ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 21 Σεπτέμβρη 2003
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ
«Είναι εδώ» αλλά ποιος το πληρώνει;

Οι πολιτικές μονόπλευρης λιτότητας, όχι μόνο δεν οδήγησαν στη μείωση του δημόσιου χρέους αλλά - μαζί με τη διόγκωσή του - προκάλεσαν και τον υπερδανεισμό των εργαζόμενων νοικοκυριών στις τράπεζες

Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, που οδήγησε πριν 110 χρόνια (το 1893) την κυβέρνηση Τρικούπη να δηλώσει το γνωστό «δυστυχώς επτωχεύσαμεν», εξακολουθεί και σήμερα να αποτελεί ένα από τα προβλήματα που πασχίζει να αντιμετωπίσει η ελληνική καπιταλιστική οικονομία. Τα περί «ισχυρής Ελλάδας», που τόσο συχνά επικαλείται ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Κ. Σημίτης - για να δικαιολογήσει τη δογματική προσήλωση της κυβέρνησής του στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, το σφαγιασμό των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα και γενικότερα τον εμπλουτισμό της πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας με νέα μέτρα - δυναμώνει τους μεγαλοεπιχειρηματίες και φτωχαίνει το λαό. Φτάνει μόνο ν' αναφερθεί πως το δημόσιο χρέος μεγαλώνει κάθε χρόνο κατά μερικά τρισεκατομμύρια δραχμές και παραμένει πάνω από 100% και το τρίτο υψηλότερο στην ΕΕ των «15» αλλά και των «25», γεγονός που σημαίνει ότι ο λαός έχει να πληρώνει για πολλές γενιές στο μέλλον.

Παράλληλα με το δημόσιο χρέος που σήμερα αντιστοιχεί στο 105% του ΑΕΠ) - έχει διογκωθεί επικίνδυνα και η υπερχρέωση των εργαζομένων στις τράπεζες. Αποτελεί δε κοινό μυστικό, ότι η ραγδαία αύξηση του δανεισμού των εργαζόμενων νοικοκυριών στις τράπεζες, οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στη συγκεκριμένη πολιτική λεηλασίας των λαϊκών εισοδημάτων που εφαρμόζεται τα τελευταία 14 χρόνια. Προσπαθώντας να καλύψουν τις «μαύρες τρύπες» που δημιουργεί η πολύχρονη και πολύμορφη πολιτική μονόπλευρης λιτότητας στους οικογενειακούς τους προϋπολογισμούς, οι εργαζόμενοι άρχισαν να δανείζονται από τις τράπεζες, με συνέπεια το συνολικό ύψος των καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων να ξεπερνά σήμερα το 22% του ΑΕΠ, ενώ το 1990 ήταν κάτω από 5%!


Motion Team

Τα επίσημα στοιχεία που επεξεργάστηκε και δημοσιεύει σήμερα στις επόμενες στήλες ο «Ρ», για την πορεία του δημόσιου χρέους και ορισμένων άλλων βασικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας, είναι αποκαλυπτικά και ταυτόχρονα προκλητικά, καθώς:

  • Αποδεικνύουν, πως όταν ο πρωθυπουργός μιλά για «ισχυρή Ελλάδα», έχει στο νου του τα μονοπώλια και τους συνεργάτες μεγαλοεπιχειρηματίες στην Ελλάδα. Πρόκειται για μια χούφτα ανθρώπων που ελέγχουν τις μεγάλες επιχειρήσεις και επιχειρηματικούς ομίλους στην Ελλάδα, οι οποίοι έχουν θησαυρίσει από την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης και έχουν ισχυροποιήσει τη θέση τους στην ελληνική οικονομία. Αδιάψευστος μάρτυρας η προκλητική αύξηση των κερδών και υπερκερδών που καταγράφουν τα τελευταία χρόνια οι τράπεζες (από τους τοκογλυφικούς όρους, με τους οποίους δανείζουν το χρήμα στο δημόσιο και και τους εργαζόμενους) και εν γένει οι μεγάλες εμποροβιομηχανικές επιχειρήσεις και επιχειρηματικοί όμιλοι. Ετσι εξηγείται και ο λόγος που οι βιομήχανοι και γενικότερα οι εκπρόσωποι του μεγάλου κεφαλαίου, βάζουν πλάτες για την υλοποίηση της συγκεκριμένης πολιτικής, με την αναγκαία «διευκρίνιση» - που συχνά κάνει η ηγεσία του ΣΕΒ - πως «εμείς δε στηρίζουμε κόμματα αλλά πολιτικές»!
  • Καταγράφουν την ταξική σε βάρος της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων οικονομική πολιτική της ΕΕ - την οποία εφαρμόζει η κυβέρνηση με την ανοχή και πολλές φορές τη στήριξη της ηγεσίας της ΝΔ - που οξύνει τα μεγάλα λαϊκά προβλήματα, όπως η ανεργία, η φτώχεια, η υποαπασχόληση, η υπερφορολόγηση των εισοδημάτων των εργαζομένων, ο σφαγιασμός των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα κλπ. Δηλαδή, μια σειρά μεγάλα προβλήματα που ταλανίζουν τα πλατιά λαϊκά στρώματα, καθώς αυτά κλήθηκαν και πλήρωσαν τα σπασμένα της πολιτικής με τη μείωση της αγοραστική τους δύναμης και γενικότερα την υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου και της ποιότητας ζωής.
  • Υπογραμμίζουν την ανάγκη συσπείρωσης και συντονισμού της πάλης της εργαζομένων (μισθωτών - συνταξιούχων - απασχολήσιμων - αγροτών - επαγγελματοβιοτεχνών και εμπόρων) όχι απλώς για τη «χαλάρωση» της σφιχτής πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας και την άμβλυνση των συνεπειών της με κάποιες προεκλογικές παροχές, αλλά για την πλήρη ανατροπή της και την εφαρμογή μια πολιτικής προς όφελος του λαού.

Λάμπρος ΤΟΚΑΣ


Πολιτική - «θερμοκήπιο» αύξησης των χρεών

Η πολιτική που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, δεν εκτίναξε μόνο το δημόσιο χρέος στα ύψη αλλά και τα χρέη των νοικοκυριών στις τράπεζες, με συνέπεια από το 2000 ως το 2002 το δημόσιο χρέος μαζί με τα καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια, να αυξηθούν κατά... 11 τρισεκατομμύρια δραχμές!

Θα πιστεύατε, αν σας έλεγαν πως μέσα στην τελευταία διετία (από το 2000 που το ΠΑΣΟΚ ξανακέρδισε τις εκλογές) μέχρι το Δεκέμβρη του 2002, το δημόσιο χρέος της χώρας αυξήθηκε κοντά στα 6 τρισεκατομμύρια δραχμές; Θα πιστεύατε επίσης αν σας έλεγαν, ότι στην ίδια διετία τα χρέη των εργαζόμενων νοικοκυριών στις τράπεζες, αυξήθηκαν κοντά στα 5 τρισεκατομμύρια δραχμές, ενώ ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ υποσχόταν τέλος στις θυσίες και «καλύτερες μέρες» για τους εργαζόμενους στη «μετα-ΟΝΕ εποχή»;

Ισως για πολλούς, τα παραπάνω νούμερα να φαντάζουν απίστευτα. Οσοι πίστευαν ή ήθελαν να πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ κατάφεραν - με τις θυσίες τις οποίες επέβαλαν στο λαό - να νοικοκυρέψουν τα δημόσια οικονομικά, θα απογοητευτούν. Τα παραπάνω στοιχεία - όπως φαίνονται στο σχετικό πίνακα - που μας πληροφορούν ότι στην τελευταία διετία (από το 2000 μέχρι το τέλος του 2002) το δημόσιο χρέος μαζί με το χρέος των εργαζομένων νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 11 τρισεκατομμύρια, είναι πέρα για πέρα αληθινά. Δεν είναι στοιχεία που τα ...μαγειρέψαμε... - όπως κάνει συχνά η κυβέρνηση και το οικονομικό της επιτελείο για να εξωραΐσουν την αντιλαϊκή τους πολιτική - αλλά επίσημα στοιχεία που προέρχονται από εκθέσεις του υπουργείου Οικονομίας και της Τράπεζας της Ελλάδας.

Πριν περάσουμε στην ανάλυση των στοιχείων για τη διαχρονική εξέλιξη του δημόσιου χρέους, θα θυμίσουμε δυο πράγματα:

Πρώτον, η ΝΔ που ήταν στην κυβερνητική εξουσία από το 1990 μέχρι τον Οκτώβρη του 1993, είχε θέσει στόχο με το Πρόγραμμα Σύγκλισης το οποίο είχε κατατεθεί στην ΕΕ το Μάρτη του 1993 και εγκριθεί από το διευθυντήριο των Βρυξελλών, τη μείωση του δημόσιου χρέους το 1998 στο 87% του ΑΕΠ από 110% του ΑΕΠ που ήταν το 1993.

Δεύτερον, το ΠΑΣΟΚ που επανήλθε στην κυβερνητική εξουσία τον Οκτώβρη του 1993, αναθεώρησε το Πρόγραμμα Σύγκλισης της ΝΔ και κατέθεσε το δικό του τον Ιούνη του 1994. Το Πρόγραμμα Σύγκλισης της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (που εγκρίθηκε από την ΕΕ το Σεπτέμβρη του 2004) προέβλεπε - μεταξύ άλλων - τη μείωση του δημόσιου χρέους το 1999 στο 103,4% του ΑΕΠ από 109,7% που ήταν το 1993.

Διαβάζοντας κανείς προσεκτικά τα στοιχεία του πίνακα, θα διαπιστώσει ότι το δημόσιο χρέος (Γενικής κυβέρνησης), χρόνο με το χρόνο σκαρφαλώνει σε όλο και υψηλότερα επίπεδα. Κι αυτό γιατί το δημόσιο χρέος:

  • στα πρώτα 15 χρόνια μετά τη μεταπολίτευση, αυξήθηκε κατά 10,2 τρισεκατομμύρια δραχμές. Από 193 δισεκατομμύρια δραχμές που ήταν το 1975 (δηλαδή το 24,7% του ΑΕΠ) εκτινάχτηκε το 1990 στα 10.608 δισεκατομμύρια (80,7% του ΑΕΠ).
  • τα τελευταία 14 χρόνια, που οι εργαζόμενοι υφίστανται τις αντιλαϊκές συνέπειες των γαλαζοπράσινων προγραμμάτων λιτότητας που εφάρμοσαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, αυξήθηκε κατά 38,6 τρισεκατομμύρια ή 364%.

Η αύξηση δεν είναι μόνο σε απόλυτες, ονομαστικές, τιμές, αλλά και σαν ποσοστό του ΑΕΠ. Ετσι, παρά το γεγονός ότι οι κυβερνώντες ξεπούλησαν και τη δημόσια περιουσία, το δημόσιο χρέος έφτασε το 2002 να αντιπροσωπεύει το 105% του ΑΕΠ, από 80,7% του ΑΕΠ που ήταν το 1990! Προσοχή: Τα στοιχεία του πίνακα που δείχνουν το δημόσιο χρέος στο 103% το 2003, είναι πριν γίνει η αναθεώρηση που έγινε από τη Eurostat, αποκαλύπτοντας έτσι - εν μέρει - τις κυβερνητικές αλχημείες.

Στα ύψη και τα χρέη των εργαζόμενων νοικοκυριών

Το δημόσιο χρέος, που αποτελεί βραχνά για την κυβέρνηση (και τις μελλοντικές γενιές που θα κληθούν να πληρώσουν τα βάρη για την εξυπηρέτησή του, κυρίως τα πλατιά λαϊκά στρώματα), είναι η μια όψη του νομίσματος. Η άλλη όψη, που γίνεται όλο και πιο απειλητική για τα μεγάλα θύματα της μονόπλευρης λιτότητας (μισθωτοί, συνταξιούχοι, αγρότες, ΕΒΕ κλπ.), είναι η υπερχρέωσή τους στις τράπεζες. Οπως προκύπτει και από τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, το συνολικό ύψος των καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων (η μερίδα του λέοντος αφορά μισθοσυντήρητους), εκτινάχτηκε από 1,5 τρισεκατομμύρια δραχμές που ήταν το 1995 στο ποσό των 10,6 τρισεκατομμυρίων δραχμών το Δεκέμβρη του 2002.

Δηλαδή μέσα στα τελευταία 7 χρόνια ΕΦΤΑΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΑΝ τα δάνεια των νοικοκυριών στις τράπεζες και σαν ποσοστό του ΑΕΠ, αντιπροσώπευαν πάνω από 22% το 2002, από 5,7% του ΑΕΠ το 1995 και ασήμαντο ποσοστό στις αρχές της δεκαετίας του '90! Είναι κι αυτό, ένα από τα μεγάλα «επιτεύγματα» της αντιλαϊκής πολιτικής των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, που με τις πολιτικές μονόπλευρης λιτότητας εξασφάλισαν γενναία αύξηση της πελατείας των τραπεζών, από το χώρο των πλατιών λαϊκών στρωμάτων...



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ