ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 23 Νοέμβρη 2014
Σελ. /40
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΚΛΑΔΟΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΠΟΤΩΝ
Βιομήχανοι κερνούν, βιομήχανοι πίνουν...

Ο κλάδος διατήρησε τη δυναμική του στην κρίση σε σχέση με το σύνολο της μεταποίησης, αλλά η θέση των εργαζομένων χειροτέρευσε

Η σχεδόν ειδυλλιακή εικόνα που παρουσιάζει ο κλάδος για τους εργοδότες δεν είναι ίδια για τους εργαζόμενους...
Η σχεδόν ειδυλλιακή εικόνα που παρουσιάζει ο κλάδος για τους εργοδότες δεν είναι ίδια για τους εργαζόμενους...
Η βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών επηρεάστηκε λιγότερο απ' όλους τους άλλους κλάδους της μεταποίησης στη διάρκεια της καπιταλιστικής κρίσης, σύμφωνα με τη συνοπτική έκθεση «Βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών - Facts & Figures» που δημοσιοποίησε το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) το Μάρτη του 2014. Η έκθεση δίνει μια «ακτινογραφία» του κλάδου και από αυτήν αντλούνται τα στοιχεία που ακολουθούν.

Η εγχώρια βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών καλύπτει σχεδόν το 1/5 (18,9%) του συνόλου των επιχειρήσεων της ελληνικής μεταποίησης, γεγονός που την κατατάσσει πρώτη ανάμεσα στους κλάδους της μεταποίησης. Ακολουθούν τα Μεταλλικά προϊόντα (15%) και τα είδη Ενδυσης (13%). Ταυτόχρονα, αποτελεί το μεγαλύτερο εργοδότη της εγχώριας μεταποίησης, αφού στον κλάδο απασχολείται το 1/5 (20,3%) του συνόλου των απασχολουμένων (12% τα Μεταλλικά προϊόντα και 7,4% τα είδη Ενδυσης).

Σε όρους αξίας παραγωγής, ο κλάδος κατέχει την πρωτιά στη μεταποίηση, με 20,4%, ενώ είναι δεύτερος σε κύκλο εργασιών, με 20,2%, έναντι του Οπτάνθρακα και των προϊόντων διύλισης, με 22%.

Ο μεγαλύτερος αριθμός επιχειρήσεων του κλάδου κατανέμεται στην Αρτοποιία και στα αλευρώδη (60%). Ακολουθούν τα Ελαια και λίπη (12%), τα Αλλα είδη διατροφής (6,3%), τα Ποτά (5,5%) και τα Γαλακτοκομικά προϊόντα (5,2%). Ως προς τον κύκλο εργασιών, το μεγαλύτερο ποσοστό κατέχουν τα Γαλακτοκομικά προϊόντα (20%), μετά η Αρτοποιία και τα αλευρώδη (18%), τα Ποτά (16,3%) και τα Αλλα είδη διατροφής (11,4%).

Σχετικά με τον αριθμό των εργαζομένων στο σύνολο του κλάδου, η Αρτοποιία και τα αλευρώδη απασχολούν το 35,6%, τα Γαλακτοκομικά το 14,5%, η Ποτοποιία το 11,6% και τα Αλλα είδη διατροφής το 10,5%.

Στοιχεία για τη συγκέντρωση στον κλάδο

Σε ό,τι αφορά τον αριθμό των επιχειρήσεων, το 95% στα Τρόφιμα και το 90% στα Ποτά συγκεντρώνουν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, με προσωπικό μέχρι 9 άτομα. Ωστόσο, το 39% του κύκλου εργασιών στα Τρόφιμα και το 70% τα Ποτά συγκεντρώνουν οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, με προσωπικό πάνω από 250 άτομα. Στα Τρόφιμα, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις συγκεντρώνουν το 21,4% του κύκλου εργασιών και στα Ποτά μόλις το 9%. Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις στα Τρόφιμα φτάνουν τις 15.000 και στα Ποτά τις 835.

Ως προς την αξία παραγωγής και την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, η κατανομή στα Τρόφιμα δίνει στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις το 36%, ενώ ακολουθούν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις (25% και 28% αντίστοιχα). Στα Ποτά, οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις συγκεντρώνουν το 70% και 75% αντίστοιχα σε όρους αξίας παραγωγής και ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας.

Σε ό,τι αφορά τον αριθμό των εργαζομένων, στα Τρόφιμα το μεγαλύτερο ποσοστό κατανέμεται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις (37%), ενώ ακολουθούν οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις (27%) και οι μεγάλες (από 50 έως 249 άτομα) (20%). Στα Ποτά, σχεδόν οι μισοί εργαζόμενοι του κλάδου (48%) απασχολούνται στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ ένα 23% στις μεγάλες.

Σε σχέση με την παραγωγικότητα της εργασίας, ένας από τους δείκτες που αξιοποιεί η έρευνα, αυτός της «ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας ανά εργαζόμενο», δίνει τα παρακάτω ενδεικτικά στοιχεία: Τα Ποτά καταγράφουν την υψηλότερη επίδοση (101 ευρώ ανά εργαζόμενο), ακολουθούν οι Ζωοτροφές (57 ευρώ ανά εργαζόμενο) και τα Φυτικά και ζωικά έλαια και λίπη (56 ευρώ ανά εργαζόμενο). Ως προς το λεγόμενο «κόστος εργασίας» ανά εργαζόμενο στους υποκλάδους, τα Ποτά καταγράφουν το υψηλότερο, με 42,5 ευρώ ανά εργαζόμενο. Ακολουθούν τα Φυτικά και ζωικά έλαια και λίπη με 40,1 ευρώ, οι Ζωοτροφές και τα Γαλακτοκομικά, με 30 ευρώ ανά εργαζόμενο.

Διεύρυνση της «ελαστικής» απασχόλησης

Το μερίδιο του κλάδου σε ό,τι αφορά την απασχόληση στο σύνολο της μεταποίησης καταγράφει συνεχή αύξηση από το 2008 (22%) έως το 2013 (34%). Η άνοδος αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μείωση του συνολικού αριθμού των εργαζομένων στη μεταποίηση, από σχεδόν 541.000 το 2004 σε σχεδόν 338.000 εργαζόμενους το 2013, εξαιτίας της καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων στη διάρκεια της κρίσης. Η σωρευτική μείωση της απασχόλησης στη μεταποίηση από το 2008 έως το 2013 φτάνει το - 37,5%. Μόνο το 2011 και το 2012, η σχετική πτώση έφτασε αντίστοιχα το - 10,5% και - 14,5%, ενώ το 2013 άγγιξε το - 7,2%.

Τα ίδια έτη, η απασχόληση στα Τρόφιμα και Ποτά μειωνόταν επίσης, αλλά με μικρότερο ρυθμό (- 7,9% και - 10,2% το 2011 και 2012). Συνολικά για την περίοδο 2008 - 2013, η σωρευτική μεταβολή του αριθμού των εργαζομένων στα Τρόφιμα και Ποτά είναι μόλις - 2,9%, ενώ μόνο στα Τρόφιμα η μείωση είναι οριακή για την αντίστοιχη περίοδο (- 1,1%).

Το 2013, η απασχόληση στα Τρόφιμα καταγράφει άνοδο 10,3% σε σχέση με το 2012, με τους εργαζόμενους του κλάδου να ξεπερνούν τις 106.000 (από 96,6 χιλ. το 2012). Στο Σύνολο Τροφίμων και Ποτών, ο αριθμός των εργαζομένων το 2013 ξεπερνάει τις 115.000. Στα Ποτά, το ίδιο έτος, καταγράφεται μείωση της τάξης του - 13%. Αρα, η συνολική άνοδος των Τροφίμων και Ποτών οφείλεται κατά βάση στον κλάδο των Τροφίμων.

Ωστόσο, όπως παρατηρεί η ίδια η ΕΛΣΤΑΤ, ανακοινώνοντας τους δείκτες απασχόλησης για το γ' τρίμηνο το 2013, «η αύξηση της απασχόλησης ενδεχομένως να συνδέεται όχι μόνο με τις διαφαινόμενες τάσεις σταθεροποίησης ή και ανάκαμψης του όγκου της παραγωγής ορισμένων κλάδων λόγω εξαγωγικής επέκτασης, αλλά, κυρίως, με τη διεύρυνση της μερικής απασχόλησης με ωρομίσθιο και της εκ περιτροπής εργασίας, που μπορεί να οδηγούν στο επίπεδο επιχειρήσεων και κλάδων σε αύξηση του εργατικού δυναμικού, με παράλληλη μείωση του αριθμού των σταθερά και πλήρως απασχολουμένων. Είναι χαρακτηριστικό ότι αύξηση του αριθμού των απασχολουμένων σημειώνεται ακόμη και σε κλάδους που εξακολουθούν να φθίνουν παραγωγικά».

Μικρότερες απώλειες στην κρίση

Την παραπέρα ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων επαληθεύει ένας ακόμα δείκτης, αυτός του Ογκου Παραγωγής. Ετσι, ενώ ο κλάδος καταγράφει αύξηση της απασχόλησης, ο Ογκος Παραγωγής έχει αρνητική μεταβολή μέχρι το 2012 για όλα τα έτη, αν και είναι μικρότερη στα Τρόφιμα, συγκρινόμενη με το σύνολο της μεταποίησης. Ωστόσο, το 2013, ο Δείκτης Ογκου Παραγωγής των Τροφίμων καταγράφει για πρώτη φορά αρνητική μεταβολή μεγαλύτερη από την αντίστοιχη στη συνολική μεταποίηση, η οποία φτάνει το - 5% (έναντι - 1,8% στη μεταποίηση).

Αντίστοιχα, ο δείκτης του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων Τροφίμων καταγράφει αρνητικές μεταβολές από το 2009 (- 6,9%) έως το 2013 (- 2,5%), οι οποίες όμως είναι ηπιότερες από την αντίστοιχη συνεχή μείωση στο σύνολο της μεταποίησης. Ο «τζίρος» 1.101 επιχειρήσεων που μελέτησε η έρευνα του ΙΟΒΕ, απ' όλους τους υποκλάδους των Τροφίμων και Ποτών, πλησίασε το 2012 τα 11 δισ. ευρώ, ενώ σε σχέση με το 2011 κατέγραψε άνοδο 2,1%.

Αλλο ένα στοιχείο που φανερώνει ότι ο κλάδος πλήγηκε λιγότερο από άλλους στη διάρκεια της κρίσης είναι το εξής: Ως μερίδιο στη συνολική κατανάλωση, τα τρόφιμα και τα μη αλκοολούχα ποτά παρουσίασαν μεγάλη μείωση από το 2003 (18,1%), μέχρι το 2008 (14,6%). Εκτοτε, το ποσοστό αυτό αυξάνεται ως μερίδιο στη συνολική κατανάλωση, φτάνοντας το 16,2% το 2011, εξαιτίας της μείωσης που κατέγραψε η συνολική κατανάλωση την περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης.

Η εικόνα, βέβαια, δεν είναι το ίδιο ειδυλλιακή για τους εργαζόμενους του κλάδου. Εκτός από τις διευρυμένες ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις, οι μισθοί παραμένουν «παγωμένοι» στο ύψος της τελευταίας κλαδικής σύμβασης του 2009 ή μειώθηκαν σημαντικά στις επιχειρήσεις που δρουν «ενώσεις προσώπων» και δεν υπάρχει συνδικαλιστική εκπροσώπηση.

Εισαγωγές και εξαγωγές

Ο κλάδος των Τροφίμων και των Ποτών σημείωσε το 2012 μείωση του εμπορικού του ελλείμματος κατά 21% μέσα σε ένα έτος, με την αντίστοιχη μείωση στο σύνολο του εμπορικού ελλείμματος να φτάνει στο 28%. Η αντίστοιχη μείωση του εμπορικού ελλείμματος το 2011 στα Τρόφιμα και στα Ποτά ήταν της τάξης του 5,2%. Το 2013 η μείωση στο εμπορικό έλλειμμα προήλθε από τη μεγάλη πτώση των εισαγωγών κατά 7%. Ετσι, ενώ το 2011 η άνοδος των εξαγωγών ήταν διπλάσια (8,8%) από την αντίστοιχη του 2012, η ταυτόχρονη άνοδος των εισαγωγών σε μικρότερο βαθμό (2%) δεν επέτρεψε μεγάλη μείωση στο εμπορικό έλλειμμα.

Σε ό,τι αφορά τις εισαγωγές προϊόντων του κλάδου, οι μεγαλύτεροι εμπορικοί εταίροι της Ελλάδας είναι η Ολλανδία (16%), η Γερμανία (16%), η Γαλλία (13%) και η Βουλγαρία (11%). Από τις χώρες εκτός ΕΕ, ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος ήταν το 2012 στην 11η θέση η Αργεντινή, με μερίδιο 1,6% και η Μαλαισία (1,2%, 14η θέση).

Ως προς τις εξαγωγές, οι μεγαλύτεροι εμπορικοί εταίροι σε προϊόντα τροφίμων και ποτών το 2012 ήταν η Γερμανία (απορροφούσε το 16% των προϊόντων), η Ιταλία (14%), το Ην. Βασίλειο (7%), η Κύπρος (7%) και η Βουλγαρία (6%). Στις χώρες εκτός ΕΕ, οι ΗΠΑ βρίσκονταν στην 6η θέση (απορροφούσε το 5,5% των εξαγωγών), η Αυστραλία (11η θέση, με 2%), η Ρωσία και η Αλβανία (1,8% και 1,7% αντίστοιχα, 14η και 15η θέση).


Π.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ