ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 23 Αυγούστου 2016
Σελ. /20
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Προπέτασμα καπνού ενόψει της διαπραγμάτευσης για τα Εργασιακά

Ψέματα και αποπροσανατολισμός από το υπουργείο Εργασίας, για να συγκαλύψει τις ανατροπές που σχεδιάζουν μαζί με το κουαρτέτο

Το νέο χτύπημα στα εναπομείναντα δικαιώματα των εργαζομένων υπαγορεύεται από τα συμφέροντα του κεφαλαίου και αυτό προσπαθεί να κρύψει η κυβέρνηση

Icon

Το νέο χτύπημα στα εναπομείναντα δικαιώματα των εργαζομένων υπαγορεύεται από τα συμφέροντα του κεφαλαίου και αυτό προσπαθεί να κρύψει η κυβέρνηση
Προπέτασμα καπνού για τα σχέδια και τις πραγματικές της προθέσεις σηκώνει με κάθε αφορμή η κυβέρνηση, ενόψει της διαπραγμάτευσης για τα Εργασιακά, σε μια προσπάθεια να θολώσει τα νερά για όσα έχει συμφωνήσει με το κουαρτέτο, αλλά και για να κρύψει τον ταξικό χαρακτήρα της πολιτικής της, αφού τα μέτρα που σχεδιάζει να νομοθετήσει είναι πρώτα απ' όλα αξιώσεις των βιομηχάνων και των άλλων μερίδων της πλουτοκρατίας.

Τις διαθέσεις της, άλλωστε, απέναντι στους εργαζόμενους και τα εναπομείναντα δικαιώματά τους τις έχει δείξει η κυβέρνηση τόσο με τον αντιασφαλιστικό νόμο που ψήφισε πρόσφατα, όσο και με το γεγονός ότι στην πολύμηνη θητεία της δεν έχει καταργήσει ούτε έναν από τους αντεργατικούς νόμους των προηγούμενων κυβερνήσεων.

Ολα τα παραπάνω επιβεβαιώνονται και από τις συνεντεύξεις που δίνει εντατικά το τελευταίο διάστημα ο υπουργός Εργασίας, με πιο πρόσφατες αυτές στην «ΕΡΤ1» χτες το πρωί και στην εφημερίδα «Real News» την Κυριακή που μας πέρασε.

Θολώνουν σκόπιμα τα νερά

Στη συνέντευξη στην «ΕΡΤ1», ο Γ. Κατρούγκαλος ισχυρίστηκε ότι οι προϋποθέσεις για να πετύχει η διαπραγμάτευση είναι να συγκροτηθεί ένα «αρραγές εθνικό μέτωπο» και να ενισχυθούν «τα διεθνή και ευρωπαϊκά στηρίγματα». Οπως είπε, η κυβέρνηση έχει κάνει «συστηματική δουλειά και στα δυο αυτά επίπεδα», κάνοντας ξεχωριστή αναφορά στην «κοινή δήλωση» των κοινωνικών εταίρων.

Ο υπουργός Εργασίας χαρακτήρισε ξανά «κόκκινη γραμμή» το ζήτημα των ομαδικών απολύσεων και για να παρουσιάσει ότι η κυβέρνηση δίνει τάχα μάχη για τα εργατικά συμφέροντα, είπε: «(Στη διαπραγμάτευση) δεν πάμε να αποκρούσουμε τις απαιτήσεις των δανειστών και κυρίως του ΔΝΤ, που είναι ο σκληρός παίχτης, αλλά για πρώτη φορά έχουμε βάλει εμείς θέματα για να αναστρέψουμε την εργασιακή απορρύθμιση».

Για να το πετύχει αυτό, όπως είπε, η κυβέρνηση αναζητάει στήριγμα και στο Διεθνή Οργανισμό Εργασίας, ο οποίος, σύμφωνα με τον Γ. Κατρούγκαλο, θα μελετήσει το πόρισμα της «Επιτροπής ειδικών» και θα γνωμοδοτήσει για το κατά πόσο «είναι σύμφωνο με τις διεθνείς συμβάσεις που προστατεύουν τα δικαιώματα των εργαζομένων».

Ισχυρίστηκε, ακόμα, ότι «το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο» πρέπει να σταθεί «απέναντι στην επίθεση του νεοφιλελευθερισμού» και πρόσθεσε ψευδόμενος ότι «μόνο το ΔΝΤ ζητάει να αλλάξει η νομοθεσία για τις ομαδικές απολύσεις, δεν το ζητούν οι εργοδότες στη χώρα μας».

Στο ίδιο πνεύμα, συνέχισε λέγοντας ότι «οι ακραίες νεοφιλελεύθερες θέσεις του ΔΝΤ δεν έχουν έδαφος στην Ευρώπη» και ότι «υπάρχει ένα ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο το οποίο είναι γενετικά ασύμβατο με απόψεις να μην έχουμε ουσιαστική προστασία της εργασίας, όπως θέλουν οι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι».

Το κεφάλαιο θέτει την ατζέντα

Κάθε αράδα απ' όσα είπε ο Γ. Κατρούγκαλος στη συνέντευξη, περιέχει και ένα μικρό ή μεγαλύτερο ψέμα. Η «κοινή δήλωση» των κοινωνικών εταίρων είναι μια κόλλα χαρτί στην οποία κυβέρνηση - εργοδοσία και κουαρτέτο πάνε να τυλίξουν τους εργαζόμενους, με την υπογραφή της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ, προκειμένου να μην αντιδράσουν σε ό,τι ετοιμάζουν σε βάρος τους στο παρασκήνιο.

Αλλωστε, αμέσως μετά την υπογραφή τους στην «κοινή δήλωση», ο ΣΕΒ και οι άλλες ενώσεις των εργοδοτών παρέθεσαν δημόσια το σύνολο των θέσεών τους για τις ομαδικές απολύσεις, τους μισθούς, τις συλλογικές συμβάσεις και το συνδικαλιστικό νόμο, δείχνοντας τα δόντια τους στους εργαζόμενους.

Ούτε βέβαια ισχύει ότι οι εργοδότες στην Ελλάδα δεν θέλουν αλλαγή του νόμου για τις ομαδικές απολύσεις, αφού ο ΣΕΒ ευθαρσώς έχει ζητήσει την πλήρη εναρμόνιση της νομοθεσίας με τη σχετική οδηγία της ΕΕ, ενώ ανάλογες δηλώσεις έχει κάνει και η αρμόδια για την Απασχόληση επίτροπος της ΕΕ. Επομένως, παραπλανά η κυβέρνηση όταν διαδίδει ότι το ΔΝΤ είναι το μόνο που θέτει «ακραίες» απαιτήσεις στη διαπραγμάτευση, επειδή αυτές τίθενται πρώτ' απ' όλα από τις ίδιες τις ανάγκες και τα συμφέροντα του κεφαλαίου, τα οποία η κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι υπηρετεί με συνέπεια.

Οσο για το «ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο», και μόνο η επίκλησή του είναι πρόκληση, αν αναλογιστεί κανείς τους αντεργατικούς νόμους που πέρασε πρόσφατα η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση της Γαλλίας, τον καθορισμό του κατώτερου μισθού με νόμο του κράτους, που ισχύει στην πλειοψηφία των κρατών - μελών της ΕΕ, τη γενίκευση των ελαστικών και ευέλικτων μορφών απασχόλησης, όπως αποκάλυψε την Κυριακή ο «Ριζοσπάστης», και άλλα παρόμοια.

Πουκάμισο αδειανό οι «εγγυήσεις» τους

Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, ο Γ. Κατρούγκαλος έδωσε «εγγυήσεις» και για το δικαίωμα στην απεργία, λέγοντας ότι «είναι ιερό». Στη «Real News», μάλιστα, πήγε ένα βήμα πιο πέρα, λέγοντας ότι «η απεργία είναι το έσχατο όπλο των εργαζομένων. Θα το υπερασπιστούμε μέχρι το τέλος. Σε καμιά περίπτωση δεν θα δεχθούμε να μην είναι δυνατό να αμύνονται και να διεκδικούν οι εργαζόμενοι, πολύ περισσότερο στο σημερινό περιβάλλον της εργασιακής ζούγκλας που προσπαθούμε με κάθε τρόπο να αναστρέψουμε».

Οι διαβεβαιώσεις που δίνει ο Γ. Κατρούγκαλος για το δικαίωμα στην απεργία είναι πουκάμισο αδειανό. Αυτό που σχεδιάζει η κυβέρνηση, μαζί με το κουαρτέτο, είναι η αυστηροποίηση των προϋποθέσεων για να κηρύξει απεργία μια συνδικαλιστική οργάνωση, με το πρόσχημα μάλιστα ότι οι απεργιακές κινητοποιήσεις χρειάζεται να αποφασίζονται από περισσότερους εργαζόμενους, για να είναι η απόφαση πιο δημοκρατική.

Για παράδειγμα, έχει πέσει στο τραπέζι το μέτρο να αποφασίζεται η απεργία από το 50%+1 των εργαζομένων μιας επιχείρησης ή των μελών ενός σωματείου, πράγμα που καθιστά σχεδόν αδύνατη την κήρυξη της απεργίας από ένα κλαδικό ή ένα μεγάλο επιχειρησιακό συνδικάτο.

Από την άλλη, όπως είχε γράψει και στο υπόμνημα που παρέδωσε στην «Επιτροπή σοφών» το υπουργείο Εργασίας, η σημερινή νομοθεσία επαρκεί για να κηρύσσονται παράνομες και καταχρηστικές η πλειοψηφία των απεργιών που αποφασίζονται. Ετσι οι εργοδότες δείχνουν να προτιμούν την προσφυγή στη Δικαιοσύνη, ακόμα και έναντι μιας πιθανής επιλογής να εφαρμόσουν το «lock out».

Επομένως, οι «εγγυήσεις» και οι διαβεβαιώσεις που δίνει ο Γ. Κατρούγκαλος ότι η κυβέρνηση θα διεξάγει μια «πετυχημένη διαπραγμάτευση», πρέπει να σημάνουν συναγερμό στους εργαζόμενους, για να αποκρούσουν την επίθεση που ετοιμάζουν σε βάρος τους, αλλά και την προπαγάνδα με την οποία θα επιχειρήσουν να επιβάλουν και να νομιμοποιήσουν τα νέα μέτρα και η οποία, όπως δείχνει η συνέντευξη Κατρούγκαλου, θα είναι αδίστακτη.

Οικονομικός στραγγαλισμός των συνδικάτων

Για τη χρηματοδότηση των συνδικάτων, ο υπουργός Εργασίας ισχυρίστηκε στην «ΕΡΤ1» ότι πρόθεση της κυβέρνησης είναι να καταστήσει τα συνδικάτα «ανεξάρτητα από το κράτος, αυτοδύναμα και δυνατά», λέγοντας ψευδώς ότι έως σήμερα αυτά χρηματοδοτούνται από το κράτος και γι' αυτό εκμαυλίζονται.

Στο ίδιο πνεύμα, μίλησε για «βαθμιαία και σταδιακή μετάβαση στην αυτοχρηματοδότηση μετά το 2017», ύστερα από διάλογο με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, ενώ έφτασε στο σημείο να χαρακτηρίσει κρατική χρηματοδότηση τις εισφορές που εισπράττει από τους εργαζόμενους ο ΟΑΕΔ (μέσω παρακράτησης από το ΙΚΑ) «χωρίς να ερωτηθούν» και αποδίδονται στη συνέχεια στα συνδικάτα. Οπως αποκάλυψε, πρόταση της κυβέρνησης είναι να εξασφαλιστεί μέσων των συλλογικών συμβάσεων ότι «ένας εργαζόμενος που θέλει την προστασία του συνδικάτου θα δίνει μια καθορισμένη συνδρομή».

Στη συνέντευξη στη «Real News» είπε για το ίδιο θέμα ότι «πολλές φορές το δημόσιο χρήμα αποτελεί εργαλείο πολιτικού εκμαυλισμού και δημιουργίας εργατικών αριστοκρατιών, που καμία σχέση δεν έχουν με τους αγώνες των εργαζομένων». Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι «γι' αυτόν το λόγο επέλεξα να είναι εκτός συζητήσεων για τη δεύτερη αξιολόγηση και για φέτος να συνεχιστεί το υφιστάμενο καθεστώς χρηματοδότησης».

Τα λεφτά της πρώην Εργατικής Εστίας, που αποδίδονται στα συνδικάτα (όταν αποδίδονται, μιας και το ΙΚΑ χρωστάει τεράστια ποσά στον ΟΑΕΔ απ' αυτό το κονδύλι), είναι εισφορές των εργαζομένων και κανένα λόγο δεν έχει η κυβέρνηση στη διαχείρισή τους. Αλλωστε, ο πόνος για το αν αυτά τα χρήματα εισπράττονται με τη σύμφωνη γνώμη τους ή όχι είναι υποκριτικός, ενώ όλες οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, πέρα από αυτή την εισφορά, χρηματοδοτούνται και από τις άμεσες συνδρομές των μελών τους.

Με την κατάσταση που επικρατεί, όμως, σήμερα στους χώρους δουλειάς, την τρομοκρατία και τις διώξεις, είναι φανερό ότι προτάσεις όπως αυτές της κυβέρνησης θα πλήξουν κυρίως εκείνες τις συνδικαλιστικές δυνάμεις που βρίσκονται στο στόχαστρο της εργοδοσίας. Αλλωστε, τα φαινόμενα εκφυλισμού που επικαλείται προσχηματικά ο υπουργός, παρουσιάζονται αποκλειστικά στα σωματεία όπου πλειοψηφεί ο εργοδοτικός - κυβερνητικός συνδικαλισμός και διαχειρίζονται ευρωπαϊκά και άλλα κονδύλια για προγράμματα κατάρτισης και άλλα παρόμοια.

Αυτός είναι πράγματι ένας μηχανισμός εξαγοράς και εκμαυλισμού συνειδήσεων, που συνειδητά χρησιμοποιεί το κράτος, μέσω και του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού. Οι μηχανισμοί αυτοί, όμως, θα συνεχίσουν να υπάρχουν ανεξάρτητα από το πότε και πώς θα διαμορφωθεί ο νέος τρόπος χρηματοδότησης των σωματείων, ο οποίος σε κάθε περίπτωση θα αποσκοπεί στον παραπέρα οικονομικό στραγγαλισμό τους.

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ
Η κυβέρνηση ανοίγει δρόμο για νέες αντεργατικές ανατροπές

Σε σχόλιο για την παρέμβαση του υπουργού Εργασίας στην ΕΡΤ 1, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ σημειώνει:

«Οι σημερινές "διαβεβαιώσεις" του υπουργού Εργασίας για τα εργασιακά δικαιώματα, που βρίσκονται στο στόχαστρο ενόψει της δεύτερης "αξιολόγησης", έχουν τόση αξία όση είχαν και οι "διαβεβαιώσεις" του για τη δήθεν προστασία των συντάξεων, που μειώνονται συνεχώς. Η πολιτική της κυβέρνησης όχι μόνο δεν καταργεί κανένα προηγούμενο αντιλαϊκό νόμο, αλλά ανοίγει και το δρόμο για νέες ανατροπές σε εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, πάνω στη σημερινή εργασιακή ζούγκλα. Ταυτόχρονα, τα περί "ευρωπαϊκού" μετώπου εναντίον των απαιτήσεων του ΔΝΤ δεν είναι παρά ένα ακόμη επικοινωνιακό τέχνασμα, καθώς τα ίδια μέτρα με αυτά που υποστηρίζει το ΔΝΤ υλοποιούνται σε σειρά χωρών της ΕΕ, ακόμη και από τις φιλικές κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ».



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ