ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 24 Οχτώβρη 2015
Σελ. /24
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ
Η ΕΕ ετοιμάζεται να κονταροχτυπηθεί για «πράσινες» μπίζνες δισεκατομμυρίων

Μια πρόσφατη αποκαλυπτική συζήτηση στο Ευρωκοινοβούλιο

Η ρύπανση του περιβάλλοντος από την καπιταλιστική οικονομία που στηρίζεται στο κέρδος, επιχειρείται, από τα ίδια μονοπώλια που ρυπαίνουν, με το πρόσχημα της προστασίας, να αξιοποιηθεί ως νέο πεδίο κερδοφορίας
Η ρύπανση του περιβάλλοντος από την καπιταλιστική οικονομία που στηρίζεται στο κέρδος, επιχειρείται, από τα ίδια μονοπώλια που ρυπαίνουν, με το πρόσχημα της προστασίας, να αξιοποιηθεί ως νέο πεδίο κερδοφορίας
Οι συζητήσεις που πολλαπλασιάζονται σε κυβερνητικά και άλλα επιτελεία, ενόψει της Παγκόσμιας Διάσκεψης που θα γίνει για το Κλίμα τον ερχόμενο Δεκέμβρη, στο Παρίσι, είναι αποκαλυπτικές των προσδοκιών που γεννά στα μονοπώλια η «προστασία του περιβάλλοντος», του άγριου ανταγωνισμού που θα ξεσπάσει σε περιφερειακό και διεθνές πεδίο, με δεδομένο ότι το ζήτημα αφορά πρωτίστως την Ενέργεια (και τις λεγόμενες «νέες μορφές»), δηλαδή έναν κλάδο στρατηγικής σημασίας για την ανάπτυξη συνολικά της οικονομίας. Σχέδια επί χάρτου για «πράσινες μπίζνες» καταρτίζονται αδιάκοπα, από τη μία στη βάση των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων που αναζητούν διέξοδο, από την άλλη εξαιτίας και του λυσσαλέου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού για την «ενεργειακή αυτάρκεια», αφού η εξάρτηση αλληλεπιδρά και με μια σειρά άλλες γεωπολιτικές εξελίξεις.

Παρά τις μεγαλόστομες διακηρύξεις περί «ανάγκης προστασίας του περιβάλλοντος», η αλήθεια που οι εκπρόσωποι των αστών προσπαθούν να κρύψουν, είναι ότι η όποια «προστασία του περιβάλλοντος» υπάρξει, αυτή θα καθορίζεται από το αν, το πώς, το πόσο υπηρετούνται τα βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα συμφέροντα των μονοπωλίων. Συμφέροντα όπως αυτά, για παράδειγμα, των μονοπωλίων που ασχολούνται με την παραγωγή μέσων παραγωγής, «πράσινων» (που αφορούν δηλαδή τομείς όπως οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, «ανερχόμενες» τεχνολογίες όπως αυτές που αφορούν την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων κ.τ.λ.) αλλά όχι μόνο, στα οποία η «πράσινη ανάπτυξη» θα δώσει διέξοδο, δημιουργώντας νέο και μακρύ πελατολόγιο, το οποίο θα έχει ανάγκη μηχανές για την ανάπτυξη αντίστοιχων τομέων της βιομηχανίας.

Επιπλέον, στο νέο αυτό πεδίο, στο οποίο τα επόμενα χρόνια θα εκδηλωθούν σφοδροί ανταγωνισμοί μεταξύ επιχειρηματικών ομίλων και κατ' επέκταση ιμπεριαλιστικών κέντρων, θα «παιχτούν» τα συμφέροντα όσων μέχρι σήμερα κυριαρχούσαν σε ένα κλάδο και πλέον θα βλέπουν την «πράσινη» στροφή (π.χ. η χρήση νέων, πιο σύγχρονων και λιγότερο ενεργοβόρων, άρα ίσως και λιγότερο ακριβών μηχανημάτων) ανταγωνιστών τους να τους απειλεί. Ακόμα, τα συμφέροντα αστικών τάξεων που για μια σειρά λόγους (π.χ. λόγω των οικονομικών δεσμών που δημιουργήθηκαν από την εποχή της αποικιοκρατίας) έχουν πρόσβαση και παρουσία σε χώρες με άφθονο ενεργειακό πλούτο (νερά, ήλιο, δάση κ.τ.λ.), που στο εξής θα «αξιοποιείται» όλο και πιο πλατιά, άρα θα αποτελεί και εισιτήριο για μια καλύτερη θέση σε έναν κλάδο, μια περιοχή ή και γενικά τη διεθνή κατάταξη.

Από αυτή τη σκοπιά, γίνεται κατανοητό πως και η λυκοσυμμαχία των Βρυξελλών θα επιδιώξει το επόμενο διάστημα να παρέμβει πιο συγκεκριμένα στις εξελίξεις, ενώ και η αστική τάξη κάθε κράτους - μέλους διαμορφώνει τα βήματά της, στη βάση της ανισόμετρης ανάπτυξης που συνεχίζει να τις χαρακτηρίζει.

Για όλα τα παραπάνω, αποκαλυπτική είναι η συζήτηση που έγινε στο Ευρωκοινοβούλιο στις 14 Οκτώβρη 2015, με θέμα «Προς μια νέα διεθνή συμφωνία για το κλίμα».

Ευκαιρία για νέα (καπιταλιστική) ανάπτυξη

«Οι κλιματικές αλλαγές μάς δίνουν ευκαιρία για νέα οικονομική ανάπτυξη, μια πράσινη ανάπτυξη στην Ευρώπη και τον κόσμο, μια νέα ενεργειακή πολιτική που τονώνει τις θέσεις απασχόλησης και την αγοραστική δύναμη των 520 εκατ. Ευρωπαίων πολιτών» σημείωσε ο Ζιλ Παρνιό, από το (κυβερνών) Σοσιαλιστικό Κόμμα Γαλλίας, αναδεικνύοντας ότι η ΕΕ δεν μπορεί να προετοιμάσει αποφασιστικά τα βήματα με τα οποία θα «κονταροχτυπηθεί» με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, σ' ένα πεδίο που δεν αποκλείεται να αποκτήσει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη (και) των ευρωπαϊκών οικονομιών μακροπρόθεσμα, στο φόντο των λυσσαλέων ανταγωνισμών για τον έλεγχο και την εναλλαγή των ενεργειακών οδών, των ανακατατάξεων που αυτές ήδη προκαλούν σε γεωπολιτικές ισορροπίες (βλ. Ουκρανία, Μέση Ανατολή, Βόρεια Αφρική).

Από τη μεριά του, ο Επίτροπος Κλιματικής Δράσης και Ενέργειας, Μιγκέλ Αριας Κανιέτε (που πριν υπουργοποιηθεί στην κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος Ισπανίας και πριν γίνει στέλεχος της Κομισιόν, ήταν στέλεχος μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών) δεν παρέλειψε να ξεκαθαρίσει ότι η «κινητοποίηση» των Βρυξελλών επιβάλλεται μόνο και μόνο από το γεγονός ότι οι ανταγωνιστές της ΕΕ ήδη έχουν αναλάβει δράση. «Πρέπει να είμαστε πρωτοπόροι και όχι παθητικοί θεατές» τόνισε και με το βλέμμα στραμμένο στις κινήσεις άλλων κέντρων, συμπλήρωσε: «Χρειάζεται μια διεθνής συμφωνία, να δοθεί δυναμική και ώθηση για μια οικονομία με μικρότερη χρήση του άνθρακα... Κάνουμε μια πολύ μεγάλη εκστρατεία ευαισθητοποίησης κι έτσι τώρα και οι τρίτες χώρες κινητοποιήθηκαν για το σκοπό αυτό». Ενώ ξεκαθάρισε ότι οι συμφωνίες που επιδιώκονται, χρειάζεται να έχουν και τον απαραίτητο βαθμό ευελιξίας, από τη σκοπιά της ανάγκης των μονοπωλίων να προχωρούν με τους ρυθμούς που υπηρετεί ευρύτερους σχεδιασμούς τους (για παράδειγμα, είναι λογικό οι ρυθμοί μείωσης της χρήσης άνθρακα να είναι συνάρτηση διαφόρων συνισταμένων όπως η διαμόρφωση του κόστους των νέων πρώτων υλών, η στάση ανταγωνιστών, το πόσο γρήγορα «ανοίγουν» οι νέες επενδύσεις κ.τ.λ.).

Γι' αυτό και ο Κανιέτε σημείωσε ότι για τη συμφωνία στο Παρίσι πρέπει να υπάρχουν «εγγυήσεις για το ότι η συμφωνία θα έχει ευελιξία για να επιτευχθούν οι στόχοι», αλλά και «να υπάρχει μηχανισμός αναθεώρησης ούτως ώστε να συμμορφωνόμαστε με τα επιστημονικά στοιχεία. Επίσης, να υπάρχουν διατάξεις σε αυτή τη συμφωνία που να εξασφαλίζουν διαφάνεια που θα μας κάνει αξιόπιστους. Εχουμε σκληρή δουλειά μπροστά μας».

Το βλέμμα στραμμένο στα αντίπαλα μονοπώλια

Καθαρά αποτυπώθηκε στη συζήτηση και η ανησυχία για τις κινήσεις των αντίπαλων μονοπωλίων, ειδικά όσων προέρχονται από αναπτυσσόμενες οικονομίες, στις οποίες οι υψηλότεροι ρυθμοί καπιταλιστικής ανάπτυξης συχνά δημιουργούν και μεγαλύτερη επενδυτική «άνεση».

Από αυτή τη σκοπιά, ο Καρλ Χάιζερ Φλόρενζ, από το CDU της Γερμανίας (τους Χριστιανοδημοκράτες της Α. Μέρκελ), τόνισε πως αν δεν επιτευχθεί κοινή συμφωνία, «θα διασπαστεί η ενότητα για το περιβάλλον. Το θέμα σχετίζεται και με τον ανταγωνισμό, θα υπάρχει άνιση λειτουργία του ανταγωνισμού», όπου φυσικά η «ενότητα» που θίγει, αφορά τη θέσπιση κανόνων που θα δεσμεύουν και ανταγωνιστές, καθορίζοντας συγκεκριμένες συντεταγμένες επιχειρηματικής «δράσης» (από τις οποίες είναι λογικό ειδικά η γερμανική πλουτοκρατία να προσδοκά να ευνοηθεί, εξαιτίας της μεγαλύτερης οικονομικής και πολιτικής της δύναμης, εντός και εκτός ΕΕ).

Πάντως, η ίδια η εφαρμογή των όποιων αποφάσεων καταληχθούν, θα αποτελέσει πεδίο αντιπαράθεσης. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι, ήδη, από τα σχέδια εξαιρούνται, π.χ. από την υποχρέωση μείωσης της χρήσης άνθρακα, κλάδοι όπως η Ναυτιλία και η Αεροπορία, κάτι φυσικά που προκαλεί τη δυσαρέσκεια άλλων επιχειρηματικών κύκλων. Ωστόσο, η όποια έκβαση της αντιπαράθεσης θα λειτουργήσει σε βάρος των λαϊκών αναγκών, αφού το κυνήγι του μέγιστου δυνατού κέρδους αφενός θα παρασύρει θέσεις εργασίας με πλήρη δικαιώματα και θα διευρύνει την περιστασιακή «απασχόληση», αφετέρου θα αναπτύξει μορφές ενέργειας που ακόμα και αν, πρόσκαιρα, πλασαριστούν σε «τιμές ευκαιρίας» (με βασικό παραλήπτη φυσικά τις εταιρείες και δευτερευόντως τα λαϊκά νοικοκυριά), με τη γενίκευση της χρήσης του, όπως κάθε εμπόρευμα στον καπιταλισμό, θα διαμορφώνεται ανάλογα με τα στενότερα και τα ευρύτερα συμφέροντα του καπιταλιστή και όχι το συμφέρον της εργατικής - λαϊκής οικογένειας για φτηνή, ασφαλή Ενέργεια.

Μάλιστα, στη συγκεκριμένη συζήτηση διακηρύχθηκε επανειλημμένα η ανάγκη να παρθούν μέτρα στήριξης των ευρωενωσιακών μονοπωλίων και της «ανταγωνιστικότητάς» τους, που σημαίνει εξασφάλιση μέτρων που θα προστατέψουν την κερδοφορία και τη θέση τους απέναντι σε αντίπαλα κέντρα, είτε αυτά τα μέτρα σημαίνουν νέες ανατροπές στην αγορά εργασίας, είτε νέα φορολογικά κίνητρα. Ενδεικτικά, η Μιρέιγ Ντ' Ορανό, από το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας, ανέφερε: «Οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες έχουν καταβάλει κόπους και θυσίες και σε αυτές θα πρέπει να συμμετέχουν οι περισσότερες χώρες του κόσμου. Να γίνουν προσπάθειες συντονισμένες και απ' όλους. Οι αναδυόμενες οικονομίες ρυπαίνουν ακόμη περισσότερο και δε θέλουν να συμμετέχουν σε δεσμευτικές συμφωνίες, υπό το πρόσχημα του ότι δε θέλουν να σταματήσουν την οικονομική τους ανάπτυξη. Αντί για ευχολόγια για τη μείωση ή τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας, να αναζητήσουμε συμφωνίες διεθνείς. Να μην πιέζουμε την ανταγωνιστικότητα και τις επιχειρήσεις».

Χαρακτηριστική ήταν όμως και η παρέμβαση του Λάμπρου Φουντούλη από τη Χρυσή Αυγή, που εστίασε στην ανάγκη η λυκοσυμμαχία των Βρυξελλών να φυλαχτεί από αναδυόμενες δυνάμεις όπως οι Κίνα, Ινδία. «Χώρες με τεράστια παραγωγή, που μεγάλο μέρος της εξάγεται στην Ευρώπη, όπως η Κίνα και η Ινδία, να υποχρεωθούν να προστατεύσουν το περιβάλλον και η άρνησή τους να σημαίνει και το κλείσιμο της αγοράς μας στα προϊόντα τους». Βεβαίως, τέτοιες επισημάνσεις γίνονται από τη σκοπιά στήριξης του ντόπιου κεφαλαίου, που θα ήθελε μεγαλύτερο μερίδιο αγορών που διεκδικούν ή έχουν ήδη κατοχυρώσει καπιταλιστές εκτός συνόρων (ευρωπαϊκών ή ελληνικών). Δηλαδή, το να αποκλειστούν κινεζικοί ή ινδικοί κολοσσοί από την ευρωπαϊκή αγορά, θα ωφελούσε τα σχέδια ευρωπαϊκών μονοπωλίων, κάτι που φυσικά δε θα άλλαζε την ένταση ή την εξέλιξη της αντεργατικής επίθεσης. Γνήσια αγωνία για το περιβάλλον και την προστασία του προϋποθέτει πρώτα απ' όλα τη ρήξη με τα μονοπώλια και την εξουσία τους, θέσπιση στόχων με κριτήριο αυτό που απαιτούν οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες και όχι οι μπίζνες που θέτουν ως προτεραιότητα οι εκμεταλλευτές. Εκείνοι, όποιο κι αν είναι το εθνόσημο που έχουν κολλήσει στο πέτο τους, δε θα διστάσουν μπροστά σε τίποτα που θεωρούν επιβεβλημένο για τα σχέδιά τους.


Α. Μ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ