ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 21 Φλεβάρη 2015 - Κυριακή 22 Φλεβάρη 2015
Σελ. /40
ΓΥΝΑΙΚΑ
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Εργασιακές σχέσεις «ναρκοπέδιο» για τη μητρότητα

Το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ) έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία για τη συμμετοχή των γυναικών στον τομέα της έρευνας στην Ελλάδα. Σύμφωνα με αυτά, το 2011 απασχολούνταν σε δραστηριότητες έρευνας 29.879 γυναίκες, αριθμός που αντιστοιχεί σε ποσοστό 42,5% του συνολικού δυναμικού (ερευνητικό, τεχνικό και λοιπό προσωπικό υποστήριξης). Αν εστιάσουμε στο ερευνητικό προσωπικό, το ποσοστό των γυναικών πέφτει στο 36,7%. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η διακύμανση στα διάφορα ερευνητικά πεδία. Ετσι, ενώ στις λεγόμενες «ανθρωπιστικές επιστήμες» το ποσοστό των γυναικών αγγίζει το 54,1% και παραμένει υψηλό (43%) στον τομέα «Ιατρική και επιστήμες Υγείας», είναι σημαντικά χαμηλότερο στις φυσικές επιστήμες (30,7%) και τις «επιστήμες μηχανικού και τεχνολογία» (29,5%).

Με αφορμή τα στοιχεία αυτά, ο «Ριζοσπάστης» συζήτησε με την Δώρα Βασιλοπούλου, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος», στέλεχος του ΚΚΕ, για τις εργασιακές συνθήκες που επικρατούν στον τομέα της έρευνας και τα εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσουν οι νέες επιστημόνισσες, για να ασχοληθούν με την ερευνητική εργασία.

-- Ποιο είναι το εργασιακό τοπίο που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες ερευνήτριες;

-- Στο χώρο της έρευνας είναι πλέον γενικευμένες οι «νέες» εργασιακές σχέσεις και συγκεκριμένα η δουλειά με «μπλοκάκι». Ενα πολύ μεγάλο μέρος γυναικών και αντρών, εργαζόμαστε με δελτίο παροχής υπηρεσιών. Δεν έχουμε κανένα εργασιακό δικαίωμα, δεν προβλέπονται ούτε κανονικές άδειες. Ακόμα, σε περίπτωση απόλυσης, λήξης της σύμβασης, δεν προβλέπεται αποζημίωση, δεν μπορούμε να πάρουμε επίδομα ανεργίας. Πέρα από τον ΦΠΑ και το φόρο παρακράτησης, από το ποσό της πληρωμής μας καταβάλλονται οι ασφαλιστικές εισφορές στον ΟΑΕΕ, με αποτέλεσμα οι αποδοχές να ψαλιδίζονται σημαντικά.

Η Δώρα Βασιλοπούλου
Η Δώρα Βασιλοπούλου
Αυτό το «εργασιακό τοπίο» έχει ιδιαίτερες συνέπειες στις νέες μητέρες, στην προστασία της μητρότητας. Συγκεκριμένα, δεν υπάρχει άδεια ούτε πριν, ούτε μετά τον τοκετό. Η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών ερευνητριών μένουν απλήρωτες για το διάστημα που θα απουσιάσουν από τη δουλειά. Σε αρκετές περιπτώσεις, σταματούν να εργάζονται μια εβδομάδα πριν γεννήσουν και επιστρέφουν μετά από έναν, δύο, το αργότερο τρεις μήνες μετά τον τοκετό. Δίπλα στη «ζούγκλα» των εργασιακών σχέσεων, οι ερευνήτριες αντιμετωπίζουμε την έλλειψη δημόσιων και δωρεάν υπηρεσιών και υποδομών Υγείας, Πρόνοιας, απαραίτητων για τη λαϊκή οικογένεια. Δε θα ήταν υπερβολή να χαρακτηριστεί ο χώρος της έρευνας ακόμα και ως «εχθρικός» για τα δικαιώματα των γυναικών. Είναι ενδεικτικό ότι αρκετές γυναίκες με εργατική - λαϊκή καταγωγή ξεκινούν να εργάζονται σε αυτόν, στη συνέχεια όμως δυσκολεύονται να συνεχίσουν, αναγκάζονται ακόμα και να εγκαταλείψουν την ερευνητική εργασία, καθώς αντιμετωπίζουν την παραπάνω κατάσταση. Δεν υπάρχουν, βέβαια, τα ίδια εμπόδια για όσες προέρχονται από την αστική τάξη, τα ανώτερα μεσαία στρώματα, καθώς έχουν την οικονομική δυνατότητα να αντιμετωπίσουν αυτές τις δυσκολίες.

Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι τον περασμένο Νοέμβρη, το ΚΚΕ κατέθεσε τροπολογίες σχετικές με την προστασία των εργασιακών και μισθολογικών δικαιωμάτων των εργαζομένων στην έρευνα, ιδιαίτερα όσων δουλεύουν με μπλοκάκι. Μεταξύ άλλων, αυτές προέβλεπαν την κατάργηση της υποχρεωτικής καταβολής ΦΠΑ για τους εργαζόμενους με μπλοκάκι στα ερευνητικά ιδρύματα, την πλήρη ασφαλιστική κάλυψη με δαπάνες από την κρατική επιχορήγηση προς το ίδρυμα, την εξασφάλιση της μισθοδοσίας των εργαζομένων στους ερευνητικούς φορείς. Ασφαλώς, πρέπει να υπογραμμίσουμε την ανάγκη για μεγαλύτερη συμμετοχή και δραστηριοποίηση των γυναικών που εργάζονται στα ερευνητικά ιδρύματα στους συλλόγους τους, προκειμένου να αναπτύσσεται η διεκδίκηση με βάση τα ιδιαίτερα οξυμένα τους προβλήματα.

-- Η μικρότερη συμμετοχή των γυναικών σε ορισμένους τομείς της έρευνας, μπορεί επίσης να συσχετισθεί με τις συνθήκες εργασίας;

-- Η δουλειά του ερευνητή και της ερευνήτριας είναι ούτως ή άλλως απαιτητική, όσον αφορά το χρόνο και το ωράριο, ανεξάρτητα από το επιστημονικό πεδίο. Σε ένα βαθμό, όμως, η χαμηλότερη συμμετοχή των γυναικών στα επιστημονικά πεδία «φυσικές επιστήμες», «επιστήμες μηχανικού και τεχνολογία» που καταγράφει το ΕΚΤ, οφείλεται και στις ιδιαίτερες απαιτήσεις που έχει η ενασχόληση με αυτά. Γιατί, όταν πρόκειται για τις επιστήμες αυτές, απαιτείται πολύωρη απασχόληση στο εργαστήριο, πειράματα και διαδικασίες που δεν μπορούν να γίνουν χωρίς τη φυσική παρουσία του ερευνητή και της ερευνήτριας στο χώρο. Μάλιστα, η παρουσία αυτή απαιτείται συχνά τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες. Ενώ στο πεδίο των ανθρωπιστικών επιστημών, ένα μέρος της ερευνητικής δουλειάς μπορεί να μεταφέρεται και στο σπίτι, πράγμα που αναγκάζονται να κάνουν οι γυναίκες, ιδίως αν έχουν οικογένεια.

-- Η ΕΕ διακηρύσσει το στόχο της αύξησης της συμμετοχής των γυναικών στον τομέα της έρευνας, οργανώνει καμπάνιες που απευθύνονται κυρίως σε νέες γυναίκες. Κατά πόσο όμως ανταποκρίνονται όλα αυτά στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενες στην έρευνα;

-- Οργανώνονται καμπάνιες και εκστρατείες, πρωτοβουλίες βράβευσης και ανάδειξης γυναικών που διακρίνονται σε τομείς της έρευνας, της επιστήμης. Σε αυτές τις παρεμβάσεις δεν υπάρχει ούτε αναφορά στο «Γολγοθά» της ερευνήτριας. Είναι χαρακτηριστικό πως οι διαπιστώσεις της ΕΕ καταλήγουν στην ανάγκη για «συμφιλίωση της οικογενειακής και της επαγγελματικής ζωής», επαναλαμβάνοντας στις ερευνήτριες όσα λένε σε όλες τις εργαζόμενες. Δηλαδή, ότι είναι ατομική τους υπόθεση και ευθύνη να «συνδυάσουν» τις απαιτήσεις της δουλειάς και της οικογένειας, αφού η ανάπτυξη δημόσιων και δωρεάν κοινωνικών υποδομών και υπηρεσιών, με βάση τις σύγχρονες ανάγκες της εργαζόμενης γυναίκας, της ερευνήτριας, για την προστασία της μητρότητας αποτελεί κόστος για την εργοδοσία, το κράτος, τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων.

Εδώ πρέπει να υπογραμμίσουμε και τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νέες γυναίκες, όπως και οι άντρες, από τη στιγμή που θα προσπαθήσουν να ξεκινήσουν ένα μεταπτυχιακό, ένα διδακτορικό. Ακόμα και οι πενιχρές υποτροφίες που υπήρχαν παλιότερα, σήμερα αποτελούν πλέον παρελθόν. Οποιος και όποια μπορεί, στηρίζεται σε ίδια μέσα, στη βοήθεια δηλαδή της οικογένειάς του, καθώς κατά κανόνα, δεν υπάρχει η δυνατότητα να εργάζεται παράλληλα. Από τους υποψήφιους διδάκτορες απαιτείται πλήρης και αποκλειστική απασχόληση. Δίπλα στα παραπάνω είναι πολύ διαδεδομένο και το καθεστώς του άμισθου, όχι μόνο σε επίπεδο υποψηφίων διδακτόρων και μεταπτυχιακών φοιτητών, αλλά ακόμα και μεταδιδακτόρων. Στο φόντο αυτό, η μεγάλη πλειοψηφία των νέων γυναικών βρίσκει την πόρτα της επαγγελματικής ενασχόλησης με την έρευνα κλειστή.

-- Τι αντίκτυπο έχει η πολιτική υποχρηματοδότησης της έρευνας;

-- Η κατάσταση αυτή στρέφει αναγκαστικά ερευνητές και ερευνητικές ομάδες στο κυνήγι των λεγόμενων project. Για παράδειγμα, τώρα η ΕΕ προκηρύσσει προγράμματα για μια συγκεκριμένη θεματική, αύριο για μια άλλη τελείως διαφορετική, και κάθε ερευνητική ομάδα πρέπει να αναπροσαρμόσει τη δουλειά της αν θέλει να χρηματοδοτηθεί. Με δεδομένο, λοιπόν, ότι η στρόφιγγα της χρηματοδότησης της έρευνας από τον κρατικό προϋπολογισμό έχει κλείσει, το κυνήγι των project γίνεται μονόδρομος. Αυτό, έτσι κι αλλιώς, είναι πρόβλημα για όλους, ιδιαίτερα για τις γυναίκες που πρέπει να αφιερώσουν ακόμα περισσότερες ώρες. Ο ελεύθερος χρόνος μας, όσος απομένει από την ευθύνη που έχουμε για τη φροντίδα της οικογένειας, του ατομικού νοικοκυριού, περιορίζεται ακόμα περισσότερο.

Η πιο σοβαρή συνέπεια είναι ότι δεν υπάρχει προσανατολισμός στη βασική έρευνα, που δίνει τη δυνατότητα ενασχόλησης σταθερά με ένα αντικείμενο και εμβάθυνσης σε αυτό. Επηρεάζεται το αντικείμενο με το οποίο ασχολείται η έρευνα, ο προσανατολισμός της, τα αποτελέσματα που παράγει. Κριτήριο δεν είναι οι κοινωνικές ανάγκες των εργατικών - λαϊκών οικογενειών και των γυναικών που ανήκουν σε αυτές, αλλά οι απαιτήσεις των μονοπωλίων. Δίπλα στην ανάγκη να διασφαλίζεται η δυνατότητα των γυναικών να εργάζονται στον τομέα της έρευνας, είναι εξίσου σημαντικό ζήτημα η έρευνα να υπηρετεί τις ανάγκες τους, να βελτιώνει τη ζωή τη δική τους και των οικογενειών τους. Ομως, η πολιτική της ΕΕ και των κυβερνήσεων, που υπηρετεί τα συμφέροντα των επιχειρήσεων, την κερδοφορία των καπιταλιστών, αποκλείει την εργατική τάξη, το λαό από τα επιστημονικά επιτεύγματα της έρευνας και παράλληλα επιδεινώνει τις εργασιακές συνθήκες για τους εργαζόμενους στο χώρο αυτό, και ιδιαίτερα για τις γυναίκες.

-- Τα τελευταία χρόνια, η «κινητικότητα» έχει αναδειχτεί σε βασικό εργαλείο της ευρωενωσιακής πολιτικής για την έρευνα. Τι επίδραση έχει στις νέες ερευνήτριες;

-- Η προώθηση της «κινητικότητας» συμβάλλει στην συγκέντρωση επιστημονικού δυναμικού όπου έχει ανάγκη το κεφάλαιο. Η ζήτηση για υψηλής ειδίκευσης επιστημονικό δυναμικό σε διάφορους τομείς σε πανεπιστήμια, ερευνητικά ιδρύματα και επιχειρήσεις στο εξωτερικό είναι σημαντική. Ετσι, με δεδομένη την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα, στα μάτια των νέων επιστημόνων, που θέλουν να συνεχίσουν την επαγγελματική τους σταδιοδρομία στο αντικείμενό τους, πολλές φορές η φυγή στο εξωτερικό προβάλλει ως η μόνη διέξοδος. Ποια είναι, όμως, η προοπτική σε αυτήν τη διαδικασία; Πιθανότατα, η συνεχής μετανάστευση από τόπο σε τόπο, καθώς οι συμβάσεις με τον εκάστοτε εργοδότη έχουν χρονικό όριο την ολοκλήρωση του συγκεκριμένου ερευνητικού project. Μετά, θα πρέπει να ψάξει απ' την αρχή σε ποια χώρα, σε ποιο ερευνητικό κέντρο υπάρχει ζήτηση για τη συγκεκριμένη ειδικότητα. Δηλαδή, σπουδάζεις εδώ, κάνεις, για παράδειγμα, μεταπτυχιακό στην Αγγλία, μετά συνεχίζεις για διδακτορικό στη Γερμανία, πας για ένα post-doc στη Γαλλία και ούτω καθεξής. Οι δυσκολίες πολλαπλασιάζονται για τις νέες ερευνήτριες που θέλουν να δημιουργήσουν οικογένεια, αλλά και για όσες έχουν ήδη και αναγκάζονται να μετακινούνται, είτε μαζί με τα παιδιά τους, είτε χωρίς αυτά.


Ευ. Χαϊντ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ