ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Φλεβάρη 2004
Σελ. /32
Ποιος «κρατισμός» είναι παρωχημένος;

Γρηγοριάδης Κώστας

Στ' αυτιά μας ακόμη αντηχεί ο ισχυρισμός παλαιότερων και νεότερων συμπορευομένων με την «προοδευτική» κυβερνητική παράταξη: «Ο κρατισμός είναι ξεπερασμένος για μια σύγχρονη οικονομία και κοινωνία ανοιχτή και προσαρμόσιμη στις δυνατότητες της παγκοσμιοποίησης και των νέων τεχνολογιών».

Ως πολιτική προσαρμογή στην παραπάνω φιλοσοφικο-οικονομική αντίληψη, τα οικονομικά προγράμματα του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ διακηρύσσουν την προσήλωσή τους στην ιδιωτική επιχειρηματική πρωτοβουλία και τον περαιτέρω σχεδιασμό των αποκρατικοποιήσεων και ιδιωτικοποιήσεων.

Εφθασε, όμως, μια εικοσιτετράωρη χιονόπτωση, μια βραδιά παγετού στην Αττική για να αναγκάσει κυβερνητικούς και άλλους κρατικούς εκπροσώπους να σηματοδοτήσουν τη «στάση» της παραγωγικής μηχανής: Τα μέσα μαζικής μεταφοράς ακινητοποιήθηκαν, μεταξύ αυτών και το «υπερσύγχρονο» αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» στα Σπάτα και η τελευταία λέξη της οδικής υποδομής, η Αττική Οδός. Η παραγωγική μηχανή σχεδόν ακινητοποιήθηκε. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα δε λειτούργησαν.

Οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι υποστήριξαν ότι αιτία της παραγωγικής (ενεργειακής, υδρευτικής, μεταφορικής κλπ.) και της κρατικής δυσλειτουργίας ήταν η «ακρότητα» των φυσικών φαινομένων. Αυτή την αιτιολογία την ακούμε συχνά, σε συνθήκες χιονοπτώσεων, βροχοπτώσεων και πλημμυρών, καύσωνα, πυρκαγιών και σεισμών. Η συχνότητα με την οποία επαναλαμβάνεται αναιρεί την έννοια του «ακραίου».

Για την πρόσφατη κατάσταση, από υπεύθυνα κυβερνητικά χείλη ακούσαμε ότι «τα απαιτούμενα εκχιονιστικά μηχανήματα δεν είναι επαρκή, γιατί δεν είμαστε και από τις πιο αναπτυγμένες οικονομίες του κόσμου, που ακόμη και σ' αυτές παρατηρείται ανεπάρκεια».

Η κυβέρνηση, όμως, αλλεπάλληλα μας έχει βομβαρδίσει με τους ισχυρισμούς ότι η «Ελλάδα πλέον ανήκει στο σκληρό πυρήνα της ΕΕ», ότι «η ελληνική οικονομία είναι η ισχυρότερη της Ανατολικής Ευρώπης, η γέφυρα της Ευρώπης με την Ασία και τη Μέση Ανατολή». Και εν μέρει έχει δίκιο.

Εκφράζει το δίκαιο της πλουτοκρατίας, αφού μονάχα 4 τράπεζες (Εθνική, Εμπορική, Alpha και Πειραιώς) είχαν κέρδη 1,2 δισ. ευρώ το 2003. Γενικότερα, εκτιμάται ότι ο τραπεζικός κλάδος στην Ελλάδα είχε αύξηση κερδοφορίας 35-40% το 2003/2002. Η ΔΕΗ, με πάνω από 300 εκατ. ευρώ κέρδη το 2003, «δεν κατορθώνει» να εξασφαλίσει ηλεκτρικό ρεύμα ή έστω τη γρήγορη αποκατάσταση των βλαβών σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Η ελληνόκτητη ναυτιλία, με παγκόσμια πρωτιά στις επενδύσεις και στα κέρδη, δεν εξασφαλίζει την ασφάλεια πληρωμάτων και επιβατών. Κερδοφόροι όμιλοι βιομηχανικών επιχειρήσεων κάνουν εξαγωγή άμεσα επενδυτικού κεφαλαίου συμβάλλοντας στη μείωση των θέσεων εργασίας στην Ελλάδα. Ετσι, μαζί με την ανάπτυξη του ΑΕΠ και των επιχειρηματικών κερδών συμβαδίζει η μεγάλη ανεργία (περίπου 13%) και η συρρίκνωση του μεριδίου της μισθωτής εργασίας ως ποσοστού της συνολικής παραγόμενης πίτας.

Ακόμη και με στοιχεία του προγράμματος του ΠΑΣΟΚ επιβεβαιώνεται ότι κάθε νέος κύκλος καπιταλιστικής ανάπτυξης διευρύνει το χάσμα μεταξύ πλούτου και υστέρησης για τις εργατικές δυνάμεις: Το ΑΕΠ ανά απασχολούμενο στην Ελλάδα έφθασε στο 94,2% του αντίστοιχου μέσου κοινοτικού μετρούμενου σε Μονάδες Σταθερής Αγοραστικής Ισοδυναμίας, ενώ ο μέσος μισθός στο 88,4% αντιστοίχως.

Η αντιλαϊκή προσαρμογή του κρατισμού στην «ελεύθερη αγορά»

Ας μη φανταστεί κανείς ή καμία ότι η μεγάλη κερδοφορία της μεγάλης ιδιωτικής (μετοχικής μορφής) επιχείρησης έρχεται ως αποτέλεσμα της «εργασιομανίας» και των ατομικών ικανοτήτων του τολμηρού, δαιμόνιου και ριψοκίνδυνου ατομικού ιδιοκτήτη μέσων παραγωγής, ενός «σύγχρονου Ωνάση».

Αλλωστε, και στο παρελθόν η μεγάλη συγκέντρωση κεφαλαίου (με τη μορφή παγίου και μεταβλητού) στην ιδιωτική ιδιοκτησία έγινε και γίνεται με την αρωγή της κρατικής παρέμβασης, με πολυποίκιλες μορφές: Τα διάφορα επενδυτικά προγράμματα (τα ΚΠΣ, το ΠΔΕ, τα αναπτυξιακά φορολογικά, εξαγωγικά και άλλα κίνητρα), τη νομοθεσία που «στρώνει το έδαφος» για πτωχεύσεις μικρότερων επιχειρήσεων, παραγωγικά συμπληρωματικών, για εξαγορές ανταγωνιστριών και συγχωνεύσεις.

Κρατικό ρευστό χρήμα ρέει προς το ιδιωτικό κεφάλαιο και το πολλαπλασιάζει. Πρόκειται για ένα μεγάλο μέρος του κρατικού χρηματικού κεφαλαίου που συγκεντρώνει και διαχειρίζεται άμεσα το κράτος από τη φορολογία, από τις κρατικές επιχειρήσεις ή την κρατική συμμετοχή σε επιχειρήσεις, από τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων, από τις κοινοτικές εισροές, από τις εκδόσεις κρατικών ομολόγων, τα 19 δισ. ευρώ της περιόδου 1994-2004 από τις αποκρατικοποιήσεις κλπ. Αμεσα και έμμεσα κρατικά συγκεντρωμένο χρηματικό κεφάλαιο τροφοδότησε τα κέρδη μεγάλων ξένων και ντόπιων τεχνικών και άλλων εταιριών, οι κακοτεχνίες των οποίων (λόγω της επιδίωξης μεγιστοποίησης του κέρδους) σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αποκαλύφθηκαν.

Τη μεγέθυνση του μεγάλου κεφαλαίου και της κερδοφορίας του τροφοδότησαν επίσης οι μηχανισμοί της «αγοράς χρηματικού κεφαλαίου» (χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, χρηματιστήριο, συγκεντρώνοντας το αποταμιευμένο λαϊκό εισόδημα).

Και βεβαίως δεν πρόκειται για ελληνική πρωτοτυπία! Ο κρατικός παρεμβατισμός στις ΗΠΑ έβαλε το χέρι του ώστε σε περίοδο κρίσης να οδηγηθεί σε μεγάλη κερδοφορία η στρατιωτική βιομηχανία. Είχε ως αποτέλεσμα η ανάκαμψη των ρυθμών αύξησης της παραγωγής και των κερδών να μη συνεπάγεται και αύξηση της απασχόλησης και των κατώτερων μισθών. Στις ΗΠΑ την επταετία 1995-2002 συρρικνώθηκαν οι κατώτεροι μισθοί κατά 1,4% ενώ την προηγούμενη επταετία είχαν αυξηθεί κατά 1,3%.

Ο κρατικός παρεμβατισμός σε συνεργασία με το διακρατικό (πολυποίκιλες διακρατικές και πολυμερείς συμφωνίες, διεθνείς οργανισμοί κυκλοφορίας του χρηματικού κεφαλαίου και ιμπεριαλιστικές ενώσεις) οδήγησαν την παγκόσμια βιομηχανία αφ' ενός σε αύξηση κατά 30% την περίοδο 1995-2002 και αφ' ετέρου σε απώλεια 22 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας αφού η αύξηση της παραγωγικότητας δε συνοδεύτηκε από καθολική μείωση του ωραρίου εργασίας και του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης.

Τίποτε δεν είναι και δε λειτουργεί τόσο αυθόρμητα όσο προπαγανδίζεται στην περίφημη «οικονομία της ελεύθερης αγοράς», την οικονομία της «ελεύθερης ιδιωτικής πρωτοβουλίας» (στα προγράμματα του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ).

Στην πραγματικότητα, στον 21ο αιώνα, η διατήρηση της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα αναπτυγμένα και συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Είναι αρκετά διαφορετική από την ατομική ιδιοκτησία του πρώιμου καπιταλισμού, στον οποίο ήταν ακόμη χαμηλή η παραγωγικότητα των μέσων παραγωγής και κατακερματισμένη η κοινωνική παραγωγή. Τότε, όταν ο ατομικός ιδιοκτήτης είχε ακόμη άμεση σχέση με την παραγωγική μονάδα, τη διεύθυνση και διαχείρισή της. Τότε, όταν ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός ακόμη διεξαγόταν κυρίως μεταξύ τέτοιων ατομικών ιδιοκτητών.

Στη σύγχρονη καπιταλιστική οικονομία του 21ου αιώνα, η ατομική ιδιοκτησία με τη μορφή της κύριας ή σημαντικής συμμετοχής στη μεγάλης κεφαλαιοποίησης μετοχική εταιρία απαιτεί μια πολύ ισχυρότερη κρατική παρέμβαση. Απαιτεί μια τεχνολογικά υπερσύγχρονη κρατική μηχανή προκειμένου να διατηρήσει τον κοινωνικά άχρηστο, παρασιτικό ρόλο της ατομικής ιδιοκτησίας. Απαιτεί τον κρατικό οικονομικό σχεδιασμό και άμεσα οικονομικό παρεμβατισμό, πάνω στον οποίο αναπτύχθηκαν ως κισσός η γραφειοκρατία, οι άμεσες συναλλαγές κρατικών υπαλλήλων και ομίλων επιχειρήσεων (αποκαλυπτόμενες ως σκάνδαλα), η ενσωμάτωση ακόμη και εργατικού δυναμικού. Απαιτεί εναλλασσόμενες σχέσεις αναλογίας μεταξύ ιδιωτικού και κρατικού κεφαλαίου, ανάλογα με τη συγκυρία της εσωτερικής και διεθνούς οικονομίας, τις μεσοπρόθεσμες ανάγκες και το διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό. Απαιτεί πολυδαίδαλη νομοθεσία, σύγχρονους μηχανισμούς ελέγχου και ενσωμάτωσης της εργατικής συνείδησης, σύγχρονους μηχανισμούς καταστολής της εργατικής και λαϊκής αντίστασης, αντίδρασης, αντεπίθεσης.

Η πλάνη του «παρωχημένου κρατισμού»

Το ιδεολόγημα περί «παρωχημένου κρατισμού» συγκαταλέγεται στα μέσα της ιδεολογικής χειραγώγησης της εργατικής συνείδησης.

Συνειδητά αποσιωπώνται η έκταση, οι λειτουργίες και οι στόχοι του σύγχρονου καπιταλιστικού κρατικού παρεμβατισμού. Συνειδητά ταυτίζεται ο κρατικός παρεμβατισμός με τη μορφή του κρατικού μονοπωλίου σε ορισμένους τομείς της οικονομίας (κυρίως στην ηλεκτρική ενέργεια, στην τηλεφωνία και στην ύδρευση), που σε κάποια περίοδο εξυπηρέτησαν τη συνολική κεφαλαιακή συσσώρευση. Συνειδητά ταυτίζεται ο κρατικός παρεμβατισμός με την κρατική προστασία της εγχώριας παραγωγής και αγοράς από τον εξωτερικό ανταγωνισμό, σε εκείνη την ιστορική εποχή της εθνικής καπιταλιστικής ανάπτυξης κατά την οποία δεν είχε φθάσει ακόμη σε ορισμένα ελάχιστα όρια που να επιτρέπουν την εξαγωγή κεφαλαίων. Η κίνηση αυτή υπήρξε νομοτελειακή όχι μόνο για την ανάπτυξη του καπιταλισμού το 19ο αιώνα, αλλά και κατά τον 20ό. Από τα πιο καθαρά και σύγχρονα παραδείγματα είναι αυτό της σύγχρονης Ινδίας.

Οσοι και όσες εγκατέλειψαν τον αριστερό ριζοσπαστισμό που αμφισβητούσε τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και αρνούνταν την καπιταλιστική εκμετάλλευση και την κοινωνική αδικία, σήμερα επικαλούνται την «παγκοσμιοποίηση και τις νέες τεχνολογίες» για να αιτιολογήσουν την πολιτική σύγκλιση της «αριστεράς, της κεντροαριστεράς και των νεοφιλελευθέρων». Ειρωνεύονται την ταξική πάλη, καλλιεργούν την εργατική συναίνεση και το συμβιβασμό στην ξέφρενη επιθετικότητα και στο γιγαντισμό των κεφαλαίων, στη διεθνή αναπαραγωγή του ανταγωνισμού τους, στην ανισομετρία και στην αναρχία της καπιταλιστικής παραγωγής. Δίνουν αριστερό άλλοθι στην εμπορευματοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών (για εκπαίδευση, φροντίδα υγείας, πρόνοια, ασφάλιση, πολιτισμό, αθλητισμό). Η προσαρμογή στην «παγκοσμιοποίηση» είναι το ιδεολόγημα όσων προσφέρουν «εξ αριστερών» κάλυψη στις πολιτικές των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων, της πληρωμής της μισθωτής εργασίας με χειρότερους όρους από τους θεσμοθετημένους.

Το κυριότερο όμως είναι ότι το ιδεολόγημα του «παρωχημένου κρατισμού» αντλεί σημαντικό μέρος της δύναμής του από την άγνοια των πραγματικών αιτίων της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στις κοινωνίες που οικοδομούσαν τη νέα σοσιαλιστική κοινωνία.

Διαμορφώνει την εξής στρεβλή συλλογιστική:

«Η απελευθερωμένη από τον κρατικό παρεμβατισμό καπιταλιστική οικονομία επιβιώνει. Η κρατικά σχεδιασμένη και ελεγχόμενη σοσιαλιστική οικονομία απεβίωσε. Αρα το μέλλον της κοινωνίας είναι η απελευθερωμένη καπιταλιστική συγκρότησή της».

Πέραν του σκέλους που ήδη αναπτύξαμε, την έκταση, την ισχύ και το πολυδαίδαλο της κρατικής παρέμβασης στην «απελευθερωμένη» καπιταλιστική οικονομία, υπάρχει και το σκέλος του περιεχομένου της κρατικής παρέμβασης στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.

Ο λαϊκός εργατικός κρατικός παρεμβατισμός

Πρώτ' απ' όλα, ο κρατικός σχεδιασμός για την κινητοποίηση των αναπτυγμένων και συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, δηλαδή ο κεντρικός σχεδιασμός τι, πού, πώς θα παραχθεί, πώς θα κατανεμηθεί, στην πράξη έλυσε προβλήματα εύρυθμης παραγωγικής και κοινωνικής λειτουργίας σε αφάνταστα αντίξοες καιρικές συνθήκες.

Πολύ απλά θα λέγαμε, ότι με καθημερινές θερμοκρασίες -150 και -200 βαθμούς Κελσίου, καθημερινές χιονοπτώσεις, λειτουργούσαν όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς πλήρως θερμαινόμενα. Η πυκνότητα των σταθμών, υπογείων διαβάσεων κλπ., η κατάσταση των δρόμων έκαναν δυνατή τη μετακίνηση ακόμη και για ανθρώπους ασυνήθιστους σε αυτές τις καιρικές συνθήκες.

Η αδιάκοπη θέρμανση και το ζεστό νερό στις κατοικίες ήταν μόνιμη κατάσταση για το μεγαλύτερο μέρος του έτους. Ακόμη και η θερμοκηπευτική παραγωγή έδινε τη μάχη της νικηφόρα με τις πολύμηνες αντίξοες καιρικές συνθήκες. Ακόμη, με πρόσφατο ρεπορτάζ στον αστικό Τύπο, αποκαλύφθηκε πως στους οικισμούς της Σιβηρίας με θερμοκρασία των -400 και -500 βαθμών Κελσίου επί σοσιαλιστικής οικοδόμησης υπήρχε οργανωμένη παραγωγική κοινωνική ζωή, η οποία αναιρέθηκε από το σημερινό καθεστώς.

Αυτά ήταν αποτελέσματα όχι απλά ενός κεντρικού, κρατικού σχεδιασμού, αλλά του κεντρικού σχεδιασμού-εργαλείου της λαϊκής, της σοσιαλιστικής οικονομίας, με κίνητρο τη μαζική ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών.

Η απότομη άνοδος της θνησιμότητας από το κρύο, την πείνα και την εξαθλίωση στη σημερινή Ρωσία είναι το κοινωνικό αποτέλεσμα της καπιταλιστικής παλινόρθωσης.

Η ιδεολογία του ταξικού μας αντιπάλου υποστηρίζει ότι η μαζική ικανοποίηση κάποιων κοινωνικών αναγκών κράτησε σε πολύ χαμηλά επίπεδα τη συνολικότερη παραγωγική ανάπτυξη, το κίνητρο της τεχνολογικής της εξέλιξης, το κίνητρο της ατομικής ευθύνης για την παραγωγικότητα της εργασίας. Ενοχοποιεί την κοινωνική ιδιοκτησία και τον κεντρικό σχεδιασμό. Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική.

Η οπορτουνιστική διάβρωση και η αντεπαναστατική ανατροπή

Η οικοδόμηση του νέου, του σοσιαλιστικού-κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής ξεκίνησε, για ιστορικούς-κοινωνικούς λόγους, σε κοινωνίες όπου υπήρχε ακόμη στο εσωτερικό τους ασύγκριτα μεγαλύτερη ανισόμετρη καπιταλιστική ανάπτυξη, πολύ μεγαλύτερη έκταση πρώιμων καπιταλιστικών σχέσεων, μεγάλη επιβίωση προκαπιταλιστικών τρόπων παραγωγής, που κυριαρχούσαν στον τομέα της αγροτικής παραγωγής.

Το πρόβλημα της ταξικής πάλης μεταξύ των νέων σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής / κατανομής και των προσοσιαλιστικών επιβιώσεων οξύνθηκε μεταπολεμικά υπό το βάρος των εξής παραγόντων:

  • Της μεγάλης καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης με αποκλειστικώς εσωτερική σοσιαλιστική συσσώρευση
  • Των λαθεμένων επιλογών στη στρατηγική της σοσιαλιστικής ανάπτυξης σε σχέση με την ταξική της πάλη σε διεθνές επίπεδο (εκτίμηση για την κρίση του καπιταλισμού στη Δυτική Ευρώπη, μεγάλο άνοιγμα βοήθειας πολύ καθυστερημένων κοινωνιών, οι οποίες πέρναγαν από καθεστώς αποικιοκρατίας σε καθεστώς εθνοκρατικής συγκρότησης)
  • Των οπορτουνιστικών οικονομικών αντιλήψεων και πολιτικών που επικράτησαν στο κόμμα σχετικά με κρίσιμα ζητήματα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης: Στις αναλογίες μεταξύ βαριάς και ελαφριάς βιομηχανίας με αποτέλεσμα την καθυστέρηση του τεχνολογικού εκσυγχρονισμού και της δεύτερης (π.χ. της υποδηματοποιίας), στα κίνητρα της σοσιαλιστικής παραγωγικής συσσώρευσης (καταργήθηκε η μοναδιαία μέτρηση του παραγόμενου προϊόντος στη μονάδα του χρόνου ανάλογα με τη χρησιμοποιούμενη εργατική δύναμη και τις άλλες εισροές και υιοθετήθηκε η αξιακή αποτίμησή του και το επιχειρηματικό κέρδος), στη συγκέντρωση και κατανομή ενδιάμεσων προϊόντων (υιοθετήθηκε η συναλλαγή μεταξύ των επιχειρήσεων σε βάρος της διακλαδικής και περιφερειακής συγκέντρωσης και κατανομής), στον κλαδικό σχεδιασμό και στην κλαδική διεύθυνση (καταργήθηκε η κεντρική κλαδική διοίκηση).

Κωδικοποιώντας θα λέγαμε ότι αποδυναμώθηκε ο κεντρικός σχεδιασμός, απονευρώθηκε από το κίνητρο της ικανοποίησης των συνολικών κοινωνικών συμφερόντων, από την ουσιαστική λειτουργία της εργατικής συμμετοχής στην οργάνωση, διοίκηση, διεύθυνση της παραγωγής από τα κάτω προς τα πάνω, από αποτελεσματικές λειτουργίες κοινωνικού ελέγχου.

Στο έδαφος αυτών των αποκλίσεων της σοσιαλιστικής οικοδόμησης συν τω χρόνω αναπτύχθηκαν μηχανισμοί και ενισχύθηκαν λειτουργίες ατομικού και ομαδικού σφετερισμού του κοινωνικού πλούτου, πλουτισμού με καταπάτηση της αρχής κατανομής «στον καθένα ανάλογα με την εργασία του». Κεντρικός σχεδιασμός και διεύθυνση που λειτουργεί ως κατεύθυνση του κατακερματισμού και όχι της ανάπτυξης της κοινωνικής ιδιοκτησίας.

Η αντεπανάσταση δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η αποκορύφωση της ταξικής πάλης μεταξύ των δυνάμεων του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής και των δυνάμεων της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, όταν πλέον οι δεύτερες δυνάμεις είχαν ισχυροποιήσει τη θέση και την επιρροή τους στο κόμμα, στις κρατικές λειτουργίες και στις εργατικές δυνάμεις.

Η οπισθοχώρηση στην οικοδόμηση και εδραίωση, στην κυριαρχία των νέων σοσιαλιστικών-κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής δεν είναι πρωτοτυπία στην ιστορική κοινωνική εξέλιξη. Πολλά από τα στοιχεία πάνω στα οποία αναπτύχθηκαν οι καπιταλιστικές σχέσεις, όπως η μικρή εμπορευματική παραγωγή, η βιοτεχνία και το εμπόριο στα αστικά κέντρα τόσο της Δυτικής όσο και της Ανατολικής Ευρώπης γνώρισαν την οπισθοχώρηση, μια πολύχρονη ιστορικά πεπερασμένη καθυπόταξή τους στη φεουδαρχική κυριαρχία.

Η ιστορία της εξέλιξης της ανθρώπινης κοινωνίας έχει περιπτώσεις ακόμη και καταστροφής κοιτίδων ανθρώπινου πολιτισμού, ζιγκ-ζαγκ και ασυνέχειες στην κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη.

Το μέλλον χτίζεται με τη συνειδητή πολιτική επιλογή και δράση

Ανεξάρτητα από την αντοχή των πρώτων κοιτίδων της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην Ευρώπη και στην Ασία, κατά τον 20ό αιώνα, το μέλλον του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής εγγυάται η κοινωνικοποίηση της εργασίας, επομένως και η ανάγκη της κοινωνικής ιδιοκτησίας, της κοινωνικής οργάνωσης και διεύθυνσης της παραγωγής, με εργαλείο το λαϊκό κρατικό σχεδιασμό.

Σύγχρονη και όσο ποτέ άλλοτε ζωντανή παραμένει η ανάγκη του λαϊκού, κοινωνικού κρατικού παρεμβατισμού για να αξιοποιηθούν τα πιο σύγχρονα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα για να ικανοποιηθούν οι κοινωνικοί στόχοι: Καθολική άνοδος του επιπέδου εκπαίδευσης / επαγγελματικής κατάρτισης, εξασφάλιση κοινωνικής εργασίας για όλους με μείωση του εργάσιμου χρόνου και καθολική άνοδο του βιοτικού επιπέδου, καθολική άνοδο του επιπέδου προστασίας από τα φυσικά φαινόμενα, τις επιδημίες και τις καταστροφές στην υγεία και στο περιβάλλον που έφερε η κερδοσκοπική βιομηχανική παραγωγή.

Η δυνατότητα δε γίνεται αυθόρμητα πραγματικότητα. Το μέλλον δε χτίζεται με την ηττοπάθεια, το συμβιβασμό. Κερδίζεται μέσα από μικρότερες και μεγαλύτερες μάχες αντίστασης και αντεπίθεσης. Προωθείται μέσα από την άμεση μάχη απόρριψης της πλάνης του δικομματικού μονόδρομου. Οι επικείμενες βουλευτικές εκλογές δίνουν μια ευκαιρία ενίσχυσης του λαϊκού αγώνα, της λαϊκής αντεπίθεσης με τη μεγαλύτερη δυνατή πολιτική ισχυροποίηση του ΚΚΕ.


Της
Ελένης ΜΠΕΛΛΟΥ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ