ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 24 Αυγούστου 2019 - Κυριακή 25 Αυγούστου 2019
Σελ. /32
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ «ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ» ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΓΡΟΤΟΔΙΑΤΡΟΦΙΚΟ ΤΟΜΕΑ
«Συνεργατικά σχήματα»: Οχημα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων

Οι προτάσεις της έρευνας για το «διαρθρωτικό πρόβλημα» του αγροτοδιατροφικού τομέα οδηγούν σε ενίσχυση της συγκέντρωσης της παραγωγής και του ελέγχου της από τα μονοπώλια
Οι προτάσεις της έρευνας για το «διαρθρωτικό πρόβλημα» του αγροτοδιατροφικού τομέα οδηγούν σε ενίσχυση της συγκέντρωσης της παραγωγής και του ελέγχου της από τα μονοπώλια
Την ανάγκη ενίσχυσης της συγκέντρωσης της παραγωγής μέσω «συνεργατικών σχημάτων» και επίσπευσης των αλλαγών στη νομοθεσία για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς θέτουν οι βιομήχανοι του αγροτοδιατροφικού τομέα, μέσω έρευνας του «Διανέοσις» («δεξαμενή σκέψης» που συνδέεται με τον ΣΕΒ) με τίτλο «Ενα νέο μοντέλο συνεργατικότητας για τον πρωτογενή τομέα στην Ελλάδα».

Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Μάη και αξιοποιείται στη συζήτηση που έχει ανοίξει με αφορμή τη διατυπωμένη πρόθεση της κυβέρνησης για αλλαγές στο νομικό πλαίσιο για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, επισημαίνει ότι το βασικό πρόβλημα του αγροτοδιατροφικού τομέα στη χώρα μας είναι το μέγεθος των αγροτοκτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων, που είναι «τόσο μικρό, ώστε να καθιστά την πλειοψηφία των ελληνικών μονάδων μη ανταγωνιστικές σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές και τα διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα».

Διαπιστώνει επίσης ότι το συγκεκριμένο «διαρθρωτικό πρόβλημα» αφορά όχι μόνο τον πρωτογενή τομέα, αλλά «το σύνολο της σχετικής αλυσίδας αξίας, δηλαδή τόσο τις μεταποιητικές εταιρείες του αγροδιατροφικού τομέα, όσο και τις επιχειρήσεις του τριτογενούς τομέα, που ασχολούνται με την προώθηση των εξαγωγών».

Ασφαλώς, οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις συμπλέουν με πλευρές της γενικότερης συζήτησης για τη νέα ΚΑΠ (2021-2027) που εξελίσσεται στα επιτελεία της ΕΕ. Η συζήτηση αυτή έχει ως βασική αιχμή το πώς θα καταστεί εφικτό η ΕΕ να διατηρήσει το ανταγωνιστικό της προβάδισμα, που αποτυπώνεται στα σημαντικά πλεονάσματα του εμπορικού ισοζυγίου αγροτικών προϊόντων διατροφής, τη στιγμή που υπολείπεται κατά πολύ σε σχέση με τους βασικούς ανταγωνιστές της (ΗΠΑ, Βραζιλία κ.λπ.) σε δείκτες όπως το μέσο μέγεθος αγροτικής εκμετάλλευσης (κάτω από 160 στρέμματα στην ΕΕ, τη στιγμή που στις ΗΠΑ προσεγγίζει τα 1.800).

Αντίστοιχες είναι οι «προκλήσεις» για τα μονοπώλια του αγροτοδιατροφικού τομέα και στην Ελλάδα, που εξασφάλισαν αυξανόμενη κερδοφορία ακόμα και μέσα στα χρόνια της κρίσης, κυρίως από την εκτόξευση των εξαγωγών (από τα 2,1 δισ. ευρώ το 2010 στα 3 δισ. ευρώ το 2015).

Την ίδια ώρα, σύμφωνα με την έρευνα, το «διαρθρωτικό πρόβλημα» εμφανίζεται ιδιαίτερα οξύ, καθώς «ο μέσος κλήρος δεν ξεπερνά τα 68 στρέμματα (...) το 51,4% των αγροτικών εκμεταλλεύσεων έχει μέγεθος κάτω από 20 στρέμματα (...) το 49,7% (...) παρουσιάζει οικονομικό μέγεθος κάτω από 4.000 ευρώ», ενώ «επεκτείνεται» και στη μεταποίηση, όπου «από τις 16.695 επιχειρήσεις του κλάδου των τροφίμων μόλις 893 απασχολούν πάνω από 10 εργαζόμενους».

Η κατακερματισμένη διάρθρωση θέτει εμπόδια και προκαλεί καθυστερήσεις στην αναβάθμιση των μέσων παραγωγής και του επιπέδου εφαρμογής της τεχνολογίας, καθώς και στη βελτίωση της οργάνωσης - συντονισμού των διαδικασιών, που εξαρτώνται άμεσα από την κλίμακα της παραγωγής.

Για αυτόν το λόγο, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων του τομέα, που περνάει καταρχάς μέσα από την προσπάθεια αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας και της συντόμευσης του κοινωνικά αναγκαίου χρόνου εργασίας για την παραγωγή των εμπορευμάτων, απαιτεί σημαντικές παρεμβάσεις για τη βελτίωση του «διαρθρωτικού προβλήματος».

Στα «συνεργατικά σχήματα» η λύση για λογαριασμό του κεφαλαίου

Σύμφωνα με την έρευνα, στην παρούσα φάση, η επιτάχυνση των απαιτούμενων βελτιώσεων δεν μπορεί να επιτευχθεί «οργανικά ως φυσικό αποτέλεσμα της δράσης των δυνάμεων της αγοράς (οργανική αύξηση)», δηλαδή με την άμεση απαλλοτρίωση των μικρότερων εμπορευματοπαραγωγών, καθώς είναι ορατό ότι ένα σημαντικό τμήμα ατομικών αγροτοπαραγωγών κ.ά. είναι απαραίτητο για τους επιχειρηματικούς ομίλους (π.χ. για την εξασφάλιση των απαραίτητων πρώτων υλών κ.λπ.).

Λύση μπορεί να δοθεί μέσα από την ενίσχυση της συγκέντρωσης της παραγωγής και του ελέγχου της από τα μονοπώλια. Γι' αυτόν το λόγο προτείνεται δέσμη μέτρων κρατικής παρέμβασης για την ανάπτυξη μορφών συλλογικής ιδιοκτησίας (συνεταιρισμοί, οργανώσεις και ομάδες παραγωγών), την επιτάχυνση της εξάπλωσης των προγραμμάτων «συμβολαιακής γεωργίας και κτηνοτροφίας» (υπογραφή γραπτών συμβάσεων μεταξύ παραγωγών πρωτογενών προϊόντων και μεταποιητών, η οποία πραγματοποιείται συνήθως με την παρέμβαση των τραπεζών), των διεπαγγελματικών οργανώσεων (συστήνονται ανά τομέα με συμμετοχή εκπροσώπων των αγροτών και των βιομηχάνων με την εποπτεία του κράτους) και άλλων μορφών, όπως η δημιουργία επιχειρηματικών «δικτυώσεων» (clusters).

Τα συγκεκριμένα «συνεργατικά σχήματα» μπορούν να εξασφαλίζουν αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας μέσω της ενσωμάτωσης στην παραγωγή κοινών καλλιεργητικών μεθόδων, τεχνολογικών καινοτομιών και της καθετοποίησης, αλλά και μεγαλύτερη πρόσδεση των ατομικών αγροτοπαραγωγών στο άρμα επιχειρηματικών ομίλων της μεταποίησης, της εμπορίας και του τραπεζικού τομέα.

Τα μέτρα που προτείνονται είναι οικονομικά κίνητρα για τη συμμετοχή σε κάθε μορφής «συνεργατικά σχήματα» (π.χ. φορολογικά, προνομιακή πρόσβαση σε επιδοτήσεις και σε μέτρα του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης κ.λπ.), η διαμόρφωση πιο «ευέλικτων» κανόνων στη λειτουργία των συνεταιρισμών για την προσέλκυση «επενδυτών» (π.χ. υιοθέτηση μεικτών οργανωτικών σχημάτων, ενιαία φορολόγηση ανεξαρτήτως νομικής μορφής, επαναφορά πολλαπλής ψήφου ανάλογα με το μέγεθος συναλλαγών κ.λπ.), η δημιουργία νέας χρηματιστηριακής αγοράς πάνω στα συμβόλαια της «συμβολαιακής γεωργίας» για την εξασφάλιση κερδών μέσω του «τζογαρίσματος», η «αξιοποίηση» γης, ακινήτων και υποδομών που έχει στη διάθεσή του το κράτος ή προέρχονται από τους παλιούς συνεταιρισμούς που χρεοκόπησαν κ.ά.

Επίσης, ιδιαίτερη σημασία έχουν, σύμφωνα με τους συντάκτες της έρευνας, τα σχετικά μέτρα της ΚΑΠ μέσω του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης, όπως το μέτρο 16 - «Συνεργασία» που προκηρύχθηκε το 2018, αλλά και τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά «πακέτα» για την καπιταλιστική ανάπτυξη μέσω του ΕΣΠΑ, όπως το ΕΠΑνΕΚ για τη «σύνδεση της έρευνας και της καινοτομίας με την επιχειρηματικότητα».

Νέα δεινά για μικρομεσαίους αγροτοκτηνοτρόφους και μικροεπαγγελματίες

Τα προτεινόμενα μέτρα που αφορούν την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου όχι μόνο δεν θα ανακόψουν την επιδείνωση των όρων ζωής (επιβάρυνση με χρέη, φοροληστεία κ.λπ.) των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων και άλλων μικροεπαγγελματιών του αγροτοδιατροφικού τομέα και τελικά την τάση σταδιακής μείωσής τους, αλλά θα φέρουν σε αυτούς και νέα δεινά.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στο όνομα της «αποθάρρυνσης της μαύρης οικονομίας», η οποία εκτιμάται ότι «υπονομεύει εκ των έσω την εξωστρέφεια και την υψηλή παραγωγικότητα», η έρευνα προτείνει μέτρα που πλήττουν περαιτέρω τους μικρούς παραγωγούς, όπως η κατάργηση του «αγρότη - ειδικού καθεστώτος», η υποχρέωση τήρησης λογιστικών βιβλίων από το σύνολο των αγροτών, η ενίσχυση της ανταποδοτικότητας της ασφάλισης κ.λπ.

Το αδυσώπητο πλαίσιο του μονοπωλιακού ανταγωνισμού

Στην έρευνα του «Διανέοσις» γίνεται και επίκληση του «αξιακού κώδικα» που διέπει τους συνεταιρισμούς και επισημαίνεται η διαφοροποίηση των συνεταιρισμών σε σχέση με τις υπόλοιπες εταιρικές μορφές στον καπιταλισμό: «Στην περίπτωση των αγροτικών συνεταιρισμών, για παράδειγμα, οι χρήστες είναι ιδιοκτήτες (κάτοχοι του συλλογικού κεφαλαίου που ασκούν τον έλεγχο στη διοίκηση), αλλά και προμηθευτές/πελάτες (αυτοί που κατεξοχήν παρέχουν την πρώτη ύλη/απολαμβάνουν τις υπηρεσίες). Αντίθετα, σε οποιαδήποτε άλλη εταιρική μορφή, οι ιδιοκτήτες (οι κάτοχοι των μετοχών) είναι κατά κανόνα διαφορετικά πρόσωπα από αυτούς που συνεργάζονται με την εταιρεία (π.χ. προμηθευτές), εκτός βέβαια αν πρόκειται για οικογενειακή (ή μονοπρόσωπη) επιχείρηση...».

Ωστόσο, αυτή η παρατήρηση δεν αναιρεί το γενικότερο πλαίσιο του μονοπωλιακού ανταγωνισμού εντός του οποίου λειτουργούν οι διάφορες «συνεργατικές μορφές», που είναι αδυσώπητο και νομοτελειακά προωθεί τη μετατροπή της συλλογικής ιδιοκτησίας σε μετοχική και τη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας σε ορισμένους μεγαλομετόχους, είτε με την αναγκαία σε κάποια φάση εισροή κεφαλαίου, είτε με την παγιοποίηση και τη σταδιακή μετατροπή του διευθυντικού μηχανισμού σε ιδιοκτήτες της επιχείρησης, είτε με την πτώχευση, τη διάλυση και την εξαγορά.

Τέτοια παραδείγματα έχουμε πολλά στην Ελλάδα με τις ιδιωτικοποιήσεις σε «Δωδώνη», «Ροδόπη», «Ολυμπος», την τραγική κατάσταση της ΕΒΖ, αλλά και τη γενικότερη πορεία των συνεταιρισμών από το 1980, η οποία και αναλύεται διεξοδικά στην έρευνα.

Οργάνωση της πάλης σε άλλη κατεύθυνση

Οι μικρομεσαίοι αγροτοκτηνοτρόφοι και μικροεπαγγελματίες δεν έχουν να περιμένουν τίποτα από τη συζήτηση «περί συνεργατισμού».

Η γραμμή πάλης που πραγματικά μπορεί να τους δώσει ανάσα και προοπτική είναι το δυνάμωμα της κοινής δράσης ανάμεσα στην εργατική τάξη και τους αυτοαπασχολούμενους της πόλης και της υπαίθρου, τις γυναίκες και τη νεολαία των λαϊκών οικογενειών, με αντιμονοπωλιακούς - αντικαπιταλιστικούς στόχους πάλης, σε τροχιά σύγκρουσης με την ΕΕ, το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του. Είναι η ελπίδα για την επιβίωση και ανοίγει το δρόμο για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.

Η πραγματική λύση για μισθωτούς, αυτοαπασχολούμενους και μικρομεσαία αγροτιά είναι κοινή και βρίσκεται στην απαλλαγή τους από την καπιταλιστική ιδιοκτησία, στην οικοδόμηση σχέσεων κοινωνικής, σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας.

Η σχεδιασμένη και οργανωμένη ένταξη του αυτοαπασχολούμενου στη μεγάλη, άμεσα κοινωνικοποιημένη βιομηχανία, στο κρατικό σοσιαλιστικό εμπόριο, στις υπηρεσίες, που θα του εξασφαλίζει καλύτερη ζωή και θα τον γλιτώσει από τις ατομικές έγνοιες, χρέη κ.λπ.

Η κοινωνικοποιημένη κρατική αγροτική παραγωγή θα αξιοποιεί όλες τις παραγωγικές δυνατότητες και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας. Η ένταξη των μικρομεσαίων αγροτών σε αυτή, μέσω του αγροτικού παραγωγικού συνεταιρισμού των μικροϊδιοκτητών αγροτών, που έχει το δικαίωμα χρήσης της κοινωνικοποιημένης γης, που θα μειώνει το κόστος παραγωγής και θα διασφαλίζει το αγροτικό εισόδημα, κρατικές τιμές, προστασία από φυσικές καταστροφές, επιστημονικοτεχνική υποστήριξη, είναι η λύση στη μικρή και πολυτεμαχισμένη αγροτική μικροϊδιοκτησία που μετατρέπεται σε μεγάλη συνεταιριστικοποιημένη, απαλλάσσοντας τους μικρομεσαίους αγρότες μια για πάντα από κεφάλαιο - τράπεζες, βιομηχάνους, μεγαλεμπόρους.


Ο. Φ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ