ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 24 Φλεβάρη 2017
Σελ. /24
100 χρόνια ΚΚΕ

Βρισκόμαστε ένα βήμα πριν από την επέτειο των 100 χρόνων από τη γέννηση του ΚΚΕ.

Ποια είναι τα καθήκοντα των σημερινών κομμουνιστών;

Τι διδαχθήκαμε στη διάρκεια αυτού του αιώνα;

Πού μεγαλουργήσαμε, ποια λάθη κάναμε;

Βρισκόμαστε μπροστά σε νέες συνθήκες, πολύ διαφορετικές από αυτές προηγούμενων δεκαετιών. Μπροστά σε μία ιδεολογική επίθεση - καταιγίδα της αστικής τάξης με όλα τα μέσα που διαθέτει.

Καλώς ή κακώς το ΚΚΕ είναι σήμερα η ναυαρχίδα του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος.

Το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα βρίσκεται σε υποχώρηση και οι ευθύνες γι' αυτό βαρύνουν όλους μας.

Τι οδήγησε στις αντεπαναστατικές ανατροπές;

Η εκτίμησή μου είναι ότι δεν ευθύνεται μόνο η οικονομική πολιτική αλλά και η βαθιά υποτίμηση της ιδεολογικής δουλειάς τόσο στα κόμματα του υπαρκτού σοσιαλισμού όσο και στα κόμματα των καπιταλιστικών χωρών, η υποτίμηση του «ευρωκομμουνισμού», η χαλάρωση της πάλης ενάντια στο ρεφορμισμό και κυρίως η υποβάθμιση της κριτικής απέναντι στις επιλογές της ηγεσίας του ΚΚΣΕ (κάτι που ισχύει και για το Κόμμα μας), η μη συμμετοχή των εργατικών μαζών στις σοσιαλιστικές χώρες στη λήψη των αποφάσεων, η περιθωριοποίηση των διαφορετικών απόψεων μέσα στα Κομμουνιστικά Κόμματα των σοσιαλιστικών χωρών, η υποχώρηση δηλαδή της ταξικής συνείδησης.

Βρισκόμαστε ένα βήμα πριν τον γενικευμένο ιμπεριαλιστικό πόλεμο που θα σπρώξει την ανθρωπότητα (μέσα από ποταμούς αίματος) ή στη βαρβαρότητα ή μπροστά, προς τη νέα κοινωνία, την κομμουνιστική. Ας είμαστε προετοιμασμένοι όσο γίνεται γι' αυτό το ενδεχόμενο, να μην αφήσουμε την εργατική τάξη της Ελλάδας να γίνει θυσία στα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα.

Ας ξεχάσουμε τον ειρηνικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, όχι γιατί εμείς δεν τον θέλουμε αλλά γιατί οι ιμπεριαλιστές δεν υπάρχει περίπτωση ποτέ να δώσουν ειρηνικά την εξουσία.

Υψιστο καθήκον όλων των κομμουνιστών, των φίλων και οπαδών του Κόμματός μας είναι η διαφύλαξη των αρχών του μαρξισμού - λενινισμού, η ασίγαστη πάλη με τους οπορτουνιστές και τους κάθε λογής αυτόκλητους αριστερούς, η καθοδήγηση των εργατικών μαζών στην ταξική αναμέτρηση με τους ιμπεριαλιστές, ντόπιους και ξένους, η διαρκής επαγρύπνηση.

Ο 20ός αιώνας μάς έδωσε πολλά διδάγματα που το Κόμμα μας μπορεί και πρέπει να αναδείξει όσο γίνεται πιο πολύ μέσα από ιδεολογικά και ιστορικά μαθήματα στις κατά τόπους ΚΟΒ και στα οποία θα συμμετέχουν μέλη, οπαδοί και φίλοι του. Να μάθουν οι νέοι κομμουνιστές την Ιστορία του ΚΚΕ, χωρίς ωραιοποιήσεις, καυτηριάζοντας τα λάθη μας και απονέμοντας ευθύνες όπου αυτές υπάρχουν.

Η Ιστορία του Κόμματός μας είναι γεμάτη από αγώνες και χιλιάδες νεκρούς αγωνιστές.

Η ηρωική δράση των Ελλήνων κομμουνιστών μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και στη συντριβή του ναζισμού.

Η ηρωική δράση του ΔΣΕ διδάσκει όλους μας ότι και αν ο εχθρός είναι ισχυρότερος η ταξική μάχη πρέπει να δοθεί μέχρι το τέλος.

Αν δεν μπορέσαμε ακόμα να νικήσουμε αυτό οφείλεται σε αντικειμενικούς αλλά και υποκειμενικούς παράγοντες. Ολα δείχνουν ότι η Ιστορία αναθέτει στο ΚΚΕ το ρόλο του καθοδηγητή του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Ας είμαστε λοιπόν έτοιμοι για τους αγώνες που έρχονται, που είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσουν το λαό μας και τους λαούς όλου του κόσμου στην κομμουνιστική κοινωνία.

Είναι επιτακτική ανάγκη να ανεβάσουμε το ιδεολογικό και πολιτικό μας επίπεδο εκεί που απαιτούν οι καιροί με τη μελέτη των εντύπων του Κόμματος αλλά και με τη δουλειά καθενός μας προσωπικά. Είμαστε πίσω σε αυτόν τον τομέα και η κοινωνία κινείται πλέον με ταχύτητα φωτός.

Πρέπει να αναδείξουμε πιο πλατιά και μαζικά τα εργατικά στελέχη σε όλες τις βαθμίδες του Κόμματος.

Τα τελευταία χρόνια η ΚΕ έχει κάνει ένα μεγάλο αγώνα για την αντιμετώπιση αντιλήψεων που στο παρελθόν έβλαψαν το Κόμμα μας (όπως οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες) και πραγματικά πιστεύω ότι βρισκόμαστε στο σωστό δρόμο.

Η κριτική που γίνεται στις Θέσεις για τα Κομμουνιστικά Κόμματα των άλλων χωρών με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Μόνο που αυτή η κριτική κατά τη γνώμη μου έπρεπε να είναι πιο αναλυτική και να επεκτείνεται και σε άλλα κόμματα εκτός της Κίνας και της Κούβας, όπως για παράδειγμα το ΑΚΕΛ. Ακόμα θα ήθελα αυτή η κριτική να έχει γίνει νωρίτερα και με πιο αυστηρό τρόπο ώστε να γνωρίζουν όλοι ότι το Κόμμα μας διαχωρίζει τη θέση του από τις πολιτικές αυτών των κομμάτων και να μη δημιουργούνται συγχύσεις στον απλό κόσμο αλλά και σε εμάς.

Τέλος, χαιρετίζω την αυτοκριτική της ΚΕ σε όλους τους τομείς της δράσης του Κόμματος.

ΖΗΤΩ ΤΟ 20ό ΣΥΝΕΔΡΙΟ

ΖΗΤΩ ΤΑ 100ΧΡΟΝΑ ΤΟΥ ΚΚΕ


Γιώργος Αραβαντινός
Φίλος του ΚΚΕ, Κουκάκι

Η επιτομή του αδιεξόδου

Διανύουμε μια ιστορική εποχή του καπιταλισμού, που είναι πολύ δύσκολο γι' αυτόν να αναπαραχθεί. Το γεγονός αυτό γίνεται ιδιαίτερα φανερό μετά την καπιταλιστική οικονομική κρίση. Οι ρυθμοί ανάπτυξης των βασικών καπιταλιστικών δυνάμεων είναι χαμηλοί και για ορισμένες καπιταλιστικές χώρες είναι σχεδόν στάσιμοι, με αποτέλεσμα, ορισμένες απ' αυτές, να μην έχουν ξεπεράσει ακόμη τα προ της κρίσης επίπεδα ανάπτυξης.

Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό γνώρισμα της σύγχρονης εποχής είναι το γεγονός ότι αυτή η δυσκολία αναπαραγωγής, πέρα από τη γνωστή πρακτική των κυρίαρχων τάξεων να επιρρίπτουν τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης στις πλάτες των εργαζομένων, που τους εντείνει την εξαθλίωση και τους αυξάνει την ανεργία, οδηγεί τον καπιταλισμό στην πλήρη ανάπτυξη όλων των αντιθέσεων που τον διαπερνούν.

Παραπέρα, η δυσκολία του αυτή οξύνει τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, αυξάνει τη ροπή του προς την πολιτική αντίδραση, πολιτική αντίδραση σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, στις επιστήμες, στον πολιτισμό, στις ανθρώπινες αξίες. Οδηγεί στην αύξηση των τοπικών πολέμων.

Ολα τα παραπάνω συμβαίνουν, γιατί το ξαναμοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί όπως παλιότερα, ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα ενός παγκόσμιου πολέμου, την ίδια στιγμή, που το παγκόσμιο οικονομικό ενδιαφέρον μετακινείται σταθερά προς την Ανατολή, όπου δεσπόζει η παρουσία της Λαϊκής Κίνας, η οποία ακόμη και κατά τη διάρκεια της καπιταλιστικής κρίσης είχε αξιοσημείωτους ρυθμούς ανάπτυξης.

Ολες οι παγκόσμιες δυνάμεις, μπροστά σ' αυτήν την κατάσταση, επιδιώκουν να εξασφαλίσουν τις καλύτερες προϋποθέσεις δράσης τους για την επόμενη ημέρα. Στη χειρότερη θέση τόσο από την άποψη των υλικών προϋποθέσεων όσο και των οικονομικών, των πολιτικών και στρατιωτικών δυνατοτήτων, βρίσκεται η Ευρωπαϊκή Ενωση, που η συνοχή της έχει δεχτεί ισχυρό χτύπημα, με τη δρομολόγηση της αποχώρησης της Βρετανίας. Παράλληλα, τα διαλυτικά της φαινόμενα εντείνονται.

Την ίδια στιγμή, το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα τελεί κάτω από την επίδραση των αντεπαναστατικών ανατροπών. Αδυνατεί να ξεπεράσει τα κρισιακά του φαινόμενα, δεν μπορεί να συγκροτηθεί σε μια υπολογίσιμη πολιτική δύναμη, που θα καθοδηγήσει την εργατική τάξη και τους συμμάχους της. Ακόμη και Κομμουνιστικά Κόμματα, που διατηρούν σημαντικές δυνάμεις, όπως το Κόμμα μας, αδυνατούν να πρωταγωνιστήσουν στις πολιτικές εξελίξεις των χωρών τους. Αυτή είναι η πραγματικότητα.

Προς επίρρωση της παραπάνω διαπίστωσης που διατυπώνω - και για να μη θεωρηθεί ως μια υπερβολή -, θα επικαλεστώ την ίδια τη δράση του Κόμματός μας, που σε συνθήκες βαθιάς και παρατεταμένης οικονομικής κρίσης και ελεγχόμενης χρεοκοπίας της χώρας μας και υπό το βάρος των αλλεπάλληλων μνημονίων, βρίσκεται, κατά την ίδια του την εκτίμηση, μπροστά στην ύφεση του Εργατικού Κινήματος, μπροστά στην οδυνηρή απώλεια σημαντικού τμήματος των εκλογικών του δυνάμεων, αλλά και των δυνάμεών του στο μαζικό κίνημα, που προκύπτει από τη συνολική μείωση της συμμετοχής των εργαζομένων σ' αυτό, ενώ θα ανέμενε κανείς το ακριβώς αντίθετο.

Πρέπει να αναγνωρίσουμε, ως πρώτο κύριο λόγο, ότι οι αιτίες αυτής της κατάστασης για το Κόμμα μας βρίσκονται στην εγκατάλειψη βασικών λενινιστικών επεξεργασιών, που, τώρα, παρά ποτέ, η δυσκολία αναπαραγωγής του καπιταλισμού τις καθιστά επίκαιρες. Ο άλλος κύριος λόγος είναι ότι στη σχέση Στρατηγικής και Τακτικής οι επεξεργασίες του Κόμματος, ιδιαίτερα μετά το 18ο Συνέδριο, υποβαθμίζουν αφόρητα τη δεύτερη.

Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι το Κόμμα μας αποκόπτεται από τη δυνατότητα ουσιαστικής και συγκεκριμένης πολιτικής παρέμβασης, πάντα στην κατεύθυνση του στρατηγικού του στόχου, γιατί πάνω απ' όλα Τακτική σημαίνει Πολιτική, συγκεκριμένη πολιτική προσέγγισης των μαζών.

Παράγωγο αποτέλεσμα για το Κόμμα μας είναι να μην μπορεί να αξιολογήσει και ιεραρχήσει, στη διαλεκτική τους ενότητα, τις αντιθέσεις - διεθνείς και στη χώρα μας, την αξιοποίησή τους, να μην μπορεί να εκτιμήσει με ακρίβεια τις σχέσεις των τάξεων και να αποτιμά σε κάθε στιγμή τους πραγματικούς συσχετισμούς των δυνάμεων, γεγονός που το οδηγεί στην υποτίμησή τους, να μην μπορεί να συνδέσει διαλεκτικά τις αντικειμενικές συνθήκες πραγματοποίησης της Σοσιαλιστικής Επανάστασης με τις αντίστοιχες υποκειμενικές, τέλος, να αποκλίνει συνεχώς προς μια γενικολογία, η οποία έρχεται να καλύψει τις αδυναμίες του και που είναι ο πιο θανάσιμος εχθρός της συγκεκριμένης ανάλυσης των συγκεκριμένων συνθηκών.

Το αποτέλεσμα είναι να βρίσκεται συνεχώς σε μια διχοστασία, σε μια ταλάντευση, ανάμεσα στη γενική του ανάλυση και στη συγκεκριμένη του πολιτική. Δύο παραδείγματα είναι χαρακτηριστικά:

Το ένα αφορά την ανάλυσή του για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τον κίνδυνο γενίκευσής του. Τελικά, φαίνεται να εξαρτά μονόπλευρα την πραγματοποίηση του στρατηγικού του στόχου από την έκβαση του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Από την άλλη, η θέση του για το πώς θα αντιμετωπίσει έναν ιμπεριαλιστικό πόλεμο, σε συνθήκες πραγματικού πολέμου, όπως π.χ. της Συρίας, θέτει σε ισχυρή δοκιμασία τη θέση του.

Το δεύτερο αφορά τη θέση του για την αναπλήρωση των απωλειών. Υποτίθεται ότι αυτή η διεκδίκηση αποτελεί τη συγκεκριμένη απάντηση στην πολιτική της ντόπιας αστικής τάξης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που θα ωθήσει την εργατική τάξη και τους συμμάχους της στη συνειδητοποίηση της ανάγκης για την επαναστατική ανατροπή.

Την ίδια στιγμή, κατά την εκτίμηση του Κόμματος, μια επιστροφή στα προ της κρίσης επίπεδα είναι αδύνατη. Το συγκεκριμένο μετατρέπεται σε ατέρμον γενικό, να μην μπορεί να παίξει το ρόλο του, να εγκλωβίζει το Κόμμα και τη δράση του στο επίκαιρο, στο καθημερινό, ενώ, ταυτόχρονα, να αφήνει διάπλατα ανοιχτή την πόρτα στη διεξαγωγή αποκλειστικά της οικονομικής πάλης. Και θα τολμήσω να πω πως τέτοια παραδείγματα ήδη έχουν εμφανιστεί.

Αυτό που πρέπει να επισημάνω με έμφαση είναι ότι αυτή η συλλογιστική του Κόμματος δεν υπηρετεί ούτε το στρατηγικό του στόχο ούτε και την καθημερινή του πάλη. Είναι αδιέξοδη. Και οι «Θέσεις» αναπαράγουν αυτό το αδιέξοδο.

Η ανάπτυξη της δράσης του Εργατικού Κινήματος είναι «εκ των ων ουκ άνευ». Δεν το συζητάμε. Από εκεί θα προέλθει και η ενίσχυση της δύναμης και του πολιτικού ρόλου του Κόμματος. Το αντίθετο δεν μπορεί να συμβεί.

Οπως και η ανασυγκρότηση του Εργατικού Κινήματος είναι παλιότερο αίτημα, που επανέρχεται οξύτερο, λόγω της ύφεσης. Το κλειδί, όμως, που θα μας λύσει το πρόβλημα είναι ότι αυτή η ανάπτυξη της δράσης του Εργατικού Κινήματος, η ανασυγκρότησή του, απαιτεί και συγκεκριμένη πρόταση εξόδου από την οικονομική κρίση, μπούσουλα δράσης, που να συσπειρώσει τις κοινωνικές δυνάμεις που πλήττονται πιο πολύ από αυτήν, που θα στοχεύει στην αλλαγή των τάξεων στην εξουσία, στην κατεύθυνση του σοσιαλισμού. Εδώ σίγουρα θα κριθεί η μάχη.


Παναγιώτης Γεωργιάδης
ΚΟΒ ΕΜΠ Βιομηχανίας

Κομμουνιστική επιθεώρηση ΟΧΙ κομμουνιστική αναθεώρηση

Σύντροφοι και συντρόφισσες με αυτήν την παρέμβαση θέλω να χαιρετίσω τις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο, το στόχο για το οργανωτικο - πολιτικό ατσάλωμα του ΚΚΕ και να ασκήσω κριτική σε ορισμένες αντιλήψεις που στέκονται εμπόδιο.

Η θεμελίωση της κοσμοθεωρίας μας, του επιστημονικού κομμουνισμού από τους κλασικούς αποκάλυψε τις νομοτέλειες κίνησης της Ιστορίας, της εξέλιξης των κοινωνικο - οικονομικών σχηματισμών, έλυσε θεωρητικά μια κι έξω τη βασική αντίθεση της καπιταλιστικής κοινωνίας και έχει αποδείξει την ισχύ της και την ανωτερότητα της και ιστορικά, με τη νίκη της μεγάλης Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης.

Σήμερα, σε φάση νίκης της αντεπανάστασης και εγκλωβισμού των λαών στον φαύλο κύκλο της καπιταλιστικής ανάπτυξης και κρίσης τα περιθώρια ανάπτυξης της θεωρίας περιορίζονται σε επιμέρους επιστήμες και ζητήματα έρευνας - μελέτης, όπως τον εντοπισμό των αιτιών που οδήγησαν στην ανατροπή των κρατών της εργατικής τάξης στην ΕΣΣΔ που σε βασικές γραμμές έχει εκπληρωθεί από το 18ο Συνέδριο του ΚΚΕ.

Το πέρασμα στη σοσιαλιστική οικοδόμηση, η εξέλιξη της κοινωνίας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εξέλιξη της θεωρίας, σύμφωνα με την υλιστική αντίληψη δεν πάει αντίστροφα. Η αντιπαράθεση με τις διάφορες ανακυκλούμενες αντιδραστικές και οπορτουνιστικές θεωρίες μάς θέτει σήμερα το καθήκον της διάδοσης και αφομοίωσης της κοσμοθεωρίας για τη συγκέντρωση δυνάμεων, την οργάνωση της κρίσιμης μάζας με βάση το Πρόγραμμά μας για την κομμουνιστική επανάσταση.

Η γενίκευση της πείρας σήμερα από την καθημερινή οργάνωση της ταξικής πάλης μέχρι τη χάραξη ενιαίας επαναστατικής στρατηγικής στο διεθνές εργατικό κομμουνιστικό κίνημα χρειάζεται να αντιστοιχηθεί με τον μαρξισμό - λενινισμό. Επομένως, δεν είμαστε σε φάση για ανάπτυξη της θεωρίας, αλλά αντιστοίχισής της με την πράξη και πιστεύω πως η αντίθετη άποψη περιέχει το σπέρμα ενός σύγχρονου, ύπουλου αναθεωρητισμού με μικροαστική κοινωνική βάση ριζωμένη στην μικρο-ιδιοκτησία αλλά και τη μισθωτή σκλαβιά. Αποσυνδέει την πάλη για τους όρους διαβίωσης από την πάλη για την εξουσία. Ουσιαστικά, προσανατολίζει τον ταξικό αγώνα στην άμβλυνση της βασικής αντίθεσης και όχι στη λύση της με ταβάνι την ανάκτηση των απωλειών. Δηλαδή, εκφυλίζει τον ταξικό χαρακτήρα του εργατικού κινήματος, έρχεται ξεκάθαρα σε αντίθεση με την Θέση 66.

Χαρακτηριστικό του αναθεωρητισμού της σύγχρονης εποχής, ο οποίος επιδρά εντός κι εκτός των γραμμών μας, είναι ότι λειτουργεί ως προγεφύρωμα εισβολής αστικών κριτηρίων στις κομματικές μας οργανώσεις. Για παράδειγμα η αντίληψη ότι κουνάμε το δάχτυλο στον κόσμο κι έχουμε δασκαλίστικο ύφος είναι άλλη μια έκφραση της κριτικής ότι δήθεν η πολιτική του ΚΚΕ δεν πείθει, είναι δογματική επειδή δεν είναι επικοινωνιακή, επειδή δεν υπακούει στους κανόνες του μάρκετινγκ δηλαδή, επειδή είναι εργατική και όχι αστική.

Παράλληλα, προωθεί την τακτική του να χαϊδεύουμε αυτιά, να υποτάσσουμε την πολιτική μας στον αρνητικό συσχετισμό, εγκαταλείποντας την κομματική μας γλώσσα, την ταξική - μαρξιστική ορολογία και τελικά τη διάδοσή της που αποτελεί το βασικό εργαλείο εκλαΐκευσης του Προγράμματός μας και τη μοναδική πολιτική έκφραση της εργατικής τάξης.

Με την παραπάνω λογική ορισμένοι μάλιστα έχουν φτάσει στο σημείο να φέρνουν σε αντιπαράθεση τις σύγχρονες κατακτήσεις με τις μεγάλες ιστορικές κατακτήσεις του εργατικού κινήματος και της σοβιετικής εξουσίας, υποστηρίζουν ότι μόνο με τις πρώτες πείθουν. Στην ουσία, τους είναι πιο εύκολο να τις πουλήσουν στον κόσμο, να κάνουν μάρκετινγκ δηλαδή, χωρίς να κάνουν τον κόπο να ανεβάσουν την ταξική πολιτική συνείδηση.

Μάταια προσπαθούν να διασπείρουν τον οικονομισμό, να διαχωρίσουν το εργατικό κίνημα από την πρωτοπορία του, αφού η ταξική πάλη δεν καταργείται, μόνο με αυτήν την γραμμή κερδίζονται συνειδήσεις.

Στην εκατοντάχρονη ηρωική του πορεία το Κόμμα μας αντιμετώπισε με όλες τις μορφές πάλης και πίστη στην εργατική τάξη από τους ισχυρότερους ιμπεριαλιστές μέχρι τους πιο ελεεινούς οπορτουνιστές. Δεν μας σταματάει τίποτα, σύντροφοι.

Εμπρός για την ανασύνταξη του διεθνούς εργατικού κομμουνιστικού κινήματος!

Ζήτω το 20ό Συνέδριο του ΚΚΕ!


Νίκος Τσαρουχάς
ΚΟΒ Μεταμόρφωσης

Για τη σχέση Κόμματος - Κινήματος

Συμφωνώ με το κείμενο των Θέσεων. Οι Θέσεις αναδεικνύουν την πρωτοπόρα δράση των κομμουνιστών ως προϋπόθεση για την ανασύνταξη του κινήματος. Πολλές φορές μένουμε σε αυτήν τη φράση γενικόλογα αγνοώντας το περιεχόμενό της. Γιατί αποτελεί προϋπόθεση; Διότι είμαστε πιο αγωνιστές από άλλους; Διότι είμαστε πιο οργανωμένοι; Το βασικότερο στοιχείο που μας κάνει πρωτοπορία είναι το επαναστατικό Πρόγραμμα του ΚΚΕ. Εφόσον έχουμε τέτοιο, αποτελούμε το πιο συνειδητό τμήμα της εργατικής τάξης (ΕΤ), την ανώτερη μορφή οργάνωσής της.

Ο καθοδηγητικός ρόλος του ΚΚ (αυτή είναι η σχέση κόμματος - κινήματος) έγκειται στο γεγονός ότι συνδέει την καθημερινή πάλη της ΕΤ με τον κομμουνισμό, με τις νέες αναγκαίες για την κοινωνία σχέσεις παραγωγής. Αυτή η σύνδεση είναι που δίνει μαχητικότητα με διάρκεια στο κίνημα. Δίνει ουσιαστικό περιεχόμενο στην αντι-εργοδοτική στάση των εργαζομένων, η οποία μπορεί να υπάρχει σε έναν βαθμό από μόνη της. Μόνο αυτή η σύνδεση μπορεί να δώσει αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα στην πάλη, να φέρνει την ΕΤ όχι απέναντι στους ξεχωριστούς εργοδότες αλλά απέναντί τους σαν τάξη των καπιταλιστών.

Σε άλλα άρθρα του προσυνεδριακού αναφέρεται η δυσκολία του έργου να τραβήξεις τους εργαζόμενους από την απογοήτευση, όταν π.χ. κλείνει μια επιχείρηση. Πράγματι, ποια πτυχή ενός αμιγούς συνδικαλιστικού αγώνα μπορεί να εξηγήσει γιατί μια καπιταλιστική επιχείρηση δεν έκλεισε λόγω κακής διαχείρισης ή να απαντήσει στο αν οι εργαζόμενοι έπρεπε να είχαν δεχτεί μειώσεις μισθών; `Η να αντιμετωπίσει την απογοήτευση αν δεν κερδηθούν τα δεδουλευμένα, αν δεν πετύχουν τα αιτήματα; Ποιος θα μπορούσε να εξηγήσει αυτές τις αντικειμενικές εξελίξεις εκτός από τους κομμουνιστές; Επομένως, νομίζω ότι η δουλειά των κομμουνιστών συνδικαλιστών πρέπει να ξεκινά από την παραδοχή ότι ένας άλλος κόσμος είναι αναγκαίος και εφικτός. Οσο αυτό δεν γίνεται εξηγώντας το μάλιστα μέσα από το μετερίζι των εργαζόμενων σε κάθε χώρο, η δράση τους θα είναι καταδικασμένη να περιορίζεται στα όρια του συνδικαλισμού, ο οποίος δίχως τέτοιο περιεχόμενο μπορεί να γυρίσει και εναντίον τους.

Αυτό επιβεβαιώνεται από την πείρα μας στην περιοχή από τη δράση ενός συνδικάτου Ξενοδοχοϋπαλλήλων, όπου η πλειοψηφία του ΔΣ, αν και δεν συμφωνεί με τη γραμμή μας, έχει δώσει όχι λίγες μάχες τα τελευταία χρόνια. Ομως το βασικότερο μέσο πάλης που επέλεγαν, γύρω από το οποίο μάλιστα συσπειρώνονταν για πολλά χρόνια οι μερικές εκατοντάδες μέλη του σωματείου, είναι το γνωστό στους εποχικούς εργαζόμενους «αίτημα επαναπρόσληψης», που αποτελεί μια άμυνα απέναντι στον ξενοδόχο. Βέβαια, την ίδια στιγμή δεν συμμετείχαν, ή τουλάχιστον δεν έδιναν τη μάχη της μαζικοποίησης σε γενικές απεργίες ή και απεργίες του κλάδου. Από τη δράση τους φαίνεται ότι θεωρούν τα δικαστήρια πιο οξυμένη μορφή πάλης από την ίδια την απεργία. Τη μάχη για τα δεδουλευμένα από ξενοδοχεία που έκλεισαν την περιόρισαν στις δίκες ενάντια στον εργοδότη. Το ίδιο έκαναν και για άλλα ζητήματα. Μάλιστα, επέμεναν σε αυτό ενώ κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών μια σειρά κεκτημένα του κλάδου τσακίστηκαν. Εναπόθεταν τη βελτίωση της κατάστασης σε μια «τίμια» κυβέρνηση και στη διαφάνεια των αστικών θεσμών.

Η εμπιστοσύνη στους θεσμούς και η αποθέωση του αστικού δικαστηρίου τούς κόστισε όταν όλα αυτά τους πρόδωσαν. Οι ίδιοι απογοητεύτηκαν, πολύ περισσότερο οι εργαζόμενοι οι οποίοι πια δεν ανταποκρίνονται ούτε στο όπλο της «επαναπρόσληψης» και προτιμούν την ατομική διαπραγμάτευση με τον εργοδότη, με ό,τι συμβιβασμό αυτό συνεπάγεται. Οι συνδικαλιστές, τώρα πιο απογοητευμένοι λόγω της αποσυσπείρωσης, κριτικάρουν τα μέλη του σωματείου γιατί «δεν καταλαβαίνουν». Ο κομμουνιστήςμ λοιπόν, αν ήταν εκεί (αυτό είναι ένα 1ο ζήτημα), ακόμα και με όρους μειοψηφίας, θα πάλευε για να μειώνεται το κύρος των αστικών θεσμών. Ισως, όσο η τακτική της «επαναπρόσληψης» μεσουρανούσε, να μην είχε απήχηση σε εργαζόμενους, να μην τον ακολουθούσαν παρά ελάχιστοι παρόλο το δίκιο του. Την αποκαθήλωση των αστικών θεσμών, ακόμα και όταν αυτοί φαινομενικά σε εξυπηρετούν, ποιος θα μπορούσε να την πάρει πάνω του αν όχι ο κομμουνιστής; Ποιος άλλος; Κατ' επέκταση, ποιος εργαζόμενος θα το δέχεται αυτό στη συνείδησή του αν δεν απομακρύνεται όλο και περισσότερο από την αστική ιδεολογία, αν δεν πείθεται όλο και περισσότερο ότι ένας άλλος κόσμος είναι αναγκαίος και εφικτός;

Σε όποιον δεν αρέσει και του φαίνεται «στένεμα» η σύνδεση του εργατικού κινήματος με τον κομμουνισμό, να μας πει τι θα απαντήσει στους χιλιάδες απολυμένους που δεν δικαιώνονται, φυσικά ούτε από τα αστικά δικαστήρια. Αν τους πούμε για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης είναι «σεχταριστικό», ενώ αν παλέψουν για τον εκδημοκρατισμό των αστικών θεσμών, ανταποκρίνεται περισσότερο στην ανάγκη της εποχής;

Η συγκέντρωση δυνάμεων για την επανάσταση εξαρτάται από την ύπαρξη κομμουνιστών στους νευραλγικούς χώρους και από την προβολή και ζύμωση με βάση αυτό που καλείται να οικοδομηθεί μετά την επανάσταση. Και αυτό από τώρα, σε μη επαναστατικές συνθήκες. Σε αυτό κρινόμαστε, στο πόσο έτοιμη θα είναι η εργατική τάξη να δώσει την κρίσιμη μάχη την κρίσιμη στιγμή.

Για τον Ιμπεριαλιστικό Πόλεμο

Κάτω από αυτό το πρίσμα πρέπει να δούμε και το ζήτημα του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Οχι απλά σαν πρόβλεψη που κάνει κάποιος αν χρησιμοποιεί τα διαλεκτικά εργαλεία. Αλλά σαν οδηγό καθηκόντων στο σήμερα, τώρα. Πρώτον, γιατί ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος είναι «ο μεγάλος σκηνοθέτης της επανάστασης», διότι από αυτόν μπορεί να προκύψει επαναστατική κατάσταση. Δεύτερον, γιατί η στάση του εργατικού κινήματος απέναντί του θα κρίνει την επιτυχία ενδεχόμενης εξέγερσης. Η στάση αυτή δεν μπορεί να αφεθεί να κριθεί τότε. Θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να τραβήξεις την ΕΤ μακριά από την αστική ιδεολογία σε τέτοιες συνθήκες. Ας αναλογιστούμε το εξής. Επαναστατική κατάσταση πού είναι πιθανότερο να διαμορφωθεί; Στην πλευρά του νικητή ή μήπως στην πλευρά του ηττημένου αστικού στρατοπέδου; Πού πιθανότερα θα αποδιοργανωθεί το αστικό κράτος; Αυτό έχει απαντηθεί από τον Λένιν και έχει εφαρμοστεί από τους μπολσεβίκους. Αν υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να εύχεται η ΕΤ, είναι να βγει η αστική τάξη της χώρας της όσο πιο αδύναμη γίνεται από τον πόλεμο. Σε εκείνες τις συνθήκες, δεν θα είναι καθόλου εύκολο να αποδείξουμε ότι μια τέτοια θέση δεν είναι «προδοσία της πατρίδας», αν από σήμερα, μαζί με την ανάδειξη του χαρακτήρα του πολέμου και των νομοτελειών που οδηγούν σε αυτόν, δεν δώσουμε μάχη ώστε η ΕΤ να αντιλαμβάνεται την πατρίδα στην ταξική της πραγματικότητα.

Εύχομαι κάθε επιτυχία στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΕ


Θέμος Βασιλείου
ΤΕ Εύβοιας του ΚΚΕ

Για τις Θέσεις

1. Σκέψεις πάνω στην Πολιτική Συμμαχιών (Θέση 58, 67)

Η βασική αντίθεση είναι κεφάλαιο - εργασία. Με βάση την πολιτική συμμαχιών μας, η οποία περιλαμβάνει και μικρούς ΕΒΕ, μπορεί ένας κομμουνιστής να μισθώνει εργασία; Αν όχι, πού το ξεκαθαρίζουμε αυτό στα κείμενα του Κόμματος; Αν ναι, θεωρούμε τελικά ότι η συνείδηση προηγείται του αντικειμενικού είναι;

Είναι σημαντικό να μη θολώνουν οι αντικειμενικές σχέσεις εκμετάλλευσης εργοδότη - εργαζόμενου για χάρη μιας πιθανής συμμαχίας. Στον επισιτισμό π.χ. στον οποίο απασχολείται το 10,4% των εργαζομένων στην Ελλάδα, το 49% των εργατών απασχολείται σε μικρές επιχειρήσεις που απασχολούν μέχρι 10 εργαζόμενους (ΚΟΜΕΠ 6/2016). Οσο κι αν πλήττεται ένας μικρός εργοδότης από τα μονοπώλια, εξακολουθεί να εκμεταλλεύεται τους εργαζόμενούς του, η βασική αντίθεση κεφάλαιο - εργασία παραμένει, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

2. Σκέψεις για το ζήτημα των «λεγκαλιστικών αυταπατών» (Θέση 65)

Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια έξαρση ακροδεξιού ακτιβισμού, από ωμές επιθέσεις που πια είναι τόσο συνηθισμένες που περνάνε απαρατήρητες, καταλήγοντας μέχρι και σε νεκρούς. Από τις αποκαλυπτικά πολιτικές επιθέσεις σε βάρος μεταναστών, εργατών και την επίθεση στο ΠΑΜΕ, μέχρι και σε τυφλές επιθέσεις σε απλές αντιφασιστικές rap συναυλίες! (5/7/13, λίγους μήνες πριν τη δολοφονία του rapper Φύσσα, επίθεση με μολότωφ σε συναυλία στην πλατεία Δαβάκη στην Καλλιθέα). Η συνεργασία ή έστω τα στραβά μάτια των θεσμών του αστικού κράτους είναι δεδομένα, η εμπειρία από τη δίκη της ναζιστικής Χρυσής Αυγής δείχνει πολλά. Εχουμε ήδη αποκαλύψει και καταδικάσει το ναζισμό χωρίς να περιμένουμε την αστική δικαιοσύνη. Mε τις κωλυσιεργίες της έχει ήδη δείξει τις προθέσεις της. Ο λόγος αντικειμενικά είναι πια μόνο σε εμάς. Χωρίς να παρασυρόμαστε από φωνές που επί της ουσίας διαχωρίζουν τον αντιφασιστικό από τον αντικαπιταλιστικό αγώνα, έχουμε την υποχρέωση και την αριθμητική υπεροχή στο κίνημα να ανεβάσουμε τους τόνους, να ακυρώνουμε συγκεντρώσεις και πορείες τους, να αποκλείουμε γραφεία τους. Εχουν γίνει πολλά από το προηγούμενο Συνέδριο μέχρι σήμερα, οπότε ίσως είναι και ζήτημα αυτοπροστασίας πλέον. Τέτοιου είδους δράση αναπόφευκτα θα μας οδηγήσει σε γκρίζες νομικά ζώνες. Υπάρχει ανάγκη όμως να αναγκάσουμε τους φασίστες να νιώσουν την καυτή ανάσα μας, όπου προσπαθούν να χύσουν το ρατσιστικό τους δηλητήριο. Διάσπαρτες αντιφασιστικές ομάδες, με βασικό αιμοδότη τον α/αναρχικό χώρο, παρά τη μικρή δύναμή τους, φαίνονται ιδιαίτερα κινητικοί προς αυτή την κατεύθυνση, κερδίζοντας έτσι και συμπάθεια και ιδεολογική επιρροή σε τμήματα της νεολαίας, εντέλει βέβαια σκοντάφτοντας στα ίδια τα ιδεολογικά τους αδιέξοδα.

3. Σκέψεις πάνω στο γυναικείο ζήτημα (Θέσεις 59, 67)

Δεχτήκαμε δικαιολογημένη κριτική για τη θέση μας για το σύμφωνο συμβίωσης. Θεωρώ ότι σε μεγάλο βαθμό, οι επεξεργασίες μας για το θέμα, όπως αποτυπώνονται σε διάφορες στιγμές (ΚΟΜΕΠ 15/3, 16/1, «Ρ» 20/12/15), ξεκινάνε τόσο από αυθαίρετες υποθέσεις και καταλήγουν σε εξίσου αυθαίρετα συμπεράσματα. Είναι δύσκολο να αναλύσω εδώ εκτεταμένα αποσπάσματα λόγω οικονομίας χώρου. Ισως αντανακλούν την άποψη της επιστημονικής κοινότητας σε περασμένες δεκαετίες. Στην «Καταγωγή της οικογένειας» του Ενγκελς («Σύγχρονη Εποχή», σελ. 100-101) διαβάζουμε ότι στο μέλλον οι άνθρωποι θα φτιάξουν «τη δική τους ζωή και τη δική τους αντίστοιχη κοινή γνώμη για τις πράξεις του καθενός και - τελεία και παύλα». Η ανθρωπότητα βάζει μπροστά της τα ζητήματα που μπορεί να λύσει. Σαν πρωτοπόροι και κομμουνιστές, που μεταξύ άλλων θεωρούμε ότι το μεγάλωμα των παιδιών πρέπει να είναι κοινωνική υπόθεση, είναι δική μας υποχρέωση να διαμορφώνουμε την αντίστοιχη ευνοϊκή κοινή γνώμη για το ξεπέρασμα της δεδομένης πυρηνικής οικογένειας, να αδράττουμε τις ευκαιρίες που μας δίνει η επικαιρότητα να αποδομούμε το μεταφυσικό της περιτύλιγμα και να ξεσκεπάζουμε την ιστορικότητα και τον οικονομικό της ρόλο. Εκτός κι αν, για να μην αποκτήσει το παιδί «παραποιημένη αντίληψη αυτής της βιολογικής σχέσης των δύο φύλων», γίνουμε αντίθετοι π.χ. και στη μονογονεϊκή οικογένεια όπου το παιδί δεν γνωρίζει πατέρα, ή στην υιοθέτηση παιδιού από γονείς με διαφορετικό χρώμα δέρματος, ή θεωρήσουμε πως ένα ορφανό παιδί αποκτά «ομαλότερη ψυχοσωματική και κοινωνική ανάπτυξή» μέσα σε ένα ίδρυμα, από ό,τι αν το υιοθετούσαν και το μεγάλωναν ομοφυλόφιλοι, άτομα χωρίς καν σύντροφο, ή γενικότερα άνθρωποι που έχουν επιλέξει διαφορετικές μορφές συμβίωσης, ακόμα και κοινοβιακές. Ηδη απορρέουν δικαιώματα από τη σεξουαλικότητα κάποιου - μόνο οι ετεροφυλόφιλοι έχουν δικαίωμα να τεκνοθετούν. Η σεξουαλικότητα, ή ακόμα και η έλλειψη αυτής, δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να θεωρείται κριτήριο για την καταλληλότητα κάποιου να υιοθετήσει, τι σχέση μπορεί να έχει με την ικανότητα κάποιου να είναι υπεύθυνος κηδεμόνας.

Πολύ σημαντική επίσης είναι η ανάδειξη από το εργατικό ή το γυναικείο κίνημα περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης σε εργάτριες από προϊστάμενους στους χώρους εργασίας. Υπάρχει διπλός φόβος που πρέπει να σπάσει, από τη μία της απόλυσης, από την άλλη των κάθε είδους ταμπού, που κάνουν τις γυναίκες να διστάζουν να τα αναφέρουν. Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, ο λόγος για το γυναικείο κίνημα πρέπει να είναι πρωτίστως στις γυναίκες.

4. Σκέψεις πάνω στην παρέμβαση του Κόμματος στον πολιτισμό (Θέση 73)

Είναι κρίμα από τη μία να έχουμε ένα σημαντικό θεωρητικό κεκτημένο (π.χ. Συνέδριο για τον Μπρεχτ, ομιλία Ελένης Μηλιαρονικολάκη στο σεμινάριο της ΤΟ Καλλιτεχνών κ.λπ.), από την άλλη να αφήνουμε αναξιοποίητο τεράστιο μέρος αυθεντικής, ζωντανής, πρωτότυπης νεολαιίστικης καλλιτεχνικής δημιουργίας που «ψάχνεται» πολιτικά αλλά δεν είναι ακόμα ώριμη. Φυσικός της χώρος είναι το ΚΚΕ, αλλά αξιοποιείται από άλλους χώρους, οι οποίοι σε τελική ανάλυση χτίζουν «πελατεία» με βάση τα πολιτιστικά αντανακλαστικά τους και την παρέμβασή τους εκεί. Εν τέλει στα φεστιβάλ μας υπάρχουν περιπτώσεις που παρακολουθούμε μουσικές διασκευές ξανά και ξανά, ανεχόμαστε σεξιστικά αστεία των γνωστών καλλιτεχνών υποστηρικτών του ΕΠΑΜ, ραπ «συγκροτήματα» που θησαύρισαν υμνώντας και προβάλλοντας την καλοπέραση. Ετσι αδικούμε οι ίδιοι τον εαυτό μας και τις ικανότητές μας ειδικά στο μέρος της νεολαίας που, ερχόμενο για πρώτη φορά σε επαφή με την πολιτική, βγάζει συμπεράσματα και μέσα από τη στάση μας στο πολιτιστικό. Η σημασία της τέχνης, αν και σε καμία περίπτωση πρωταρχική, είναι μεγάλη, πιθανόν τα τραγούδια να μπορούν να φτάσουν εκεί που δεν φτάνουν οι αναλύσεις και τα καλέσματα.

Ολα αυτά χωρίς να υποτιμούμε την ιδιαίτερη φύση της εργασίας του καλλιτέχνη, ειδικά στον καπιταλισμό, που όταν είναι αποκομμένος από την παραγωγή, άρα δεν είναι γειωμένος με τα πραγματικά προβλήματα, σε συνδυασμό με την προβολή που του δίνει ο χώρος, ίσως να οδηγείται πιο εύκολα σε μικροαστικές αντιλήψεις και λόγο.

Ζήτω το 20ό Συνέδριο.


Αντώνης Ρηγόπουλος
φίλος του ΚΚΕ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ