ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Φλεβάρη 2004
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Μας συντροφεύει η λεβεντιά του, αλλά μας λείπει!

«Θα κάνω μια ευχή. Να καταργηθεί το ρητό "Η σιωπή είναι χρυσός". Γιατί η σιωπή είναι ντροπή. Και να φωνάζουμε όλοι μαζί για το Δίκιο. Για τη Λευτεριά. Για τον Ανθρωπο». Αυτή ήταν η τελευταία «κουβέντα με τους φίλους του», του Τίτου Βανδή. Του συντρόφου, που «έφυγε» από κοντά μας πριν από ένα χρόνο (23/2/2003). Οχι απλά δεν την ξεχνάμε, αλλά μας συντροφεύει σ' αυτόν τον αγώνα. Οπως μας συντροφεύει η λεβεντιά του, το χιούμορ, το χαμόγελό του, η αισιοδοξία του, η περηφάνια, η αγωνιστικότητά του. Μας λείπει, όμως. Μας λείπει η συμμετοχή του, σ' αυτόν τον αγώνα.

Ο Τίτος Βανδής, ο ΕΑΜίτης, ο κομμουνιστής, ο σπουδαίος ηθοποιός, που υπερέβη τα σύνορα του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου και έγινε διεθνής, ονομαστός στο Μπροντγουέι και στο Χόλιγουντ, πέρασε στην ιστορία των αγώνων του λαού μας και του σύγχρονου πολιτισμού μας.

Εποίησε ήθος

Ο Τίτος Βανδής σπούδασε στο Ωδείο Θεσσαλονίκης και στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Πρωτοεμφανίστηκε στο Εθνικό, το 1934, στον «Ιούδα» του Σπ. Μελά. Τον ίδιο χρόνο, έγινε μέλος του ΣΕΗ. Δραστήριο μέλος της εργατικής «Κοινωνικής Αλληλεγγύης» από τα 1934, συνδέθηκε με το ΚΚΕ και έπειτα με το ΕΑΜ Θεάτρου. Μετά την υποχώρηση συμμετείχε στους ΕΑΜίτικους θιάσους, που έδιναν παραστάσεις στην επαρχία.

Στο Εθνικό Θέατρο πρωταγωνίστησε από τη δεκαετία του '30 («Ρωμαίος και Ιουλιέτα»,«Θυσία του Αβραάμ» κ.ά.). Το 1938 συνεργάζεται με τη «Νέα Σκηνή» του Μιχ. Κουνελάκη και περιοδεύει στην Ελλάδα. Το 1940 συνεργάζεται με το θίασο Μαρίκας Κοτοπούλη («Προανάκριση» και «Το Ξύπνημα» του Αλ. Λιδωρίκη). Από το 1941 μέχρι το 1943 με την Κατερίνα, όπου πρωταγωνίστησε σε κορυφαία έργα («Νόρα» του Ιψεν, «Καίσαρ και Κλεοπάτρα» του Μπέρναρντ Σο, «Σουπιά» του Αιμ. Φαμπρ κ.ά.).

Μετά το θίασο της Κατερίνας, δοκιμάζεται στο μουσικό θέατρο κι έπειτα με τους ΕΑΜίτες «Ενωμένους Καλλιτέχνες» («Θάψτε τους νεκρούς», «Το καλοκαίρι θα θερίσουμε», κ.ά.). Το 1946, με την Αλέκα Παΐζη και τον Δήμο Σταρένιο συγκροτούν θίασο και ανεβάζουν τους «Αδελφούς Καραμαζόφ» του Ντοστογιέφσκι. Επανέρχεται στο θίασο της Κατερίνας και πρωταγωνιστεί στο «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» και στην «Εντα Γκάμπλερ». Στο θέατρο «Κοτοπούλη», από το '51 έως το '56, εμφανίζεται στη «Μις Μέιμπελ», στο «Μάκμπεθ» κ.ά. Συνεργάζεται με τον Αδαμάντιο Λεμό, το «Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο» του Μάνου Κατράκη, με το θίασο Αλεξανδράκη, με το θίασο της Ελένης Χατζηαργύρη, το θίασο Αλεξανδράκη - Ζαβιτσιάνου, με το ΚΘΒΕ. Το '64, συγκροτεί δικό του θίασο στο «Μετάλλιον» στο Παγκράτι και ανεβάζει το «Ενας όμηρος» του Ιρλανδού Μπ. Μπίαν, σε μουσική Μ. Θεοδωράκη και το «Ασπρο Ατι» του Κάρολ.

Η διεθνής καριέρα

Το 1960, όταν πήγε στις Κάννες για την προβολή της ταινίας του Ζυλ Ντασσέν «Ποτέ την Κυριακή» (ήταν συμπρωταγωνιστής της Μελίνας στην ταινία αυτή, όπως και στο «Τοπ Καπί», επίσης του Ντασσέν), γνώρισε έναν Αμερικάνο ατζέντη. Αυτός ο ατζέντης, Μάη του 1965, του ζήτησε τηλεφωνικά να «πεταχτεί» στο Παρίσι για μια πρόταση του Αμερικανού παραγωγού Λέρνερ να παίξει στο «On a clear day yoy can see for ever», στο θέατρο «Mark Hellinger», το δεύτερο μεγαλύτερο του Μπροντγουέι, με «χίλια δολάρια τη βδομάδα». Ελπίζοντας να ξελασπώσει από τα θιασαρχικά του χρέη, ο Τίτος Βανδής πάει στο Παρίσι και την άλλη μέρα στη Ν. Υόρκη, για ακρόαση από το επιτελείο του παραγωγού. Αγγλικά δεν ήξερε. Εκανε αγώνα για να τα μάθει το ταχύτερο. Αύγουστο του '65 άρχισε πρόβες. Η επιτυχία του σ' αυτήν την παράσταση και σε άλλες, σε πολλές ταινίες και σίριαλ, τον έκανε να παραμείνει και να δουλέψει στις ΗΠΑ, περίπου, 26 χρόνια.

Μια «γεύση» από τη ζωή του στις ΗΠΑ, όπως καταγράφεται στο βιβλίο του «Κουβέντα με τους φίλους μου», είναι και η εξής: «Παρ' όλο το ξεσήκωμα του κόσμου στη δεκαετία του 1960 εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ, ακόμα και στη δεκαετία του 1970, πλανιόταν πάνω από τις ΗΠΑ η σκιά του Μακάρθι. Η μεγάλη ευαισθησία των Αμερικανών γενικά είναι το οικονομικό. Πάνω απ' όλα, τιμούν το δολάριο. Ο στρατηγός Morehead, στην ερώτηση "Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι με τόσες απώλειες οι Βιετναμέζοι κρατήσαν τόσα χρόνια;", απάντησε: "Δεν είναι παράξενο. Αλλιώς λογαριάζεται η ζωή ενός Βιετναμέζου. Αλλο Αμερικάνοι, άλλο Βιετναμέζοι". Εννοούσε "Αλλο να σκοτώνεις ανθρώπους κι άλλο μύγες και κουνούπια. Αυτά τα σκοτώνεις και έρχονται άλλα. Ο θάνατός τους δεν έχει σημασία, ούτε για σένα, ούτε γι' αυτά". Στην κατηγορία της μύγας και του κουνουπιού έχουν κατατάξει οι Αμερικάνοι τους Σέρβους, τους Ιρακινούς, οποιονδήποτε αντιστέκεται».

Η επιστροφή

Το 1979 πραγματοποιεί μια έκτακτη εμφάνιση στην Αθήνα, με την Ελλη Λαμπέτη, στο έργο του Ντε Φίλιππο «Φιλουμένα Μαρτουράνο». Επιστρέφει στην Αμερική, απ' όπου φεύγει οριστικά το '83.

Στην Αθήνα επανέρχεται με το μιούζικαλ «Μάγκες και Κούκλες» («Παρκ», 1984), ακολουθούν, «Λυσσασμένη Γάτα» του Τενεσί Ουίλιαμς (Εθνικό Θέατρο), «Ρετρό» του Α. Γκάλιν, «Σάββατο, Κυριακή και Δευτέρα» του Ντε Φίλιππο (ΚΘΒΕ). Από το '93 έως το '95, ξανασυνεργάζεται με το Εθνικό Θέατρο («Χορεύοντας στη Λουνάσα» κ.ά.), στο «Βέμπο» («Αδελφοί Καραμαζόφ»).

Εξίσου σημαντική είναι η παρουσία του στον κινηματογράφο. Πρωταγωνιστεί στις ταινίες «Μηδέν πέντε» του Γιάννη Πετροπουλάκη ('58), «Παράνομοι», «Το Ποτάμι» του Νίκου Κούνδουρου ('58-'59), «Αστέρω» του Ντίνου Δημόπουλου ('59), «Ποτέ την Κυριακή» του Ζυλ Ντασσέν ('60), «Πολιορκία» του Κλοντ Μπερνάρ Ομπέρ, κ.ά. Οι περισσότερες ταινίες έγιναν στην Αμερική. Αναφέρουμε μερικές: «Young Doctors in love», «The Betsy» (με τον Λόρενς Ολιβιέ), «The other side of midnight», «Gus», «Smile», «The Exorcist», «The dead duck», «Topkapi», «It happened in Athens» κ.ά. Το '62 βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία του στην ταινία «Πολιορκία», ενώ το '83 πήρε το Α` βραβείο ανδρικού ρόλου στην ταινία «Προσοχή κίνδυνος» του Γ. Σταμπουλόπουλου.

Ασχολήθηκε και με τη μετάφραση θεατρικών έργων και από τις αρχές της δεκαετίας του '60 με τη διδασκαλία της Υποκριτικής σε δραματικές σχολές. Με τον σκηνοθέτη Γιώργο Θεοδοσιάδη ίδρυσε τη Δραματική Σχολή Αθηνών, όπου και δίδαξε επί χρόνια. Αλλά και στην Αμερική υπήρξε καθηγητής Υποκριτικής (τέλη δεκαετίας '70, στο Κολέγιο της Σάντα Μόνικα).

Από τη δεκαετία του '30, ανέπτυξε συνδικαλιστική δράση. Το '95 ανέλαβε τη διεύθυνση του Φεστιβάλ Ολύμπου, το οποίο καθιέρωσε με σοβαρές πολιτιστικές εκδηλώσεις, ενώ τα τελευταία χρόνια ήταν συνεργάτης του «Ρ», γράφοντας πάντα από καρδιάς.

Το όνειρο για δίκαιο κόσμο

Οι πολιτικές πεποιθήσεις του Τ. Βανδή έχουν πολύ βαθιές ρίζες. Τα γεγονότα και οι θύμησες της μακριάς πορείας του στη ζωή και τον αγώνα του λαού μας ανθίζουν μέσα από τις διηγήσεις του και τα συναισθήματά του. «Δεν το βάζω κάτω» - έλεγε. «Δε λέω στον εαυτό μου, κοίτα, δεν ακούς, δεν περπατάς, μένεις στην άκρη. Εξακολουθώ να κάνω το μέγιστο, το οποίο μπορεί να είναι ελάχιστο μπροστά σ' αυτό που κάνουν οι νέοι, αλλά ως την τελευταία στιγμή θέλω να κάνω ό,τι μπορώ. Ξέρω ότι αιώνες υπέφερε ο κόσμος και ξέρω ότι αιώνες μπορεί να υποφέρει ακόμη, αλλά αυτός δεν είναι λόγος να πούμε δε βαριέσαι. Μπορεί να είναι ασήμαντο, αν και τίποτε δεν είναι ασήμαντο. Αν ο καθένας έκανε από λίγο, θα γινόταν πολύ».

«Πάντα θα υπάρχουν πολλοί, που θα μείνουν με τα μάτια ανοιχτά και με το όνειρο να φτιάξουν έναν καινούριο και δίκαιο κόσμο. Κι αυτοί θα τον αλλάξουν σίγουρα τον κόσμο. Είναι μακρύς ο δρόμος, όμως υπάρχει όαση στο τέλος. Γιατί αυτός ο λαός έχει τόσους μεγάλους και μικρούς λόγους να ενωθεί και να αντισταθεί στην εκμετάλλευση και την κοροϊδία».

Το ετήσιο μνημόσυνό του θα γίνει σήμερα, στις 10.45 π.μ., στο ναό της Αναλήψεως, στα Βριλήσια, με τη φροντίδα της λατρεμένης του συντρόφισσας στη ζωή, Μπέττυς Βαλάση.


Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ