ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 24 Αυγούστου 2003
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΔΙΗΓΗΜΑ
Ο Αλής

ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΗΣ

Ο Μαχμούτ και ο Αλής πρωτοφάνηκαν στο βενζινάδικο πριν μερικούς μήνες για να δουλέψουν στο πόδι δυο Αλβανών που δεν «αποδίδανε», σύμφωνα με τον ιδιοκτήτη του καταστήματος, όσο έπρεπε. Κάθε τόσο αλλάζει το προσωπικό, ώσπου να πετύχει αυτό που ζητά: σκλαβάκια.

Για να φτάσει, λοιπόν, στο ποθητό αποτέλεσμα δοκιμάζει λαθρομετανάστες όλων των φυλών που μπουκάρουν στη χώρα που μοιάζει ξέφραγο αμπέλι απ' όλες τις μπάντες. Ας ...είναι καλά και οι Τούρκοι που βάζουν ένα χεράκι για να 'χουμε φτηνό πράμα, θα σκέπτεται τ' αφεντικό, τρίβοντας τα χέρια από ικανοποίηση, κάθε φορά που αλλάζει τους παλιούς με καινούριους παραγιούς.

Από τότε που παρουσιάστηκαν οι ξένοι, τα ελληνικά χέρια... κόπηκαν μαχαίρι! Ηταν τελείως ασύμφοροι κι απαιτητικοί οι ρωμιοί! Ηθελαν -ακούτε- ψηλό μεροκάματο σύμφωνα με τις συμβάσεις, ωράριο κανονικό, ΙΚΑ και άδειες, ανθρώπινη συμπεριφορά, αδιαφορώντας για το ότι, όλ' αυτά, φρενάρουν τις φιλοδοξίες του αφεντικού για μεγάλα κέρδη.

- Κορόιδο είμαι ν' απασχολώ Ελληνες; απαντά, όταν τον ρωτούν οι πελάτες. Ετσι, χάθηκαν ο Κώστας, ο Βασίλης, ο Γιάννης, που δούλεψαν στο μαγαζί. Οι ξένοι συμβάλλουν, με το να δουλεύουν για ένα κομμάτι ψωμί, στην επέκταση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του κυρ-Ανέστη, που είναι σκληρός στο προσωπικό, και δουλικός στην πελατεία. Την τακτική του κυρ-Ανέστη, να προσλαμβάνει ξένους εργάτες, ακολουθούν πλήθος άλλων επαγγελματιών διαφόρων ειδικοτήτων για να επιτύχουν τους οικονομικούς τους στόχους με το σύγχρονο δουλεμπόριο. Οι νέοι λαθρομετανάστες, πάλι, τους ευγνωμονούν που τους δίνουν ένα κομμάτι ψωμί και φυτοζωούν.

Παιδόπουλο ο κυρ-Ανέστης πριν πολλά χρόνια κατέβηκε από το βουνό που έβοσκε κατσικοπρόβατα και η τύχη τον έριξε στ' αυτοκίνητα που τα 'χε ίσως ακουστά, αλλά δεν τα 'χε δει! Κάθε γκάφα που έκανε στην αρχή πλένοντας τις κούρσες των πλουσίων, του στοίχιζε και μια φάπα από τ' αφεντικό.

- Αρπα τη να μάθεις!

Τ' αυτιά του βούιζαν και η αγανάκτηση έβραζε μέσα του μα δεν την άφηνε να ξεχειλίσει γιατί έπρεπε να μάθει τη δουλιά, όπως πρόσταζε τ' αφεντικό. Και πράγματι έμαθε τα κόλπα που του επιτρέψανε αργότερα να μεταπηδήσει από το 'να σκαλοπάτι στ' άλλο της κοινωνικής σκάλας και από παραγιός να γίνει αφέντης.

Σ' αυτό, τον βοήθησε και η τσιγκουνιά του. Δεν ξόδευε ούτε για φαΐ, με ψωμοτύρι και παστές σαρδέλες την έβγαζε. Το πώς δεν έπαθε, είναι θαύμα. Βέβαια, στην «προαγωγή του» συντέλεσε και το κομπόδεμα της κοπέλας του, που μάζευε φασούλι το φασούλι, ξενοδουλεύοντας σε πλουσιόσπιτα, για να συμπληρωθεί η σιρμαγιά και ν' αρπάξει την πρώτη ευκαιρία που έτυχε.

Αν ξέρει από φτώχεια, λέει, την έφαγε με την κουτάλα! Σημασία έχει ότι ξέφυγε από τα νύχια της κι αποτελεί πια γι' αυτόν ξεθωριασμένο παρελθόν. Τέτοια θα κάθεται να σκέπτεται τώρα; Η σκέψη του πρέπει να 'ναι στραμμένη στο Μέλλον. Περασμένα ξεχασμένα.

Ο Μαχμούτ είναι ξερακιανός όλο νεύρο και κίνηση. Κι ο νους του πάντοτε στην τέλεια εξυπηρέτηση του πελάτη. Τα μάγουλά του έχουν μπει μέσα, κάτι που θα 'ταν απόλυτα δικαιολογημένο αν ζούσε στην πατρίδα του την Ινδία, εδώ έχει και τρώει. Δύσκολα μπορεί να ξεχωρίσει κάποιος αν είναι μουτζουρωμένος ή μελαμψός. Στον τόπο του δούλευε ταξί και πάλι στη ρόδα έπεσε πιστεύοντας ίσως ότι... ρόδα είναι και γυρίζει! Στις ερωτήσεις που του κάνουν απαντά δύσκολα και βαρετά σε αντίθεση με τον αδελφό του Αλή, που είναι πάντα πράος και πρόθυμος να βασανίσει το μυαλό του για να βρει τις κατάλληλες λέξεις, που θα βοηθήσουν να υπάρξει μια κάποια συνομιλία. Κοψιά Ινδού κι αυτός με κείνο το θλιμμένο χαμόγελο και την ντροπή ζωγραφισμένη στο πρόσωπο είναι πάντοτε... ανοιχτός για συζήτηση! Με τα σπασμένα ελληνικά του μπορεί να λέει ότι τον εντυπωσιάζει ο τόπος και η αφθονία αγαθών. Οτι του αρέσουν οι κάτοικοι και εκφράζει την επιθυμία να τα καταφέρει να ριζώσει στην ηλιόχαρη χώρα που τον φιλοξενεί. Να μην ήταν αυτά τα σύνορα που μαντρώνουν τους πολίτες στον τόπο τους, τα πολλά έθνη, οι φυλές κι οι θρησκείες, που χωρίζουν τους ανθρώπους...

Ο Αλής είναι ωραίο παλικάρι με κάποια μόρφωση. Θα του ταίριαζε έν' άλλο επάγγελμα. Πριν το πλυντήριο, δούλεψε σε στάβλο τρέφοντας αγελάδες στον Ασπρόπυργο. Τις αγελάδες στον τόπο του τις θεωρούν ιερές, τις τιμούν και τις λατρεύουν εδώ τις οδηγούσε στη σφαγή. Η συνείδησή του δεν τ' άντεξε και τις παράτησε. Αφησε τη βρώμα των ζώων κι έμπλεξε με τη βρώμα της μηχανής. Τα ρούχα του είναι πάντα μουσκεμένα από νερό και λάδια.

Τι θα κόστιζε στο νεόπλουτο τον κυρ-Ανέστη να τους εφοδιάσει και τους δυο με μια διαφημιστική φόρμα κι ένα ζευγάρι μπότες να μη βρίσκονται σ' αυτό το χάλι;

- Γιατί έφυγες από την πατρίδα σου; τον ρωτούν.

- Για να 'χω να τρώω, λέει και να μην κινδυνεύω να με μαχαιρώσουν στο δρόμο οι μουσουλμάνοι, οι Σιχ και οι Ινδουιστές, χωρίς λόγο, κατάλαβες;

Ανάμεσα σ' αυτούς που προσφέρει τις υπηρεσίες του ο Αλής, είναι και ένας ντικιτάγκας. Από μακριά κάνει μπαμ, δε χρειάζονται... συστάσεις! Αυτός δεν αρκείται στο πλύσιμο, στο λάδωμα και σε ό,τι άλλο προσφέρει το βενζινάδικο, ζητάει κι άλλα πράματα για την προσωπική του ικανοποίηση και φέρνει σε φοβερά δύσκολη θέση το παλικάρι, που κατάλαβε περί τίνος πρόκειται, αλλά έκανε τον αγαθό.

Μια μέρα, διάλεξε να 'ναι μεσημέρι που το κατάστημα υπολειτουργεί και ο καταστηματάρχης παίρνει τον υπνάκο του στην πολυθρόνα, για να κάνει την επίσκεψή του στο μαγαζί να τον στριμώξει στη γωνία και να του χουφτιάσει ξετσίπωτα «τ' απαυτά». Το παιδί τρελάθηκε, έμπηξε τις φωνές, ξυπνώντας τον κυρ-Ανέστη που έτρεξε φοβούμενος για ληστεία, όταν όμως κατάλαβε τι συνέβη, γύρισε και είπε χωρίς θυμό στο διεστραμμένο μεσήλικα:

- Ε, όχι κι έτσι, με το μαλακό!

Μετά ο λεγάμενος ρίχτηκε στον άλλο Ινδό, τον κοκαλιάρη Μαχμούτ που έναντι αμοιβής δέχτηκε να του προσφέρει τις υπηρεσίες του... σε προσωπικό επίπεδο!

Αυτό το επάγγελμα, όπως πολλά άλλα, άλλωστε, έχει και... τα τυχερά του! Οι διάβολοι που τριγυρνάνε τον ενάρετο σκούρο γόη δεν τον αφήνουν ν' αγιάσει! Αφού είδε κι έπαθε να απαλλαγεί από τον πρώτο ανώμαλο, ένας δεύτερος παρουσιάστηκε από κει που δεν περίμενε. Ανώτερος υπάλληλος και υπεράνω... πάσης υποψίας ο μυστήριος! Τίποτα δεν πρόδινε την κακή του ιδιότητα να κάνει σεξουαλικές σχέσεις με αρσενικούς. Κανένας δεν μπορούσε να φανταστεί ότι ο κύριος Γιάννης έχει αυτό το χούι ούτε τ' αφεντικό, που έχουν κι έχουν δει τα μάτια του, τόσα χρόνια στην πιάτσα...

Το παιδί βρέθηκε πάλι σε δύσκολη θέση. Ο άλλος επέμενε χειρονομώντας και προτείνοντας το πορτοφόλι, ο Ινδός τον έσπρωξε κάποια στιγμή, εκείνος παραπάτησε και γλιστρώντας στο λαδωμένο δάπεδο, έπεσε καταγής. Αυτό ήταν. Διαδόθηκε πως θέλησε να τον ληστέψει, ήρθε η αστυνομία, μάρτυρες δεν υπήρχαν, καλού κακού τον απέλασαν. Αλί και τρισαλί στον όμορφο Αλή. Αμέσως άλλος πήρε τη θέση του. Σα να μη συνέβη τίποτα, η δουλιά πάει ρολόι. Ας είναι καλά κάποιοι νεαροί λαθρομετανάστες που αναλαμβάνουν και τέτοιου είδους καθήκοντα, ανακουφίζοντας αυτούς που επιζητούν τη συνδρομή τους! Ανθρωποι για όλες τις δουλιές!! Τι κάνει η εξαθλίωση, μονολογούν άλλοι και καταριούνται γενικά και αόριστα τις «αόρατες δυνάμεις» που σπρώχνουν την ανθρωπότητα στο γκρεμό.

- Πάει ο κόσμος... χάλασε, επαναλαμβάνει και ο κυρ-Ανέστης καλώντας τους Ινδούς που... έχει «υπό την προστασία του» να δουν στην TV καταστροφές στον τόπο τους από τους σεισμούς! Βιβλική καταστροφή! Ανθρωποι και συντρίμμια δέθηκαν αναπόσπαστα σε μια μακάβρια μάζα. Δεν έμεινε τίποτα όρθιο. Ραγίζει η καρδιά σου...

Με τα ίδια ρίχτερ που ισοπέδωσαν την ινδική πόλη, το Λος Αντζελες δεν παίρνει χαμπάρι. Το ίδιο και με τους τυφώνες. Αλλη η αντοχή της λίθινης χαμοκέλας και άλλη των σιδηροκατασκευών της χλιδής και της υπεροψίας!

Οι παραγιοί συγκλονίστηκαν. Μέσα σ' αυτά τα ερείπια ίσως σκορπίστηκε και το δικό τους σπιτικό...

- Εδώ περνάτε πασάδες, τους πέταξε τ' αφεντικό μαζί μ' ένα πεντακοσάρικο για σουβλάκι, και φάγανε αυτοί... καλά κι αυτός καλύτερα!


Του Βαγγέλη ΜΗΝΙΩΤΗ

Ο Βαγγέλης Μηνιώτης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1927 και από νεαρή ηλικία άρχισε να γράφει στον τοπικό Τύπο. Συνεργάστηκε κατά καιρούς με διάφορα περιοδικά κυρίως με κλαδικά έντυπα, όπως «Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΓΣΕΕ», όπου είχε τη στήλη του χρονογραφήματος και «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΦΑΡΜΑΚΟΫΠΑΛΛΗΛΩΝ», που υπηρέτησε ανιδιοτελώς δεκαετίες, καθότι φαρμακοϋπάλληλος.

Οταν έγινε συνταξιούχος πια, έκανε την παρουσία του στα γράμματα με δέκα έως τώρα βιβλία, κάποια εκ των οποίων έχουν βραβευτεί.

Είναι Μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, της ΕΣΗΕΠ και άλλων πνευματικών ενώσεων.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ