ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 23 Νοέμβρη 1997
Σελ. /50
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 1998
Ενα το κρατούμενο η φοροληστεία των εργαζομένων

Από τον φορολογικό Προκρούστη θα περάσουν και το 1998 τα λαϊκά εισοδήματα. Πρόταση του ΚΚΕ για ουσιαστικές φορολογικές ελαφρύνσεις των εργαζομένων και συνταξιούχων

Οσοι θα αποκτήσουν φέτος εισόδημα 4 εκατ. δραχμές, το 1998 θα κληθούν να πληρώσουν φόρο εισοδήματος 283.000 δραχμές. Ο φόρος αυτός προκύπτει μετά την ψευτοτιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας κατά 5,7% σύμφωνα με την κυβερνητική απόφαση. Αν όμως υπήρχε ο μηχανισμός ελάχιστης προστασίας των λαϊκών εισοδημάτων με αυτόματη και γνήσια τιμαριθμοποίηση των φορολογικών κλιμακίων από χρόνο σε χρόνο, το εισόδημα των 4 εκατ. δραχμών θα έπρεπε να καταβάλλει φόρο μόνο 150.000 δραχμές! Πληρώνει όμως φόρο μεγαλύτερο κατά 133.000 δραχμές, διαφορά η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι για τέσσερα συνεχή χρόνια η φορολογική κλίμακα παρέμεινε καθηλωμένη. Ετσι, τα τελευταία χρόνια μόνο στο σκέλος του φόρου εισοδήματος, οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι πληρώνουν κάθε χρόνο και περισσότερο φόρο, παρά το γεγονός ότι τα εισοδήματα τους, σε όρους αγοραστικής δύναμης, έχουν μειωθεί. Την πραγματική αυτή κατάσταση, που βιώνουν εκατομμύρια εργαζόμενοι στη χώρα μας, επιχειρεί να τη συσκοτίσει η κυβέρνηση. Με αφορμή την κατάθεση του Κρατικού Προϋπολογισμού του 1998, οι κυβερνητικοί παράγοντες έκαναν και πάλι λόγο για "κοινωνικά δίκαιο" προϋπολογισμό, ο οποίος "θα επιβαρύνει τους έχοντες και κατέχοντες", ενώ "θα προστατέψει τα λαϊκά εισοδήματα". Φυσικά, πρόκειται για πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας, καθώς όλο και περισσότεροι καταλαβαίνουν ότι η πορεία προς το Μάαστριχτ και το κοινό νόμισμα συνοδεύεται και με αναδιανεμητικές πολιτικές υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου, κάτι που εν μέρει αποτυπώνεται και στους ισολογισμούς των μεγάλων επιχειρήσεων και των τραπεζών, όπου παρουσιάζουν υψηλή κερδοφορία. Αντίθετα, χρόνο με το χρόνο τα λαϊκά στρώματα βρίσκονται μπροστά σε όλο και μεγαλύτερα αδιέξοδα.

Στα πλαίσια της νέας επίθεσης που εξαπέλυσε η κυβέρνηση κατά των λαϊκών εισοδημάτων με τον Κρατικό Προϋπολογισμό του 1998, αξίζει να επαναφέρουμε στο προσκήνιο την πρόταση του ΚΚΕ για φορολογικές μεταρρυθμίσεις στην κατεύθυνση της στοιχειώδους προστασίας των λαϊκών εισοδημάτων. Σαν μέτρο σύγκρισης με την υπάρχουσα σήμερα κατάσταση αναφέρουμε ότι σύμφωνα με την πρόταση του ΚΚΕ, ατομικό εισόδημα 4 εκατ. δραχμών που αποκτήθηκε πέρσι θα έπρεπε να επιβαρυνθεί με φόρο 100 χιλ. δραχμών, φόρος ο οποίος θα μειώνεται ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του φορολογούμενου (αριθμός παιδιών κτλ.). Αντίθετα για τα μεγάλα εισοδήματα προτείνονται υψηλοί φορολογικοί συντελεστές.

Τα κυριότερα σημεία της Πρότασης Νόμου "στην κατεύθυνση της δίκαιης κατανομής των φορολογικών βαρών" που κατέθεσε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ και η οποία, αν και απορρίφθηκε από την κυβερνητική πλειοψηφία, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν διεκδικητικό πλαίσιο από τα συνδικάτα, προβλέπουν:

  • Το αφορολόγητο όριο να ανέλθει στα 2 εκατ. δραχμές για όλους τους φορολογούμενους και ειδικά για τους εργαζόμενους να αυξηθεί στα 2,4 εκατ. δραχμές. Αντίθετα, η κυβέρνηση αύξησε το αφορολόγητο όριο στα 1.057.000 δραχμές και για εργαζόμενους - συνταξιούχους στο 1.374.000 δραχμές.
  • Την εφαρμογή 8 φορολογικών κλιμακίων με αντίστοιχους φορολογικούς συντελεστές, που ξεκινούν από 0% για τα πρώτα 2 εκατ. δραχμές, ενώ για ποσά εισοδήματος μεγαλύτερα των 24 εκατ. δραχμών προτείνεται συντελεστής φόρου 60%.
  • Αυτόματη Τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας το Γενάρη κάθε έτους, σύμφωνα με το ποσοστό μεταβολής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους, όπως αυτό καθορίζεται από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία.
  • Απαλλαγή από το φόρο 32.000 δραχμών για κάθε παιδί όταν η οικογένεια έχει δύο παιδιά, 48.000 δραχμές για κάθε παιδί όταν αυτά είναι τρία και 64.000 δραχμές για κάθε παιδί όταν τα παιδιά είναι από τέσσερα και πάνω
Το μέγεθος της κλοπής

Αν δούμε από μία άλλη σκοπιά τη δυναμική των εισοδημάτων και την αντίστοιχη φορολογική επιβάρυνση τα τελευταία τέσσερα χρόνια, τότε βρισκόμαστε μπροστά σε μία ανηλεή φορολογική ληστεία εργαζομένων και συνταξιούχων. Μια ληστεία, η οποία συντελέστηκε μέσω του μηχανισμού της μη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας, που παρέμεινε "παγωμένη" από το 1993. Με δεδομένο ότι ο πληθωρισμός την περίοδο 1993-1997 αυξήθηκε κατά 54%, το "πάγωμα" των κλιμακίων οδήγησε σε υπέρμετρη αύξηση της φορολογίας.

Αναφέρουμε το ακόλουθο παράδειγμα για να γίνει αντιληπτός ο μηχανισμός της κλοπής: Το 1993 κάποιος εργαζόμενος είχε ετήσιο εισόδημα 3 εκατ. δραχμές και πλήρωσε φόρο 150 χιλ. δραχμές. Εστω ότι το εισόδημα του συγκεκριμένου εργαζόμενου παρακολούθησε την εξέλιξη του πληθωρισμού και το το 1997 αυξήθηκε στα 4,5 εκατ. δραχμές (50% αύξηση σε τέσσερα χρόνια). Με δεδομένο αυτό και με τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας κατά 5,7%, σύμφωνα με την κυβερνητική ανακοίνωση, ο ίδιος αυτός εργαζόμενος θα πληρώσει το 1998 φόρο 398,7 χιλ. δραχμές. Μέσα σε τέσσερα χρόνια ο φόρος του αυξήθηκε κατά 265,8% (από 150 σε 398,7 χιλ.), ενώ αν αυξανόταν με τους αντίστοιχους ρυθμούς αύξησης του εισοδήματος, θα έπρεπε να πληρώσει φόρο 225.000 δραχμές. Πληρώνει όμως φόρο 398.700 δραχμές ή 173.000 δραχμές περισσότερο, με διπλή αρνητική συνέπεια. Πρώτον, την υπέρμετρη φορολογική του επιβάρυνση και δεύτερον τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματός του (της αγοραστικής του δύναμης δηλαδή) κατά 173 χιλιάδες δραχμές. Εκείνο που πρέπει να επισημάνουμε είναι ότι η συγκεκριμένη αφαίμαξη αφορά μία και μόνο χρονιά, ενώ αντίστοιχες και μεγαλύτερες μειώσεις είχαμε χρόνο με το χρόνο όλη την περίοδο 1993 - 1997...

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Αρπαξαν τουλάχιστον 175 δισ. από τη μη τιμαριθμοποίηση

Την περίοδο 1993-1996 η κυβερνητική πολιτική αφαίρεσε από εργαζόμενους - συνταξιούχους εισόδημα 175 δισ. δραχμών μόνο από τη μη τιμαριθμοποίηση των φορολογικών κλιμακίων

Στο ποσό των 175 δισ. δραχμών ανέρχεται κατά μέσο όρο το ύψος της φορολογικής ληστείας στην οποία επιδόθηκε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ σε βάρος των μισθωτών και των συνταξιούχων, μόνο από τη μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας από το 1993. Από το συνολικό αυτό ποσό, τα 148,5 δισ. βαρύνουν τους μισθωτούς και τα υπόλοιπα 26,5 δισ. δραχμές τους συνταξιούχους.

Το ύψος της επιβάρυνσης των φορολογουμένων από τη μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας το έχει καταστήσει η κυβέρνηση σε γρίφο, καθώς το υπουργείο Οικονομικών, υπερβαίνοντας κάθε όριο αυθαιρεσίας, αρνείται να δώσει στη δημοσιότητα τα σχετικά επίσημα στοιχεία. Οι ερωτήσεις, που έχουν γίνει προς την πολιτική ηγεσία του υπουργείου, μένουν μετέωρες, καθώς οι απαντήσεις που συνήθως δίνονται, κινούνται στη λογική του "δεν υπάρχουν πρόχειρα τα στοιχεία". Οπως και αναπάντητο έχει μείνει το ερώτημα, πόσα έχουν εισπράξει επιπλέον από τα "αντικειμενικά" κριτήρια σε βάρος των μικρομεσαίων και των ελεύθερων επιχειρηματιών.

Οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ σε μία προσπάθειά τους να συγκαλύψουν την ταξική - νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική που εφάρμοσαν, σκέφτηκαν το εξής απλό. Αν σταματήσουμε να δημοσιοποιούμε φορολογικά στοιχεία για τη φορολογία εισοδήματος Φυσικών και Νομικών Προσώπων (επιχειρήσεων), αν νοθεύσουμε τα ήδη εκδιδόμενα, τότε δε θα είναι εύκολο να γίνει αντιληπτή η αναδιανεμητική πολιτική υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου και σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων. Κανείς δε γνωρίζει σήμερα το ύψος του προσωπικού εισοδήματος που δηλώνουν οι μεγάλοι επιχειρηματίες, οι εφοπλιστές, οι τραπεζίτες και η υψηλόβαθμη υπαλληλική γραφειοκρατία. Εχουν ανακατέψει τα προσωπικά εισοδήματα βιομηχάνων, εμπόρων, βιοτεχνών, έχουν κάνει έναν αχταρμά, ώστε κανείς να μην μπορεί να βγάλει οποιοδήποτε συμπέρασμα. Εχουν σταματήσει να εκδίδουν στοιχεία για τη φορολογία των επιχειρήσεων από το 1984! Στους κρατικούς προϋπολογισμούς έχουν εξαφανίσει τη φορολογία των εφοπλιστών! Χωρίς να χαρακτηριστούμε υπερβολικοί, μπορούμε να πούμε ότι η πορεία προς το Μάαστριχτ περνάει μέσα από το Μεσαίωνα της πληροφόρησης.

Η μη τιμαριθμοποίηση

Για να βγάλουμε τις επιπλέον επιβαρύνσεις που προκύπτουν σε μισθωτούς - συνταξιούχους από τη μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας κατά την περίοδο 1993-1996, πήραμε σαν βάση αναφοράς το 1993 και το ποσοστό του συνολικού φόρου που πλήρωσαν οι μισθωτοί επί του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος (βλέπε σχετικό πίνακα).

Ετσι, προκύπτει ότι για τους μισθωτούς το 1993 ο κατά μέσο όρο συντελεστής φορολόγησης των εισοδημάτων ήταν 3,5%. Επομένως, αν η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων τα επόμενα χρόνια διατηρούνταν στα ίδια επίπεδα, θα έπρεπε η σχέση φόρου προς εισόδημα να ήταν πάντα 3,5%. Ομως την τριετία 1994-1996, η φορολογική επιβάρυνση των μισθωτών αυξήθηκε σε 4,19% το 1994. σε 4,34% το 1995 και σε 5,22% το 1996. Οπότε, η επιπλέον φορολογική επιβάρυνση, που προκύπτει σε σχέση με το 1993, είναι η διαφορά μεταξύ δύο συγκρίσιμων ετών. Το 1994 η φορολογική επιβάρυνση ήταν 4,19 και επομένως ως προς το 1993 η διαφορά είναι ίση με 0,69. Αυτό ισοδυναμεί με 26,6 δισ. δραχμές. Αντίστοιχα προκύπτει ότι το 1995 "κλάπηκαν" 37,1 δισ. δραχμές και το 1996 84,8 δισ. δραχμές. Με τον ίδιο τρόπο υπολογίζουμε και την επιπλέον επιβάρυνση των συνταξιούχων, η οποία την τριετία ανέρχεται σε 26,2 δισ. δραχμές.

ΤΡΑΠΕΖΕΣ
Η κερδοσκοπία είναι πάντοτε παρούσα...

... ή με αφορμή τη συζήτηση για τα πανωτόκια

Είναι απορίας άξιον το γεγονός ότι ορισμένα Μέσα Ενημέρωσης κάνουν σαν να ανακάλυψαν την Αμερική, με το θέμα των τόκων υπερημερίας που επιβάλλουν οι τράπεζες επί των καθυστερούμενων οφειλών των πελατών τους. Τα "πανωτόκια", που αποτελούν μία από τις πλέον αμαρτωλές πτυχές της κερδοσκοπίας των τραπεζών, είναι θέμα που πολλές φορές όχι μόνο το έχει θίξει ο "Ρ", αλλά το έχει καταγγείλει ως ένα νομότυπο κόλπο και τακτική επαχθούς επίσημης τοκογλυφίας των τραπεζών, η οποία ουσιαστικά ενθαρρύνεται από τους νόμους που οι κυβερνώντες ψηφίζουν και διατηρούν σε ισχύ.

Η ...20χρονη περίπου καθυστέρηση των Μέσων να ασχοληθούν με τα πανωτόκια συνοδεύεται και με ακόμα ένα γεγονός: Παρά το ότι τις τελευταίες μέρες γράφτηκαν πολλά - και ακούστηκαν ακόμα περισσότερα - το όλο θέμα συνοδεύτηκε από την... έκπληξη που υποτίθεται ότι ένιωσαν "επώνυμοι δημοσιογράφοι", όταν τελικά έμαθαν τα ποσά που πρέπει να επιστρέψει στις τράπεζες κάποιος δανειοδοτούμενος, προκειμένου να εξοφλήσει την οφειλή του. Από την άλλη, η συζήτηση του όλου θέματος στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου δημιουργεί, όπως είναι φυσικό, ελπίδες και όνειρα για την προοπτική ν' απαλλαγούν εκατοντάδες θύματα από τα νύχια των τραπεζών.

Σε κάθε περίπτωση, καλό είναι να έχουμε υπόψη μας ότι:

  • Η φύση των τραπεζών είναι τέτοια που από κάθε συναλλαγή τους έχουν εκ των προτέρων εξασφαλισμένα κέρδη. Και από την αποδοχή καταθέσεων και από τη χορήγηση δανείων τα κέρδη είναι δεδομένα.
  • Συμπληρωματικά και σημαντικά κέρδη βγάζουν επίσης και από τις καθυστερήσεις που παρουσιάζονται στην εξόφληση διαφόρων δανείων και από την ενδεχόμενη επιθυμία κάποιου πελάτη να εξοφλήσει πριν την ώρα του το δάνειο που έχει πάρει.
  • Επιπλέον, οι τράπεζες πάντα παίζουν ουσιαστικό ρόλο στις διαδικασίες ανακατατάξεων που συντελούνται στους κόλπους των διαφόρων ομάδων των μεγαλοεπιχειρηματιών. Από αυτή την άποψη όχι μόνο δανειοδοτούν προνομιακά τους μεγαλοεπιχειρηματίες, αλλά ανάλογα με τους γενικότερους προσανατολισμούς της άρχουσας τάξης ενεργοποιούν μηχανισμούς άσκησης πίεσης σε ανταγωνιστές των εκάστοτε "καλών πελατών".
  • "Πανωτόκια" είναι το δικαίωμα που διατηρεί η κάθε τράπεζα να επιβάλει τόκους υπερημερίας (σήμερα είναι τουλάχιστον κατά 2,5 μονάδες υψηλότεροι από το κάθε φορά συμβατικό επιτόκιο) σε κάθε ληξιπρόθεσμη οφειλή "από την ημέρα της καθυστέρησης και χωρίς όχληση του οφειλέτη".
  • Μέχρι να εξοφληθούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές, ο δανειοδοτούμενος δεν μπορεί να πληρώσει για την κανονική - ας πούμε - εξόφληση του υπόλοιπου δανείου του. Ας υποθέσουμε ότι κάποιος που έχει μηνιαία δόση 200.000 δρχ. για την εξόφληση του δανείου του καθυστερήσει, για ανυπέρβλητους λόγους - τρεις δόσεις. Για να "κερδίσει το έδαφος" και να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη συνέχιση εξόφλησης του δανείου του, τον τέταρτο μήνα πρέπει οπωσδήποτε να πληρώσει στην Τράπεζα: πρώτον, το σύνολο των καθυστερημένων δόσεων (600.000 δραχμές), δεύτερον τους τόκους υπερημερίας τριών μηνών που είναι περίπου 20.000 δραχμές και τρίτον την κανονική - σύμφωνα με το συμβόλαιο - δόση των 200.000 δρχ. Σύνολο 820.000 δραχμές. Αν δεν καταφέρει να εξασφαλίσει αυτό το ποσό, τότε μπαίνει στο φαύλο κύκλο της επίσημης τοκογλυφίας και η πορεία προς τον οικονομικό του αφανισμό είναι... εξασφαλισμένη!

Το γεγονός ότι, όπως σημειώνεται παραπάνω, η επιβολή τόκων υπερημερίας αποτελούν "δικαίωμα" και όχι υποχρέωση των τραπεζών, δίνει στις διοικήσεις τους τη δυνατότητα... ευελιξίας, ανάλογα με το ποιος είναι απέναντί τους. Γι' αυτό, για παράδειγμα από τόκους υπερημερίας κανένας μεγαλοεπιχειρηματίας δεν "έπεσε έξω". Αν και τα χρέη που σχεδόν όλοι τους έχουν στις τράπεζες συσσωρεύονται σε αστρονομικά επίπεδα, αυτοί περιμένουν... καρτερικά τη στιγμή που θα αποφασιστούν διάφορες... ρυθμίσεις, ή ακόμα και παραγραφές χρεών για να συνεχίσουν χωρίς πονοκεφάλους την ασυδοσία τους. Δε συμβαίνει το ίδιο βέβαια με κάποιον εκπρόσωπο μικρομεσαίας επιχείρησης, με τον βιοτέχνη ή τον επαγγελματία που προσέφυγε σε κάποια τράπεζα για να πάρει κάποιο δάνειο. Γι' αυτούς ο τραπεζικός δανεισμός, όταν και αν καταφέρουν να περάσουν το κατώφλι της τράπεζας, γίνεται καθημερινός εφιάλτης. Ακόμα χειρότερη είναι η κατάσταση με χιλιάδες μεροκαματιάρηδες που αναγκάζονται να πάρουν στεγαστικό δάνειο ώστε ν' απαλλαγούν από το βραχνά του ενοικίου. Είναι μαθηματικά εξακριβωμένο πως αν για οποιαδήποτε περίπτωση κάποιος μισθωτός που έχει πάρει στεγαστικό δάνειο δεν καταφέρει να πληρώσει τρεις με τέσσερις τοκοχρεολυτικές δόσεις, ακόμα και μετά την αποκατάσταση της οικονομικής ισορροπίας στην οικογένειά του, δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στις ληξιπρόθεσμες οφειλές του (και άρα στο συνόλο των δανείων) χωρίς έκτακτη και σημαντική οικονομική βοήθεια από τρίτους. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας εξέλιξης είναι τραγικό. θα πληρώνει μια ζωή στην Τράπεζα φανταστικά ποσά, ενώ ανά πάσα στιγμή θα κινδυνεύει να χάσει και τις υποθήκες του.

Χαμένος είναι όμως και όποιος εκδηλώσει την επιθυμία να εξοφλήσει πρόωρα ένα μακροχρόνιο, για παράδειγμα, στεγαστικό δάνειο. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή οι τράπεζες κατά την προεξόφληση δανείου, απαιτούν από τους πελάτες τους να πληρώσουν και τους τόκους του επόμενου εξαμήνου. Δεύτερον, επειδή η εξέλιξη εξόφλησης ενός δανείου προϋποθέτει ότι στη μεγαλύτερη διάρκεια του δανείου οι πελάτες πληρώνουν κύρια για τόκους, ενώ οι πληρωμές για την εξόφληση του δανείου (κεφάλαιο) γίνεται την τελευταία περίοδο. Για παράδειγμα, κάποιος που πήρε δάνειο 10 εκατ. δρχ. για 10 χρόνια με επιτόκιο 17%, οφείλει να ξέρει ότι η τοκοχρεολυτική δόση εξόφλησης (μαζί με τον ΕΦΤΕ) είναι περίπου 180.000 δραχμές το μήνα και στο τέλος της δεκαετίας θα πρέπει να επιστρέψει στην τράπεζα περίπου 21 εκατομμύρια δραχμές. Αν αυτός ο πελάτης στο τέλος του 4ου χρόνου θελήσει - επειδή βρε αδελφέ κέρδισε στο λαχείο - να ξοφλήσει το δάνειό του, τότε θα έχει ν' αντιμετωπίσει την εξής εικόνα: 1) Οι μέχρι εκείνη τη στιγμή πληρωμές του προς την τράπεζα είναι περίπου 10,7 εκατ. δρχ. 2) Από το ποσό του αρχικού δανείου χρωστάει ακόμα 7 εκατ. δρχ. 3) Οι τόκοι του επόμενου εξαμήνου είναι περίπου 500.000 δραχμές. Αρα, για να ξεπληρώσει την τράπεζα έξι ολόκληρα χρόνια πριν, θα πρέπει να καταβάλει ακόμα περίπου 7,5 εκατομμύρια δραχμές, δηλαδή συνολικά 18,4 εκ. δρχ. Η καταλήστευση στην οποία επιδίδονται οι τράπεζες γίνεται ακόμα πιο φανερή, σε περίπτωση που αναλογιστεί κανείς ότι ο ίδιος πελάτης αν εκ των προτέρων ήξερε ότι μπορεί σε τέσσερα χρόνια να εξοφλήσει το δάνειο του, τότε με ίδιο ακριβώς επιτόκιο θα επέστεφε συνολικά το ποσό των 14 εκατ. δραχμών!

Η απόφαση του Αρείου Πάγου για τα "πανωτόκια" ανακοινώθηκε ότι θα βγει το πρώτο τρίμηνο του 1998. Ανεξάρτητα από το τι ακριβώς θα προβλέπει, το βέβαιο είναι πως σε περίπτωση που δε συμφέρει τις τράπεζες, θα αναζητηθούν δρόμοι υπέρβασής της, όπως επανειλημμένα έχει γίνει και στο παρελθόν. Το θέμα είναι πως η όποια απόφαση θα αποτελέσει αντικείμενο εκμετάλλευσης, αλλά και πολιτικοοικονομικών συναλλαγών, ανάμεσα στην κυβέρνηση, το πιστωτικό σύστημα και τις διάφορες ομάδες των μεγαλοεπιχειρηματιών. Σε κάθε περίπτωση πάντως, όποια και αν είναι η εξέλιξη με τον ανατοκισμό των ληξιπρόθεσμων οφειλών, το βέβαιο είναι ένα: Οι τράπεζες όχι μόνο δεν υπάρχει εκδοχή να ζημιωθούν, αλλά το τραπεζικό σύστημα θα εξακολουθήσει να παίζει το ρόλο του, συγκεντρώνοντας κεφάλαια με τη μορφή καταθέσεων από τους πολλούς, "γδύνοντας" με υπέρογκες επιβαρύνσεις την πλειοψηφία των δανειοδοτούμενων και αναβαθμίζοντας τις υπηρεσίες απρόσκοπτης χρηματοδότησης του μεγάλου κεφαλαίου.

Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ

Από τόκους υπερημερίας κανένας μεγαλοεπιχειρηματίας δεν "έπεσε έξω". Αν και τα χρέη που σχεδόν όλοι τους έχουν στις τράπεζες συσσωρεύονται σε αστρονομικά επίπεδα, αυτοί περιμένουν... καρτερικά τη στιγμή που θα αποφασιστούν διάφορες... ρυθμίσεις ή ακόμα και παραγραφές χρεών για να συνεχίσουν χωρίς πονοκεφάλους την ασυδοσία τους. Δε συμβαίνει το ίδιο βέβαια με κάποιον εκπρόσωπο μικρομεσαίας επιχείρησης, με το βιοτέχνη ή τον επαγγελματία που προσέφυγε σε κάποια τράπεζα για να πάρει κάποιο δάνειο

Τα κείμενα

Τα κείμενα έγραψε ο Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ