ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 23 Απρίλη 1997
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Συνολικό ξήλωμα των εργασιακών σχέσεων

Την πλήρη αναθεώρηση των κανόνων που αφορούν το χρόνο εργασίας και τους άλλους όρους απασχόλησης απαιτεί ο διοικητής στο όνομα, δήθεν, της απασχόλησης

Τη συνολική αναθεώρηση των εργασιακών σχέσεων ζήτησε με τον πλέον επίσημο τρόπο ο διοικητής της Τράπεζας Ελλάδας, αναφερόμενος στο θέμα της απασχόλησης και της αντιμετώπισης, δήθεν, της ανεργίας. Ο Λ. Παπαδήμος, που απαντώντας σε σχετική ερώτηση τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της καθιέρωσης και γενίκευσης της "μερικής απασχόλησης", έκανε λόγο για την ανάγκη λήψης σχετικών μέτρων "εδώ και τώρα", παραπέμποντας στον υποτιθέμενο "κοινωνικό διάλογο" της κυβέρνησης, αλλά και αποκαλύπτοντας τους προσανατολισμούς του "διαλόγου".

"Είναι σκόπιμο - υποστήριξε ο κ. διοικητής - να γίνει μια συνολική επανεξέταση ορισμένων κανόνων που αφορούν το χρόνο εργασίας ή άλλους όρους απασχόλησης". Για να μην αφήσει μάλιστα κανένα περιθώριο για ερμηνείες που κινούνται εκτός των σκληρών αντιλαϊκών επιλογών της κυβέρνησης, συμπλήρωσε ότι η "αναθεώρηση πρέπει να συνδυάζει την κοινωνική προστασία των εργαζομένων με τη δημιουργία περισσοτέρων ευκαιριών απασχόλησης για όσους σήμερα είναι άνεργοι ή βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας".

Ο Λ. Παπαδήμος στην πραγματικότητα αξίωσε από την κυβέρνηση να προχωρήσει από τώρα, στα πλαίσια της επιτάχυνσης της εφαρμοζόμενης πολιτικής, στην επιβολή μέτρων οδυνηρών και δύσκολων για τους εργαζόμενους της χώρας. Στέλνοντας το μήνυμά του προς τους εργαζόμενους της χώρας, την κυβέρνηση και τους προϊσταμένους των Βρυξελλών, υποστήριξε:

"Δεν υπάρχουν εύκολες, ανώδυνες ή αυτονόητες λύσεις για τα προβλήματα της ανάπτυξης, της ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης, που αντιμετωπίζει η χώρα στη σημερινή φάση, κατά την οποία επιδιώκεται η ικανοποίηση των κριτηρίων της οικονομικής σύγκλισης". Μάλιστα, οι λύσεις αυτές θα είναι πολύ πιο οδυνηρές - συμπλήρωσε - "όταν δε θα είναι πλέον εφικτή η άσκηση αυτόνομης εθνικής πολιτικής για τη στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας και θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί κυρίως η διαρθρωτική πολιτική, ώστε να αυξηθεί η απασχόληση και να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο". Ετσι, στο φόντο της πραγματικότητας που δημιουργεί η κυβερνητική πολιτική υιοθέτησης της ΟΝΕ και άρα η εκχώρηση προς τις Βρυξέλλες του κυριαρχικού δικαιώματος της χώρας να καθορίζει την οικονομική της πολιτική, αξιοποιήθηκε από τον κ. διοικητή ως μπαμπούλας για να σημειώσει πως "σε κάθε περίπτωση, η προσπάθεια (σ. σ. για διαρθρωτικά μέτρα) πρέπει να αρχίσει από τώρα".

Αναφερόμενος ειδικά στο θέμα της ανεργίας, ο διοικητής της Τράπεζας Ελλάδας εμφανίστηκε υπέρμαχος των πλέον ακραίων μορφών ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων και δίνοντας το στίγμα των κυβερνητικών επιλογών, ξεκαθάρισε πως:

  • Το πρόβλημα της ανεργίας δεν πρόκειται να λυθεί και κάθε φορά θα παρουσιάζονται νέοι λόγοι για την έξαρσή της.
  • Είναι αναγκαία η "αύξηση της προσαρμοστικότητας του ανθρώπινου παραγωγικού δυναμικού στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της οικονομίας", με ό,τι αυτό συνεπάγεται (Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης, επαγγελματική και γεωγραφική κινητικότητα κλπ.).
  • Πρέπει να ληφθούν όλα τα μέτρα για τη μείωση του κόστους, μέσω των συλλογικών διαπραγματεύσεων, για την πρόσληψη των νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας και των μακροχρόνια άνεργων. Μέσα στην παραπάνω διατύπωση, "χωράνε" οι ειδικοί, χαμηλότεροι μισθοί για τέτοιες προσλήψεις, οι μεγαλύτερες ασφαλιστικές εισφορές, οι ακόμα μεγαλύτερες επιδοτήσεις των επιχειρηματιών, η εφαρμογή γενικευμένων "περιορισμένων δικαιωμάτων" σε όσους πρωτομπαίνουν στην παραγωγή.
  • Θα έχουμε επιβράδυνση της ανόδου των ονομαστικών αποδοχών των εργαζομένων, η σύναψη δηλαδή συλλογικών συμβάσεων που θα διαιωνίζουν τη λιτότητα σε βάρος των εργαζομένων.
  • Η αντιμετώπιση της ανεργίας μπορεί να γίνει με "ανάπτυξη των παραγωγικών δραστηριοτήτων". Σαν τέτοιες δραστηριότητες όμως ο διοικητής ανέφερε την επέκταση των οικονομικών δραστηριοτήτων, των μεγαλοεπιχειρηματιών προφανώς, σε τομείς των κλασικών υπηρεσιών, των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, του τουρισμού κλπ.
  • Τέλος, σαν τρόπος αντιμετώπισης της ανεργίας αναφέρθηκε η επέκταση υπηρεσιών σε τομείς των "κοινωνικών υπηρεσιών", όπως η εκπαίδευση και η υγεία, διατύπωση που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις αποτελεί προτροπή του Λ. Παπαδήμου για την εμφάνιση και νέων ιδιωτικών επιχειρήσεων σε αυτούς τους τομείς.
Καμία χαλάρωση υποδεικνύουν οι βιομήχανοι

Στοιχεία για τις συνέπειες της μονόπλευρης λιτότητας, έδωσε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ που δείχνουν την απόκλιση της αγοραστικής δύναμης των μισθών στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ενωση

Στο ίδιο μήκος κύματος, με τον διοικητή της Τράπεζας Ελλάδας, ο πρόεδρος του ΣΕΒ Ι. Στράτος - μιλώντας από το βήμα της γενικής συνέλευσης των μετόχων της τράπεζας - επανέλαβε τις αξιώσεις των βιομηχάνων, όχι μόνο να μην υπάρξει χαλάρωση της εφαρμοζόμενης από την κυβέρνηση αντιλαϊκής οικονομικής πολιτικής, αλλά και να εμπλουτιστεί με νέα μέτρα σκληρότερης λιτότητας. Μεταξύ άλλων ο πρόεδρος του ΣΕΒ απαίτησε επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών στους τομείς της δημόσιας διοίκησης, της κοινωνικής ασφάλισης, της αγοράς εργασίας και των ιδιωτικοποιήσεων, μέσα από τον περίφημο "κοινωνικό διάλογο". Το επιχείρημα, που πρόβαλε και ο πρόεδρος του ΣΕΒ, για τη συνέχιση και σκλήρυνση της ακολουθούμενης αντιλαϊκής πολιτικής, ήταν η ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων στην κατεύθυνση ένταξης της χώρας μας στην ΟΝΕ. Από το ίδιο βήμα, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρ. Πολυζωγόπουλος αναφέρθηκε εκτενώς στις δυσμενέστατες συνέπειες που είχε για τους εργαζόμενους της χώρας μας η εφαρμογή τέτοιου είδους πολιτικών όλα τα τελευταία χρόνια.

Αναλυτικότερα, ο Ι. Στράτος, αναφερόμενος στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και τη θετική εξέλιξη ορισμένων μακροοικονομικών μεγεθών, ήταν σαφής: "Η δικαιολογημένη ευφορία που δημιουργούν οι εξελίξεις αυτές", τόνισε, "δεν πρέπει να βασίζεται σε εσφαλμένες εντυπώσεις, ούτε να οδηγεί σε εφησυχασμό και χαλάρωση της προσπάθειας ή απομάκρυνση από τις ενδεικνυόμενες πάγιες κατευθύνσεις της οικονομικής πολιτικής"! Καιαποσαφηνίζοντας τη θέση του, τόνισε ότι χρειάζεται "στην παρούσα φάση ενδυνάμωση της προσπάθειας", καθώς και "ταχύτερη πρόοδος στο δημοσιονομικό και στο διαρθρωτικό σκέλος της μακροοικονομικής πολιτικής".Στο ίδιο πνεύμα, αξίωσε "σφιχτή" εισοδηματική πολιτική, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι η πολιτική που ακολουθήθηκε στο συγκεκριμένο σκέλος, από τον κρατικό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, το 1995 και 1996 δεν ήταν αυτή που έπρεπε.

Στη συνέχεια και αφού αναφέρθηκε στη δήθεν αναγκαιότητα προώθησης "ριζικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ιδίως στους τομείς δημόσιας διοίκησης, κοινωνικής ασφάλισης, αγοράς εργασίας και αποκρατικοποιήσεων", χαρακτήρισε ως "ένα σωστό βήμα" την επικείμενη έναρξη του κοινωνικού διαλόγου. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι ο "κοινωνικός διάλογος" πρέπει σύντομα να αποκτήσει "ευδιάκριτο και επακριβώς προσδιορισμένο περιεχόμενο, ώστε να καλύψει τις πραγματικές συνιστώσες των προβλημάτων". Στην ίδια κατεύθυνση ο πρόεδρος του ΣΕΒ αξίωσε τολμηρά μέτρα στους τομείς της ιδιωτικοποίησης και των δαπανών και δραστικές παρεμβάσεις στις αγορές αγαθών και συντελεστών, ενώ κλείνοντας την ομιλία του υπογράμμισε ότι "οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις πρέπει να είναι ουσιώδεις, χωρίς αναστολές, παλινδρομήσεις ή καθυστερήσεις".

Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ

Στο "φόντο" όλων όσων αναπτύχθηκαν παραπάνω, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα επίσημα στοιχεία που ανέφερε λίγο αργότερα στην ομιλία του ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρ. Πολυζωγόπουλος, σχετικά με τις καταστροφικές συνέπειες που επέφεραν στους Ελληνες εργαζόμενους τα διάφορα αντιλαϊκά προγράμματα των εκάστοτε "γαλαζοπράσινων" κυβερνήσεων και η δήθεν αναγκαιότητα συνέχισής τους, που επαγγέλλονται από κοινού κυβέρνηση και βιομήχανοι. Οπως τόνισε μεταξύ άλλων ο Χρ. Πολυζωγόπουλος, "η 12ετής εφαρμογή αντίστοιχων προγραμμάτων οικονομικής πολιτικής" συνοδεύεται από εισοδηματικές και κοινωνικές ανισότητες (π. χ. μείωση των πραγματικών μισθών, σταδιακή αύξηση της ανεργίας).

Οπως χαρακτηριστικά ανέφερε, αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων είναι:

  • Το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ελλάδα έχει μειωθεί στο διάστημα 1990-1996 κατά 11% και βρίσκεται σήμερα στα επίπεδα του 1976. Η αντίστοιχη μείωση στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης ανήλθε στο 4%.Παράλληλα, την περίοδο 1984-1995 οι ονομαστικοί μισθοί στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, με βάση την εξέλιξη του κατώτατου μισθού, αυξήθηκαν κατά 310%,ενώ οι πραγματικοί μισθοί έχουν μειωθεί κατά 19,44%,με αποτέλεσμα να παραμένουν στα επίπεδα του 1982.
  • Η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην οποία μειώθηκαν οι πραγματικοί μισθοί στη βιομηχανία, κατά τη διάρκεια 1985-1994, είναι η Ελλάδα. Ετσι, οι αμοιβές των Ελλήνων μισθωτών αντιστοιχούν στο 65% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Επίσης, την περίοδο 1989-1996 οι εισφορές για συντάξεις και για υγειονομική περίθαλψη αυξήθηκαν κατά 282%,ενώ οι συντάξεις και οι δαπάνες υγείας αυξήθηκαν κατά 186%.
  • Ο Ελληνας εργαζόμενος σήμερα υποχρεώνεται να εργάζεται κατά 89% περισσότερο χρόνο για να αποκτήσει τα ίδια αγαθά και υπηρεσίες σε σχέση με τον μέσο Ευρωπαίο συνάδελφό του. Επίσης, το 20% των εργαζόμενων στην Ελλάδα πολυαπασχολείται, κύρια για οικονομικούς λόγους, ενώ αντίστοιχο ποσοστό φαίνεται να επιθυμεί την προσφυγή σε πολυαπασχόληση σε δεδομένη ευκαιρία. Το 1/3 των μισθωτών προβαίνουν σε υπερωριακή απασχόληση, κύρια, για οικονομικούς λόγους.
  • Τέλος, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της ΕΕ, το 19,5% του πληθυσμού στην Ελλάδα διαβιώνει κάτω από τα όρια της φτώχειας (50% του κατά κεφαλή Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος - ΑΕΠ).
Ο πρόεδρος του ΣΥΤΕ

Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Συλλόγου των Εργαζομένων στην Τράπεζα Ελλάδος Γ. Κασκαρέλης επισήμανε στην ομιλία του ότι η επικείμενη ανεξαρτητοποίηση της Κεντρικής Τράπεζας, με βάση ανάλογη εμπειρία ευρωπαϊκών χωρών στις οποίες υλοποιήθηκε, εγκυμονεί κινδύνους συρρίκνωσης των θέσεων εργασίας. Το ενδεχόμενο αυτό είναι πιθανό, εφόσον σημειωθεί εκτόπιση των μη νομισματικών εργασιών (εποπτεία, συνάλλαγμα κτλ.) από τις καθαρά νομισματικές εργασίες, που εκτελούνται στα πλαίσια της υλοποίησης των κριτηρίων του Μάαστριχτ. Με δήλωσή του στο "Ρ", ο πρόεδρος του Συλλόγου των Υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδας σημείωσε: "Και η σημερινή έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας δίνει έμφαση στη συγκράτηση των μισθολογικών αυξήσεων, προκειμένου να επιτευχθεί η ονομαστική σύγκλιση. Η ειδωλολατρία των κριτηρίων σύγκλισης όμως έχει οδηγήσει σε ένα κοινωνικά απαράδεκτο επίπεδο ανεργίας στην ΕΕ. Θυσιάζουν μια ολόκληρη γενιά στο κυνήγι των κριτηρίων, που ούτε οι ίδιοι οι Γερμανοί που τα επέβαλλαν δεν μπορούν να ανταποκριθούν. Ειδικότερα στην Ελλάδα, η μη τιμαριθμοποίηση των συντελεστών της φορολογικής κλίμακας και η αλματώδης αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών αφαιρεί ένα μεγάλο μέρος των ονομαστικών αυξήσεων, με συνέπεια τη συνεχή συρρίκνωση του πραγματικού εθνικού εισοδήματος".

ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Συνταγές για "εδώ και τώρα" νέα μέτρα

"Εθνικής σημασίας", θεωρεί ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας τη λήψη συμπληρωματικών μέτρων για σκληρότερη λιτότητα στο λαό, προκειμένου να ενταχθεί η Ελλάδα στην ΟΝΕ, ενώ την ίδια στιγμή ο ίδιος ομολογεί πως από το 1999 και μετά δε θα υπάρχει εθνική πολιτική!

Πρόσθετα μέτρα και μάλιστα τώρα, με στόχο τη διεύρυνση της ληστείας των λαϊκών εισοδημάτων και ταυτόχρονα την ενίσχυση της κερδοφορίας των πολυεθνικών και των συνεταίρων τους - μεγαλοεπιχειρηματιών στην Ελλάδα - συνέστησε χτες στην κυβέρνηση και ο διοικητής της Τράπεζας της ΕλλάδαςΛ. Παπαδήμος.Αυτό είναι το στίγμα της έκθεσης του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, την οποία παρουσίασε χτες στους δημοσιογράφους και στη συνέχεια στους μετόχους της κεντρικής τράπεζας, με πρόσχημα την ανάγκη να εκπληρωθούν οι στόχοι και οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και το πρόγραμμα "σύγκλισης", για την ένταξη της Ελλάδας στην οικονομική και νομισματική ένωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Στα πλαίσια αυτά, ο Λ. Παπαδήμος, υπέδειξε στην κυβέρνηση να προχωρήσει τώρα - αξιοποιώντας και τον "κοινωνικό διάλογο" - στην επιβολή της δέσμης μέτρων (δημοσιονομικών, εργασιακών, νομισματοπιστωτικών, ιδιωτικοποιήσεις κλπ.), που όλα καταλήγουν στη μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων και άλλων λαϊκών εισοδημάτων και παράλληλα στη διεύρυνση της κερδοσκοπικής ασυδοσίας των κάθε είδους μεγαλοεπιχειρηματιών.

Ειδικότερα, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας:

  • Υποστήριξε πως "είναι απολύτως αναγκαία η συνέχιση με συνέπεια και επιμονή της μακροοικονομικής πολιτικής που ακολουθείται τα τελευταία έτη". Και για να δικαιολογήσει την εμμονή του στη συνέχιση και σκλήρυνση της λιτότητας, ισχυρίστηκε πως, αν δε συνεχιστεί η ονομαστική και πραγματική "σύγκλιση", τότε "κινδυνεύουν να εξανεμιστούν τα θετικά αποτελέσματα των προσπαθειών που έχουν γίνει μέχρι σήμερα", καθώς επίσης και να μην ενταχθεί η Ελλάδα στην ΟΝΕ μέχρι το 2001.
  • Υπέδειξε στην κυβέρνηση να ενισχύσει την "αποτελεσματικότητα της σταθεροποιητικής μακροοικονομικής πολιτικής" - δηλαδή να εντατικοποιήσει τη μονόπλευρη λιτότητα - με τη "βελτίωση του μείγματος της πολιτικής που ακολουθεί να υπάρχει". Αφησε, μάλιστα, να εννοηθεί ότι οι μέχρι τώρα υπερβάσεις στα δημοσιονομικά ελλείμματα, σημειώθηκαν επειδή η "εισοδηματική πολιτική δεν προσαρμόστηκε ανάλογα", καθώς επίσης και γιατί "οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ήταν περιορισμένες". Αποκαλύπτοντας, όμως, το γεγονός ότι η εισοδηματική πολιτική του 1997 είναι εισοδηματική πολιτική λιτότητας, είπε πως φέτος "προβλέπεται σαφής επιβράδυνση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος" κατά 3 περίπου μονάδες και παράλληλα "μείωση του δημόσιου ελλείμματος". Πρόσθεσε, όμως, με νόημα, πως η προβλεπόμενη μείωση του κόστους εργασίας (δηλαδή η συμπίεση της αγοραστικής δύναμης των μισθών για να διευρυνθεί η κερδοφορία των επιχειρήσεων), "δεν αρκεί για τη μονιμότερη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και τη διαμόρφωση συνθηκών υψηλής και διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης", παροτρύνοντας έτσι την κυβέρνηση και για άλλα μέτρα!
  • Εκρινε σκόπιμο να χαρακτηρίσει "μεγάλης σημασίας" την ανάγκη να προχωρήσει "εδώ και τώρα" η κυβέρνηση στην "προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς της οικονομίας". Υπέδειξε, δηλαδή, στην κυβέρνηση, να προχωρήσει στη θεσμοθέτηση μέτρων σε βάρος των εργαζόμενων, για ουσιαστικότερη και μονιμότερη αντιμετώπιση προβλημάτων, όπως ο πληθωρισμός, η ανταγωνιστικότητα, η ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής και του τραπεζικού συστήματος, το ισοζύγιο πληρωμών και η αγορά εργασίας. Με πρόσχημα, δηλαδή, την αντιμετώπιση της ανεργίας και άλλων οικονομικών προβλημάτων, ο Λ. Παπαδήμος, υποστήριξε πως "η άμεση προώθηση ριζοσπαστικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε όλο το φάσμα της οικονομίας, καθίσταται επιτακτικότερη, ενόψει της δημιουργίας του ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης".
  • Επικαλούμενος την ανάγκη να βελτιωθεί σημαντικά η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας μέχρι το 2001, υποστήριξε πως "είναι επιβεβλημένο να προωθηθούν το ταχύτερο δυνατό οι προγραμματιζόμενες μεταρρυθμίσεις". Ειδικότερα, είπε, πρέπει να προχωρήσουν ταχύτατα, ιδίως οι αλλαγές που αποσκοπούν: α) στην αποτελεσματικότερη λειτουργία των αγορών εργασίας, αγαθών και υπηρεσιών. β) στον έλεγχο και την περιστολή των δαπανών του κράτους και όλων των δημόσιων φορέων. γ) στη δημιουργία βιώσιμων συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. δ) στην αποκρατικοποίηση δημόσιων επιχειρήσεων και την ιδιωτικοποίηση των υπό κρατικό έλεγχο τραπεζών.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι ο Λουκάς Παπαδήμος, χαρακτήρισε τη νέα δέσμη αντιλαϊκών μέτρων που πρότεινε, σαν μέτρα "εθνικής σημασίας" και κάλεσε τους εργαζόμενους να συναινέσουν στην υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου κατά τα πρότυπα της λογικής του "σφάξε με αγά μου ν' αγιάσω"! Ενώ όμως βάφτισε τα προτεινόμενα μέτρα "εθνικής σημασίας", ομολόγησε δημόσια, πως η πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση και τα πρόσθετα μέτρα που συνιστά ο ίδιος, θέτουν περιορισμούς και "θα επηρεάσουν την άσκηση και την αποτελεσματικότητα της μακροοικονομικής πολιτικής σε εθνικό επίπεδο". Οπως είπε χαρακτηριστικά, "μετά την ένταξη της δραχμής στη ζώνη του "εύρω", δε θα υπάρχει πλέον δυνατότητα άσκησης ανεξάρτητης εθνικής, νομισματικής πολιτικής". Παραδέχτηκε, δηλαδή, ότι μετά τη δημιουργία της ΟΝΕ το Ιανουάριο του 1999, η οικονομική και νομισματική συναλλαγματική και η γενικότερη οικονομική πολιτική της χώρας μας, θα χαράσσονται και θα ασκούνται από το διευθυντήριο των Βρυξελλών, με την ελληνική κυβέρνηση και την Τράπεζα της Ελλάδας σε ρόλο εκτελεστικών οργάνων!

Αξιολογώντας τις μέχρι τώρα επιδόσεις της κυβερνητικής πολιτικής στον οικονομικό τομέα, ο Λ. Παπαδήμος είπε πως έγιναν "σημαντικά βήματα" στη μείωση του πληθωρισμού, των επιτοκίων, των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, της νομισματικής σταθερότητας, αλλά και στην ονομαστική και πραγματική "σύγκλιση". Αποσιώπησε όμως το γεγονός ότι βελτίωση αυτών των μεγεθών, δε συνοδεύτηκε και με βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων. Δεν παρέλειψε βέβαια να προσθέσει, πως τα μέχρι τώρα επιτεύγματα της κυβερνητικής πολιτικής κινδυνεύουν να χαθούν, για να καλέσει στη συνέχεια την κυβέρνηση να εντείνει τις προσπάθειές της (σ.σ. δηλαδή την πολιτική μονόπλευρης λιτότητας σε βάρος των πλατιών λαϊκών στρωμάτων), με τη λήψη πρόσθετων μέτρων, που θα συμβάλουν, στην υλοποίηση του προγράμματος σύγκλισης, αφού τα σχετικά αποτελέσματα είναι "εύθραυστα και θα χρειαστούν ακόμη μακροχρόνιες προσπάθειες, για να παγιωθούν αυτές οι κατακτήσεις και να σταθεί η ελληνική οικονομία στα πόδια της".

ΔΗΚΕΒΕ
Καταγγέλλει τον εμπαιγμό με τα κοινοτικά προγράμματα

Τον εμπαιγμό της κυβέρνησης σε βάρος των εκατοντάδων χιλιάδων αυτοαπασχολούμενων και μικρών επαγγελματιών βιοτεχνών και εμπόρων με το τελευταίο πρόγραμμα που ανακοινώθηκε για την ενίσχυση δήθεν της ανταγωνιστικότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ύψους 100 δισ. δρχ. και διάρκειας μέχρι το 1999, καταγγέλλει με ανακοίνωσή του το προεδρείο της Δημοκρατικής Κίνησης Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων (ΔΗΚΕΒΕ).

Συγκεκριμένα, η ΔΗΚΕΒΕ αναφέρει ότι το πρόγραμμα αυτό αποτελείται από πέντε επιμέρους προγράμματα:

  • "Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα": ύψους περίπου 30 δισ. δρχ. Σ' αυτό μπορούν να συμμετέχουν ΜΜΕ μεταποίησης. Οσον αφορά το μέγεθός τους απαιτείται για μεν την Αττική να απασχολούν με σχέση εξαρτημένης εργασίας από 5 έως 30 άτομα, με βάση τη μέση απασχόληση του 1996 και να έχουν ετήσιο τζίρο σε ένα από τα τελευταία τρία χρόνια, ίσο ή μεγαλύτερο από 120 εκατ., για δε την υπόλοιπη Ελλάδα από 3 μέχρι 30 εργαζόμενους και τζίρο ίσο ή μεγαλύτερο από 70 εκατ.
  • "Πρωτοβουλία ΜΜΕ": ύψους περίπου 45 δισ. Σ' αυτό μπορούν να μετέχουν ΜΜΕ μεταποίησης ή παροχής υπηρεσιών, που απασχολούν με σχέση εξαρτημένης εργασίας από 1 μέχρι 250 άτομα, έχουν μέσο ετήσιο τζίρο τα τρία τελευταία χρόνια ίσο ή μεγαλύτερο από 70 εκατ. και μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης του τζίρου τα τρία τελευταία χρόνια μεγαλύτερο από 30%. Επίσης, μπορούν να συμμετέχουν και ομάδες συνεργαζόμενων επιχειρήσεων ή συνεταιρισμοί παραγωγών.
  • "ΜΜΕ στις φθίνουσες περιοχές": ύψους περίπου 21,5 δισ. Μπορούν να συμμετέχουν ΜΜΕ με μόνιμο προσωπικό από 3 μέχρι 250 άτομα και μέσο ετήσιο τζίρο την τελευταία τριετία ίσο ή μεγαλύτερο από 70 εκατ.
  • Υπάρχουν ακόμη δύο επιμέρους πολύ μικρότερα προγράμματα ύψους και τα δύο περίπου 3,5 δισ. Ενα για την ενίσχυση ΜΜΕ του τουριστικού κλάδου, που κινείται στην ίδια λογική με τα τρία προηγούμενα και ένα για την ενίσχυση ΜΜΕ μεταποίησης σε αστικές περιοχές με έντονα κοινωνικοοικονομικά ή περιβαλλοντικά προβλήματα, το οποίο αφορά στους Δήμους Ερμούπολης και Κερατσινίου - Δραπετσώνας, που και αυτό αποκλείει τους αυτοαπασχολούμενους αλλά περιορίζεται σε επιχειρήσεις μέχρι 5 εργαζόμενους.

Από τα παραπάνω, τονίζει η ΔΗΚΕΒΕ, προκύπτουν δύο βασικά συμπεράσματα: Πρώτον,από σύνολο των προγραμμάτων αποκλείονται "από χέρι" οι αυτοαπασχολούμενοι, που είναι η πλειοψηφία των ΜΜΕ. Από τα δύο προγράμματα ("ΠΕΠ" και "φθίνουσες περιοχές") που αντιστοιχούν στο 50% των συνολικών πόρων του προγράμματος, αποκλείονται εκτός από τους αυτοαπασχολούμενους και οι μικρές επιχειρήσεις που απασχολούν μέχρι 2 εργαζόμενους και στην Αττική και Θεσσαλονίκη μέχρι 4 εργαζόμενους. Αλλά και στο πρόγραμμα "πρωτοβουλία ΜΜΕ" υπάρχει το ελάχιστο όριο τζίρου των 70 εκατ. δρχ. και η προϋπόθεση της μέσης ετήσιας αύξησης του τζίρου της τελευταία τριετίας πάνω από 30%, σε μια περίοδο που όλοι ξέρουμε ότι οι μικρές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σημαντική μείωση του τζίρου τους. Πριμοδοτούνται, δηλαδή, έντονα κερδοφόρες επιχειρήσεις και όχι αυτές που έχουν έντονα προβλήματα. Αλλά και παραπέρα, εάν δει κανείς τα κριτήρια αξιολόγησης των αιτήσεων, τη διαδικασία χρηματοδότησης και υλοποίησης των προγραμμάτων, διαπιστώνει ότι σαφώς προκρίνονται οι μεγαλύτερες, καλύτερα οργανωμένες, πιο γρήγορα αναπτυσσόμενες και με μεγαλύτερο εξαγωγικό προσανατολισμό επιχειρήσεις.

Με δυο λόγια, καταγγέλλει η ΔΗΚΕΒΕ, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αποκλείονται από τα προγράμματα αυτά οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικροί ΕΒΕ που αποτελούν πάνω το 90% των ΜΜΕ. Τα κονδύλια αυτά θα τα καρπωθούν μεσαίες και μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, πράγμα εντελώς λογικό για την "ελεύθερη αγορά". Αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι στους ενδιάμεσους φορείς διαχείρισης των προγραμμάτων αυτών συμμετέχουν και σύνδεσμοι βιομηχάνων, όπως καταγγέλθηκε για την περιοχή Θεσσαλίας - Ανατ. Στερεάς.

Δεύτερο,ακόμη και στην περίπτωση που κάποια ψίχουλα από τους πόρους αυτούς φτάσουν στους ΕΒΕ, πάλι δεν απαντιέται η ουσία του προβλήματός τους, που είναι η άνιση θέση, η εξάρτηση και εκμετάλλευσή τους από τα μονοπώλια. Ουσιαστική απάντηση σ' αυτό το πρόβλημα θα ήταν η διάθεση των πόρων, αλλά και η συνολικότερη βοήθεια κυρίως για τη μαζική συνεταιριστικοποίηση των ΕΒΕ με κλαδικές πολιτικές, στα πλαίσια μιας γενικότερης αντιμονοπωλιακής πολιτικής. Κάτι τέτοιο, όμως, δε γίνεται από τα προγράμματα αυτά.

Τελικά, όπως καταγγέλλει η ΔΗΚΕΒΕ, και το πρόγραμμα αυτό των 100 δισ. δρχ. θα λειτουργήσει:

  • Προπαγανδιστικά για την κυβέρνηση, ότι δήθεν στηρίζει τις ΜΜΕ.
  • Θα βοηθήσει ένα μικρό αριθμό μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων περίπου 1.000, όπως υπολογίζουν οι εργαζόμενοι στον ΕΟΜΜΕΧ, σε σύνολο πάνω από 500.000 επιχειρήσεων, να εκσυγχρονιστούν σε βάρος της μεγάλης μάζας των αυτοαπασχολούμενων και των μικρών ΕΒΕ.
  • Στο βαθμό που θα φτάσουν κάποια κονδύλια στους μικρούς ΕΒΕ δε θα λύσουν κανένα ουσιαστικό πρόβλημά τους και περισσότερο αυταπάτες θα δημιουργούν.
  • Θα συνεχίσει να "συντηρεί κάποιους" σε βάρος των πολλών, που γι' αυτό το λόγο είναι οι πιο "θερμοί" υποστηρικτές της ΕΕ.

"Οι αυτοαπασχολούμενοι και μικροί ΕΒΕ", καταλήγει η ανακοίνωση της ΔΗΚΕΒΕ, "δεν πρέπει να περιμένουν τίποτα καλό από την πολιτική και τα προγράμματα της ΕΕ και της ελληνικής κυβέρνησης. Μόνος δρόμος είναι η πάλη για την ανατροπή αυτής της πολιτικής και εξουσίας".

ΚΚΕ
Προάγγελος για εγκλήματα σε βάρος των εργαζομένων

Ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του Κόμματος

Με αφορμή τις χτεσινές εξαγγελίες του Λ. Παπαδήμου, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:

"Οι δηλώσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας προαναγγέλλουν ότι η κυβέρνηση προετοιμάζει έναν σιδερόφραχτο "κοινωνικό διάλογο" για τη γενικευμένη εφαρμογή μεσαιωνικών εργασιακών σχέσεων και παράλληλα ότι στρώνει το έδαφος για το τσάκισμα του ασφαλιστικού συστήματος, την παραπέρα περικοπή των κοινωνικών δαπανών και το ξεπούλημα κρατικών επιχειρήσεων. Πρόκειται για εγκλήματα που είναι ανάγκη να συναντήσουν την αντίδραση των εργαζομένων.

Στις πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις πρέπει να δοθεί μια καλή απάντηση στην κυβερνητική πολιτική".

Τα αντεργατικά επιτελεία της κυβέρνησης σχεδιάζουν, οι εργαζόμενοι απαντούν με τα δικά τους αγωνιστικά σχέδια



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ