ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 23 Μάη 2000
Σελ. /48
ΔΙΕΘΝΗ
ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ
Ακυρα λόγω ... αποχής!

Πολύ μικρή ήταν η συμμετοχή του κόσμου για τα δημοψηφίσματα

Associated Press

Πολύ μικρή ήταν η συμμετοχή του κόσμου για τα δημοψηφίσματα
ΡΩΜΗ.-

Ελάχιστοι Iταλοί ψηφοφόροι... μπήκαν στον κόπο να προσέλθουν στις κάλπες και να λάβουν μέρος στα επτά δημοψηφίσματα που διεξάγονταν την Κυριακή που είχαν ως ουσιαστικό στόχο ν' αλλάξουν τη μορφή της χώρας, τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Τελικά ο μεγάλος «εχθρός» αποδείχτηκε για άλλη μια φορά η απροθυμία των ψηφοφόρων να προσέλθουν στις κάλπες είτε γιατί απλά αδιαφόρησαν είτε γιατί συνειδητά απείχαν και μποϋκόταραν τη διενέργεια των δημοψηφισμάτων...

Μόλις χτες το μεσημέρι, το ιταλικό υπουργείο Εσωτερικών, επιβεβαίωσε αυτό που διαφαινόταν ως «αποτέλεσμα» της κάλπης και κήρυξε άκυρα τα επτά δημοψηφίσματα στην Ιταλία λόγω πολύ χαμηλής συμμετοχής των ψηφοφόρων. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Εσωτερικών, στη Ρώμη η συμμετοχή στα δημοψηφίσματα ήταν ανάμεσα στο 31,9% και 32,5% - πιθανά θα αποτελεί αρνητικό ρεκόρ - ενώ για να μπορέσουν να καταστούν έγκυρα τα αποτελέσματα των δημοψηφισμάτων η συμμετοχή έπρεπε να υπερβεί το 50%, δηλαδή θα έπρεπε να ψηφίσουν τουλάχιστον οι μισοί συν ένας αυτών που έχουν δικαίωμα ψήφου, για την ακρίβεια 24.533.209 εκλογείς.

Το σημαντικότερο δημοψήφισμα που ελάμβανε χώρα - και μάλιστα για δεύτερη συνεχόμενη φορά - ήταν το θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου, όπου προβλεπόταν η κατάργηση της απλής αναλογικής στις βουλευτικές εκλογές και η αντικατάστασή της με ένα άλλο «πλειοψηφικό» εκλογικό σύστημα. Σε αυτό ακριβώς ο κυβερνητικός συνασπισμός είχε ρίξει όλο το βάρος της προπαγάνδας του καθώς η ρητορική και η επιχειρηματολογία στηριζόταν στη δεδομένη πολιτική κατάσταση των συμμαχικών κυβερνήσεων, που «ταλανίζει» την ιταλική πολιτική ζωή μετά τον πόλεμο και έχει ως αποτέλεσμα η σημερινή κυβέρνηση να είναι η 58η. Δεδομένου και του αποτελέσματος του περσινού δημοψηφίσματος, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων είχαν ταχθεί υπέρ της αλλαγής - αλλά και πάλι το δημοψήφισμα είχε κηρυχτεί άκυρο λόγω μη συμμετοχής - ευελπιστούσε... Ωστόσο διαψεύστηκε καθώς ναι μεν σε αυτό η συμμετοχή ήταν η μεγαλύτερη όμως ΜΟΛΙΣ στο 32,4%!

Φρένο στις «μεταρρυθμίσεις»

Αν και το ειδικό βάρος είχε πέσει στο θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου, τα υπόλοιπα ζητήματα στα οποία κλήθηκαν ν' απαντήσουν οι Ιταλοί ψηφοφόροι ήταν ίσως ακόμη πιο σημαντικά. Συγκεκριμένα αφορούσαν στον τρόπο απόλυσης των υπαλλήλων, στις εισφορές των συνδικάτων, στον τρόπο εκλογής των δικαστικών λειτουργών, στη δυνατότητά τους να αναλαμβάνουν εξωδικαστικά καθήκοντα και σε άλλα ζητήματα της καριέρας τους, καθώς και στην κατάργηση της αποζημίωσης για τις εκλογικές δαπάνες των υποψηφίων.

Μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούσαν ν' αλλάξουν ριζικά τη μορφή της χώρας, όπως παραδείγματος χάριν οι μεταρρυθμίσεις όσον αφορά τις εργασιακές σχέσεις - αν θα πρέπει να καταργηθεί ο νόμος για την υποχρεωτική επαναπρόσληψη των εργαζομένων που απολύονται χωρίς «αντικειμενικούς λόγους» - καθώς οι εμπνευστές τους διατείνονταν ότι επρόκειτο να αλλάξει συλλήβδην το καθεστώς εργασίας και να βοηθήσει την Ιταλία, που «υποφέρει» εξαιτίας της διέπουσας εργασιακής νομοθεσίας από ελάχιστες ξένες επενδύσεις, να εισέλθει δυναμικά στο «παγκόσμιο χωριό» και στις «απελευθερωμένες αγορές» και μάλιστα με τεράστια κέρδη. (Αλλά για ποιους;).

Ωστόσο, πέρα από τις άμεσες συνέπειες λόγω της ακύρωσης, μέγιστα πολιτικά προβλήματα προέρχονται από αυτή καθεαυτή τη διαδικασία. Κατ' αρχήν, το γεγονός ότι μόνο ένας στους τρεις Ιταλούς καταδέχτηκαν να συμμετάσχουν. Είναι η πρώτη φορά που σημειώνεται μια τόσο μεγάλη αποχή σε μια εκλογική αναμέτρηση και οπωσδήποτε το στοιχείο αυτό ερμηνεύεται από τον ιταλικό Τύπο όχι μόνο σαν μια επιτυχία των κομμάτων που κάλεσαν τους οπαδούς τους σε αποχή, αλλά σαν μια έλλειψη εμπιστοσύνης και μια απομάκρυνση των Ιταλών από την πολιτική. Εξάλλου, η ακύρωση των δημοψηφισμάτων είναι συνήθης καθώς από το 1997 κανένα δημοψήφισμα στην Ιταλία δεν έχει επιτύχει, λόγω της χαμηλής συμμετοχής των ψηφοφόρων.

Εσπειραν ανέμους, θερίζουν θύελλες

Ενα ακόμη ζήτημα είναι τι θα γίνει με τον εκλογικό νόμο καθώς όλοι συμφωνούν υπέρ της αλλαγής, ωστόσο δεν είναι καταληγμένοι σε ποια ακριβώς αλλαγή. Για το λόγο αυτό, δράση ανέλαβε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ηδη, από χτες το πρωί, ο Πρόεδρος Κάρλο Ατζέλιο Τσιάμπι κάλεσε όλα τα κόμματα να συμφωνήσουν στην αλλαγή του εκλογικού συστήματος, δηλώνοντας ότι προσωπικά θα αναλάβει πρωτοβουλίες για μεταρρυθμίσεις σ' αυτόν τον τομέα.

Το κυριότερο όμως ζήτημα που προκύπτει είναι ότι πια τα κόμματα έχουν μπει σε τροχιά ανοιχτής σύγκρουσης. Την ίδια στιγμή ο ηγέτης της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης Σίλβιο Μπερλουσκόνι, που είχε ταχθεί υπέρ της αποχής, ενώ εκφράζει την ικανοποίησή του για την αποτυχία των δημοψηφισμάτων, ζητά την παραίτηση της κυβέρνησης Αμάτο.

Παρότι η κυβέρνηση του Τζουλιάνο Αμάτο δήλωσε ουδέτερη στην εκλογική αναμέτρηση, ο «κεντρο-αριστερός» κυβερνητικός συνασπισμός εξέρχεται οπωσδήποτε αποδυναμωμένος, για δεύτερη συνεχόμενη φορά μετά τα «ταπεινωτικά» αποτελέσματα των πρόσφατων τοπικών εκλογών. Ο λόγος είναι, ότι «οι Δημοκρατικοί της Αριστεράς», το μεγαλύτερο κόμμα που την υποστηρίζει, τάχθηκε υπέρ της αλλαγής του εκλογικού νόμου και φυσικά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν απογοητευτικό.

Επίσης, τα αποτελέσματα των προχτεσινών δημοψηφισμάτων, φέρουν «τυπικά νικητές» αυτούς που υποστήριξαν την αποχή. Υπέρ του «ναι» είχαν ταχθεί το κυβερνητικό κόμμα των «Δημοκρατικών της Αριστεράς», οι «Δημοκρατικοί» του Πρόντι, οι «Ραντικάλι» της Μπονίνο και το αντιπολιτευόμενο της «Εθνικής Συμμαχίας». Η «Φόρτσα Ιτάλια», η «Λέγκα», η «Κομμουνιστική Επανίδρυση», το «Λαϊκό» και άλλα μικρά κόμματα τάχθηκαν υπέρ του «όχι».

ΡΩΣΙΑ
Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΡΟ

ΜΟΣΧΑ (ανταπόκριση ΒΛ. ΜΑΣΙΝ).-

Στις 20 Μάη πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα η 17η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΡΟ και εξέτασε τα εξής θέματα της ημερήσιας διάταξης: 1. Τα πολιτικά συμπεράσματα από τις βουλευτικές και προεδρικές εκλογές και τα άμεσα καθήκοντα το κόμματος. 2. Η σύγκληση του 7ου Συνεδρίου του ΚΚΡΟ. Εισήγηση στο πρώτο θέμα παρουσίασε ο πρόεδρος της ΚΕ του ΚΚΡΟ Γκενάντι Ζιουγκάνοφ. Στη συζήτηση πάνω στην εισήγηση πήραν μέρος 18 άτομα, μεταξύ τους και το μέλος της ΚΕ του ΚΚΡΟ Ολέγκ Σένιν. Πάνω στο πρώτο θέμα η Ολομέλεια ψήφισε σχετική απόφαση. Η Ολομέλεια αποφάσισε να συγκληθεί το 7ο Συνέδριο του ΚΚΡΟ στις 2 Δεκέμβρη 2000 στη Μόσχα. Η εισήγηση και οι αποφάσεις θα δημοσιευτούν τις επόμενες μέρες.

Οι εργασίες της Ολομέλειας έγιναν κεκλεισμένων των θυρών. Μετά όμως την Ολομέλεια τα αστικά ΜΜΕ διαπίστωσαν με «μεγάλη λύπη» ότι δεν έγινε καμία διάσπαση στο κόμμα. Το κόμμα διατήρησε την ενότητα και τη διάθεση για συγκεκριμένη σοβαρή δουλιά. Μετά το πέρας της Ολομέλειας ο Ζιουγκάνοφ δήλωσε ότι το βασικό «καθήκον είναι στο να ανανεωθεί η σύνθεση της καθοδήγησης και το κόμμα στο σύνολό του και να δυναμώσει η δουλιά του». Υπογράμμισε ότι στη διάρκεια των τελευταίων εκλογικών εκστρατειών πολλοί νέοι ταλαντούχοι άνθρωποι εργάστηκαν πρόθυμα με τους κομμουνιστές και είναι έτοιμοι να μπουν στις γραμμές του ΚΚΡΟ. Ανέφερε επίσης ότι τον περασμένο χρόνο γράφτηκαν στο κόμμα περίπου 20.000 νέα μέλη, ενώ από την αρχή του νέου χρόνου έχουν ενταχθεί στο ΚΚΡΟ 7.000 άτομα. Αλλο ένα καθήκον του κόμματος στο σημερινό στάδιο είναι η ανάγκη να «απαλλαγεί από τους συνοδοιπόρους, οι οποίοι δεν άντεξαν στη δοκιμασία του χρόνου». Για το σκοπό αυτό επιβάλλεται «να «δοθεί μέγιστη βοήθεια στην ενίσχυση της Λαϊκοπατριωτικής Ενωσης Ρωσίας».

ΡΩΣΙΑ - ΤΣΕΤΣΕΝΙΑ
Συνεχίζονται οι συγκρούσεις

ΜΟΣΧΑ.-

Το Κρεμλίνο διέψευσε την πληροφορία ότι Τσετσένοι αντάρτες επιτέθηκαν σε φάλαγγα του ομοσπονδιακού στρατού την Κυριακή, στη διάρκεια της νύχτας και ότι κατέλαβαν το ορεινό χωριό Ζάνι - Βέντενο, στη Νοτιοανατολική Τσετσενία. Ο Τσετσένος αξιωματούχος Μοβλάντι Ουντούγκοφ είχε δηλώσει σε τηλεφωνική του συνέντευξη στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι ύστερα από τις συγκρούσεις με τις ρωσικές δυνάμεις, κατά τις οποίες σκοτώθηκαν 20 Ρώσοι στρατιώτες, οι Τσετσένοι αντάρτες έθεσαν υπό τον πλήρη έλεγχό τους το χωριό. Από τη μεριά του, ο Ρώσος στρατιωτικός εκπρόσωπος Γκενάντι Αλιόχιν δήλωσε ότι στη διάρκεια συγκρούσεων στις ορεινές περιοχές της Τσετσενίας οι ρωσικές δυνάμεις σκότωσαν 8 αντάρτες. Ορισμένοι Ρώσοι στρατιώτες τραυματίστηκαν, αλλά δεν υπήρξαν νεκροί.

Στο μεταξύ, ο πρόεδρος του Κρατικού Συμβουλίου της Τσετσενίας Μαλίκ Σαϊντουλάγεφ κάλεσε τη Δευτέρα τους Τσετσένους της διασποράς στη Ρωσία και σε άλλες χώρες να εγκαταλείψουν τις φιλοδοξίες για εξουσία, να ενωθούν, να στηρίξουν και να βοηθήσουν τις προσπάθειες του εκπροσώπου της ρωσικής κυβέρνησης για την Τσετσενία Νικολάι Κόσμαν για τη σωτηρία της Πατρίδας, την ανόρθωση της βιομηχανίας και της αγροτικής οικονομίας.

Από την άλλη μεριά, σύμφωνα με το πρακτορείο RBC, ο υπεύθυνος για τα δικαιώματα του ανθρώπου στη Ρωσία Ολέγκ Μιρόνοφ τάχθηκε υπέρ των συνομιλιών με τον Τσετσένο ηγέτη Ασλάν Μασχάντοφ όχι με την έννοια των «ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων», αλλά της «βολιδοσκόπησης των θέσεων». Κατά τη γνώμη του, αυτό μπορεί να γίνει με τη βοήθεια «φυλάρχων» με κύρος ή διεθνών μεσολαβητών. Οι ρωσικές αρχές απορρίπτουν κάθε ανάμειξη ξένου παράγοντα στην υπόθεση της Τσετσενίας. Σχετικά μ' αυτό, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Σεργκέι Γιαστζέμπσκι κατηγόρησε την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΚΣΣΕ) για μυστικές συνομιλίες με ηγέτες των Τσετσένων αυτονομιστών «πίσω από τις πλάτες της Ρωσίας με σκοπό την επεξεργασία συντονισμένης θέσης για τον εξαναγκασμό της Ρωσίας σε διαπραγματεύσεις για να σταματήσει την αντιτρομοκρατική επιχείρηση στην Τσετσενία». Επισήμανε ότι σχετική τηλεφωνική συνομιλία είχε ο πρόεδρος της ΚΣΣΕ λόρδος Ράσελ Τζόνστον με τον Μασχάντοφ.

Νεκρός ο Μπασάγεφ;

Τελευταία κυκλοφορεί η πληροφορία ότι ο γνωστός Τσετσένος οπλαρχηγός Σαμίλ Μπασάγεφ είναι νεκρός εξαιτίας γάγγραινας του δεξιού ακρωτηριασμένου ποδιού του, μετά τον τραυματισμό του το Γενάρη. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Γιαστζέμπσκι δήλωσε σχετικά με την εν λόγω πληροφορία: «Δεν την επιβεβαιώνουμε, άλλα κι ούτε τη διαψεύδουμε». Σημειώνεται ότι αρκετές φορές έχει ανακοινωθεί ο θάνατος του Μπασάγεφ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ