθεση όμως της φεουδαρχίας και την ανάπτυξη του καπιταλισμού η αγροτιά παύει να είναι ενιαία τάξη. Η διαφοροποίηση τμημάτων στο εσωτερικό της αγροτιάς προσδιορίζεται επίσης με βάση το λενινιστικό ορισμό για τις τάξεις. Ετσι στον καπιταλισμό, ένα τμήμα της δεν έχει καθόλου ιδιοκτησία, οπότε μετατρέπεται σε προλεταριάτο, (εργάτες γης) και εντάσσεται στην εργατική τάξη. Ενα άλλο τμήμα της αποτελείται από τους μισοπρολετάριους του χωριού, ενώ ένα ακόμη τμήμα της ανήκει στα μεσαία στρώματα. Τέλος οι πλούσιοι, οι μεγάλοι αγρότες ανήκουν στην αστική τάξη.
Ο Β. Ι. Λένιν περιέγραψε τη διαφοροποίηση της αγροτιάς στις θέσεις για το 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς («Απαντα», τ. 41, σελ. 169-182), δίνοντας επίσης, με βάση την περιγραφή αυτής της διαφοροποίησης, μεθοδολογικό εργαλείο για την προσέγγιση και μελέτη του ίδιου ζητήματος και σήμερα.
Επίσης ορίζει ότι μισοπρολετάριοι αγρότες είναι «εκείνοι που προσπορίζονται τα μέσα για να ζήσουν εν μέρει με τη μισθωτή εργασία στις αγροτικές και βιομηχανικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις, εν μέρει δουλεύοντας στο δικό τους ή σε νοικιασμένο κομμάτι γης, που δεν τους δίνει παρά μόνο ένα ποσοστό από τα προϊόντα που χρειάζονται για τη διατροφή της οικογένειάς τους».
Σχετικά με τη μικρή αγροτιά, αναφέρει ότι είναι «οι μικρογεωργοί που κατέχουν με δικαίωμα ιδιοκτησίας ή με μίσθωση μικρά κομμάτια γης, με τα οποία μπορούν να καλύπτουν τις ανάγκες της οικογένειάς τους και του νοικοκυριού τους, χωρίς να καταφεύγουν στη μίσθωση ξένης εργατικής δύναμης». Ενώ για τη μεσαία αγροτιά θεωρεί ότι αποτελείται από «τους μικρογεωργούς που κατέχουν με δικαίωμα ιδιοκτησίας ή με μίσθωση επίσης μικρά κομμάτια γης, όμως τέτοια που, πρώτο, μέσα στον καπιταλισμό τους δίνουν κατά γενικό κανόνα όχι απλώς τα πενιχρά μέσα συντήρησης της οικογένειάς τους και του νοικοκυριού τους, μα και τη δυνατότητα να βγάζουν ορισμένο περίσσευμα σε κεφάλαιο και που, δεύτερο, καταφεύγουν αρκετά συχνά (π.χ. το ένα στα δύο ή τρία νοικοκυριά) στη μίσθωση ξένης εργατικής δύναμης».
Οσο δε για τη μεγάλη αγροτιά προσδιορίζει ότι «είναι οι καπιταλιστές επιχειρηματίες στη γεωργία, που κατά γενικό κανόνα χρησιμοποιούν μερικούς μισθωτούς εργάτες και που συνδέονται με την "αγροτιά" μόνο με το χαμηλό πολιτιστικό επίπεδο, με τον τρόπο ζωής τους, με την προσωπική τους χειρωνακτική δουλιά στο νοικοκυριό τους».
Τέλος ο Λένιν μίλησε για «τη γη των τσιφλικάδων, των μεγάλων γαιοκτημόνων, δηλαδή των προσώπων εκείνων που στις καπιταλιστικές χώρες εκμεταλλεύονται συστηματικά, άμεσα ή μέσω των φάρμερς τους, τη μισθωτική εργατική δύναμη και τους μικροαγρότες της περιοχής (πολλές φορές και τους μεσαίους), δεν παίρνουν καθόλου μέρος στη χειρωνακτική εργασία, ανήκουν στην πλειοψηφία τους στους απογόνους των φεουδαρχών(...) ή στους μεγιστάνες του χρηματιστικού κεφαλαίου, που πλούτισαν εξαιρετικά, ή αποτελούν ένα κράμα και από τις δυο αυτές κατηγορίες των εκμεταλλευτών και παράσιτων».
Τα δύο αυτά τελευταία τμήματα ανήκουν στην αστική τάξη.
Ενα τμήμα της διανόησης, τα ανώτατα στελέχη των μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων και του αστικού κρατικού μηχανισμού ανήκει στην αστική τάξη, ένα δεύτερο τμήμα της, οι αυτοαπασχολούμενοι δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί κλπ., ανήκει στα μεσαία στρώματα, όπως και ένα τμήμα της που είναι μισθωτοί και έχουν ενδιάμεση θέση στην ιεραρχία των καπιταλιστικών επιχειρήσεων και του κρατικού μηχανισμού ανήκει επίσης στα νέα μεσαία στρώματα. Τέλος ένα μέρος της εντάσσεται στην εργατική τάξη, όπως π.χ οι δάσκαλοι, οι απλοί λογιστές, κλπ. Επίσης υπάρχει και ένα τμήμα μισοπρολετάριων, όπως για παράδειγμα καθηγητές, που μπορεί να εργάζονται σαν ωρομίσθιοι σε μια καπιταλιστική επιχείρηση φροντιστηρίων και να κάνουν και ορισμένα ιδιαίτερα μαθήματα.
Η διανόηση διαφοροποιείται και ως προς τη σφαίρα της κοινωνικής δραστηριότητας στην οποία απασχολείται: ένα τμήμα της - όπως οι μηχανικοί, σχεδιαστές, κ.ά. - δουλεύει στην υλική παραγωγή, ενώ ένα άλλο στον τομέα της πνευματικής παραγωγής (μαζικά μέσα ενημέρωσης, «βιομηχανία θεάματος και ακροάματος», εκπαίδευση κλπ.), ένα άλλο τμήμα απασχολείται στη σφαίρα της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων (εμπόριο, τράπεζες, ασφάλειες κ.ά.) και, τέλος, ένα άλλο στο εποικοδόμημα (κρατικός μηχανισμός). Ο Β. Ι. Λένιν ξεκαθάρισε ότι η διανόηση «δεν είναι αυτοτελής οικονομική τάξη και γι' αυτό δεν εκπροσωπεί καμιά αυτοτελή πολιτική δύναμη».