ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 24 Γενάρη 1999
Σελ. /48
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
DEUTSCHE BANK
Μια τράπεζα με βεβαρημένο παρελθόν

Η εξαγορά του 10% των μετοχών της EFG Eurobank του ομίλου Λάτση από την Deutsche Bank (Γερμανική Τράπεζα) χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό στη χώρα μας.

Οι ίδιοι οι εκπρόσωποι της Deutsche Bank, χαρακτήρισαν την είσοδό τους στην ελληνική αγορά σαν "ψήφο εμπιστοσύνης προς την ελληνική κυβέρνηση, στην προοπτική εισόδου της χώρας μας στην ΟΝΕ". Αλλο που δεν ήθελε ο φιλοκυβερνητικός Τύπος, για να πανηγυρίσει ξέφρενα, επειδή "οι ξένοι αναγνωρίζουν τις επιτυχίες της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης και για το λόγο αυτό εμπιστεύονται την ελληνική αγορά". Δεν είναι και μικρό πράγμα να αποσπάς επαίνους από έναν τραπεζικό κολοσσό, όπως είναι σήμερα η Deutsche Bank. Η οποία, βέβαια, δεν ήρθε στην Ελλάδα, για να απονείμει εύσημα στην κυβέρνηση Σημίτη. Τα κίνητρά της, σίγουρα δεν είναι τόσο ταπεινά.

Η Deutsche bank, δεν είναι η οποιαδήποτε μεγάλη τράπεζα, που απλά πρωταγωνιστεί σήμερα στον παγκόσμιο στίβο. Δε θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε πως η ιστορία της (δημιουργήθηκε το 1860), είναι συνυφασμένη με την ίδια την ιστορία του γερμανικού ιμπεριαλισμού. Η εμφάνισή της και η ανάπτυξή της συμβαδίζει με τη διαδικασία ανάπτυξης και συσσώρευσης του γερμανικού κεφαλαίου. Στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν η μία από τις δύο μεγαλύτερες τράπεζες, υπό την καθοδήγηση των οποίων, αναπτύχθηκε η βιομηχανική βάση της Γερμανίας. Η ίδια πρωταγωνίστησε σε όλα τα μεγάλα πολιτικά και οικονομικά γεγονότα της σύγχρονης εποχής, από την πλευρά βέβαια του γερμανικού κεφαλαίου. Η ιστορική της διαδρομή σκιαγραφεί τον οξύ ανταγωνισμό του τελευταίου με το αγγλικό, γαλλικό και αμερικανικό κεφαλαίο για το μοίρασμα των αγορών, των αποικιών και των πρώτων υλών στον κόσμο. Ενας ανταγωνισμός που όπως γνωρίζουμε σήμερα οδήγησε σε δύο ιμπεριαλιστικούς πολέμους με δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπινα θύματα και ανυπολόγιστες υλικές καταστροφές. Το μητρώο της Deutsche bank στα 160 χρόνια λειτουργίας και δράσης της είναι αρκετά βεβαρημένο...

Παγκόσμιος παίκτης...

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν στην κοινή συνέντευξη Τύπου στις 21 Δεκέμβρη, με αφορμή την ανακοίνωση της εξαγοράς του 10% των μετοχών της Eurobank από τη γερμανική τράπεζα, η Deutche Bank έχει έδρα τη Φρακφούρτη με σύνολο Ενεργητικού 1,1 τρισ. Μάρκα (περί τα 180 τρισ. δραχμές που αντιστοιχούν σε 18 περίπου προϋπολογισμούς της Ελλάδας). Ο τραπεζικός αυτός όμιλος έχει παρουσία σε περισσότερες από 50 χώρες με 2.300 καταστήματα και απασχολεί 75.900 άτομα, από τα οποία τα 63.000 απασχολούνται στην Ευρώπη.

Η δράση της Deutsche Bank έχει ξεφύγει σήμερα από το ευρωπαϊκό έδαφος, καθώς προβάλλει πλέον σαν "παγκόσμιος παίκτης". Ανήκει δηλαδή σε αυτή τη σχετικά μικρή κατηγορία των μονοπωλιακών επιχειρήσεων - γιγάντων, που έχουν ξεπεράσει τα "στενά" όρια, όχι μόνο των εθνικών συνόρων αλλά και του πεδίου δράσης των περιφερειακών οργανισμών (όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση) και ανταγωνίζεται πλέον στην παγκόσμια αγορά. Βρισκόμαστε στην περίπτωση της τραπεζικής εκείνης εταιρίας που ενδιαφέρεται πρωτίστως για την προώθηση και επιτάχυνση της καπιταλιστικής διεθνοποίησης, η οποία συντελείται τις ημέρες αυτές μπροστά στα μάτια μας, έναντι οποιουδήποτε κόστους... Οι πολυεθνικές εταιρίες που το βεληνεκές δράσης τους είναι όχι οι περιφερειακές, αλλά η παγκόσμια αγορά, είναι περισσότερο βίαιες και επιθετικές (λόγω της υπεροπλίας σε δύναμη πυρός που διαθέτουν) στην προώθηση των στόχων τους. Το επισημαίνουμε αυτό επειδή ήδη έχει γραφεί ότι στόχος της Deutsche bank, εκτός από την ελληνική, είναι φυσικά και η βαλκανική και παρευξείνια αγορά, όπου η οσμή του πετρελαίου είναι έντονη... Είναι ακριβώς η περιοχή όπου, με πρόσχημα την αντιμετώπιση των περιφερειακών συγκρούσεων έχουν αρχίσει να συγκεντρώνονται ΝΑΤΟικά στρατεύματα, αλλά και πολυεθνικές εταιρίες που ενδιαφέρονται να εκμεταλλευτούν τα πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ολα δείχνουν ότι ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός στις γειτονικές προς τη χώρα μας περιοχές, τα επόμενα χρόνια θα ενταθεί.

Στην ευρωπαϊκή αγορά η Deutsche Bank, έχει ήδη προχωρήσει σε εξαγορά των τραπεζών Credit Lyonnais του Βελγίου, της ιταλικής Uni Credit καθώς και μιας ισπανικής τράπεζας.

Αλλά τη μεγάλη κίνηση την έκανε λίγο διάστημα πριν εισέλθει στην ελληνική αγορά, όταν τον προηγούμενο Νοέμβρη εξαγόρασε την αμερικανική τράπεζα Banker Trust. Εδώ που τα λέμε χρειάζεται και λίγο θράσος για να εισέλθει κανείς στην αμερικανική αγορά μέσω της εξαγοράς τράπεζας Made in USE. Είναι σαν να δείχνει τα δόντια του στους Αμερικανούς, σε έναν τομέα όπου η πρωτοκαθεδρία των τελευταίων παραμένει μέχρι σήμερα αναμφισβήτητη. Στη συνέντευξη Τύπου που δόθηκε με αφορμή την εξαγορά του 10% της Eurobank, όταν ρωτήθηκε ο εκπρόσωπος της Deutsche bank για τη σκοπιμότητα εξαγοράς της banker Trust, απάντησε ότι "στόχος μας είναι να προωθήσουμε πιο διεθνοποιημένα προϊόντα στην πιο απαιτητική αγορά του κόσμου". Πολύ ήπια απάντηση για να περιγράψει τον οξύτατο ανταγωνισμό που διεξάγεται σε διεθνές επίπεδο για το μοίρασμα της διεθνούς τραπεζικής (και όχι μόνο) αγοράς. Ηδη στην Αμερική και στην Ιαπωνία οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις τραπεζών και ασφαλιστικών εταιριών έχουν πάρει τη μορφή χιονοστιβάδας τα τελευταία χρόνια. Ολοι παίρνουν θέση μάχης εν όψει της σύγκρουσης που περιμένουν να ξεσπάσει αύριο.

Η σύγκρουση Deutsche Bank - Ροκφέλερ

Από τέτοιου είδους συγκρούσεις ξέρει καλά η γερμανική τράπεζα, αφού παρεμφερείς καταστάσεις έχει αντιμετωπίσει και στο παρελθόν. Και συγκεκριμένα την αυγή του 20ού αιώνα, όταν ο γερμανικός καπιταλισμός εισβάλλει στο παγκόσμιο προσκήνιο, επιδιώκοντας την ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα, κυρίως σε βάρος του αγγλικού και του γαλλικού ιμπεριαλισμού που κατείχαν τεράστιες εκτάσεις αποικιακών κρατών, τις βασικές πηγές πρώτων υλών και το διεθνές εμπόριο. Οι συγκρούσεις αυτές μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων του πλανήτη οδήγησαν, όπως είναι γνωστό στο Α παγκόσμιο πόλεμο.

Με ιδιαίτερα ανάγλυφο τρόπο περιγράφει ο Λένιν στο βιβλίο του "Ο Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού", την αντιπαράθεση δύο ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων της εποχής εκείνης, με στόχο τον έλεγχο της αγοράς του πετρελαίου. Πρόκειται για την Deutsche Bank και το πανίσχυρο "Τραστ πετρελαίου" του Ροκφέλερ. Παρουσιάζοντας στοιχεία του οικονομολόγου, Γιάιντελς ο Λένιν επισημαίνει: "Αρχισε ένας αγώνας που στην οικονομική φιλολογία τον λένε ακριβώς αγώνα για το "μοίρασμα του κόσμου". Από τη μία πλευρά, το "Τραστ πετρελαίου" του Ροκφέλερ, θέλοντας να τα αρπάξει όλα, ίδρυσε μια "εταιρία - θυγατέρα" μέσα στην ίδια την Ολλανδία, αγοράζοντας πετρελαιοπηγές στις Ολλανδικές Ινδίες και επιζητώντας με αυτόν τον τρόπο να καταφέρει ένα χτύπημα στον κυριότερο εχθρό του: στο ολλανδοαγγλικό τραστ "Σελ". Από την άλλη μεριά, η "Γερμανική Τράπεζα" και άλλες τράπεζες του Βερολίνου, επιδίωκαν "να διαφυλάξουν" "για τον εαυτό τους" τη Ρουμανία και να την ενώσουν με τη Ρωσία ενάντια στον Ροκφέλερ. Ο Ροκφέλερ διαθέτει ασύγκριτα μεγαλύτερα κεφάλαια και θαυμάσια οργάνωση μεταφοράς και παράδοσης πετρελαίου στους καταναλωτές. Ο αγώνας δεν μπορούσε παρά να τελειώσει και τελείωσε το 1907 με ολοκληρωτική ήττα της "Γερμανικής Τράπεζας" στην οποία δεν απόμεινε παρά να διαλέξει ένα από τα δύο: ή να σταματήσει με ζημιά εκατομμυρίων το "ενδιαφέρον της σχετικά με το πετρέλαιο", ή να υποταχθεί. Διάλεξε το τελευταίο και έκλεισε με το "Τραστ πετρελαίου" ένα σύμφωνο πολύ ασύμφορο για τη "Γερμανική Τράπεζα". Με αυτό το σύμφωνο η "Γερμανική Τράπεζα" υποχρεωνόταν "να μην επιχειρεί τίποτα που θα έβλαπτε τα αμερικανικά συμφέροντα". Παράλληλα όμως προβλεπόταν ότι το σύμφωνο παύει να ισχύει, αν στη Γερμανία ψηφιστεί νόμος για την ίδρυση κρατικού μονοπωλίου πετρελαίου.

Και τότε άρχισε η "κωμωδία του πετρελαίου". Ενας από τους βασιλιάδες του χρηματιστικού κεφαλαίου της Γερμανίας, ο φον Γκβίνερ, διευθυντής της "Γερμανικής Τράπεζας", βάζει σε ενέργεια, μέσω του ιδιαίτερου γραμματέα του Στάους, τη ζύμωση για την ίδρυση μονοπωλίου πετρελαίου. Μπαίνουν σε κίνηση ολόκληρος ο γιγάντιος μηχανισμός της μεγαλύτερης τράπεζας του Βερολίνου, όλοι οι πλατιοί "δεσμοί" της, ο τύπος πνίγεται από τις "πατριωτικές" κραυγές ενάντια στο "ζυγό" του αμερικανικού τραστ και το Ράιχσταγκ σχεδόν ομόφωνα ψηφίζει στις 15 Μάρτη 1911 μια απόφαση που καλεί την κυβέρνηση να επεξεργαστεί το σχέδιο ενός μονοπωλίου πετρελαίου. Η κυβέρνηση αρπάχτηκε από αυτή τη "δημοφιλή" ιδέα και φαινόταν να είχε κερδηθεί το παιγνίδι της "Γερμανικής Τράπεζας", που ήθελε να εξαπατήσει τον Αμερικάνο αντιπράκτορά της και να καλυτερεύσει την κατάστασή της, μέσω του κρατικού μονοπωλίου. Οι Γερμανοί βασιλιάδες του πετρελαίου χαίρονταν κιόλας προκαταβολικά για τα τεράστια κέρδη, που δε θα ήταν λιγότερα από τα κέρδη των Ρώσων εργοστασιαρχών ζάχαρης...

Ομως, πρώτο, οι γερμανικές μεγάλες τράπεζες τσακώθηκαν μεταξύ τους για το μοίρασμα της λείας και η "Εταιρία Προεξοφλήσεων" ξεσκέπασε τα ιδιοτελή συμφέροντα της "Γερμανικής Τράπεζας". Δεύτερο, η κυβέρνηση φοβήθηκε τον αγώνα με τον Ροκφέλερ, γιατί θα ήταν πολύ αμφίβολο αν θα επαρκούσε το πετρέλαιο για τη Γερμανία χωρίς τον Ροκφέλερ (η παραγωγικότητα της Ρουμανίας δεν ήταν πολύ μεγάλη). Τρίτο, μεσολάβησε η χορήγηση του ενός δισεκατομμυρίου του 1913 για την πολεμική προετοιμασία της Γερμανίας. Το σχέδιο του μονοπωλίου αναβλήθηκε. Το "Τραστ του πετρελαίου" του Ροκφέλερ βγήκε από τον αγώνα για την ώρα νικητής". (Λένιν, Απαντα τόμος 27 σελ. 374 - 375)

Αυτός ο αμείλικτος οικονομικός πόλεμος που έλαβε χώρα την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, εξελίχτηκε στη συνέχεια σε παγκόσμια πολεμική σύγκρουση, μόνο και μόνο, επειδή οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν με "ειρηνικά" μέσα το πρόβλημα του ξαναμοιράσματος του κόσμου, αίτημα το οποίο πρόβαλλε την εποχή εκείνη ο ανερχόμενος γερμανικός ιμπεριαλισμός. Ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός για το μοίρασμα του κόσμου, ανάμεσα στα τρία ισχυρά κέντρα του πλανήτη, τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την Ευρωπαϊκή Ενωση, είναι σήμερα, την εποχή της καπιταλιστικής "παγκοσμιοποίησης", ιδιαίτερα οξύς και βίαιος. Και δε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού η συσσώρευση δυνάμεων των πολυεθνικών εταιρίων είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη, από τη δύναμη πυρός που διέθεταν οι μεγάλες μονοπωλιακές επιχειρήσεις και τα τραπεζικά μονοπώλια στην αρχή του αιώνα μας. Αν μάλιστα παρθεί υπόψη ότι οι ιμπεριαλιστικές χώρες διατηρούν σήμερα ένα συνεχώς εξελισσόμενο οπλοστάσιο πυρηνικών και συμβατικών όπλων, ασύγκριτα πιο ισχυρό από τα αντίστοιχα οπλικά συστήματα που διέθεταν την εποχή του Α αλλά και του Β παγκόσμιου πολέμου, ο καθένας καταλαβαίνει τους κινδύνους που επικρέμονται επί των λαών από την αχόρταγη φύση του κεφαλαίου, που πάντα επιδιώκει το μοίρασμα εδαφών, πρώτων υλών και σφαιρών επιρροής.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ