ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Ιούλη 2012
Σελ. /16
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«ΤΟΣΚΑ»
«Εζησα για την τέχνη, έζησα για τον έρωτα»

Η σπουδαία όπερα του Πουτσίνι παρουσιάζεται στο Ηρώδειο από την Εθνική Λυρική Σκηνή

Η Τσέλια Κοστέα
Η Τσέλια Κοστέα
Θεωρείται η «αρχετυπική γυναικεία μορφή της όπερας» ενώ, το ίδιο το έργο θεωρείται «αντιπροσωπευτικό δείγμα βερισμού», από την ιταλική λέξη «βέρο» που σημαίνει αλήθεια. Αυτά για τους ειδικούς. Αλλά η όπερα είναι κατεξοχήν λαϊκό είδος τέχνης. Ετσι, για όλους εμάς τους υπόλοιπους, το όνομα «Τόσκα» έχει γίνει σχεδόν «συνώνυμο» της όπερας, με τον ίδιο τρόπο που έχει γίνει και το όνομα της Μαρίας Κάλλας, η οποία και «σημάδεψε» με την ερμηνεία της το θρυλικό αυτό έργο του σπουδαίου Τζιάκομο Πουτσίνι, πάνω στο ποιητικό κείμενο των Τζουζέππε Τζακόζα και Λουίτζι Ιλλικα, βασισμένο στο ομότιτλο θεατρικό έργο του Βικτοριέν Σαρντού.

Αυτή η ιδιαίτερα αγαπητή και δημοφιλής τρίπρακτη όπερα είναι η δεύτερη μεγάλη, φετινή καλοκαιρινή παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής η οποία θα παρουσιαστεί από τις 26 έως τις 29 Ιουλίου στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, σε μουσική διεύθυνση του Καλλιτεχνικού Διευθυντή της ΕΛΣ Μύρωνα Μιχαηλίδη και σκηνοθεσία του διάσημου Αργεντινού σκηνοθέτη Ούγκο Ντε Ανα. Αλλωστε, αποτελεί μια από τις δημοφιλέστερες όπερες παγκοσμίως και βρίσκεται πάντα στις πρώτες επιλογές όλων των λυρικών θεάτρων.

Η ιστορία της Τόσκα κινείται σε ένα ρεαλιστικό ιστορικό περιβάλλον όπου οι συνθήκες κινδύνου και βίας βοηθούν την ανάπτυξη των έντονων συναισθημάτων: Στη Ρώμη, ο βαρόνος Σκάρπια, επικεφαλής των δυνάμεων κατοχής, ζητά από την όμορφη και ερωτευμένη Φλόρια Τόσκα, μια ντίβα της όπερας, μερικές στιγμές έρωτα σε αντάλλαγμα για τη ζωή του αγαπημένου της Μάριο Καβαραντόσσι, ενός ιδεαλιστή επαναστάτη. Στριμωγμένη, σε άμυνα, η Τόσκα θα σκοτώσει τον Σκάρπια, χωρίς όμως να μπορέσει να σώσει τον Καβαραντόσσι από το θάνατο. Οταν το έγκλημά της αποκαλύπτεται, προκειμένου να διαφύγει από εκείνους που την κυνηγούν, η Τόσκα αυτοκτονεί.

Ο Τζάκομο Πουτσίνι
Ο Τζάκομο Πουτσίνι
Ο Πουτσίνι ήθελε να μοιάζουν τα πάντα ρεαλιστικά στην Τόσκα. Ηταν υπέρ της συνεχούς δράσης και επενέβαινε συνεχώς στο λιμπρέτο. Μάλιστα επιθυμούσε να αφαιρέσει και την διάσημη σήμερα άρια «Vissi d' arte» γιατί ένιωθε ότι παρακώλυε τη σκηνική δράση. Ο σκηνοθέτης της παράστασης (πρώτη του δουλειά στην Ελλάδα) ο οποίος έχει αναλάβει επίσης τα σκηνικά και τα κοστούμια, λέει ότι ο Πουτσίνι «επιθυμούσε να συνθέσει μία μελωδική όπερα: ήθελε να δημιουργήσει μία μουσική που έρχεται από την καρδιά και μιλάει στην καρδιά. Ως προς αυτό, ο μουσικός εμφανίζεται αδιαχώριστος από τον «άνθρωπο του θεάτρου», όπως ο «μελωδιστής» δεν μπορεί να διαχωριστεί από το «συμφωνιστή». Στη μουσική του διακρίνεται με σαφήνεια ο χαρακτήρας των σκηνικών προσώπων, τα χρώματα και οι χειρονομίες των ερμηνευτών. Ο ίδιος έλεγε «κάνω θέατρο, οπτικοποιώ τη σκηνική δράση». Γι' αυτόν το λόγο, περισσότερο από άλλα έργα του, η Τόσκα σηματοδοτεί το πέρασμα στο πεδίο του βερισμού (επιμονή σε ρεαλιστικές λεπτομέρειες, αναζήτηση των σκηνικών εφέ με έντονες αποχρώσεις, οξυμένα συναισθήματα, όπως ο έρωτας, το μίσος, το πνεύμα θυσίας, η αγάπη για την πατρίδα...), περιλαμβάνοντας ακόμα και σκληρές, νοσηρές όψεις, καθώς επίσης αποσπασματικούς, φορτισμένους διαλόγους έντονης δραματικότητας (...)».

Ο Τζάκομο Πουτσίνι γεννήθηκε στη Λούκκα της βόρειας Ιταλίας το 1858. Εως σήμερα παραμένει ένας από τους δημοφιλέστερους Ιταλούς συνθέτες όπερας, καθώς τα περισσότερα από τα έργα του περιλαμβάνονται σταθερά στο ρεπερτόριο των λυρικών θεάτρων του κόσμου. Με τα έργα του Μποέμ (1896), Τόσκα (1900) και Μαντάμα Μπαττερφλάι (1904), αναγνωρίστηκε ως ο σημαντικότερος διάδοχος του Βέρντι. Λόγω του αιφνίδιου θανάτου του, στις Βρυξέλλες το 1924, έμεινε ανολοκλήρωτο το τελευταίο έργο του, η όπερα Τουραντότ.

Το εξώφυλλο του λιμπρέτου (1899)
Το εξώφυλλο του λιμπρέτου (1899)
Η τρίπρακτη όπερα Τόσκα βασίζεται σε ποιητικό κείμενο των Τζουζέππε Τζακόζα και Λουίτζι Ιλλικα, εμπνευσμένο από το θεατρικό έργο «Η Τόσκα» (1887) του Γάλλου Βικτοριέν Σαρντού. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο Κοστάντσι της Ρώμης στις 14 Ιανουαρίου 1900. Τον κεντρικό ρόλο ερμήνευσε η ελληνικής καταγωγής Ρουμάνα υψίφωνος Χαρίκλεια Νταρκλέ - το γένος Χαρικλή - επιλογή του ίδιου του Πουτσίνι, τον Καβαραντόσσι ο Εμίλιο ντε Μάρκι και τον Σκάρπια ο Εουτζένιο Τζιραλντόνι. Διηύθυνε ο Λεοπόλντο Μουνιόνε. Η Τόσκα παρουσιάστηκε από το Γ' Ελληνικό Μελόδραμα κατά την καλλιτεχνική περίοδο 1916/7. Η Εθνική Λυρική Σκηνή τη συμπεριέλαβε στο ρεπερτόριό της στις 27 Αυγούστου 1942, μεσούσης της γερμανικής κατοχής, με τη δεκαεννιάχρονη Μαρία Καλογεροπούλου (Κάλλας) στον κεντρικό ρόλο. Διηύθυνε ο Σώτος Βασιλειάδης.

Στην νέα παραγωγή της ΕΛΣ την Τόσκα ερμηνεύουν η διάσημη Ιταλίδα «σταρ» της όπερας Ντανιέλα Ντεσσί και στη δεύτερη διανομή η Τσέλια Κοστέα, η οποία εντυπωσίασε με την πρόσφατη ερμηνεία της στον Τροβατόρε. Στο ρόλο του Καβαραντόσσι θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε τον καταξιωμένο Αμερικάνο τενόρο Κάρλ Τάννερ στην πρώτη διανομή, ο οποίος έχει τραγουδήσει τον ρόλο στα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα του κόσμου. Στη δεύτερη διανομή το ρόλο θα ερμηνεύσει ο διεθνούς φήμης Χιλιανός Τζανκάρλο Μονσάλβε. Στο ρόλο του Βαρόνου Σκάρπια ο Γεωργιανός βαρύτονος Λάντο Ατανέλι, ένας από τους δημοφιλέστερους ερμηνευτές του Πουτσίνι και ο επίσης Γεωργιανός Γκεόργκε Γκαγκνίτζε ο οποίος ερμήνευσε πρόσφατα αυτόν το ρόλο στο Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης. Η υπόλοιπη διανομή έχει ως εξής: «Τσεζάρε Αντζελόττι» Τάσος Αποστόλου, «Νεωκόρος» Δημήτρης Κασιούμης, «Σαρρόνε» Παύλος Σαμψάκης, «Δεσμοφύλακας» Χρήστος Αμβράζης, «Σπολέττα» Ζαχαρίας Τσούμος.

Φωτισμοί: Βινίτσιο Κέλι, Βίντεο: Σέρτζιο Μετάλλι, Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος, Διεύθυνση παιδικής χορωδίας: Ρόζη Μαστροσάββα, μετάφραση ποιητικού κειμένου: Εφη Καλλιφατίδου.

Συμμετέχει η Ορχήστρα και η Χορωδία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, καθώς και η Παιδική Χορωδία ROSARTE.

Τιμές εισιτηρίων: 25, 45, 55, 60, 85, 100. Φοιτητικό και παιδικό: 15.


Γ. Τ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ