ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 24 Δεκέμβρη 2000
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΑΛΕΚΑ ΠΑΠΑΡΗΓΑ
Η άποψη του ΚΚΕ για τον κρατικό προϋπολογισμό

Η ομιλία της ΓΓ της ΚΕ του Κόμματος στη συζήτηση του προϋπολογισμού του 2001 στη Βουλή

 

«Ο δρόμος της σήψης, της καταστροφής των παραγωγικών δυνάμεων, με παλιές και νέες μορφές, δεν είναι νομοτέλεια για την κοινωνική παραγωγή». Αυτό τόνισε η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, στην παρέμβασή της από το βήμα της Βουλής, κατά τη συζήτηση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2001. Ο «Ρ» δημοσιεύει σήμερα εκτενή αποσπάσματα από την ομιλία της Αλέκας Παπαρήγα:

«Να μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με κάτι που μπορεί να ξαφνιάσει. Θεωρώ ότι η πιο ολοκληρωμένη, ειλικρινής τοποθέτηση στα θέματα του προϋπολογισμού προήλθε από τον υπουργό Υγείας, τον κ. Παπαδόπουλο, ο οποίος ανέδειξε πολύ γλαφυρά το πολιτικό ζήτημα γύρω από την πορεία της ελληνικής οικονομίας, πέρα και ανεξάρτητα από τους διάφορους οικονομικούς δείκτες, που και αυτοί, ακόμα και όταν είναι λογιστικά μαγειρεμένοι, έχουν την αξία τους. Η εισαγωγή του κ. Παπαδόπουλου απέδειξε ότι η αυτοπεποίθηση, που δείχνει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας γύρω από το ελληνικό θαύμα, είναι πλαστή. Δε θέλω να υποστηρίξω ότι υπάρχουν διαφορές πολιτικής και προσανατολισμού ανάμεσα στους δύο υπουργούς. Αντίθετα, και οι δύο κινούνται στην ίδια νεοφιλελεύθερη λογική, όπως η γενική κυβερνητική πολιτική. Απλά ο ένας κρύβει τις αντιφάσεις και ενδεχομένως τις μικρότερες ή μεγαλύτερες ωρολογιακές βόμβες που υπάρχουν στο υπόστρωμα της ελληνικής οικονομίας, ενώ ο άλλος τις υπαινίσσεται. Ο κ. Παπαδόπουλος ανέδειξε το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας ως, πριν απ' όλα, πολιτικό ζήτημα, και έχει δίκαιο. Προβάλλει την ανησυχία του για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, όχι για να αναγνωρίσει ότι αυτό το πρόβλημα είναι γέννημα της εσωτερικής πολιτικής και ταυτόχρονα αποτέλεσμα της συμμετοχής της χώρας σε μια καπιταλιστική περιφερειακή ένωση, που έχει γνώρισμά της την ανισόμετρη ανάπτυξη και τις σχέσεις κυριαρχίας και εξάρτησης, αλλά για να καλέσει το λαό σε νέες θυσίες».

Σύγχρονα «λευκά κελιά»

«Κατά τη δική μας εκτίμηση, ξεκινώντας από μια διαφορετική ιδεολογική και πολιτική αφετηρία, εκτιμάμε ότι τα επόμενα χρόνια η ελληνική οικονομία θα βρεθεί σε πιο βαθύ κύκλο κρίσης από αυτούς που γνώρισε στο πρόσφατο παρελθόν, γι' αυτό και ο λαός πρέπει να έχει την ετοιμότητα και την πρόγνωση να μη γίνει για μια ακόμη φορά, και τώρα πιο δραματικά, η σύγχρονη Ιφιγένεια στο βωμό των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου.

Οσοι εντός και εκτός Βουλής πιστεύουν, ότι με τη δήθεν εποικοδομητική φιλοκοινοτική πολιτική τους θα πείσουν την κυβέρνηση να κάνει μια μερική αναδιανομή υπέρ των λαϊκών στρωμάτων, πλανώνται ή θέλουν να πλανώνται οικτρά. Δεν υπάρχει τέτοια ελπίδα. Στις σύγχρονες συνθήκες έχουν φθάσει στα όριά τους οι ελιγμοί που στο παρελθόν γνωρίζαμε, όπου γινόταν κάποια αναδιανομή ώστε να μπει σε κάποιο κανάλι και η λαϊκή δυσαρέσκεια. Για να γίνει έστω και η ανεπαρκής για τα σημερινά δεδομένα αναδιανομή, απαιτούνται πολύ σκληρές ταξικές συγκρούσεις. Η κυβέρνηση προετοιμάζει το λαό για να δεχτεί νέο πακέτο σκληρών μέτρων, αυτή είναι η αλήθεια, και ορισμένοι υπουργοί έχουν αναλάβει να προετοιμάσουν το λαό γι' αυτό. Τα "λευκά κελιά" δεν αφορούν μόνο τα τραγικά θύματα της Αγκυρας. "Λευκά κελιά" υπάρχουν και τέτοια όπως στην Τουρκία και στην Ευρώπη και άλλα σύγχρονα "λευκά κελιά" χωρίς φρουρούς, τα "λευκά κελιά" των οικογενειών των ανέργων, των φτωχών».

Θέμα ταξικών προσανατολισμών

«Πριν τοποθετηθώ στο καίριο ζήτημα, δηλαδή πού πάει η ελληνική οικονομία, τι σκοπεύουν να ρίξουν στις πλάτες του λαού, εκ μέρους της ΚΟ του ΚΚΕ θέλω να κάνω μια απλή ανακεφαλαίωση στα όσα πολύ καθαρά υπογράμμισαν οι βουλευτές του ΚΚΕ για τον προϋπολογισμό.

Για το ΚΚΕ το δημοσιονομικό αποτέλεσμα κρίνεται όχι από τις μεθόδους κατάρτισης του Προϋπολογισμού 2001 αλλά από τους ταξικούς προσανατολισμούς του. Ακόμα και να υποθέσουμε ότι ο φετινός προϋπολογισμός είναι πραγματικά πλεονασματικός, στο μέγεθος που υποστηρίζει η κυβέρνηση, το βέβαιο είναι ότι εκφράζει πλεόνασμα υπερεκμετάλλευσης του λαού, όχι μόνο στο επίπεδο των μισθών και γενικότερα της εργασίας, αλλά και εκτός εργασίας.

Η αύξηση της κερδοφορίας ήταν πολλαπλάσια της αύξησης του κύκλου εργασιών για τις μεγάλες επιχειρήσεις.

Η κερδοφορία ήταν μικρότερη για τις μικρές επιχειρήσεις. Υπάρχει σημαντικός αριθμός μικρών επιχειρήσεων, κυρίως στο εμπόριο και τη βιοτεχνία, που καταστρέφονται ή επιβιώνουν στα όρια του αφανισμού, ενώ ήδη έχουν αφανιστεί μικρές αγροτικές εκμεταλλεύσεις. Στο χώρο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων οι τιμές, η αξία, η επαγγελματική στέγη καθορίζονται από τις μεγάλες επιχειρήσεις.

Το διαθέσιμο εισόδημα μισθωτών και συνταξιούχων βρίσκεται καθηλωμένο σε επίπεδα της δεκαετίας του 1980. Μεγάλο μέρος της ιδιωτικής κατανάλωσης στηρίζεται στην πίστωση.

Οι χρηματιστηριακές επενδύσεις μισθωτών, συνταξιούχων, μεσαίων στρωμάτων της πόλης και της υπαίθρου έχουν κάνει φτερά. Στην καλύτερη περίπτωση ελπίζουν ότι θα χάσουν λιγότερο από ό,τι φαίνεται, ενώ τα όνειρά τους περί κερδών έχουν σβήσει για τους περισσότερους.

Εχουν επιδεινωθεί οι όροι ανάπτυξης και αναπαραγωγής των φυσικών και πνευματικών ικανοτήτων των εργαζομένων, αφού ολοένα και περιορίζεται η όποια γενική κρατική υποχρέωση γι' αυτές, στους τομείς παιδείας, υγείας, πρόνοιας, ασφάλισης.

Οι προβλεπόμενες αυξήσεις δαπανών δεν αναιρούν την πολιτική συρρίκνωσης των κοινωνικών παροχών. Σημειώνουμε ότι η πραγματικότητα για την Ελλάδα είναι ζοφερή, αφού κατέχει τις τελευταίες θέσεις της ΕΕ.

Η όποια θετική μεταβολή του ΑΕΠ (εκτίμηση για 4,1% το 2000 και πρόβλεψη για 5% το 2001), της παραγωγικότητας της εργασίας, αφορά την ενίσχυση της κερδοφορίας κυρίως του μεγάλου κεφαλαίου. Δεν έχει θετικό αντίκρισμα στη μεταβολή των μισθών και συντάξεων της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων.

Παράλληλα, οι οδηγίες με τη μορφή ανοιχτών ή από τα ίδια τα πράγματα δεσμεύσεων της ΕΕ, ο Κρατικός Προϋπολογισμός, το Γ΄ ΚΠΣ, η φορολογική, πιστωτική, επενδυτική πολιτική αφαιρούν υπεραξία, συσσωρεύουν κεφάλαια, εκμεταλλευόμενοι τη μικρή παραγωγή. Αλλα ζητήματα, όπως η επαγγελματική στέγη, αυξάνουν τις δυσκολίες για διευρυμένη αναπαραγωγή στις μικρές επιχειρήσεις.

Το "ενδιαφέρον" της ΕΕ για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς και το ανάλογο κυβερνητικό, σε καμία περίπτωση δεν αγγίζει το μεγάλο μέρος των πραγματικών μικρών επιχειρήσεων, που κινούνται στο χώρο της βιοτεχνίας, του λιανικού εμπορίου, των ελεύθερων επαγγελματιών της διατροφικής αλυσίδας (π.χ. ψαράδων, κρεοπωλών κλπ.), των μικρομεσαίων αγροτικών εκμεταλλεύσεων κλπ.

Φαινομενικά δελεαστικά κοινοτικά προγράμματα, π.χ., του αγροτοτουρισμού σε περιοχές και κυρίως νησιά με παραγωγικές δυνατότητες (π.χ. κτηνοτροφίας στη Νάξο) είναι η υποθήκευση του μέλλοντος των αγροτών, παρόμοια μ' εκείνη που πραγματοποιήθηκε στους καπνοπαραγωγούς, μέσω των ΕΟΚικών προγραμμάτων.

Ετσι, το αποτέλεσμα της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής για το 2000 και η προοπτική του για το 2001 είναι οι πλούσιοι να γίνουν πλουσιότεροι και οι φτωχοί να γίνουν φτωχότεροι».

Η προέλευση των εσόδων

«Η κύρια πηγή συγκέντρωσης εσόδων είναι το λαϊκό εισόδημα, καθώς τα έσοδα στηρίζονται κατά 93,40% στα φορολογικά έσοδα, που με τη σειρά τους προέρχονται από τα λαϊκά στρώματα, είτε μέσω της άμεσης και έμμεσης φορολογίας αλλά και από τον πληθωρισμό που μεγάλωσε.

Δε μας πείθει η κυβέρνηση ότι το 2001 δε θα χρειαστεί να δανειστεί χρήματα, αλλά και αν είναι έτσι, αυτό το δήθεν αγαθό πάλι βασίζεται στην επιδίωξή της να πάρει νέα αντιλαϊκά μέτρα, ιδιαίτερα στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής.

Υπάρχει και μια άλλη πλευρά, πολύ σοβαρή για μας. Αν ο προϋπολογισμός είναι πλεονασματικός, δε δείχνει τίποτε άλλο παρά πλεόνασμα αντι-δημοκρατίας, πλεόνασμα κρατικής καταστολής και εργοδοτικής βίας. Με ποια έννοια θίγουμε το ζήτημα αυτό:

Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια, ή μάλλον τους τελευταίους μήνες, έχουμε σημαντικές εργατικές, λαϊκές αντιστάσεις στην κυβερνητική πολιτική, που παίρνουν πολυμορφία, και μετά τις εκλογές, ιδιαιτέρως μετά τις εκλογές. Αυτές οι αντιστάσεις δεν μπόρεσαν βεβαίως να παρεμποδίσουν τη λήψη αντιλαϊκών μέτρων, γιατί ενώ είναι ανοδικές δεν έχουν φθάσει σε εκείνο το επίπεδο που να βάζουν σοβαρά εμπόδια στις κυβερνητικές επιλογές. Οχι γιατί δε θέλουν οι εργαζόμενοι να παρεμποδίσουν την κυβέρνηση, αλλά γιατί συναντούν κάθε μέρα αυτό που λέμε εργοδοτική βία, κήρυξη απεργιών εκτός νόμου, ένα κλίμα αυξανόμενης τρομοκρατίας.

Πάντως, και αυτό είναι θετικό και ελπιδοφόρο για το μέλλον, έχουν βάλει αυτές οι κινητοποιήσεις την κυβέρνηση σε κάποιο σκεπτικισμό και ίσως φόβο για το αν θα μπορεί τους επόμενους μήνες να περνάει την πολιτική της με τη μια ή την άλλη ευκολία. Εμείς πιστεύουμε ότι δεν είναι μακριά η στιγμή της αντίστροφης μέτρησης».

Το μέλλον της ελληνικής οικονομίας το 2001

«Οπως είναι γνωστό, σ' ολόκληρη τη δεκαετία του '90 το εμπορικό ισοζύγιο είναι αρνητικό και χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη αύξηση του όγκου των εισαγωγών σε σχέση με την αύξηση του όγκου των εξαγωγών. Πρόκειται για μια χαρακτηριστική πλευρά επιδείνωσης της ανταγωνιστικής θέσης της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ.

Η εξέλιξη του εμπορικού ισοζυγίου για το 1999 επηρεάστηκε από τρεις σημαντικούς παράγοντες:

  • Την αύξηση της τιμής του αργού πετρελαίου και την επίδρασή της στο ισοζύγιο καυσίμων
  • Την αύξηση της εισαγωγικής διείσδυσης στις κατηγορίες μηχανημάτων, ηλεκτρικών συσκευών και μηχανών, μεταφορικών μέσων
  • Τη διατήρηση του όγκου των εξαγωγών στα επίπεδα του 1998, παρά το γεγονός ότι οι χρηματικές εισπράξεις παρουσιάζουν αύξηση σ' αυτό το σκέλος.

Επίσης, επέδρασε η μείωση του ειδικού βάρους των αγροτικών προϊόντων και των βιομηχανικών προϊόντων χαμηλής τεχνολογίας στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης αναδιάρθρωσης στο κλαδικό επίπεδο.

Παράλληλα, πρέπει να επισημάνουμε τη σημαντική αλλαγή στη σύνθεση των ελληνικών εξαγωγών και εισαγωγών στη δεκαετία του '90, ιδιαίτερα σε σχέση με την ΕΕ. Ετσι, οι ελληνικές εξαγωγές προς την ΕΕ από 68% του συνόλου των εξαγωγών στις αρχές της δεκαετίας του '90 πέφτουν στο 51% το 1999.

Ετσι, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας στην Εκθεσή του για το 1999 επισημαίνει μεταξύ άλλων ως παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν αποκλίσεις στις οικονομικές επιδόσεις των χωρών της ευρω-ζώνης:

  • Την ύπαρξη διαφορετικών φάσεων του οικονομικού κύκλου στις χώρες-μέλη ενώ ακολουθείται ενιαία νομισματική πολιτική
  • Την ύπαρξη εξωτερικών παραγόντων (π.χ. εισαγωγές πετρελαίου) που επηρεάζουν ασύμμετρα τις επιμέρους χώρες.

Αλλά και η Εκθεση Σύγκλισης του 2000 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επισημαίνει ότι "η ελληνική οικονομία δεν παρουσιάζει τον ίδιο βαθμό ενσωμάτωσης στις ευρωπαϊκές αγορές προϊόντων. Κατά την περίοδο 1996-'98 ο δείκτης ενδοκοινοτικό εμπόριο / ΑΕΠ για την Ελλάδα ήταν της τάξης του 10%, δηλαδή ο χαμηλότερος στην ΕΕ" (σελ. 33, ελ. εκδ.). Επισημαίνεται επίσης ότι η δομή των εσόδων της Ελλάδας από εξαγωγές διαφέρει από εκείνη των άλλων οικονομιών της ζώνης του ευρώ (αφού οι ελληνικές εξαγωγές μεταποιημένων προϊόντων κινούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα) και ότι αναμένεται ένταση της εισαγωγικής διείσδυσης από την Κοινότητα.

Στον ορίζοντα της επόμενης 5ετίας, η ελληνική οικονομία θα έχει να αντιμετωπίσει την εξάντληση συγκυριακών παραγόντων που επέδρασαν θετικά στην καπιταλιστική ανάπτυξη της προηγούμενης πενταετίας (1995-2000), όπως:

  • Των κοινοτικών εισροών που, κατά τον Κρατικό Προϋπολογισμότου 2001, τροφοδοτούν το μεγαλύτερο μέρος των δημοσίων επενδύσεων
  • Της εισροής ξένων κεφαλαίων που συνέβαλαν στην αύξηση της κεφαλαιοποίησης και των χρηματιστηριακών συναλλαγών, κυρίως όμως σε μια περίοδο που άλλες αναδυόμενες αγορές βρέθηκαν σε κρίση
  • Της μαζικής εισροής μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού από το εξωτερικό, που χρησιμοποιήθηκε για τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, την επέκταση αντιδραστικών αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις
  • Επίσης, τις πληθωριστικές πιέσεις λόγω της ενεργειακής εξάρτησης (κυρίως εισαγωγής πετρελαίου), την καθοδική πορεία της ισοδυναμίας του ευρώ ως προς το δολάριο ΗΠΑ και το γιαπωνέζικο γιέν
  • Κυρίως, την εξάντληση της ανοδικής φάσης στον κύκλο της οικονομικής κρίσης.

Η εξαρτημένη και υποδεέστερη θέση της ελληνικής οικονομίας στα πλαίσια της ΕΕ, του διεθνούς συσχετισμού στις διακρατικές εμπορικές συμφωνίες (π.χ. ΠΟΕ) και Ενώσεις (π.χ. ΟΟΣΑ, ΝΑΤΟ), την καθιστά πιο ευάλωτη στις συνέπειες όξυνσης του ανταγωνισμού και της ανισόμετρης ανάπτυξης, στις δυσλειτουργίες του ευρώ ως ενιαίου νομίσματος, στο ενδεχόμενο μιας νέας φάσης ύφεσης στην ΕΕ και στις ΗΠΑ.

Η γεωπολιτική της θέση στα Βαλκάνια, στη ΝΑ Μεσόγειο, που συνορεύει με την Εγγύς και Μέση Ανατολή, περιοχή που συνιστά κόμβο πολλών αντιθέσεων, μπορεί να γίνει παράγοντας όξυνσης της κρίσης.

Η επόμενη οικονομική κρίση στην Ελλάδα θα είναι βαθύτερη. Θα οξύνει τη λαϊκή δυσαρέσκεια και με ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να επιδράσει θετικά στη συσπείρωση και αντεπίθεση για βαθύτερες ανακατατάξεις δυνάμεων σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο».

Σχετικά με το στρατιωτικό δόγμα της χώρας, τις δαπάνες και τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης

«Είναι αδύνατο να συζητάμε για κρατικό προϋπολογισμό, για προϋπολογισμό της ζωής των εργαζομένων, χωρίς να πάρουμε υπόψη το δυσβάσταχτο κόστος των στρατιωτικών δαπανών, που το πληρώνει πολλαπλά ο λαός και μόνο ο λαός.

Ορισμένοι συνήθως υποστηρίζουν ότι οι στρατιωτικές δαπάνες καθορίζονται αποκλειστικά από τα επιχειρηματικά συμφέροντα των διεθνικών μονοπωλίων που παράγουν όπλα και θησαυρίζουν. Σίγουρα αποτελεί αυτό λογική του συστήματος που ζούμε. Αλίμονο όμως αν πιστεύουμε ότι οι αυξανόμενοι εξοπλισμοί εκφράζουν μόνο κερδοφορία των παραγωγών όπλων. Οι εξοπλισμοί, αυτοί που κάνουμε και εμείς ως Ελλάδα, είναι μέρος του προγράμματος διά των όπλων, με τα όπλα να υποχρεωθούν οι λαοί σε πειθαρχία, είναι μέρος της επεκτατικής πολιτικής, σύμφωνα με την οποία αλλάζουν σύνορα, διανέμονται αγορές και πλούτη ανάμεσα στους ισχυρούς ιμπεριαλιστές.

Το πρόβλημα των προβλημάτων είναι ότι σήμερα άλλαξε και επίσημα το στρατιωτικό δόγμα της χώρας. Από αμυντικό γίνεται επιθετικό, δηλαδή αγοράζονται όπλα, εξοπλίζεται ο στρατός για δράση εκτός συνόρων, κατά λαών. Επομένως, πρόκειται όχι απλά για μια ανώφελη θυσία αλλά για μια άκρως επικίνδυνη θυσία.

Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση υιοθετεί ανοιχτά το επιθετικό σε βάρος των λαών δόγμα, ακριβώς την ίδια ώρα κάνει πως δε βλέπει ότι η χώρα μας είναι εκτεθειμένη σε κινδύνους από την πλευρά των ίδιων των συμμάχων της. Τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας παραμένουν σε αμφισβήτηση, ενώ η γειτονική χώρα μπορεί να αμφισβητεί τα σύνορα στο Αιγαίο χωρίς κανείς να την ψέγει, όπως ουσιαστικά δεν την ψέγει για το μακελειό αίματος στις τουρκικές φυλακές. Το να μιλήσουμε για ευρω-υποκρισία είναι το λιγότερο, πρόκειται για ευρω-έγκλημα.

Την ίδια ώρα, λοιπόν, που τα σύνορα της χώρας αμφισβητούνται όχι μόνο από την Τουρκία αλλά και από το ΝΑΤΟ, την ίδια ώρα που η ΕΕ σχηματίζει και επίσημα διευθυντήριο, η ελληνική κυβέρνηση επείγεται να κλείσει τα ΜΟΕ με την Τουρκία. Αυτή τουλάχιστον είναι η εκτίμησή μας. Με την ευκαιρία θα θέλαμε μια απάντηση από τον πρωθυπουργό. Σε ποια φάση βρίσκονται τα ΜΟΕ;

Εμείς, όπως και κάθε λογικός άνθρωπος, κατανοούμε απόλυτα ότι οι δύο λαοί, όλες οι γειτονικές χώρες, πρέπει να ζήσουμε αρμονικά, με ειρήνη και με σχέσεις οικονομικής συνεργασίας μεταξύ μας. Οτι μια τέτοια συμβίωση αποκλείει τον εθνικό εγωισμό, τον εθνικισμό και το σοβινισμό.

Ομως, έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι αυτή η ανάγκη δεν μπορεί να ικανοποιηθεί με το νέο δόγμα του ΝΑΤΟ και την πολιτική της ΕΕ. Οτι δεν μπορεί να είναι σταθερά ειρηνική, βιώσιμα ειρηνική, όταν οι κυβερνήσεις των δύο χωρών, των γειτονικών χωρών γενικά ανταμώνονται σε συμμαχίες που θέλουν τους λαούς διαιρεμένους χάριν των κερδών. Ανησυχούμε βάσιμα για το τι θα γίνει στο Αιγαίο, για το ποιες πληγές θα ανοίξουν τα επόμενα χρόνια στα φλεγόμενα Βαλκάνια».

Ο άλλος δρόμος της οικονομικής και κοινωνικής εξέλιξης

«Ο δρόμος της σήψης, της καταστροφής των παραγωγικών δυνάμεων, με παλιές (κλείσιμο επιχειρήσεων, ανεργία, πτώση παραγωγής, πόλεμοι) και νέες μορφές (θνησιμότητα από μολύνσεις και μεταλλάξεις διατροφικών προϊόντων, από χρήση ναρκωτικών λόγω της όξυνσης των κοινωνικών αντιθέσεων και της αποξένωσης, επικίνδυνη εμπορευματοποίηση των νεότερων επιστημονικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων, μη εφαρμογή τους για τη λαϊκή προστασία ακόμη και από φυσικά καταστροφικά φαινόμενα, όπως πλημμύρες, καύσωνες, σεισμοί), δεν είναι νομοτέλεια για την κοινωνική παραγωγή.

Ο άλλος δρόμος, ο δρόμος του μέλλοντος είναι ο δρόμος της νίκης των λαϊκών δυνάμεων, ο δρόμος της λαϊκής οικονομίας. Η φιλολαϊκή ανάπτυξη για να υπάρξει ως κατεύθυνση και ρεαλιστική φιλοδοξία πρέπει να βασίζεται στον κεντρικό πανεθνικό οικονομικό μηχανισμό σχεδιασμού και διεύθυνσης, που κινητοποιεί τα κοινωνικοποιημένα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, το εργατικό δυναμικό, τις πλουτοπαραγωγικές πηγές, φυσικές και χρηματικές, αξιοποιεί κάθε δυνατή θετική οικονομική διεθνή συνεργασία, στη βάση του αμοιβαίου οφέλους».



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ