ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 21 Αυγούστου 2021 - Κυριακή 22 Αυγούστου 2021
Σελ. /32
ΓΥΝΑΙΚΑ
«ΠΡΑΣΙΝΗ ΒΙΒΛΟΣ» ΤΗΣ ΕΕ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΓΗΡΑΝΣΗ
Σινιάλο για νέες ανατροπές στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των γυναικών

Επέκταση της ευελιξίας στην εργασία και του εργάσιμου βίου, παραπέρα εμπορευματοποίηση της Πρόνοιας και νέα πεδία δράσης για το κεφάλαιο είναι οι άξονες του αντιλαϊκού σχεδιασμού για τα επόμενα χρόνια

Περισσότερα χρόνια δουλειάς, γενίκευση της εργασιακής ευελιξίας στο όνομα του «συνδυασμού επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής», μετατροπή της συνταξιοδότησης σε άπιαστο όνειρο, παραπέρα εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας που έχουν ανάγκη οι ηλικιωμένοι...

Στις ήδη γνωστές για τις εργαζόμενες γυναίκες αντιλαϊκές ράγες κινούνται οι ...συνταγές που επιχειρεί εκ νέου να σερβίρει η ΕΕ στο όνομα της αντιμετώπισης των επιπτώσεων των δημογραφικών τάσεων και ιδιαίτερα της τάσης γήρανσης του πληθυσμού της.

Η τάση της δημογραφικής γήρανσης έχει «επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη, στη δημοσιονομική βιωσιμότητα, στην υγεία και τη μακροχρόνια φροντίδα», διαπιστώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην πράσινη βίβλο σχετικά με τη γήρανση που παρουσίασε στις αρχές του έτους (COM [2021] 50 final).

Δίπλα στις «προκλήσεις» που εντοπίζει, σπεύδει να απαριθμήσει και μια σειρά «νέες ευκαιρίες» που δημιουργούνται στο πεδίο της λεγόμενης «αργυρής» οικονομίας και στην «οικονομία της παροχής φροντίδας».

Τόσο οι «προκλήσεις» όσο και οι «ευκαιρίες» που περιγράφονται στο συγκεκριμένο «πόνημα» διαμορφώνουν το έδαφος για κλιμάκωση της επίθεσης στα δικαιώματα των γυναικών.

Λειτουργούν ως τροχιοδεικτικές βολές για την επιδείνωση των όρων εργασίας και συνταξιοδότησης, αλλά και για τη μετατροπή των υποδομών και υπηρεσιών που έχουν ανάγκη οι ηλικιωμένοι σε πεδίο επενδύσεων και κερδοφορίας για τις επιχειρήσεις και ακριβοπληρωμένο εμπόρευμα για τις λαϊκές οικογένειες.

«Αξιοποίηση στο έπακρο» του εργασιακού βίου

«Ο ενεργός πληθυσμός της ΕΕ συρρικνώνεται την τελευταία δεκαετία και αυτό προβλέπεται να συνεχιστεί», διαπιστώνει η Επιτροπή, εκφράζοντας την ανησυχία της για τον αυξανόμενο «κίνδυνο έλλειψης εργατικού δυναμικού».

Το ...αντίδοτο που συστήνει είναι οι «πολιτικές που εντάσσουν περισσότερα άτομα στην αγορά εργασίας» και παράλληλα «καθιστούν δυνατή την παράταση του εργασιακού βίου».

Το σύνθημα που για μια ακόμα φορά ρίχνει η ΕΕ είναι αυτό της «αξιοποίησης στο έπακρο του εργασιακού βίου» και η προώθησή του συνδέεται στενά με την ένταξη μεγαλύτερου αριθμού γυναικών και για περισσότερα χρόνια στη μισθωτή εργασία.

Τα ποσοστά απασχόλησης των γυναικών (20-64 ετών) στην ΕΕ παραμένουν κατά 11,7 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από εκείνα των ανδρών, όπως διαπιστώνει, παρά το γεγονός ότι «περισσότερες γυναίκες από ό,τι άνδρες αποκτούν πανεπιστημιακό πτυχίο».

Στο έδαφος αυτό, έχει μονίμως στην ημερήσια διάταξη την επέκταση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων σε γυναίκες και άνδρες, με το πρόσχημα του «καλύτερου συνδυασμού» επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής.

Η «ισορροπία» οικογένειας και δουλειάς και η «διευκόλυνση» των εργαζομένων που είναι γονείς μικρών παιδιών, που φροντίζουν ηλικιωμένους ή ανάπηρους συγγενείς, μετατρέπονται σε σινιάλο για επέκταση της εργασιακής ζούγκλας.

Στην κατεύθυνση αυτή κινείται η κυβέρνηση της ΝΔ, σε συνέχεια όλων των προηγούμενων. Μάλιστα, για να υπερασπιστεί τον πρόσφατο αντεργατικό της νόμο, επιστράτευσε πρόσφατα το παραμύθι της «καλής ευελιξίας», που μπορεί τάχα να ωφελήσει ταυτόχρονα τις επιχειρήσεις όσο και τους εργαζόμενους.

Ετσι, στον κατάλογο των εργαζομένων που επιθυμούν... διακαώς τη δεκάωρη δουλειά, τα στελέχη της κυβέρνησης συμπεριέλαβαν μάλιστα τις μητέρες που «θα ήθελαν να δουλεύουν λίγο παραπάνω από Δευτέρα μέχρι Πέμπτη», προκειμένου «να βλέπουν τα παιδιά τους την Παρασκευή».

Ευέλικτα και μειωμένα ωράρια, τηλεργασία, διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου, παρουσιάζονται ως ρυθμίσεις που μπορούν να βοηθήσουν τους εργαζόμενους γονείς, και ιδιαίτερα τις μητέρες, ενώ στην πραγματικότητα διαλύουν τον σταθερό ημερήσιο χρόνο δουλειάς, προσαρμόζουν τους όρους εργασίας στις αξιώσεις της εργοδοσίας και μετατρέπουν την καθημερινότητα των ίδιων και των οικογενειών τους σε μαρτύριο.

Συνέχεια στις «μεταρρυθμίσεις» που ξηλώνουν την Κοινωνική Ασφάλιση

Δίπλα στη διευρυνόμενη «ευελιξία» για τους εργαζόμενους, ανεξαρτήτως φύλου, η ενίσχυση της γυναικείας απασχόλησης επιτυγχάνεται και μέσα από την αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησής τους.

Η δουλειά για περισσότερα χρόνια και η συνταξιοδότηση σε μεγαλύτερη ηλικία έχουν αναδειχθεί σε βασικό μοχλό για την αύξηση της απασχόλησης των γυναικών, αντλώντας εργατικό δυναμικό από τη δεξαμενή των εργαζομένων που ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα άνω των 50 ετών.

Η ενίσχυση των ποσοστών απασχόλησης στη συγκεκριμένη ηλικιακή κατηγορία αποτυπώνει την αύξηση των ηλικιακών ορίων για τη συνταξιοδότηση, ακόμα και για τις μισθωτές σε βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα, για τις μητέρες με ανήλικα ή ανάπηρα παιδιά, την εξίσωση των ορίων για άνδρες και γυναίκες.

Στην κατεύθυνση αυτή εξάλλου, και στην Ελλάδα έχει θεσμοθετηθεί η γενική ηλικία συνταξιοδότησης των 67 ετών, ενώ υπάρχει η πρόβλεψη για παραπέρα αύξησή της μέσα από την αναπροσαρμογή των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης βάσει του προσδόκιμου ζωής, από το 2023 και μετά.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συστήνει στα κράτη - μέλη να «ενθαρρύνουν» τον μακρύτερο επαγγελματικό βίο, καθώς και να προωθήσουν «μεταρρυθμίσεις» των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και συνταξιοδότησης. Πιάνοντας το νήμα από τις ανατροπές που έχουν ήδη συντελεστεί, η ελληνική κυβέρνηση έχει δρομολογήσει την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής σύνταξης επικαλούμενη τους δημογραφικούς δείκτες.

Ετσι, ισχυρίζεται με θράσος πως «θωρακίζει το Ασφαλιστικό από τον δημογραφικό κίνδυνο», τη στιγμή που μετατρέπει την επικουρική σε ατομική υπόθεση και τους ασφαλισμένους σε «επενδυτές», ενώ η όποια σύνταξη θα εξαρτάται στο εξής από το αβέβαιο αποτέλεσμα που θα αποφέρουντο τζογάρισμα στις αγορές και η «απόδοση» του ρίσκου που αναλαμβάνει κάθε εργαζόμενη και εργαζόμενος.

Επιχειρηματικές ευκαιρίες στην «αργυρή οικονομία»

Το τοπίο των ανατροπών σε εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα συμπληρώνεται από τις επιχειρηματικές ευκαιρίες που διαβλέπει η ΕΕ στη λεγόμενη «αργυρή οικονομία». Με τον όρο αυτόν αποδίδεται η μετατόπιση της ζήτησης προϊόντων και υπηρεσιών που αντικατοπτρίζει τις ειδικές ανάγκες και προτιμήσεις των ηλικιωμένων.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Επιτροπής, η «αργυρή οικονομία» αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμούς περίπου 5% ετησίως, φτάνοντας από 3,7 τρισ. ευρώ το 2015 σε 5,7 τρισ. ευρώ το 2025.

Με άλλα λόγια, οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι ηλικιωμένοι αντιμετωπίζονται ως μια ...ανερχόμενη αγορά, από την οποία οι επιχειρήσεις προσδοκούν τόνωση της κερδοφορίας τους, εμπορευόμενες τις ανάγκες που έχει αυτή η ηλικιακή ομάδα του πληθυσμού, ιδιαίτερα τις ανάγκες τους για υπηρεσίες Υγείας και Πρόνοιας.

Στο έδαφος αυτό, η Επιτροπή στρέφει την προσοχή της στον τομέα της «μακροχρόνιας φροντίδας», εντοπίζοντας προβλήματα όπως η «μειωμένη προσφορά» σχετικών υπηρεσιών, το «υψηλό κόστος» που συνεπάγονται, αλλά και οι δυσκολίες στην πρόσληψη και διατήρηση εργατικού δυναμικού «λόγω των χαμηλών αμοιβών και των απαιτητικών συνθηκών εργασίας».

Θέτοντας στόχο τη βελτίωση της πρόσβασης σε «οικονομικά προσιτή» μακροχρόνια φροντίδα, η ΕΕ και οι κυβερνήσεις δεν στοχεύουν στην ανάπτυξη δημόσιων και δωρεάν ποιοτικών υπηρεσιών για τους ηλικιωμένους, αλλά στρώνουν το έδαφος για την παραπέρα εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση του τομέα αυτού.

Προετοιμάζουν τη μεγαλύτερη δραστηριοποίηση των επιχειρηματικών ομίλων που θα εμπορεύονται σχετικές υπηρεσίες και θα πληρώνονται άμεσα από την τσέπη ή έμμεσα από τα ασφαλιστικά ταμεία των ηλικιωμένων και των οικογενειών τους.

Τα σχέδιά τους για την «οικονομία της φροντίδας» και την «αργυρή οικονομία» απευθύνονται με διπλό τρόπο στις γυναίκες: Εχουν αποδέκτες, από τη μια, τις χιλιάδες γυναίκες που αντιμετωπίζουν την ανεργία και την εργασιακή αβεβαιότητα, διαφημίζοντάς τους τις «ευκαιρίες απασχόλησης» που προσφέρει ο τομέας της περίθαλψης και της μακροχρόνιας φροντίδας.

Από την άλλη, απευθύνονται στις γυναίκες που ως συγγενείς ηλικιωμένων, ατόμων με αναπηρίες ή χρόνιες παθήσεις, έχουν αυξημένες ανάγκες για σχετικές κοινωνικές υπηρεσίες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής, το 5,4% των γυναικών (έναντι του 2,2% των ανδρών) ηλικίας 18-64 ετών έχουν μειώσει τον χρόνο εργασίας τους ή έχουν διακόψει την εργασία τους περισσότερο από έναν μήνα για να φροντίσουν ασθενείς ή και ηλικιωμένους συγγενείς.

Εμπορευόμενες τις ανάγκες των ηλικιωμένων, οι επιχειρήσεις διευκολύνονται και από την πιεστική ανάγκη των γυναικών να «αποδεσμευτούν» σε ένα βαθμό από την ευθύνη της φροντίδας ηλικιωμένων συγγενών στο σπίτι, προκειμένου να διατηρήσουν ή να αναζητήσουν μια θέση δουλειάς...


Ευ. Χ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ