ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 24 Αυγούστου 2019 - Κυριακή 25 Αυγούστου 2019
Σελ. /32
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
70 χρόνια από τη λήξη της τρίχρονης ένοπλης ταξικής αναμέτρησης (1946 - 1949)

Στις 29 Αυγούστου του 1949 το σύνολο των δυνάμεων του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) περνούσε στις Λαϊκές Δημοκρατίες, έχοντας φέρει σε πολύ δύσκολη θέση την εξουσία της αστικής τάξης στη διάρκεια της τρίχρονης πάλης του.

Ο Γράμμος και το Βίτσι ήταν τα τελευταία οχυρά του ΔΣΕ. Η καθοδήγηση του Κόμματος και του ΔΣΕ αντιλήφθηκε ότι η επίθεση του εχθρού θα γινόταν στο Βίτσι, όπου ήταν συγκεντρωμένη η κύρια δύναμη του ΔΣΕ, ενώ ήταν εύκολη και η πρόσβαση μηχανοκινήτων. Ετσι, πήραν μέτρα για την οχύρωση του Βίτσι και την οργάνωση της άμυνας, με ταυτόχρονη έντονη διαφωτιστική δουλειά.

Το κυβερνητικό σχέδιο για την κατάληψη του Βίτσι και του Γράμμου είχε την κωδική ονομασία «Πυρσός». Η εκτέλεσή του είχε ανατεθεί από τον αρχιστράτηγο Αλ. Παπάγο στον αντιστράτηγο Κ. Βεντήρη. Προέβλεπε, στην πρώτη φάση, παραπλανητική επίθεση στον Γράμμο, με σκοπό να εξαναγκαστεί ο ΔΣΕ να μεταφέρει σ' αυτόν δυνάμεις του από το Βίτσι. Στη δεύτερη φάση, το σχέδιο προέβλεπε επίθεση των κυβερνητικών στο Βίτσι για την κατάληψή του. Και στην τρίτη φάση, την τελική επίθεση στον Γράμμο, ώστε να παρεμποδιστεί η υποχώρηση του ΔΣΕ στην Αλβανία, να εγκλωβιστεί και να εξοντωθεί.

Η παραπλανητική επίθεση στον Γράμμο, με την κωδική ονομασία «Πυρσός Α΄», ξεκίνησε στις 2 Αυγούστου 1949 και κράτησε μέχρι τις 9 του μήνα, με την ισχυρή δράση του Πυροβολικού και της Αεροπορίας. Μόνο την πρώτη βδομάδα των επιχειρήσεων η Αεροπορία του κυβερνητικού στρατού πραγματοποίησε 384 εξορμήσεις κατά των θέσεων του ΔΣΕ, ρίχνοντας 446 βόμβες των 113 και 227 κιλών, 938 ρουκέτες και 176 ναπάλμ. Καταλήφθηκαν τα υψώματα 1425, Ταμπούρι, 1806 κ.ά., που αποτέλεσαν σημαντικές βάσεις εξόρμησης για τις μετέπειτα επιθέσεις του κατά του Γράμμου.

Στο Βίτσι

Στις 10 προς 11 Αυγούστου ξεδιπλώθηκε η κύρια επίθεση στο Βίτσι, με την κωδική ονομασία «Πυρσός Β΄». Οι κυβερνητικές δυνάμεις αποτελούνταν από 4 Μεραρχίες, 2 Μονάδες Καταδρομών, 5 Τάγματα Εθνοφυλακής, με 110 πυροβόλα, πολλά άρματα και θωρακισμένα και 87 αεροπλάνα. Το σύνολο των δυνάμεων ήταν περίπου 80.000 άντρες.

Ο ΔΣΕ παρέταξε δύο Mεραρχίες, τη 10η και την 11η, δύναμης δύο Ταξιαρχιών η καθεμία, καθώς και 2 Διλοχίες της Σχολής Αξιωματικών του Γενικού Αρχηγείου. Επίσης, διέθετε 6 Μοίρες Αντιαρματικού, Ορεινού και Πεδινού Πυροβολικού, συνολικά περίπου 8.800 μαχητές και μαχήτριες, ενώ δεν διέθετε εφεδρείες.

Ο κυβερνητικός στρατός εξαπολύοντας επίθεση στον κεντρικό τομέα του Βίτσι (είχε χωριστεί σε τρεις τομείς, το δεξιό, τον κεντρικό και τον αριστερό), τον διέσπασε καταλαμβάνοντας στις 11 - 12 Αυγούστου μια σειρά από αμυντικές θέσεις του ΔΣΕ (Μπάρο - Λέσιτς - Τσούκα).

Προκλήθηκε σοβαρός κίνδυνος να κυκλωθούν και να εξοντωθούν οι δυνάμεις του ΔΣΕ. Γι' αυτό, στις 16 Αυγούστου 1949, τα τμήματα του ΔΣΕ εγκατέλειψαν το Βίτσι και ελίχθηκαν προς τον Γράμμο.

Στον Γράμμο

Τις επιχειρήσεις του κυβερνητικού στρατού στον Γράμμο διηύθυνε ο στρατηγός Τσακαλώτος, που είχε καλέσει τον βασιλιά Παύλο να παρακολουθήσει την έναρξη της επιχείρησης από την περιοχή της Αμμούδας.

Ο κυβερνητικός στρατός παρατάχθηκε με 5 Μεραρχίες (1η, 3η, 8η, 9η, 15η), την 77η Ταξιαρχία, 4 ελαφρά Συντάγματα Πεζικού, 5 Συντάγματα Πεδινού Πυροβολικού, 3 Μοίρες μέσων πυροβόλων, 6 Μοίρες Ορειβατικού Πυροβολικού, σε συνδυασμό με ισχυρές δυνάμεις τεθωρακισμένων και Αεροπορίας.

Απέναντί του ο Δημοκρατικός Στρατός παρέταξε περίπου 12.500 μαχητές και μαχήτριες (6.582 υπήρχαν στον Γράμμο και περίπου άλλοι 6.000 που μετακινήθηκαν από το Βίτσι).

Η επίθεση του αστικού στρατού για την κατάληψη του Γράμμου («Πυρσός Γ΄») άρχισε στις 24 Αυγούστου 1949. Ο ΔΣΕ ξεπέρασε κάθε όριο αντοχής, αλλά ήταν αδύνατο να νικήσει. Η Αεροπορία του κυβερνητικού στρατού πραγματοποίησε έως τις 30 Αυγούστου 87 επιθέσεις με αεροσκάφη «Χάρβαρτ», 591 με «Σπιτφάιαρ», 176 με «Χελντάιβερς», 81 με «Ντακότα», 37 με «Χάρβαρτ Οστερ» κ.ά. Ρίχτηκαν κατά του ΔΣΕ 2.004 ρουκέτες, 785 βόμβες των 500 λιβρών, 689 των 250 λιβρών, 1.490 των 20 λιβρών και επίσης 172 εμπρηστικές βόμβες ναπάλμ.

Η 9η Μεραρχία του κυβερνητικού στρατού εισχώρησε στα μετόπισθεν του ΔΣΕ στις 26 του μήνα, κατά μήκος των ελληνοαλβανικών συνόρων. Ο αστικός στρατός επιτέθηκε στο Παπούλι, το οποίο κατέλαβε (26 Αυγούστου), αφού προηγουμένως βομβάρδισε το ύψωμα με βόμβες ναπάλμ. Μετά από σκληρές μάχες κατελήφθησαν το ύψωμα Πόλε και το Τσαγκός Καραούλι. Στις 27 Αυγούστου ο ΔΣΕ εγκατέλειψε τα υψώματα της Πόρτας Οσμάν. Την ίδια μέρα έπεσε και το Φλάμπουρο.

Ο κίνδυνος να κλειστεί κάθε διάβαση προς την Αλβανία και να εγκλωβιστεί ο ΔΣΕ ήταν πλέον άμεσος. Από τις 28 Αυγούστου, άρχισε η σύμπτυξη των δυνάμεών του προς το κέντρο του μετώπου. Στις 29 Αυγούστου έπεσε η Μπάτρα αφού στο μεταξύ είχε περάσει από κει στην Αλβανία η μεγάλη πλειοψηφία των δυνάμεων του ΔΣΕ. Στις 29 προς 30 Αυγούστου έπεσαν ο Γκόλιος και το ύψωμα Κάμενικ. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ υποχώρησαν συντεταγμένα στην Αλβανία.


Βασικά συμπεράσματα από τη δράση του ΔΣΕ

Αποσπάσματα από το αντίστοιχο κεφάλαιο στο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (τόμος Β2, 2018, «Σύγχρονη Εποχή»)

Ο ΔΣΕ διεξήγε έναν αγώνα δίκαιο και αναγκαίο. Με την καθοδήγηση του ΚΚΕ, αντιπροσώπευε τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και της βασικής συμμαχικής της δύναμης, της εξαθλιωμένης αγροτιάς και των φτωχών αυτοαπασχολούμενων στρωμάτων των πόλεων. Αντικειμενικά, ο ΔΣΕ ήταν προϊόν μιας σκληρής ταξικής σύγκρουσης που είχε τις ρίζες της στην επαναστατική κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά την απελευθέρωση της Ελλάδας, με την αποφασιστική ένοπλη δράση του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ υπό την καθοδήγηση του ΚΚΕ. H εγχώρια αστική τάξη γνώρισε τότε το μεγαλύτερο κίνδυνο για την κυριαρχία της, την οποία στήριζε το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων («δεξιών» και «κεντρώων»), σε συμμαχία με τα καπιταλιστικά κράτη της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ. Δίχως τη στρατιωτική, οικονομική και πολιτική ενίσχυση των ξένων συμμάχων της, η αστική τάξη στην Ελλάδα δεν θα μπορούσε να νικήσει.

Μετά την απελευθέρωση οξύνθηκε η προϋπάρχουσα, από τα χρόνια της τριπλής Κατοχής (από τις Γερμανία, Ιταλία, Βουλγαρία), σκληρή ταξική ένοπλη αναμέτρηση, που είτε θα οδηγούσε στην ανατροπή της αστικής εξουσίας, με απομόνωση και των ξένων στηριγμάτων της, είτε στην ήττα των λαϊκών δυνάμεων, στην απομόνωση του ΚΚΕ και στην επανασταθεροποίηση της αστικής εξουσίας.

Η στρατηγική των εγχώριων και ξένων καπιταλιστικών δυνάμεων ήταν προδιαγεγραμμένη στις συνθήκες της απελευθέρωσης. Στόχο τους είχαν να τσακίσουν το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, που, παρά την ήττα του Δεκέμβρη 1944, διατηρούσε την επιρροή του σε μεγάλο μέρος του λαού. Αντίθετα, σημαντικές εγχώριες αστικές πολιτικές δυνάμεις δεν είχαν ανακτήσει το απαιτούμενο για το σύστημα πολιτικό κύρος, είτε λόγω της συνεργασίας με τους κατακτητές είτε της φυγής στο εξωτερικό είτε και της αποχής από τον απελευθερωτικό αγώνα. Η αστική τάξη επιδίωκε να ξεριζώσει από τη συνείδηση του ελληνικού λαού την όποια δυναμική ριζοσπαστισμού είχαν διαμορφώσει στα χρόνια της Κατοχής ο ΕΑΜικός αγώνας με την καθοδήγηση του ΚΚΕ, ο καθοριστικός ρόλος της ΕΣΣΔ στη νικηφόρα έκβαση του Β' Παγκόσμιου Πολέμου.


Οι διωγμοί κατά των κομμουνιστών και άλλων ΕΑΜιτών και ΕΛΑΣιτών, που ανάγκασαν χιλιάδες να βγούνε στα βουνά και άλλους να πάρουν το δρόμο της πολιτικής προσφυγιάς (Μπούλκες και αλλού), η οργανική ενσωμάτωση και αθώωση των ταγματασφαλιτών και όλων των υπόλοιπων δοσιλογικών οργανώσεων στους ένοπλους και διοικητικούς μηχανισμούς του κράτους, η παρουσία χιλιάδων του βρετανικού στρατού στην Ελλάδα και μετά το 1945 αποτελούσαν όρους για την καπιταλιστική ανασύνταξη και ανασυγκρότηση, μετά από τις μεγάλες καταστροφές του πολέμου, τη «μαύρη» αγορά και τις άλλες συνέπειες. Ηταν προϋποθέσεις της προετοιμασίας των αστικών δυνάμεων μπροστά στη σύγκρουση για την ολοκληρωτική επικράτηση.

Με άλλα λόγια, ο εγκλωβισμός του ΚΚΕ και των ΕΑΜ - ΕΛΑΣ στο Βρετανικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής (1943), στις Συμφωνίες του Λιβάνου (1944) και της Καζέρτας (1944), η ήττα του Δεκέμβρη 1944, καθώς και η απαράδεκτη Συμφωνία της Βάρκιζας (12 Φλεβάρη 1945) δεν είχαν επιφέρει ακόμα την επιδιωκόμενη από τις αστικές δυνάμεις αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων προς όφελός τους, παρά και την ορισμένη ανασυγκρότηση του αστικού κράτους που πέτυχαν μετά το Δεκέμβρη, κυρίως χάρη στη στήριξη της Μ. Βρετανίας.

Για όλους τους παραπάνω λόγους είναι τελείως αβάσιμος ο ισχυρισμός, που μέχρι σήμερα προβάλλεται, ότι θα είχε αποσοβηθεί η αστική τρομοκρατία, αν το ΚΚΕ έπαιρνε μέρος στις βουλευτικές εκλογές του 1946.


Μπροστά στο λαό έμπαινε το δίλημμα «υποταγή ή οργάνωση της πάλης και αντεπίθεση». Προς τιμήν του, το λαϊκό κίνημα, με την καθοδήγηση του ΚΚΕ, επέλεξε το δεύτερο δρόμο. Ακριβώς γι' αυτό ο ένοπλος αγώνας 1946 - 1949 δεν ήταν αποτέλεσμα τυχοδιωκτικών επιλογών της ηγεσίας του ΚΚΕ, όπως ισχυρίζονται ο οπορτουνισμός και σειρά αστικών δυνάμεων.

Ο ΔΣΕ είναι η πιο τρανή απόδειξη ότι οι κοινωνικές αντιθέσεις δεν χωράνε στα ιδεολογήματα της λεγόμενης «εθνικής ομοψυχίας» και της κατάργησης των ταξικών διαχωριστικών γραμμών.

Η εποποιία του ΔΣΕ απέδειξε ότι τα λάθη του ΚΚΕ δεν οφείλονταν σε πρόθεση συμβιβασμού και ενσωμάτωσης.

Ο τρίχρονος ταξικός αγώνας του ΔΣΕ υπήρξε ηρωικός και μεγαλειώδης. Χιλιάδες κομμουνιστές και κομμουνίστριες, ακόμα περισσότεροι εξωκομματικοί έδωσαν και την τελευταία ικμάδα των δυνάμεών τους για να πάρει σάρκα και οστά η εποποιία του ΔΣΕ, πολεμώντας σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, περπατώντας μερόνυχτα, συχνά δίχως τροφή, πολλοί και ανυπόδητοι, στους πάγους και τις θύελλες.

Διδάσκει και διαπαιδαγωγεί η πάλη τους, μαζί με την πάλη των φυλακισμένων για τη δράση τους στις γραμμές του ΔΣΕ, καθώς και όλων εκείνων που τίμησαν τα όπλα του με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στις εξορίες ή στην πολιτική προσφυγιά.

Ο αγώνας του ΔΣΕ πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες άνισης ταξικής αναμέτρησης, γεγονός που καθιστά ακόμα μεγαλύτερη την ηθική, πολιτική αξία του ΔΣΕ και την παρακαταθήκη που κληρονόμησε στην Ιστορία του επαναστατικού κινήματος, στο ΚΚΕ.

Ενας λαϊκός στρατός

Ο ΔΣΕ, ως λαϊκός στρατός, στηρίχτηκε στην οργανωτική - πολεμική πείρα του ΕΛΑΣίτικου αγώνα στην Κατοχή και στο Δεκέμβρη 1944. Η ΕΑΜική αντίσταση στην Κατοχή και η αντικειμενικά κρίσιμη ταξική σύγκρουση του Δεκέμβρη είχαν αφήσει μεγάλη αγωνιστική κληρονομιά στη λαϊκή συνείδηση, στις μορφές οργάνωσης και πάλης.


Στον αντίποδα του αστικού στρατού, χαρακτηριστικό γνώρισμα του ΔΣΕ ήταν η συνειδητή πειθαρχία. Συνδύαζε τη μαχητική εφαρμογή των διαταγών με τη δημοκρατία των συνελεύσεων σε διάφορες βαθμίδες του, όπου ασκούνταν κριτική των κατώτερων ιεραρχικά προς τους ανώτερους και αντιστρόφως, γινόταν εκτίμηση των πολεμικών επιχειρήσεων με πνεύμα αυτοκριτικής στάσης.

Μεγάλη δύναμη του ΔΣΕ αποτέλεσαν οι δεσμοί του με το λαό, ιδιαίτερα στις περιοχές της Ελεύθερης Ελλάδας. Οι λαϊκές δυνάμεις ήταν εκείνες που τροφοδότησαν τον ΔΣΕ με κάθε είδους βοήθεια, έμψυχο δυναμικό, τροφή και ρουχισμό, βοήθησαν στην κατασκευή οχυρωματικών έργων, στη συγκέντρωση πληροφοριών, στην οργάνωση της Λαϊκής Πολιτοφυλακής. Στον ΔΣΕ και στους λαογέννητους θεσμούς οργάνωσης της κοινωνικοπολιτικής ζωής (Λαϊκά Συμβούλια, Λαϊκή Πολιτοφυλακή, Λαϊκά Δικαστήρια) στους χώρους όπου επικράτησε ο ΔΣΕ, βρήκαν τον συμπαραστάτη και τη δύναμη που αντιμετώπιζε πλήθος λαϊκών προβλημάτων, όπως την προστασία των παιδιών τους με τη σωτηρία τους από τους βομβαρδισμούς και τον εξανδραποδισμό, τη μόρφωσή τους με την ίδρυση σχολείων.

Αγώνας διεθνιστικός

Ο αγώνας του ΔΣΕ ήταν αγώνας διεθνιστικός. Το ΚΚΕ, στις συνθήκες που διαμόρφωσαν ο λόγος του Τσόρτσιλ στο Φούλτον περί «σιδηρού παραπετάσματος» (Μάρτης 1946), το Δόγμα Τρούμαν (1947), το Σχέδιο Μάρσαλ (1947) και η ίδρυση του ΝΑΤΟ (Απρίλης 1949), εκπλήρωσε και αυτήν τη φορά στο ακέραιο το διεθνιστικό χρέος του απέναντι στη διεθνή εργατική τάξη και το κομμουνιστικό κίνημα, με τεράστιες θυσίες και με τρόπο μοναδικό στον καπιταλιστικό ευρωπαϊκό χώρο.

Η μεγάλη διεθνιστική προσφορά του ΚΚΕ και του ΔΣΕ βρίσκεται στο γεγονός ότι συγκρούστηκαν με την αστική εξουσία. Αυτή είναι η παρακαταθήκη στη μετέπειτα δράση του ΚΚΕ και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Αποδεικνύεται και από το ότι υποχρέωσαν τις δύο πιο ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, τη Μ. Βρετανία και τις ΗΠΑ, να έχουν στραμμένη ενεργά την προσοχή τους στο ένοπλο λαϊκό κίνημα της Ελλάδας, να χρηματοδοτούν και να εξοπλίζουν το στρατό της εγχώριας αστικής τάξης για να σταθεί στα πόδια της και να εμπλέκονται κυρίαρχα στις υποθέσεις της, διοικητικά και πολιτικά, για να θωρακιστεί το κράτος της.

Οι αντιφάσεις

Την οργάνωση της κοινωνικοπολιτικής ζωής ανέλαβαν τα Λαϊκά Συμβούλια των χωριών που εκλέγονταν από τους κατοίκους των χωριών. Σε ορισμένες περιοχές εκλέχτηκαν και Επαρχιακά Συμβούλια. Με αντίστοιχο τρόπο εκλέγονταν και τα μέλη των Λαϊκών Δικαστηρίων
Την οργάνωση της κοινωνικοπολιτικής ζωής ανέλαβαν τα Λαϊκά Συμβούλια των χωριών που εκλέγονταν από τους κατοίκους των χωριών. Σε ορισμένες περιοχές εκλέχτηκαν και Επαρχιακά Συμβούλια. Με αντίστοιχο τρόπο εκλέγονταν και τα μέλη των Λαϊκών Δικαστηρίων
Το Κομμουνιστικό Κόμμα (Μπ.) της ΕΣΣΔ, όπως και άλλα ΚΚ, εκδήλωσαν τη διεθνιστική τους αλληλεγγύη και συμπαράσταση, έστω με διαφορετική διαβάθμιση μεταξύ τους. Δίχως τη βοήθειά τους δεν μπορούσε να διεξαχθεί ο αγώνας του ΔΣΕ επί τριάμισι χρόνια. Υποδέχτηκαν και φιλοξένησαν 25.000 παιδιά. Επίσης, ήταν αποφασιστική η βοήθεια που έδωσαν για την αντιμετώπιση των συνεπειών της συντεταγμένης υποχώρησης των δυνάμεων του ΔΣΕ μετά την τελευταία μάχη στον Γράμμο. Στη συνέχεια υποδέχτηκαν δεκάδες χιλιάδες πολιτικούς πρόσφυγες, που βρήκαν στα κράτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης θερμή φιλοξενία, εργασία, μόρφωση και πολιτισμό, ασφάλεια για τους ίδιους και τις νεότερες γενιές των πολιτικών προσφύγων. Συνέβαλαν στην ανάπτυξη ευρύτερης διεθνούς αλληλεγγύης προς τον ΔΣΕ, που αναπτύχθηκε από δυνάμεις του εργατικού - λαϊκού, του κομμουνιστικού κινήματος σε καπιταλιστικές χώρες.

Ωστόσο, η όξυνση της ταξικής πάλης σε διεθνές επίπεδο, αμέσως μετά τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, δεν βρήκε ιδεολογικοπολιτικά και οργανωτικά προετοιμασμένο το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, στο οποίο ήδη διεξαγόταν έντονη διαπάλη.

Η διαφοροποιημένη στάση των Κομμουνιστικών Κομμάτων εξουσίας σχετιζόταν με το πώς εκτιμούσαν κατά περιόδους τις προθέσεις των πρώην συμμάχων στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κυρίως των ΗΠΑ, απέναντι στις υπό διαμόρφωση εργατικές - λαϊκές εξουσίες των βαλκανικών χωρών και των άλλων χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

Η προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση φρόντισε για τη διάσωση των παιδιών από τους βομβαρδισμούς και τους κινδύνους της ζωής στις εμπόλεμες περιοχές. Με οργανωμένο τρόπο και αξιοποιώντας τη διεθνιστική βοήθεια μετέφερε τα παιδιά σε παιδικούς σταθμούς στις Λαϊκές Δημοκρατίες
Η προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση φρόντισε για τη διάσωση των παιδιών από τους βομβαρδισμούς και τους κινδύνους της ζωής στις εμπόλεμες περιοχές. Με οργανωμένο τρόπο και αξιοποιώντας τη διεθνιστική βοήθεια μετέφερε τα παιδιά σε παιδικούς σταθμούς στις Λαϊκές Δημοκρατίες
Σε πρώτη φάση θεωρούσαν ως πιθανή μία ιμπεριαλιστική στρατιωτική επίθεση στην Αλβανία και στη Βουλγαρία ή στην Πολωνία και εκτιμούσαν ότι η εξαρχής γενίκευση της ένοπλης πάλης στην Ελλάδα μπορούσε να λειτουργήσει ως αφορμή νέας παγκόσμιας σύρραξης, την οποία επιδίωκαν να αποτρέψουν.

Στη συνέχεια, όταν οι ΗΠΑ εξήγγειλαν το Δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ, η γενίκευση της ένοπλης πάλης στην Ελλάδα βρήκε τη σύμφωνη γνώμη των αδελφών ΚΚ.

Οι εξελίξεις περιπλέχθηκαν περισσότερο μετά την κρίση ανάμεσα στη Γιουγκοσλαβία και την Κομινφόρμ. Στη συνέχεια, με την ίδρυση του ΝΑΤΟ (Απρίλης 1949), η Σοβιετική Ενωση τάχθηκε υπέρ του σταματήματος του ένοπλου αγώνα στην Ελλάδα.

Ο ΔΣΕ ιδρύθηκε, αναπτύχθηκε και έδρασε αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, που η λήξη του συνοδεύτηκε από τη μεταστροφή στη διάταξη των διεθνών καπιταλιστικών συμμαχιών. Παρά τη σημαντική αλλαγή του παγκόσμιου συσχετισμού δυνάμεων στην Ευρώπη και στην Ασία υπέρ των κομμουνιστικών δυνάμεων, αυτός παρέμενε υπέρ του καπιταλισμού, με επίκεντρο τις ΗΠΑ. Μάλιστα, ενίσχυε τις θέσεις του, περνώντας σε φάση ανασυγκρότησης, κήρυξης του «ψυχρού πολέμου» και προσπάθειας διάβρωσης των ΚΚ εξουσίας.

Στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, ιδιαίτερα στις χώρες που τα ΚΚ βρίσκονταν στην εξουσία, ή πάλευαν για τη σταθεροποίησή της, συνέχιζαν να κυριαρχούν οι αντιφάσεις της στρατηγικής του, που είχαν εκφραστεί και στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ζήτημα της στάσης του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος απέναντι στον ΔΣΕ θα διαφωτιστεί περισσότερο με τη μελλοντική πρόσβαση στο ακόμα άγνωστο αρχειακό υλικό.

Ο αγώνας του ΔΣΕ βρέθηκε υπό την αποφασιστική επίδραση των αντιφάσεων και αδυναμιών της στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.

Δυνατότητες και προϋποθέσεις

Ο ΔΣΕ είχε σημαντικές δυνατότητες να νικήσει, κατά βάση στη διάρκεια του 1946. Προϋπόθεση γι' αυτό αποτελούσε η αναγκαία αλλαγή στη στρατηγική του ΚΚΕ, βασικά στο 7ο Συνέδριό του, σε συνδυασμό με την άμεση και αποφασιστική οργάνωση της ένοπλης λαϊκής πάλης και εξέγερσης το 1946, παρά τη διαφορετική θέση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Το 1946, δεν είχε σταθεροποιηθεί πλήρως η αστική εξουσία και η Μεγάλη Βρετανία είχε επίσης δυσκολίες, που της υπαγόρευαν την άμεση αποχώρηση των στρατευμάτων της από την Ελλάδα. Επίσης, το 1946, ο αστικός στρατός δεν είχε ακόμα αναδιοργανωθεί και μέσα στις γραμμές του υπήρχαν πολλές οργανωμένες δυνάμεις του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Το ίδιο διάστημα παρέμεναν ελεύθεροι πολλές χιλιάδες κομμουνιστές και άλλοι ΕΑΜίτες, ενώ το αστικό κράτος δεν είχε έως τότε ερημώσει τα χωριά. Επομένως, το πρόβλημα της σχέσης του ένοπλου αγώνα ανάμεσα στα μεγάλα αστικά κέντρα και στις περιφέρειες, που εξελίχθηκε στην πορεία ως πρόβλημα εφεδρειών του ΔΣΕ, είχε πολύ βαθύτερες ρίζες, οφειλόταν στη μεγάλη καθυστέρηση της γενίκευσης του ένοπλου αγώνα. Σε αυτό οφειλόταν και η ελάχιστη παρουσία του εργατικού στοιχείου στη σύνθεση του ΔΣΕ, καθώς και η τακτική στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, που βρισκόταν σε αντίφαση με την όξυνση της ταξικής σύγκρουσης και τη γενίκευση της ένοπλης πάλης.

Το ΚΚΕ δεν μπόρεσε να βγάλει σωστά συμπεράσματα από την πορεία του ΕΑΜικού κινήματος στην Κατοχή και στο Δεκέμβρη 1944, δεν μπόρεσε μέσα στο καμίνι της ταξικής σύγκρουσης να κάνει την αποφασιστική στροφή στη στρατηγική του, όπως για παράδειγμα έκανε το Κόμμα των Μπολσεβίκων στη Ρωσία μετά το Φλεβάρη 1917.

Η επαναστατική στρατηγική της ταξικής πάλης με την αξιοποίηση των συνθηκών επαναστατικής κατάστασης, για την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες, ήταν προϋπόθεση για μια ριζική αλλαγή του διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων. Αυτή η γραμμή θα ενίσχυε περισσότερο τη διεθνή υπόσταση της Σοβιετικής Ενωσης απέναντι στον «ψυχρό πόλεμο», ενώ και στο ενδεχόμενο νέου θερμού πολέμου, θα συντελούσε στην αποτελεσματική της υποστήριξη και στην έμπρακτη αντιμετώπιση του οπορτουνισμού στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Η στρατηγική της συμμετοχής των ΚΚ στις αστικές κυβερνήσεις, πριν, στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και μετά απ' αυτόν (Γαλλία, Ιταλία και πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης), οδηγούσε εξ αντικειμένου στο αντίθετο αποτέλεσμα.

Η αλλαγή στρατηγικής θα οδηγούσε στο ξεκαθάρισμα από την αρχή του χαρακτήρα της ένοπλης πάλης ως πάλης για την εργατική εξουσία, θα επέτρεπε την επεξεργασία συνθημάτων και στόχων που θα βοηθούσαν σε μεγαλύτερη εργατική και λαϊκή συσπείρωση, θα οδηγούσε στον καθορισμό ως επίκεντρου του αγώνα τις μεγάλες πόλεις (Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη κ.α.), θα συνέβαλλε στη μεγαλύτερη μαζικότητα και αποφασιστικότητά του, στην εργατική του σύνθεση.

***

Αυτό που αρχικά κυριάρχησε στο ΚΚΕ ήταν ότι η ένοπλη πάλη υπηρετούσε κυρίως την άσκηση αποφασιστικής πίεσης για την αντιμετώπιση της αστικής τάξης και των κομμάτων της, την απόκρουση των επιδιώξεων να τσακιστούν το ΕΑΜικό κίνημα και το ΚΚΕ, να διασφαλιστούν όροι εκδημοκρατισμού και απόκρουσης των ιμπεριαλιστικών σχεδίων για τη χρησιμοποίηση της Ελλάδας ως περιφερειακού προγεφυρώματος κατά του σοσιαλισμού. Αυτή η γραμμή ήταν σύμφωνη και με τη γνώμη του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, το οποίο είχε υποδείξει συμμετοχή του ΕΑΜ στις εκλογές του 1946, με την οποία δεν συμφώνησε το ΚΚΕ. Και άλλα γεγονότα δείχνουν ότι η ηγεσία του Κόμματος είχε διαφορετική εκτίμηση για το συσχετισμό δυνάμεων στα Βαλκάνια και τασσόταν υπέρ της γενίκευσης της ένοπλης πάλης από τις αρχές του 1946, αλλά εξαρτούσε την υλοποίησή της από τη σύμφωνη γνώμη του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και την εκ μέρους του πολεμική βοήθεια.

Στη συνέχεια η ηγεσία του ΚΚΕ, βλέποντας ότι η ένοπλη πάλη δεν γινόταν να παραμένει ως δευτερεύον μέσο πίεσης για «ομαλές δημοκρατικές εξελίξεις», προσπαθούσε να επιταχύνει τους ρυθμούς για τη γενίκευση του ένοπλου αγώνα. Ομως, οι διορθωτικές ή βελτιωτικές κινήσεις πραγματοποιούνταν με αργούς ρυθμούς σε σχέση με τις ανάγκες, ενώ ταυτόχρονα οι αποφάσεις της ηγεσίας του Κόμματος δεν μπορούσαν να καλύψουν τα σοβαρά κενά ιδεολογικοπολιτικής και οργανωτικής στρατηγικής προετοιμασίας. Ετσι, ο χρόνος κυλούσε σε βάρος της τελικής αναμέτρησης, της αποτελεσματικότητας του ΔΣΕ.

Αποτελεί δίδαγμα της ταξικής πάλης σε παγκόσμια κλίμακα ότι είναι αναπόφευκτη η αποφασιστική αναμέτρηση μέχρι την τελική νίκη επί του αντιπάλου (αυτό ισχύει και για τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές). Οταν σε επαναστατική κατάσταση η ταξική σύγκρουση εκδηλωθεί ένοπλα για το ζήτημα της εξουσίας, δεν υπάρχει ενδιάμεσο σημείο «ισορροπίας» των αντιπαρατιθέμενων τάξεων.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ