ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 21 Δεκέμβρη 2018
Σελ. /24
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Χριστουγεννιάτικος «μποναμάς» για τους ενεργειακούς και βιομηχανικούς ομίλους

Eurokinissi

Γερό «πακέτο» παροχών προς τους ομίλους, που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή και προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας και τη μεγάλη βιομηχανία, περιλαμβάνει το νομοσχέδιο που κατέθεσε την περασμένη βδομάδα το υπουργείο Περιβάλλοντος στη Βουλή.

Το νομοσχέδιο - «σκούπα», που προωθήθηκε με τη διαδικασία του «κατεπείγοντος», προβλέπει ανάμεσα σε άλλα την κατάργηση της «χρέωσης προμηθευτή» (ΠΧΕΦΕΛ - Πρόσθετη Χρέωση Εκπροσώπων Φορτίου Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ) και του ειδικού τέλους λιγνιτικής παραγωγής, το οποίο επιβαρύνει ειδικά τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιούν ως καύσιμο τον λιγνίτη, προς διευκόλυνση της ιδιωτικοποίησης των εργοστασίων που «τρέχει» αυτήν την περίοδο η κυβέρνηση.

Παράλληλα, με το ίδιο νομοσχέδιο προωθούνται οι μειωμένες χρεώσεις του τέλος ΕΤΜΕΑΡ (πρώην τέλος ΑΠΕ) κυρίως στους μεγάλους καταναλωτές της Μέσης και Υψηλής Τάσης, δηλαδή τη μεγάλη ενεργοβόρο βιομηχανία, ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα των βιομηχανικών ομίλων.

Πιο συγκεκριμένα, όπως τονίζεται στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου, η κατάργηση από την 1η Γενάρη του 2019 της χρέωσης προμηθευτή για τους παραγωγούς και προμηθευτές ηλεκτρικής Ενέργειας «αυξάνουν σημαντικά τη ρευστότητα της ΔΕΗ και ενισχύουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των προμηθευτών». Στην ίδια παράγραφο, κατά τη συνήθη κυβερνητική προπαγάνδα, σημειώνεται ότι με τη ρύθμιση αυτή θα ωφεληθούν συνολικά οι καταναλωτές, αφού θα υπάρξει «θετικός αντίκτυπος και στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας για τον τελικό καταναλωτή».

Φυσικά, και η κύρια έγνοια της κυβέρνησης δεν είναι τα εργαζόμενα λαϊκά στρώματα που βλέπουν το εισόδημά τους να λεηλατείται όλα αυτά τα χρόνια και μέσα από τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά κυρίως οι μεγάλοι καταναλωτές ρεύματος, οι επιχειρηματικοί όμιλοι, που αυτό το διάστημα βρίσκονται σε συνεχείς διαπραγματεύσεις για τη ΔΕΗ, τον βασικό πάροχο της υψηλής τάσης, για την ανανέωση των συμβάσεών τους.

Επίσης, με το ίδιο άρθρο του νομοσχεδίου προωθείται η εφαρμογή από την 1η Γενάρη των μειωμένων χρεώσεων του ΕΤΜΕΑΡ σύμφωνα με τις σχετικές «Κατευθυντήριες γραμμές» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις στους μονοπωλιακούς ομίλους. Οπως σημειώνεται συγκεκριμένα στο ενημερωτικό σημείωμα του υπουργείου Περιβάλλοντος, με την εν λόγω νομοθετική ρύθμιση θα μειωθεί η χρέωση ΕΤΜΕΑΡ και στους εμπορικούς καταναλωτές χαμηλής τάσης, κατά βάση σε καταστήματα και μικρές επιχειρήσεις, ωστόσο «το πιο σημαντικό όμως είναι ότι με το νέο σχήμα θα ενισχυθεί η ενεργοβόρος βιομηχανία, ώστε να μειώσει το κόστος ρεύματος και να μπορέσει να ανταγωνιστεί τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες. Συγκεκριμένα, θα προβλεφθεί η επιβολή της ελάχιστης δυνατής χρέωσης στις μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις της χώρας, με παράλληλη εφαρμογή εξατομικευμένου μέγιστου ορίου ετήσιας χρέωσης για κάθε επιχείρηση».

Με πιο απλά λόγια, οι μεγάλες βιομηχανίες θα έχουν τη μικρότερη δυνατή χρέωση ΕΤΜΕΑΡ και ταυτόχρονα θα επιβληθεί ένα ανώτατο όριο σε κάθε επιχείρηση ξεχωριστά, πάνω από το οποίο δεν θα μπορεί το τέλος αυτό να αυξηθεί ακόμη κι αν υπάρξουν εξελίξεις τέτοιες στην αγορά που να επιβάλλουν μια αύξηση.

«Δωράκι»... 250 εκατομμυρίων

Η κυβέρνηση προχωρά στην περαιτέρω μείωση του συγκεκριμένου τέλους για τις μεγάλες βιομηχανίες, αφού προηγουμένως ο ειδικός λογαριασμός, μέσω του οποίου επιδοτούνται οι επιχειρηματίες του χώρου των ΑΠΕ, εμφάνισε σημαντικό πλεόνασμα. Πρόκειται για τον λογαριασμό που χρηματοδοτείται, εκτός από το «τέλος προμηθευτή», και μέσω του τέλους ΕΤΜΕΑΡ, το «χαράτσι» δηλαδή που πληρώνουν με τους λογαριασμούς ρεύματος τα λαϊκά νοικοκυριά και συντέλεσε όλα τα προηγούμενα χρόνια στη μεγάλη αύξηση των τιμολογίων. Με τη συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση εάν ο ειδικός λογαριασμός ενίσχυσης των ΑΠΕ εμφανίσει έλλειμμα - πράγμα πολύ πιθανό αφού άλλωστε ο λογαριασμός αυτός υπήρξε ελλειμματικός για πολλά συνεχόμενα χρόνια - το τέλος ΕΤΜΕΑΡ δεν πρόκειται να αυξηθεί πάνω από το δοσμένο «ταβάνι» για τις μεγάλες βιομηχανίες, που σημαίνει ότι τη διαφορά θα την καλύψουν οι υπόλοιποι καταναλωτές, δηλαδή και πάλι τα λαϊκά νοικοκυριά.

Εμφανίζεται ξεκάθαρα, για μια ακόμη φορά, ταξική μεροληψία που φυσικά δεν είναι υπέρ των εργαζόμενων λαϊκών στρωμάτων, όπως με στόμφο ισχυρίζεται συχνά - πυκνά η προπαγάνδα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά υπέρ των ομίλων της Ενέργειας και της ενεργοβόρου βιομηχανίας, οι οποίοι τώρα θα δουν σημαντική οικονομική ενίσχυση μέσω αυτής της νομοθετικής παρέμβασης. Φυσικά, ούτε λόγος να γίνεται για μια αντίστοιχου μεγέθους ελάφρυνση των τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος για τα λαϊκά νοικοκυριά, δίχως να αποκλείεται το επόμενο διάστημα να υπάρξουν πομπώδεις ανακοινώσεις του αρμόδιου υπουργείου για μειώσεις του ΕΤΜΕΑΡ στη χαμηλή τάση, ύψους μερικών ευρώ την τετραμηνία.

Ωστόσο, για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του «μποναμά» για τους ομίλους, μόνο από την κατάργηση του «τέλους προμηθευτή» και για τη ΔΕΗ το όφελος θα φτάσει περί τα 250 εκατ. ευρώ στην επόμενη διετία, σύμφωνα με όσα δημόσια έχει αναφέρει ο υπουργός Περιβάλλοντος, Γ. Σταθάκης. Δίχως να υπολογίζονται τα ποσά τα οποία θα κερδίσουν οι υπόλοιποι ενεργειακοί όμιλοι, ούτε επίσης η άμεση μείωση του κόστους Ενέργειας που θα απολαύσουν οι βιομήχανοι.

Οι αξιώσεις των βιομηχάνων... εντολή τους

Λίγες μόλις μέρες νωρίτερα από την κατάθεση του νομοσχεδίου, το ΙΟΒΕ είχε δώσει στη δημοσιότητα μελέτη που συνέταξε για λογαριασμό της «Ελληνικής Παραγωγής - Συμβούλιο Βιομηχανιών για την Ανάπτυξη», το σχήμα που έχουν συστήσει οι μεταποιητικές βιομηχανίες της χώρας μέλη του ΣΕΒ, με σκοπό να προωθήσουν τα ειδικά συμφέροντα του χώρου τους. Η μελέτη έθετε τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζει η βιομηχανία της Ελλάδας, στην ουσία δηλαδή παρουσίαζε τις αξιώσεις των βιομηχανικών ομίλων για την περαιτέρω ενίσχυση της κερδοφορίας τους. Μεταξύ των βασικών ζητημάτων με την «υψηλότερη βαρύτητα» για την εγχώρια μεταποίηση που θέτει η μελέτη του ΙΟΒΕ είναι φυσικά το «υψηλό κόστος Ενέργειας». Ως απαραίτητο βήμα για τη μείωση του ενεργειακού κόστους της βιομηχανίας θεωρείται η εφαρμογή του «μοντέλου στόχου» της ΕΕ στην εγχώρια αγορά Ενέργειας, δηλαδή η έναρξη λειτουργίας του ενεργειακού χρηματιστηρίου, αλλά και η ηλεκτρική σύνδεση με γειτονικές χώρες στο πλαίσιο της διαμόρφωσης της ενιαίας αγοράς Ενέργειας.

Παράλληλα, στη μελέτη προβάλλονται και οι πάγιες απαιτήσεις του χώρου όπως η μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης για την υψηλή τάση, η «διακοψιμότητα», η μείωση των τελών υπέρ ΑΠΕ «ώστε η εγχώρια βιομηχανία να παραμείνει ανταγωνιστική και να αμβλυνθούν οι κίνδυνοι από την αβεβαιότητα των τιμών σε κλάδους έντασης ενεργείας...». Τα μέτρα, δηλαδή, που σε μεγάλο βαθμό προώθησε η κυβέρνηση με το προαναφερθέν νομοσχέδιο, ενώ και οι υπόλοιπες αξιώσεις είναι ζήτημα χρόνου να ικανοποιηθούν στο όνομα «ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας» της βιομηχανίας.

Θα πρέπει, τέλος, να σημειωθεί ότι εκτός από τη μείωση των τελών που προώθησε η κυβέρνηση, σε εξέλιξη βρίσκεται η διαπραγμάτευση των ενεργοβόρων βιομηχανιών με τη ΔΕΗ για το ζήτημα της παράτασης των τρεχόντων βιομηχανικών τιμολογίων, τα οποία έχουν κριθεί «ικανοποιητικότατα» από τους βιομηχάνους, μέχρι το 2020. Αρχικά, η διοίκηση της ΔΕΗ είχε εκδηλώσει την πρόθεσή της να υπογραφούν νέες συμβάσεις από τον ερχόμενο Φλεβάρη, όπου θα υπήρχε μια ελάχιστη ενσωμάτωση του κόστους που επωμίζεται η επιχείρηση από την αύξηση της τιμής ρύπων, πρόθεση που προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις της βιομηχανίας. Πάντως, μέχρι σήμερα ο αναπληρωτής υπουργός Βιομηχανίας, Στ. Πιτσιόρλας, έχει δεσμευτεί για λογαριασμό της κυβέρνησης ότι θα υπάρξει παράταση των υφιστάμενων βιομηχανικών τιμολογίων δίχως αυξήσεις, ενώ και από την πλευρά του υπουργείου Περιβάλλοντος καταβάλλονται... φιλότιμες προσπάθειες, εκτός από τις παραπάνω ενισχύσεις να διατηρηθούν τα βιομηχανικά τιμολόγια σε χαμηλά επίπεδα.


Φ. Κ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ