ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 24 Ιούνη 2007
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η έξοδος από την «επιτήρηση» και η απάτη του δικομματισμού

Γρηγοριάδης Κώστας

Η πρόσφατη έξοδος της ελληνικής οικονομίας από την κοινοτική «διαδικασία επιτήρησης του υπερβολικού ελλείμματος» συνοδεύτηκε από έξαρση της ψευδεπίγραφης διαμάχης μεταξύ κυβέρνησης και ΠΑΣΟΚ. Οπως συνέβη και στη φάση εισόδου της ελληνικής οικονομίας στη «διαδικασία της επιτήρησης», έτσι και τώρα η συγκεκριμένη αντιπαράθεση σχετικά με το βαθμό επιτυχίας της κυβέρνησης, συγκαλύπτει τη στρατηγική συμφωνία των δύο πόλων του δικομματισμού για τον ταξικό προσανατολισμό της δημοσιονομικής πολιτικής που ακολουθείται τις δύο τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας.

Η δημοσιονομική πολιτική, η εκάστοτε διαχείριση του ύψους του δημοσίου χρέους και του ελλείμματος, δε συνιστά μια ανεξάρτητη μεταβλητή, αλλά αποτελεί συνιστώσα της συνολικής οικονομικής πολιτικής που ακολουθούν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ παλιότερα και της ΝΔ σήμερα. Μιας πολιτικής που θυσιάζει την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών και τα δικαιώματα των εργαζομένων, στο βωμό της θωράκισης της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου.

Η πολιτική αυτή δεν αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία. Εφαρμόζεται με συνέπεια σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ και κωδικοποιείται με την περιβόητη ευρωενωσιακή Στρατηγική της Λισαβόνας.

Πρόκειται για ένα στρατηγικό σχέδιο αναδιαρθρώσεων με στόχο την αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων της ΕΕ μέσα από την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων και τη λήψη μέτρων επιτάχυνσης της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου στην ευρωζώνη.

Η Στρατηγική της Λισαβόνας συνοδεύεται από τους όρους του Συμφώνου Σταθερότητας με τους οποίους η ΕΕ επιδιώκει να θωρακίσει τη νομισματική ενοποίηση σαν μέσο συγκόλλησης των άνισων επιπέδων καπιταλιστικής ανάπτυξης των κρατών - μελών της ΕΕ. Ιδιαίτερα μετά τη διεύρυνση της ΕΕ η πορεία του ευρώ δοκιμάζεται από την επίδραση του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης στο εσωτερικό της ευρωζώνης και από την ένταση του ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ και άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.

Η κοινή στόχευση του δικομματισμού

Η κυβέρνηση και το ΠΑΣΟΚ, καθώς και οι πολιτικές εκφράσεις τους σε επίπεδο Ευρωκοινοβουλίου, έχουν φυσικά συνυπογράψει και προωθούν τις προαναφερόμενες πολιτικές κατευθύνσεις της ΕΕ και της αστικής τάξης της χώρας μας.

Ο υπουργός Οικονομίας Γ. Αλογοσκούφης χαρακτήρισε μάλιστα την έξοδο από τη διαδικασία επιτήρησης σαν παράδειγμα επιτυχούς εφαρμογής του Συμφώνου Σταθερότητας.

Γι' αυτό οι βασικοί άξονες της οικονομικής πολιτικής δεν άλλαξαν με την είσοδο στη διαδικασία επιτήρησης, ούτε πρόκειται να μεταβληθούν μετά την έξοδο από αυτή. Παραμένουν σταθεροί, παρά την εναλλαγή του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ στη διακυβέρνηση της χώρας.

Συνοδεύονται από την προπαγανδιστική προβολή της ανάγκης να βελτιώνεται συνεχώς η κερδοφορία του κεφαλαίου, η παραγωγικότητα, η ανταγωνιστικότητα και ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ, σαν προϋποθέσεις για να αντιμετωπιστούν μελλοντικά οι κοινωνικές ανάγκες.

Στο όνομα αυτού του στόχου η κυβέρνηση της ΝΔ μείωσε από 35% σε 25% το συντελεστή φορολόγησης των κερδών για τους μεγάλους ιδιωτικούς ομίλους, συνεχίζοντας τη μείωση που είχε επιβάλει το ΠΑΣΟΚ από το 40% στο 35%. Προχώρησε σε κρατικές επιδοτήσεις έως και 60% της ιδιωτικής επένδυσης, μέσω του αναπτυξιακού νόμου. Επιτάχυνε την «απελευθέρωση» και τις ιδιωτικοποιήσεις σε τομείς στρατηγικής σημασίας (π.χ. ενέργεια, τηλεπικοινωνίες), συνεχίζοντας το δρόμο των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ.

Αξιοποιεί πόρους του Γ' και Δ' ΚΠΣ για να προωθήσει την «απελευθέρωση» της αγοράς εργασίας και τις αντιδραστικές ευέλικτες εργασιακές σχέσεις.

Ο ταξικός προσανατολισμός εξυπηρέτησης των αναγκών του μονοπωλιακού κεφαλαίου αντανακλάται λοιπόν σε όλες τις πτυχές της διαχείρισης του ύψους του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημόσιου χρέους. Αποτυπώνεται αφενός στην πρόσθετη αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος από τη φορολογία, στις ασφαλιστικές εισφορές, στις δαπάνες για την Υγεία και την Παιδεία και αφετέρου στη γενναία πολύμορφη κρατική επιχορήγηση της δράσης των μονοπωλιακών ομίλων.

Η επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων δεν πρόκειται να επιβραδυνθεί από την κυβέρνηση με την έξοδο από τη διαδικασία επιτήρησης. Τόσο ο Κοινοτικός επίτροπος Χ. Αλμούνια, όσο και ο υπουργός Οικονομίας Γ. Αλογοσκούφης ξεκαθάρισαν την επιμονή τους στην προώθηση των αναδιαρθρώσεων και στη δημοσιονομική προσαρμογή, με στόχο την επίτευξη ισοσκελισμένων προϋπολογισμών μέχρι το 2010. Ετσι η λαϊκή οικογένεια θα κληθεί να επωμιστεί πρόσθετα βάρη από επιπλέον φόρους και περικοπές κοινωνικών δαπανών που προσεγγίζουν τα 6 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα προετοιμάζεται η μεγάλη επίθεση συρρίκνωσης των ασφαλιστικών δικαιωμάτων.

Τα αρνητικά αποτελέσματα αυτής της πολιτικής για τους εργαζόμενους είναι ορατά και επιβεβαιώνονται από τη θεωρητική ανάλυση. Την ώρα που ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης της χώρας παραμένει από τους υψηλότερους στην ευρωζώνη και τα κέρδη των εισηγμένων επιχειρήσεων στο Χρηματιστήριο Αθηνών αυξήθηκαν κατά 30% το 2006, οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι και το 20% των εργαζομένων εξακολουθεί να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Ταυτόχρονα ο συνολικός δανεισμός των λαϊκών νοικοκυριών από τις τράπεζες πλησιάζει τα 90 δισ. ευρώ.

Η ταξική πόλωση που διευρύνει συνεχώς η αντιλαϊκή πολιτική του δικομματισμού είναι φανερή και δεν μπορεί να διασκεδαστεί με τη διάθεση κρατικών πόρων λιγότερων από το 1% του ΑΕΠ, που εξαγγέλλει η κυβέρνηση για τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας.

Η απάντηση των εργαζομένων

Οι εργαζόμενοι μπορούν να διεκδικήσουν ουσιαστική ικανοποίηση του συνόλου των αναγκών τους, με βάση τον αυξανόμενο πλούτο που παράγεται σήμερα στη χώρα μας.

Δεν πρέπει να εγκλωβιστούν στις ψευδεπίγραφες διαφοροποιήσεις του ΠΑΣΟΚ, που διευκολύνουν την προώθηση των βασικών επιλογών της κυβερνητικής πολιτικής.

Το ΠΑΣΟΚ στηρίζει την κατάργηση των εργασιακών σχέσεων μόνιμης και σταθερής εργασίας και προβάλλει σαν διαφωνία του με τη ΝΔ, την απουσία κοινωνικού διαλόγου και επαρκούς δικτύου προστασίας των θυμάτων αυτής της πολιτικής. Μια «διαφωνία» που εξυπηρετεί την κυβέρνηση, η οποία επιδιώκει τη μέγιστη δυνατή συναίνεση στο συγκεκριμένο ζήτημα.

Το ΠΑΣΟΚ στηρίζει ενεργά την επιτάχυνση της «απελευθέρωσης» και ιδιωτικοποίησης τομέων στρατηγικής σημασίας. Επιχειρεί να διαφοροποιηθεί από την κυβέρνηση προβάλλοντας το στόχο των ισχυρών δημοσίων επιχειρήσεων (εθνικών πρωταθλητών) μέσα στο πλαίσιο της «απελευθέρωσης».

Ομως σε μια «απελευθερωμένη» ανταγωνιστική αγορά κάθε επιχείρηση, ανεξάρτητα από το ποσοστό μετοχών που κατέχει το δημόσιο, είναι υποχρεωμένη να κινηθεί με γνώμονα την κερδοφορία των μετοχών της. Με αυτό το κριτήριο αντιμετωπίζει τόσο τους εργαζομένους της αυξάνοντας το βαθμό εκμετάλλευσης, όσο και τη λαϊκή κατανάλωση προσθέτοντας νέα βάρη.

Το ΠΑΣΟΚ συμφωνεί με την κυβέρνηση στη γενναία κρατική ενίσχυση των επενδύσεων των ιδιωτικών ομίλων. Δηλώνει όμως ότι θα αυξήσει - αν γίνει κυβέρνηση - τους φορολογικούς συντελεστές στα διανεμόμενα κέρδη των μετόχων, ενώ την ίδια στιγμή εμφανίζεται να στοχεύει στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων και στην ομαλή ανοδική πορεία του Χρηματιστηρίου.

Η κριτική του ΣΥΝ αποπροσανατολίζει εστιάζοντας στην υποτιθέμενη αναποτελεσματικότητα της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει το δημόσιο χρέος. Ο ΣΥΝ εκφράζει, βέβαια, διαφωνία με την κυβερνητική δημοσιονομική πολιτική, αλλά στην ουσία αποδέχεται το πλαίσιο που τη γεννά, δηλαδή την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίου με τη διασφάλιση της κερδοφορίας του μέσα στην ευρωζώνη. Καλλιεργεί την αυταπάτη ότι μπορεί να ικανοποιηθούν οι λαϊκές ανάγκες και να μειωθεί η επιβάρυνση της λαϊκής οικογένειας χωρίς ουσιαστικές συγκρούσεις με το μεγάλο κεφάλαιο.

Το ΚΚΕ επιλέγει το δρόμο του ασυμφιλίωτου αγώνα με τα συμφέροντα του ελληνικού και ευρωπαϊκού μονοπωλιακού κεφαλαίου. Αντιπαλεύει τη δημοσιονομική προσαρμογή που φορτώνει νέα βάρη στη λαϊκή οικογένεια και ενισχύει ακόμα περισσότερο τους ωφελημένους από αυτή την πολιτική.

Αντιπροτείνει έναν άλλο δρόμο ανάπτυξης, που θέτει στο επίκεντρο την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, σύμφωνα με τον κοινωνικό πλούτο που παράγεται. Το δρόμο της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής, του κεντρικού σχεδιασμού της οικονομικής ζωής και του λαϊκού ελέγχου.

Για να ανοίξει αυτός ο ελπιδοφόρος δρόμος των ριζικών ανατροπών στο επίπεδο της εξουσίας προβάλλουμε στον αντίποδα της πολιτικής του δικομματισμού τους στόχους διασφάλισης της σταθερής και πλήρους εργασίας, της κατάργησης των έμμεσων φόρων στα είδη λαϊκής κατανάλωσης, της αποκλειστικά δημόσιας και δωρεάν Υγείας και Παιδείας, της κατάργησης κάθε κρατικής ενίσχυσης της δράσης των μονοπωλιακών ομίλων, της αποκλειστικά δημόσιας καθολικής Κοινωνικής Ασφάλισης.

Σε αυτή την κατεύθυνση ξεδιπλώνουμε τις αγωνιστικές μας πρωτοβουλίες το επόμενο διάστημα. Οι εργαζόμενοι μπορούν και πρέπει να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους αξιοποιώντας και την επερχόμενη εκλογική μάχη. Να δώσουν ένα αποφασιστικό πλήγμα στις πολιτικές δυνάμεις που υπηρετούν το καπιταλιστικό κέρδος. Να προκύψει αδύναμη κυβέρνηση και αδύναμη αξιωματική αντιπολίτευση. Να δυναμώσει το ΚΚΕ, ο οργανωτής της λαϊκής αγωνιστικής πρωτοβουλίας και συμμαχίας, με στόχο τη λαϊκή εξουσία.


Του
Μάκη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*
*Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ