ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 22 Οχτώβρη 2015
Σελ. /24
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
«Ακούσια» η πιο ενδιαφέρουσα ταινία της βδομάδας...

Ακόμα μια βδομάδα με πολλές ταινίες, εκ των οποίων ελάχιστες εκείνες που ξεφεύγουν από τα πλαίσια της ανώδυνης διασκέδασης. Δυο ταινίες, στις οποίες αναφερόμαστε εκτενέστερα, μας κέντρισαν το ενδιαφέρον η σουηδική και το θυμό η γαλλική...

Κατά τ' άλλα, από σήμερα κυκλοφορεί στις αίθουσες σε 2D και 3D, μεταγλωττισμένη, η αμερικάνικη παραγωγή «Παν» (Pan - 2015) σε σκηνοθεσία Τζο Ράιτ και αναφέρεται στην ιστορία ενός ορφανού αγοριού που θα μείνει για πάντα γνωστός ως Πίτερ Παν.

Πρεμιέρα κάνει απόψε το μεταφυσικό θρίλερ του Γκιγέρμο Ντελ Τόρο «Πορφυρός Λόφος» (Crimson Peak - 2015). Πρόκειται για γοτθικό ρομάντζο, για σκοτεινή ιστορία φαντασμάτων, για φόρο τιμής στο είδος ταινιών με στοιχειωμένα σπίτια...

Πρεμιέρα, επίσης, πραγματοποιεί και το σίκουελ μιας γνώριμης animation δρακουλοπαρέας που επιστρέφει με μία ολοκαίνουρια, διασκεδαστική αμερικάνικη κωμωδία με τίτλο «Ξενοδοχείο για Τέρατα 2» (Hotel Transylvania 2 - 2015) σε σκηνοθεσία Γκέντι Ταρτακόφσκι. Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη και σε εκδοχή 3D.

Πρεμιέρα για ακόμα μια αμερικάνικη κωμωδία με τίτλο «Ο Σεφ που έπαιζε με τη φωτιά» (Burnt - 2015) σε σκηνοθεσία Τζον Ουέλς. Ο σταρ Μπράντλεϊ Κούπερ υποδύεται τον ταλαντούχο σεφ Ανταμ Τζόουνς που «γνώρισε την επιτυχία αλλά την έχασε μέσα από τα χέρια του» σε έναν ύμνο στην αγάπη για το φαγητό και τη δύναμη των δεύτερων ευκαιριών...

Μετά την προβολή της στο Φεστιβάλ της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας» η γαλλική ερωτική ταινία «Love» (2015) του Γκασπάρ Νοέ κάνει απόψε πρεμιέρα και στις κινηματογραφικές αίθουσες της πρωτεύουσας.

Πρεμιέρα απόψε και για την τελευταία αγγλόφωνη ταινία του Γιώργου Λάνθιμου «O Aστακός» (2015) μια συμπαραγωγή πέντε ευρωπαϊκών χωρών, με ένα καστ διεθνών σταρ. Πρόκειται για αλληγορική, ρομαντική ιστορία, που κέρδισε το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών.

Τέλος, πρεμιέρα κάνει και η ελληνική κωμωδία καταστάσεων του Στράτου Μαρκίδη «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός» (2015), με καστ ηθοποιών γνωστών από την τηλεόραση και με γυρίσματα στην Κωνσταντινούπολη.

Σημειώστε ακόμη ότι στον κινηματογράφο «Αστυ» συνεχίζεται και αυτήν τη βδομάδα η προβολή της εξαιρετικά επίκαιρης και κοινωνικά χρήσιμης ταινίας του Στεφάν Μπριζέ «Ο νόμος της αγοράς» (2015), ενώ στον διπλανό «Αστορ» προβάλλεται το άρτιο, καλλιτεχνικό ντοκιμαντέρ του Φίλιππου Κουτσαφτή «Αρκαδία Χαίρε» (2015).

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΡΟΥΜΠΕΝ ΕΣΤΛΟΥΝΤ
Ακούσια

Με την ταινία «Ακούσια» ο Σουηδός κινηματογραφιστής Ρούμπεν Εστλουντ επιβεβαιώνεται ως χρονικογράφος της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ενώ τα εκτεταμένα του πλάνα υποδηλώνουν παρατήρηση που άπτεται της ψυχολογίας της δυναμικής της ομάδας. Το βλέμμα του, σκοτεινό, οξύ και απελευθερωμένο από ψευδαισθήσεις για τους σημερινούς Σουηδούς, που, αδυνατώντας να θέσουν το δικό τους μυαλό σε λειτουργία, είναι έτοιμοι να ασπαστούν «οτιδήποτε» στο όνομα της ομάδας των πολλών. Οι πέντε «μοραλιστικές» ιστορίες της ταινίας, χωριστές και παράλληλες ταυτόχρονα, πλεγμένες μαζί, μιλούν για την πίεση που ασκεί στο άτομο η ομάδα, για την περιθωριοποίηση όποιου τολμά να ορθώνει ανάστημα κόντρα στο ρεύμα που προσποιείται «τον αδιάφορο». Η υποταγή στη γνώμη και τη θέληση των πολλών είναι το τίμημα που πληρώνει κανείς για να «ανήκει» κάπου. Η απόλυτης «σουηδικότητας» ταινία του Εστλουντ, καθρέφτης για τους σύγχρονους θεατές, παραπέμπει αρκετά στον Ρόι Αντερσον. Πολλοί αναφέρονται σε ομοιότητες με το έργο του Αυστριακού Μίκαελ Χάνεκε, λόγω της ικανότητας του Σουηδού να μετατρέπει την ακινησία σε δραματουργία. Ο Εστλουντ, όμως, έχει όπλο του το χιούμορ και αυτά που συμβαίνουν στην ταινία είναι τραγελαφικά...

Τραγική κωμωδία ή κωμική τραγωδία για την αδυσώπητη επιρροή της ομάδας πάνω στο άτομο αυτό το αναγκαίο, μοναδικό και ιδιαίτερο φιλμ, με την κάμερα ακίνητη να παρατηρεί σαν συλλογικό μάτι, κόβοντας την εικόνα σε φέτες. Εκπληκτικά ξεκάθαρη η ιστορία της μικρής μαθήτριας που καλείται να δείξει την πιο μακριά ευθεία... Και η δασκάλα μάρτυρας της κακοποίησης του μικρού μαθητή, κλεισμένη και απομονωμένη στην παγωμένη σιωπή των αιθουσών διδασκαλίας. Αγρια μεθύσια δεκατετράχρονων κοριτσιών, κακοποίηση παιδιών, ομόφυλη σεξουαλική κακοποίηση, παρατίθενται με τρόπο που προκαλεί τη σκέψη. Η ταινία απευθύνεται με την ίδια δύναμη σε μάτια και αυτιά. Προσέξτε τις συνομιλίες των χαρακτήρων, άδειες, ανούσιες, με απόλυτη απουσία αφηρημένων εννοιών - γιατί δεν είναι διαχειρίσιμες... Πολλά πλάνα δε δείχνουν πρόσωπα. Οπως στην εισαγωγική σεκάνς του πάρτι γενεθλίων. Ξαφνιάζει να βλέπουμε μόνο γάμπες και πόδια. Δε βλέπουμε το πρόσωπο του οδηγού του λεωφορείου και της νεαρής που κάθεται δίπλα του, ούτε της μητέρας της μιας εκ των δύο πανομοιότυπων δεκατετράχρονων με τα οξυζενέ μαλλιά. Τα πρόσωπα χωρίς πρόσωπο εκπροσωπούν κοινωνικούς τύπους και όχι χαρακτήρες, τα πλάνα αυτά υπαινίσσονται γενικευμένη συμπεριφορά. Η ταινία μας «μπαζοβγάζει» στις ιστορίες της, που ανοίγουν και κλείνουν με το ίδιο ασθενοφόρο που διασχίζει τους κεντρικούς δρόμους της νυχτερινής Στοκχόλμης, μεταφέροντας τον άνδρα του αρχικού επεισοδίου που το πυροτέχνημα τού έσκασε στα χέρια...

Με τους : Μαρία Λούντκβιστ κ.ά.

Παραγωγή: «De ofrivilliga» - Σουηδία (2008) - Προβάλλεται καθημερινά στις 20.30 (Αλκυονίς) και στις 23.00 (Στούντιο).

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΛΟΡΑΝ ΚΑΝΤΕ
Επιστροφή στην Ιθάκη

ANSA

Ο Λοράν Καντέ επιστρέφει - μετά το επεισόδιο «La fuente» από το σπονδυλωτό φιλμ «7 μέρες στην Αβάνα» (2012) - στην Κούβα. Αυτή τη φορά συνεργάζεται με τον «κριτικό» ως προς τα πράγματα στη χώρα του, λογοτέχνη Λεονάρντο Παντούρα και γυρίζει την «Επιστροφή στην Ιθάκη». Η ταινία, οριοθετώντας το χώρο σε μια ταράτσα που στα πόδια της κείται όλη η Αβάνα, πραγματεύεται τη συνάντηση πέντε καρδιακών φίλων απ' τα παλιά, για την επιστροφή ενός εξ αυτών, μετά από μυστηριώδη, 16χρονη «φυγή» στην Ισπανία. Και οι πέντε είναι σπουδαγμένοι. Επιστήμονες και καλλιτέχνες, έχουν πατήσει τα 50 και από το σούρουπο ως την αυγή συζητούν πίνοντας ρούμι και «Coca Cola», αναμοχλεύοντας τη σύγχρονη ιστορία της Κούβας και τις αντιξοότητες που επηρέασαν την ατομική και συλλογική τους μοίρα. Το θέμα δομείται με μαεστρία πάνω στην πληθώρα ενδιάμεσων επικλήσεων του τύπου «Α! θυμάστε εκείνο, θυμάστε το άλλο;». Απ' αυτές τις επικλήσεις χτίζονται τα συμφραζόμενα... Ο Καντέ, με τη μάλλον υπέρμετρη συνδρομή του Παντούρα, προσπαθεί - ιδιαίτερα στο δεύτερο μισό της ταινίας - να αποδομήσει ότι στην Κούβα υπάρχει μια κοινωνία που αντιστέκεται στο συντονισμένο εναντίον της 50ετή «πόλεμο», με πάνω από 700 επιθετικές ενέργειες των ΗΠΑ, με 3.500 νεκρούς Κουβανούς και 2.100 τραυματίες. Βεβαίως, είναι υπαρκτά τα φαινόμενα διαφθοράς κι άλλα στραβά. Ομως πρόκειται για μια κοινωνία που, παρά τις δυσκολίες λόγω του πολύμορφου αποκλεισμού, ουδέποτε αποποιήθηκε τα διεθνιστικά της «καθήκοντα». Ακόμα κι εκείνη τη λεγόμενη «ειδική περίοδο» μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού στην Ευρώπη, που η οικονομία και το εμπόριο της χώρας έμειναν στον αέρα, δημιουργώντας ακόμα μεγαλύτερες δυσκολίες...

Δεν είναι απλά ο νόστος, η γκρίνια αυτού που εγκαταλείφθηκε από τη νιότη, που βάρυνε απ' τα χρόνια κι εφευρίσκει όνειρα που δεν πραγμάτωσε ποτέ... Οι πέντε φίλοι, η οφθαλμίατρος Τάνια που παραπονιέται ότι δύσκολα τα καταφέρνει οικονομικά, ο ζωγράφος Ράφα που άρχισε το ποτό και παραμέρισε τις φιλοδοξίες του, ο μηχανικός εργοστασίου Αλντο που πολέμησε με τις μπριγάδες στην Αγκόλα και έχει ανάγκη να πιστεύει σε κάτι, ο απατεωνίσκος Εντι που εμφανίζεται να δηλώνει ότι «λέγοντας "ναι" κατάφερε να του κλέψουν μόνο τα όνειρα αλλά όχι τη ζωή» και τέλος ο «φυγάς» συγγραφέας Αμαντέο που στην Ισπανία, με τις γυναίκες σε «μεσαιωνικό στάδιο», γνώρισε το κρύο, την πείνα, έκανε μπάνιο μια φορά τη βδομάδα, δούλεψε, ταξίδεψε, αλλά δεν μπορούσε να γράψει... Η ελεγειακή αναπόληση της παρέας διαγράφει γραμμική πορεία με αρχή τα χρόνια της Επανάστασης: Δουλειά στη συλλογή ζαχαροκάλαμου και πορτοκαλιών, ένα ζευγάρι παπούτσια το χρόνο, όχι αμερικάνικη μουσική, όχι Βάργκας Γιόσα, όχι Οργουελ... «Μόρφωση, δουλειά και όπλο» το σύνθημα... Κι αυτά με διάθεση γελοιοποίησης μιας κοινωνίας που πάλευε με θεούς και δαίμονες...

Η ιδέα της ταινίας είναι να μιλήσουν για την Κούβα αυτοί που έμειναν και αυτοί που έφυγαν. Το ρήμα «φεύγω» στην ταινία αποκτά γενικευμένες διαστάσεις, κλίνεται σε μυριάδες υπαρκτές και ανύπαρκτες πτώσεις κι έτσι αναπόφευκτα χαράσσεται στο μυαλό του θεατή. Και η νέα γενιά, με ξυρισμένο το μισό κεφάλι, που δε θέλει να σπουδάσει και επιδίδεται στη μαύρη αγορά, θέλει κι αυτή να φύγει... Για να εντείνει το αίσθημα της απέχθειας στην Επανάσταση και το σοσιαλισμό ως αναγκαιότητα και δυνατότητα για τους λαούς, ανεξάρτητα από τις συνθήκες που αυτός εξελίσσεται στην Κούβα, ο σκηνοθέτης εμφανίζει τον πατέρα του Αλντο - που συμμετείχε ενεργά στην Επανάσταση - να αναρωτιέται πεθαίνοντας «αν άξιζε τον κόπο». «Δεν είναι πια η χώρα που μεγαλώσαμε. Δεν είναι παράδεισος. Δεν ξέρουμε πού πάμε»... Κι έτσι η ταινία πνίγεται στην απαισιοδοξία - και αισιοδοξεί να πνίξει και τους θεατές μαζί της - και στις διαπιστώσεις των πικραμένων, μοναχικών 50άρηδων, ότι δεν υπάρχουν αξίες και ιδανικά σε ένα... αυταρχικό καθεστώς που καταπιέζει την προσωπικότητα του ατόμου και... δημιουργεί καταδότες.

Πολύ κατώτερο του έως τώρα έργου του Καντέ, που δυστυχώς με πάταγο θέλει να εμφανίσει την Κούβα ως «τη χώρα της αναξιοπρέπειας που κυνηγά τους πολίτες της». Και δεν της αξίζει...

Με τους: Χόρχε Περουγκόρια, Ιζαμπέλ Σάντος, Νέστορ Χιμένεζ, Φερνάντο Χετσαβάρια κ.ά.

Παραγωγή: «Retour a Ithaque» - Γαλλία, Βέλγιο (2014)



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ