ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 24 Νοέμβρη 2002
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
Συλλογισμοί για τα Ελληνοτουρκικά

Ολα δείχνουν ότι η ΝΑΤΟική διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος ανοίγει την πόρτα για μια ευρύτερη διευθέτηση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων στο Αιγαίο. Αυτό, τουλάχιστον, ομολογείται από τον εντεταλμένο της δυτικής συμμαχίας Ελληνα ΥΠΕΞ. Η ολοκλήρωση ενός τέτοιου σεναρίου θα έχει μακρά, ατέλειωτη ουρά για το ρόλο των δυο κρατών, Ελλάδας - Τουρκίας, στην ευρύτερη περιοχή. Αυτή η εξέλιξη βρίσκεται ακόμη στην αρχή της και δε θα μπορούσε να είναι διαφορετική. Δε θα μπορούσε, δηλαδή, να αποκοπεί η συνέχειά της παρά μόνο από μια ισχυρή αντίδραση που δε φαίνεται μέχρι στιγμής καθαρή στον ορίζοντα.

Από μακρού χρόνου κι από όλους αναγνωρίζεται ότι μια αρνητική επίλυση του Κυπριακού προβλήματος θα έχει άσχημες επιπτώσεις στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις. Εάν, τώρα, οι επιπτώσεις αυτές ταχθούν μόνο στην ελληνική πλευρά, αποκαλύπτεται όλο το αρνητικό για την Ελλάδα ΝΑΤΟικό πλέγμα διασυμμαχικής τακτοποίησης. Ας θυμηθούμε επαναληπτικά ότι οι ισχυροί του ευρω-ατλαντισμού επιφυλάσσουν για την Τουρκία το ρόλο ενός ισχυρού μιλιταριστή. Αυτό βολεύει το τουρκικό σύμπλεγμα εξουσίας. Ταυτόχρονα και προς συμπλήρωση αυτής της επιδίωξης επιφυλάσσουν για την Ελλάδα το ρόλο του τρένου - μεταφορέα που θα μεταφέρει τον τουρκικό μιλιταρισμό στην περιοχή.

Αυτό μοιάζει με το καράβι που με πρόσχημα την επίσκεψη καλής θέλησης σε μια χώρα έχει στο κατάστρωμα παπάδες, ενώ στα αμπάρια του κρύβει χωροφύλακες. Πρέπει να μην ξεχνιέται ότι κάθε ΝΑΤΟική διευθέτηση στο Αιγαίο σημαίνει τη μετατόπιση της αποκλειστικής ελληνικής επικράτειας «επί το δυτικότερον».

Ομως, για αργότερα αυτά. Τώρα, ένας νέος ορίζοντας ελληνοτουρκικού διαλόγου ανοίγεται με αντικείμενο την Κύπρο. Τα εμπόδια πολλά, όπως κι οι προβληματισμοί. Το κυριότερο εμπόδιο είναι το ίδιο το «σχέδιο Κόφι Ανάν» που υποτίθεται ότι αποτελεί την αρχή του διαλόγου. Ηδη άρχισαν να διαφαίνονται υπαρκτές ή πλασματικές διαφορές στη στρατιωτικο-πολιτική εξουσία της Αγκυρας. Αυτές άρχισαν να αντανακλώνται στην τουρκο-κυπριακή πλευρά, όπου η φυσική απουσία του Ρ. Ντενκτάς δημιουργεί για την ώρα πρόβλημα πολιτικής ακινησίας. Εκ των πραγμάτων προκύπτει η ερώτηση για το εύρος, την όξυνση και την κατεύθυνση των διαφορών. Οπως, επίσης, είναι μείζονος σημασίας η ερώτηση εάν οι διαφορές είναι πλασματικές ή σε αντίθετη περίπτωση, εάν θα αφομοιωθούν ή θα υποταγούν στην παραδοσιακή αρνητική τουρκική πολιτική.

Ακόμη κι αν οι διαφορές αποδειχτούν υπαρκτές, ερωτάται μέχρι ποίου σημείου θα μπορέσουν να σταθούν ορθολογικά απέναντι σε ένα «σχέδιο Ανάν» που παραβιάζει τις πιο στοιχειώδεις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και τις πολυετείς αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Αυτή η ερώτηση παραπέμπει στην επίσης καίρια ερώτηση, του κατά πόσον η νέα τουρκική πολιτική ηγεσία θα θελήσει να συγκρουστεί με μια πολυετή αντιδραστική παράδοση, με βαθιές ρίζες στο τουρκικό εξουσιαστικό σύμπλεγμα. Αυτό, ασφαλώς, δεν εννοείται ως μια αλλαγή της μιας μέρας. Προϋποθέτει χρόνο και πάρα πολλές αμφίπλευρες διαδικασίες. Οπως και να 'χει, ο χρόνος πρέπει να δοθεί από τον ΟΗΕ ως μια, τουλάχιστον, στοιχειώδη πράξη ειλικρίνειας. Υπό τις παρούσες συνθήκες είναι ακόμη νωρίς για ακριβή συμπεράσματα.

Ο χρόνος των υποθέσεων που ανοίγεται μπροστά μας, ακόμη κι αν έχει θετική φορά, θα δώσει τροφή στους κάθε λογής θιασώτες της ευρω-ατλαντικής υποταγής. Αυτό θα αποτελέσει εμπόδιο στην ανάπτυξη ενός αντι-ιμπεριαλιστικού μετώπου που πρέπει να αξιοποιήσει η ελληνική πολιτική ηγεσία. Ολα δείχνουν ότι θα κυλήσουν σε βάθος χρόνου, ανεξαρτήτως θετικών κι αρνητικών εξελίξεων, ακόμη κι εναλλασσόμενων. Υπό αυτές τις συνθήκες κι υπό το βάρος ποικίλων ερωτηματικών διλημμάτων, πρέπει η Ελλάδα να πατήσει γερά στις μισο-ξεχασμένες, αλλά υπαρκτές ακόμη αρχές του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ και του Διεθνούς Δικαίου και στον επιβαλλόμενο σεβασμό πολυετών αποφάσεων διεθνών θεσμών και οργανισμών.

Αυτό σημαίνει τη δημόσια, ανοιχτή, φωναχτή και πρακτική κατοχύρωσή τους πριν από την έναρξη κάθε διαλόγου, ως προϋπόθεση της ειλικρινούς διάθεσης αμφοτέρων πλευρών. Ο διάλογος, όσο χρήσιμος κι αν είναι, δε συνιστά κατοχύρωση δικαίου. Είναι ένας ορθολογικός εξαντλητικός τρόπος αναζήτησής του. Η κάθε φορά ιστορική του δικαίωση εξαρτάται από την αμφίπλευρη εκ των προτέρων κι άνευ όρων αποδοχή των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και της ιστορικής αλήθειας, όπως αυτή αποτυπώνεται σε διεθνείς αναγνωρισμένες αποφάσεις.

Διαφορετικά, μεταβάλλεται από διάλογο ειρήνης σε διάλογο πολέμου. Αυτές οι βασικές αρχές είναι που εξ αντικειμένου βαραίνουν την καμπούρα κάθε πολιτικού υποκείμενου για να το χαρακτηρίσουν ασυμβίβαστο ή ενδοτικό, πατριώτη ή προδότη...


Αντώνης ΔΑΜΙΓΟΣ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ